Σάββατο 28 Δεκεμβρίου 2013

Παρασκευή 6 Δεκεμβρίου 2013

Βραβείο Νόμπελ στους αμαρτωλούς

Της Ντίνας Εξάρχου

Το βραβείο Νόμπελ δεν το πήρε η Ιρένα Σέντλερ η Γερμανίδα ηρωίδα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου (πέθανε πρόσφατα σε ηλικία 98 ετών), που εργαζόταν σαν υδραυλικός υπονόμων στο γκέτο της Βαρσοβίας και έσωσε 2.500 Εβραιόπουλα από τους χιτλερικούς θαλάμους των αερίων (είχε προταθεί για Νόμπελ το 2007).

Το βραβείο Νόμπελ το πήρε φέτος η αμερικάνικη «Μονσάντο» η αμαρτωλή εταιρία που παράγει χημικά λιπάσματα, φυτοφάρμακα, μεταλλαγμένους σπόρους σιταριού, καλαμποκιού, σόγιας, βαμβακιού και πατάει επί πτωμάτων προκειμένου να αποκτήσει τον απόλυτο έλεγχο και τη μονοπώληση της τροφής στον πλανήτη.

Οι συνέπειες της πολιτικής και της πρακτικής της εταιρίας αυτής κάθε άλλο παρά για βραβείο Νόμπελ είναι:

* Οι καλλιέργειες των μεταλλαγμένων είναι πλέον ανεξέλεγκτες σε όλο τον κόσμο.

* Η φτωχοποίηση των αγροτικών πληθυσμών είναι εκρηκτική. Στην Ινδία 270.000 αγρότες, απόλυτα εξαρτημένοι από την «Μονσάντο» και καταχρεωμένοι στις τράπεζες, έχουν αυτοκτονήσει από το 1995 ως το 2012.

* Οι κίνδυνοι για τη δημόσια υγεία είναι πολύ σοβαροί.

* Η απώλεια της βιοποικιλότητας και η χειραγώγηση της φύσης με τη χρήση χημικών λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων είναι εγκληματική (βλέπε τις φυσικές καταστροφές που γίνονται στον υπερθερμασμένο πλανήτη μας με πρόσφατη την τρομακτική καταστροφή στις Φιλιππίνες).

Πώς και τι το ήθελε η «Μονσάντο» το Νόμπελ αυτή την εποχή που κλονίζεται παγκόσμια το επιχείρημα ότι τα μεταλλαγμένα προιόντα θα λύσουν το πρόβλημα του επισιτισμού στη γη.

Πώς και τι το ήθελε η «Μονσάντο» το βραβείο αυτή την εποχή, που επιδιώκει με τρόπο ποινικά κολάσιμο να κάμψει την αντίσταση των αντιφρονούντων και να εξαπλωθεί ταχύτατα στη διεθνή αγορά.

Το ήθελε και το πέτυχε δωρίζοντας σ΄αυτούς που της έδωσαν το Νόμπελ πέντε εκατομμύρια δολλάρια!

Η Ιρένα Σέντλερ δεν είχε λεφτά για να λαδώσει τους κριτές της. Μεγάλη καρδιά είχε και «τσαγανό» τότε που μεροκαματιάρισσα στο γκέτο της Βαρσοβίας φυγάδευε τα Εβραιόπουλα κρύβοντάς τα μέσα στην εργαλειοθήκη της (τα μωρά) ή σε ένα μεγάλο λινατσένιο σάκο, που κουβαλούσε στην καρότσα του φορτηγού της.

Είχε και τον σκύλο της πάνω στην καρότσα και τον είχε εκπαιδεύσει να γαυγίζει την ώρα που το αυτοκίνητο περνούσε από την πύλη του γκέτο, για να μην ακούγονται τα κλάμματα των κρυμμένων παιδιών.

Μια μέρα, περνώντας το φορτηγό από την πύλη, ο σκύλος παραδόξως δεν γαύγισε. Οι Γερμανοί φρουροί άκουσαν τα κλάμματα των παιδιών, τα έβγαλαν από τις κρυψώνες τους, συνέλαβαν την Ιρένα, τη βασάνισαν, τής έσπασαν τα χέρια και τα πόδια και την έκλεισαν στη φυλακή.

Μετά την απελευθέρωση η Ιρένα τα κατάφερε και βρήκε τους εν ζωή γονείς των παιδιών που είχε φυγαδεύσει από το γκέτο και τους παρέδωσε τα παιδιά τους. Τα παιδιά των γονιών που είχαν πεθάνει στα στρατόπεδα των ναζί τα τακτοποίησε σε ανάδοχες οικογένειες ή σε θετούς γονείς.

www.dinaexarhou.com

Πηγή: Aixmi.gr

Επιμύθιον: Nobel Prize? Who the f... cares?!!

Πέμπτη 5 Δεκεμβρίου 2013

Οι «Άριοι» και οι καταραμένοι…

Το να κατηγορούμε την Ιστορία για έλλειψη δικαιοσύνης, είναι σαν να κατηγορούμε το λιοντάρι για έλλειψη τακτ τη στιγμή που ετοιμάζεται να κατασπαράξει το θήραμά του! 
Με αφορμή ένα συγκλονιστικό ρεπορτάζ της τηλεόρασης, κι ένα άρθρο ενός φωτισμένου Δασκάλου...

Ένα πρόσφατο ρεπορτάζ της Βίκυς Κατεχάκη στο MEGA με έκανε, για μια ακόμα φορά, να συνειδητοποιήσω την αξία κάποιων αγαθών που (ντρέπομαι που το ομολογώ) θεωρώ ως δεδομένα. Όπως, για παράδειγμα, την στοιχειωδώς «αυτονόητη» δυνατότητά μου να φωτίζω τον χώρο του σπιτιού μου, να ζεσταίνω το φαγητό ή να ανάβω το θερμοσίφωνο, με το απλό πάτημα ενός κουμπιού. Προνόμια που η φοβερή κρίση που κατατρώει τη χώρα, έχει αφαιρέσει από δεκάδες χιλιάδων συνανθρώπων μου. Εκείνων που ζουν «Με το ρεύμα κομμένο», όπως είναι ο τίτλος του ρεπορτάζ της καλής δημοσιογράφου…

Το δικό μας μερίδιο ευθύνης γι’ αυτή την εθνική συμφορά, είμαι ο τελευταίος που θα το αρνηθεί. Ναι, τα ανακλαστικά αυτοσυντήρησης του – κατώτερου των περιστάσεων – πολιτικού συστήματος οδήγησαν στη δημιουργία ενός κράτους-τέρατος. Ναι, αφεθήκαμε να μας παρασύρει η απατηλή γοητεία του νεοπλουτίστικου υπερκαταναλωτισμού. Και, ναι, καλομάθαμε στην υπέρμετρη – συχνά, σκανδαλωδώς καταχρηστική – καλοζωία με δανεικά που (γνωρίζαμε πως) δεν θα μπορούσαν ποτέ να ξεπληρωθούν…

Στο βάθος ακόμα και της πλέον ακραιφνούς αντιμνημονιακής σκέψης είναι, φαντάζομαι, αποδεκτό ότι άλλη διέξοδος για τη συνέχιση της ύπαρξης της χώρας δεν υπήρχε από τη στροφή προς τους Ευρωπαίους «φίλους» μας για βοήθεια. Όμως, όπως επισημαίνει ο Θανάσης Γκότοβος σε πρόσφατο άρθρο του:

«… η Ευρώπη της μεταδιπολικής εποχής, της εποχής της Ενωμένης Γερμανίας, είναι πολύ διαφορετική από εκείνη που ξέραμε και στην οποία πιστέψαμε. Τι άλλο βιώνουμε σήμερα παρά μια Ευρώπη ανίκανη απέναντι στο παγκόσμιο χρηματιστικό κεφάλαιο (…); Μια Ευρώπη που μιλά – χωρίς να μπορεί να πείθει – για την αξιοπρέπεια του ανθρώπου, αλλά που την ίδια στιγμή αφήνει ανυπεράσπιστο τον άνθρωπο απέναντι στις ορέξεις των οργανωμένων κανιβάλων των αγορών. Ζούμε, εν ολίγοις, μια Ευρώπη αξιοθρήνητη και αναξιόπιστη που πολύ δύσκολα μπορείς να συμπαθήσεις.»

Ηγεμονικό ρόλο στον καθορισμό της μοίρας της χώρας – μα, σε μεγάλο βαθμό, και της ίδιας της Ευρώπης, γενικότερα – έχει αναλάβει η πανίσχυρη «νέα» Γερμανία. Για τον βαθμό οικονομικής ιδιοτέλειας των προθέσεών της δεν μπορώ να έχω άποψη (εξάλλου, δεν είμαι ειδικός). Θα σταθώ, όμως, στον ηθικιστικό συμβολισμό που παρεμφαίνει η στάση της χώρας αυτής απέναντι στην Ελλάδα. Συγκεκριμένα, στην κοινή αντίληψη μιας ξεκάθαρα «τιμωρητικής» πολιτικής που στοχεύει να κάνει τη χώρα μας παράδειγμα προς αποφυγή για τις υπόλοιπες της Ευρώπης. Σαν τον μαθητή που υποχρεώνει ο δάσκαλος να παρακολουθήσει το μάθημα όρθιος και με την πλάτη γυρισμένη στον τοίχο!

Κάτι παραπάνω γνωρίζει, ασφαλώς, η Γερμανία από «τιμωρητικές» πολιτικές. Ή, για να είμαι ακριβής, μη-τιμωρητικές! Στο σημείο αυτό – και με την ελπίδα ότι εξακολουθεί να με αντέχει ο αναγνώστης – θα ήθελα να παραθέσω απόσπασμα από παλιότερο άρθρο μου στο «Βήμα»:

«Βερολίνο, 1945. Οι εξαθλιωμένοι κάτοικοι κάνουν ουρές για λίγο ψωμί, λίγο γάλα, ένα σαπούνι… Η μαύρη αγορά ακμάζει. Οι Αμερικανοί θριαμβευτές εισέρχονται στην αρχή σαν δίκαιοι τιμωροί ενός λαού που ανέδειξε στην εξουσία έναν σφαγέα εκατομμυρίων ανθρώπων. Αφήνουν τους Γερμανούς να λιμοκτονούν (όπως κι εκείνοι είχαν κάνει στις χώρες που κατέκτησαν) και ξεκινούν την υλοποίηση του σχεδίου Morgenthau(*) για εξάλειψη της Γερμανικής βιομηχανίας και μετατροπή της Γερμανίας σε γεωργική χώρα. Ο Αμερικανικός πολιτικός ρεαλισμός, όμως, σύντομα θα αντιληφθεί πως μια κατεστραμμένη και πεινασμένη Γερμανία θα ήταν εύκολη λεία στις εξ ανατολών κομμουνιστικές επιρροές. Από την άλλη, μια ισχυρή, ευημερούσα Γερμανία θα μπορούσε να γίνει ιδανικό παρατηρητήριο των Αμερικανών στην Ευρώπη, στο πλαίσιο της ‘προστασίας’ που της προσέφεραν έναντι της Σοβιετικής απειλής. (Το κατά πόσον η απειλή αυτή λειτούργησε ως πρόσχημα υπερατλαντικής παρουσίας – και, εν τέλει, επικυριαρχίας – στην Ευρώπη, με τη Δυτική Γερμανία στο ρόλο πειθήνιου φερέφωνου, είναι πάντα θέμα προς συζήτηση…)

Κι έτσι συντελέστηκε το μεταπολεμικό ‘Γερμανικό θαύμα’, με σημαντική Αμερικανική οικονομική βοήθεια αλλά και πολιτική υποστήριξη. Όσο για τα εγκλήματα ενός λαού εναντίον πολλών άλλων, τα συμψήφισαν και τα απόσβεσαν οι δίκες λίγων επιφανών Ναζί στη Νυρεμβέργη…»

Πόσο δίκαιη, τελικά, είναι η Ιστορία; Η ερώτηση είναι σαφώς αφελής, σε έναν κόσμο που κυβερνάται από τους νόμους του Δαρβίνου σε εκδοχή Herbert Spencer! Στη λογική του επικυρίαρχου σκληρού πραγματισμού της εποχής, γιατί θα έπρεπε, άραγε, να κρίνουμε ακόμα και τον ίδιο τον ναζισμό στη βάση του ηθικού διπόλου «δίκαιο-άδικο», αντί του ρεαλιστικότερου «ισχύς-αδυναμία»;

Τραβώντας αυτή τη λογική στα άκρα, μπαίνει κανείς στον πειρασμό να αναρωτηθεί: Σε τι διαφέρει, κατ’ ουσία, αυτός ο κόσμος από εκείνον που αιματοκυλίστηκε δύο φορές κατά τον εικοστό αιώνα; Και, πιο συγκεκριμένα, πόσο έχει αλλάξει στ’ αλήθεια (πέρα από τις όποιες φαινομενολογικές αντιρατσιστικές ψευτο-ρητορείες της) η χώρα που, κατά τεκμήριο, ευθύνεται γι’ αυτό το αιματοκύλισμα;

Δεν είμαι σε θέση να το εξηγήσω απόλυτα, μα τούτο το ερώτημα ηχεί στ’ αυτιά μου – που λατρεύουν τον Beethoven, τον Brahms και τον Wagner – σχεδόν ρητορικό…

(*) Henry Morgenthau (1891-1967): Υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ επί προεδρίας F.D.Roosevelt. Εισηγήθηκε σκληρά οικονομικά μέτρα για τη μεταπολεμική Γερμανία, έτσι ώστε αυτή να μην απειλήσει ξανά την παγκόσμια ειρήνη.

Aixmi.gr

Τετάρτη 27 Νοεμβρίου 2013

Ρατσισμός: Καλώς τον τιμωρούμε. Μήπως πρέπει και να τον ορίσουμε;

Μεγάλη συζήτηση γίνεται τις μέρες αυτές και πάλι για τον αντιρατσιστικό νόμο. Δηλώνω ευθύς εξαρχής (προς αποφυγή παρερμηνείας των προθέσεών μου) ότι η ύπαρξη ενός τέτοιου νόμου είναι αναγκαία, τόσο για λόγους αμιγώς ηθικούς, όσο και για λόγους συμβατότητας με την ευρωπαϊκή νομοθεσία. Αν όμως κάποιος θέλει να εξετάσει το θέμα του ρατσισμού δίχως το φίλτρο μιας (απόλυτα κατανοητής) ηθικολογίας, θα πρέπει να αναρωτηθεί αν αυτή τούτη η έννοια βάσει της οποίας στοιχειοθετείται μια αξιόποινη πράξη, είναι καλώς και πλήρως καθορισμένη. Με άλλα λόγια, ίσως ο ρατσισμός θα πρέπει να εξεταστεί προσεκτικότερα από καθαρά εννοιολογική άποψη, προτού η Δικαιοσύνη εκδώσει αδιάτρητες και μη αμφισβητήσιμες ετυμηγορίες για πράξεις, υποτίθεται, ρατσιστικές.

Το κείμενο που ακολουθεί είναι απλά και μόνο μια απόπειρα εννοιολογικής προσέγγισης στον ρατσισμό. Μια προσπάθεια εύρεσης, δηλαδή, ενός κοινά αποδεκτού εννοιολογικού πλαισίου – πέραν αυτού που μας υποδεικνύουν τα λεξικά – βάσει του οποίου θα μπορούσε κάποιος να κρίνει, κατά το δυνατόν αντικειμενικά, αν μια δοσμένη συμπεριφορά είναι ή όχι ρατσιστική.

Συμπαγής και οικουμενικά αποδεκτός ορισμός της έννοιας του ρατσισμού δεν υφίσταται. Η έννοια ορίζεται συνήθως με τρόπο που να καλύπτει συγκεκριμένες συμπεριφορές διαχωρισμού με βάση, π.χ., φυλετικά, εθνικά, θρησκευτικά, πολιτιστικά, κλπ., χαρακτηριστικά. Αυτός ο εννοιολογικός κατακερματισμός είναι μεν χρήσιμος για τις ανάγκες κατηγοριοποίησης του προβλήματος, αφήνει όμως μια αίσθηση ανολοκλήρωτου σε όσους επιζητούν την ένταξη ενός συνόλου συμπεριφορών σε ένα ενιαίο πλαίσιο. Σε παλιότερο άρθρο μας, με την απόλυτη επίγνωση ότι εκφράζουμε προσωπικές και όχι κατ’ ανάγκη επαρκώς γενικές ή οικουμενικά αποδεκτές θέσεις, προτείναμε τον ακόλουθο ορισμό:

Ρατσισμός είναι κάθε ιδεολογία ή πρακτική που στοχεύει στον επιλεκτικό διαχωρισμό σε βάρος μιας ομάδας ανθρώπων, μελών μιας κοινωνίας, με βάση ένα σύνολο κοινών χαρακτηριστικών τα οποία τα μέλη της ομάδας φέρουν ακούσια και τα οποία, αντικειμενικά, δεν επηρεάζουν την δυνατότητα συμμετοχής των μελών της ομάδας στις θεμελιώδεις λειτουργίες της κοινωνίας. (Ως «θεμελιώδεις λειτουργίες» εννοούμε το σύνολο των δράσεων που απαιτούνται για την αυτοσυντήρηση της κοινωνίας και την πρόοδό της στην κατεύθυνση των κοινά αποδεκτών στόχων της.)

Επισημαίνουμε τρεις βασικές προϋποθέσεις που θέτει ο ορισμός:

1. Ο διαχωρισμός θέτει την ομάδα σε μειονεκτική θέση σε σχέση με την υπόλοιπη κοινωνία. Είναι, δηλαδή, αρνητικός.

2. Τα χαρακτηριστικά λόγω των οποίων η ομάδα υφίσταται διάκριση δεν είναι αποτέλεσμα εκούσιας επιλογής των μελών της (είναι μη-επιλεγμένα).

3. Τα εν λόγω χαρακτηριστικά δεν αποτελούν ανασταλτικούς παράγοντες για την ύπαρξη και την εν γένει λειτουργία της κοινωνίας.

Ας δούμε μερικά παραδείγματα εφαρμογής του ορισμού:

1. Οι διώξεις των Ναζί κατά των Εβραίων ήταν ρατσιστικές, αφού βασίζονταν σε ένα μη-επιλεγμένο φυλετικό χαρακτηριστικό το οποίο με κανέναν αντικειμενικό τρόπο δεν θα μπορούσε να εμποδίσει την ομαλή συμμετοχή των διωκόμενων στην οικονομική, πνευματική, πολιτική, κλπ., ζωή της Γερμανίας.

2. Ο αποκλεισμός ενός παίκτη με ύψος 1.60 μ. από μια ομάδα μπάσκετ δεν είναι ρατσιστικός. Μπορεί μεν το ύψος να είναι μια μη-επιλεγμένη ιδιότητα, επηρεάζει, εν τούτοις, τη δυνατότητα του παίκτη να συμβάλει θετικά στη λειτουργία της ομάδας.

3. Ο αποκλεισμός ατόμων από εργασιακές θέσεις ή δημόσια αξιώματα λόγω του φύλου τους ή των γενετήσιων ιδιαιτεροτήτων τους – εφόσον, εννοείται, η άσκησή τους δεν παραβιάζει αυτονόητους νόμους κάθε πολιτισμένης κοινωνίας – είναι ρατσιστικός. Ειδικά, μια ρατσιστική διάκριση με βάση το φύλο περιγράφεται με τον όρο «σεξισμός».

4. Κάποιοι φανατικοί καπνιστές αρέσκονται να χαρακτηρίζουν τον αποκλεισμό της συνήθειάς τους από δημόσιους χώρους ως «ρατσιστικό». Με βάση τον ορισμό που δώσαμε, αυτό είναι ανακριβές, για δύο λόγους: Πρώτον, το κάπνισμα αποτελεί μια επιλεγμένη συμπεριφορά. Δεύτερον, η συμπεριφορά αυτή είναι εν δυνάμει επιβλαβής ακόμα και γι’ αυτούς που, χωρίς να την επιλέγουν, την υφίστανται από τον διπλανό τους. Έτσι, η άσκηση της συνήθειας του καπνίσματος σε δημόσιους χώρους καθιστά τον καπνιστή εξ ορισμού «αντικοινωνικό» στοιχείο και δικαιολογεί τον περιορισμό των ελευθεριών του.

Ένα πεδίο έντονης ιδεολογικής συζήτησης αφορά την σύγχρονη αντίληψη του ρατσισμού ως διάκριση στη βάση πολιτισμικών, μάλλον, παρά φυλετικών δεδομένων. Είναι ρατσιστική η απροθυμία μιας κοινωνίας να δεχθεί στους κόλπους της μετανάστες προερχόμενους από χώρες με διαφορετικά πολιτισμικά χαρακτηριστικά;

Καταρχήν, κάθε μετανάστης φέρει αναπόφευκτα τα ιδιαίτερα στοιχεία του πολιτισμού μέσα στον οποίο «ζυμώθηκε» η προσωπικότητά του από την αρχή της ζωής του. Ως εκ τούτου, τέτοιες ιδιότητες δεν μπορούν να θεωρούνται εκούσια επιλεγμένες. Από την άλλη, η ένταξή του σε μια νέα κοινωνία προϋποθέτει έναν βαθμό προσαρμογής σε ένα σύνολο θεσμών, μερικοί εκ των οποίων ενδέχεται να μην είναι συμβατοί με τις πολιτισμικές του καταβολές. Για παράδειγμα, σε κάποιες κοινωνίες μπορεί να είναι ανεκτή έως και θεμιτή η αυτοδικία για λόγους τιμής, κάτι που σε άλλες κοινωνίες είναι ανεπίτρεπτο. Το ζήτημα, λοιπόν, είναι κατά πόσον ο μετανάστης είναι πρόθυμος να αναθεωρήσει μέρος των αυτονόητων, γι’ αυτόν, πολιτισμικών δεδομένων, προσαρμόζοντάς τα στο θεσμικό πλαίσιο της νέας του πατρίδας. Και η προσαρμογή αυτή είναι θέμα επιλογής!

Συμπερασματικά, το αν η αρνητική στάση μιας κοινωνίας απέναντι στη μετανάστευση αποτελεί ή όχι ρατσιστική συμπεριφορά, εξαρτάται τόσο από την προσαρμοστικότητα των ίδιων των μεταναστών στο βαθμό που απαιτεί η συμβατότητα με τους θεσμούς της κοινωνίας, όσο και από το αίσθημα δικαιοσύνης της κοινωνίας στην αξιολόγηση αυτής της προσπάθειας. Η απουσία ενός τέτοιου αισθήματος, ως αποτέλεσμα βαθιά ριζωμένης προκατάληψης, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ρατσιστική.

Τα παραπάνω παραδείγματα αντιπροσωπεύουν βασικούς άξονες προβληματισμού σε κάθε αντιρατσιστικό νόμο. Αναρωτιέται, όμως, κανείς αν εξαντλούν ολόκληρο το φάσμα των συμπεριφορών που επιδέχονται τον χαρακτηρισμό του ρατσιστικού – με βάση, τουλάχιστον, τον γενικό ορισμό που προτείναμε. Αφήνω στην κρίση του αναγνώστη το κατά πόσον οι ακόλουθες περιπτώσεις αποτελούν de facto εκδηλώσεις ρατσισμού και, άρα, θα πρέπει να προβλέπονται από τον συντάκτη ενός αντιρατσιστικού νόμου:

1. Η απαξιωτική (συχνά χλευαστική) στάση απέναντι σε αυτούς που η Φύση δεν όριζε να περιλαμβάνονται στους «ευειδείς», σύμφωνα με τα αισθητικά κριτήρια μιας κοινωνίας…

2. Η – ακόμα χυδαιότερη – όμοια συμπεριφορά απέναντι στα άτομα με «ειδικές ανάγκες»…

3. Η σχεδόν γελοιογραφική απεικόνιση της γυναίκας που τολμά να διεκδικήσει μια θέση σε παραδοσιακά ανδροκρατούμενα στεγανά…

4. Ο σνομπισμός των «διανοούμενων» προς εκείνους που η ζωή τούς ανάγκασε να σκέφτονται απλά…

5. Η «καταδίκη» σε θάνατο του αδύναμου, μοναχικού ηλικιωμένου από τον ρωμαλέο ληστή που θεωρεί ότι η σωματική διάπλαση και το νεανικό σφρίγος τού παρέχουν δικαίωμα ζωής ή θανάτου πάνω στους συνανθρώπους του…

6. Ο σεξουαλικός βιασμός, μια από τις απεχθέστερες εκφάνσεις «ανθρώπινης» διαστροφής και αποκτήνωσης…

Κλείνω με μία παρατήρηση πάνω στην ποινικοποίηση της άρνησης (δεν αναφέρομαι στον εγκωμιασμό) εγκλημάτων γενοκτονίας. Η σχεδόν υποχόνδρια αυτή ιδέα αντιπροσωπεύει γερμανική, κυρίως, πατέντα εξιλέωσης και απόσβεσης ενοχών για το φρικτό Ολοκαύτωμα των έξι και πλέον εκατομμυρίων. Δεν κατανοώ, όμως, τι σκοπιμότητες εξυπηρετεί όσον αφορά την ελληνική κοινωνία. Μια κοινωνία που βίωσε ως το μεδούλι της τη ναζιστική θηριωδία και έφτασε να ζήσει ακόμα και τη φρίκη των ναζιστικών στρατοπέδων συγκέντρωσης! (Το αν ανέπτυξε τα τελευταία χρόνια κάποια ξενοφοβικά αισθήματα – και, ας μη συγχέουμε εδώ την ξενοφοβία με τον ρατσισμό – οφείλεται κυρίως στη συμπεριφορά εκείνων που δεν σεβάστηκαν τη φιλοξενία που ο τόπος αυτός τους πρόσφερε…)

Το να εγκωμιάζει, λοιπόν, κάποιος μαζικά εγκλήματα, ασφαλώς και συνιστά αξιόποινη πράξη, αφού προτρέπει (έμμεσα, έστω) στην επανάληψή τους. Το να αρνείται, όμως, απλά και μόνο την ιστορικά αυταπόδεικτη αλήθεια της τέλεσής τους, δεν θα πρέπει να τον καθιστά αντικείμενο ευθύνης της Δικαιοσύνης σε μια δημοκρατική κοινωνία με κατοχυρωμένη την ελευθερία του λόγου. Μάλλον ως ιδιάζουσα κλινική περίπτωση ψυχιάτρου θα ήταν σωστότερο να αντιμετωπίζεται!

Aixmi.gr

Παρασκευή 22 Νοεμβρίου 2013

Η πεταλούδα και το κουλούρι (μια απλή ιστορία)

* Το μικρό αυτό αλληγορικό διήγημα που παρουσιάζεται, σε αναθεωρημένη έκδοση, στο αναγνωστικό κοινό του Aixmi.gr, πρωτοδημοσιεύθηκε σε ηλεκτρονική μορφή στην (παλιά) «Ελευθεροτυπία» και στο «Βήμα». Γράφτηκε σε μια εποχή που ο τόπος αυτός είχε μόλις αρχίσει να αποτελεί αποδιοπομπαίο τράγο της Ευρώπης και αγαπημένο θέμα αισχρής σάτιρας ποικίλων γερμανικών εντύπων και τηλεοπτικών διαύλων. Το ερώτημα πίσω από την αλληγορία ήταν απλό και εφιαλτικό: Πόσο θα άντεχε το μπαλόνι της κοινωνικής αγανάκτησης πριν εκραγεί από κάποιο «τυχαίο» γεγονός; Με την εκ των υστέρων σοφία, γνωρίζουμε τώρα πως το μπαλόνι, νικημένο από την εξάντληση και τον συμβιβασμό, ξεφούσκωσε χωρίς ποτέ να σπάσει…

Η τηλεόραση κατέβαλλε κάθε προσπάθεια να τραβήξει την κουρασμένη προσοχή μου με ανακοινώσεις νέων επώδυνων οικονομικών μέτρων, με σενάρια εθνικών καταστροφών και με αναπαραγωγή δηλώσεων διεθνών πολιτικών παραγόντων που δοκίμαζαν τα όρια της αντοχής του ελληνικού μου φιλότιμου και του αισθήματος της εθνικής μου αξιοπρέπειας. Έξω στο δρόμο, άνθρωποι σκυφτοί… Θαρρείς απόλυτα υποταγμένοι πια στη μοίρα τους, συμβιβασμένοι ακόμα και με την ιδέα του επικείμενου αφανισμού τους, για τον οποίο τους είχαν πείσει πως αυτοί και μόνο ήταν υπεύθυνοι…

Σκέφτηκα, πόσο ακόμα θ’ αντέξει το μπαλόνι την πίεση της καρφίτσας που επίμονα το πολιορκεί; Πότε άραγε θα τινάξει τα φτερά της η πεταλούδα της «θεωρίας του χάους», να προκαλέσει καταιγίδα κι ανεμοστρόβιλο που θα ισοπεδώσουν τον βολικό μας μικρόκοσμο που τόσο είχαμε νομίσει ακλόνητο; Πότε θα γίνει το κακό, το φονικό «δι’ ασήμαντον αφορμήν», όπως έλεγαν παλιά στα δικαστήρια και στις εφημερίδες, και ποια θα είναι η σταγόνα που θα ξεχειλίσει το ποτήρι; Θυμήθηκα τότε μια ιστορία που είχα ακούσει χρόνια πριν, για ένα κουλούρι που είχε παίξει τον ρόλο της «πεταλούδας» σε μια οικογενειακή τραγωδία…

Η οικογένεια φτωχή, τέσσερις άνθρωποι στοιβαγμένοι στα λίγα τετραγωνικά ενός υπόγειου μιας πολυκατοικίας στην οποία ο πατέρας δούλευε σαν θυρωρός και η μητέρα σαν καθαρίστρια. Ο Νίκος (ας τον ονομάσουμε έτσι) έκανε όνειρα για σπουδές, για μια καλή θέση στην κοινωνία μακριά απ’ τη μιζέρια που ήξερε, για μια ευτυχισμένη ζωή πλάι στην κοπέλα που τον λάτρευε…

Τα χρόνια εκείνα, όμως, δεν ήταν επιτρεπτό να φτιάξει τη ζωή του ο αδελφός προτού «αποκαταστήσει» την αδελφή του. Την αδελφή του Νίκου την ζήτησε ένας υδραυλικός. Καλό παιδί, μα ήθελε κι αυτός το κάτι τι του για να ξεκινήσει μια δική του δουλειά, χωρίς αφεντικό να του φωνάζει συνέχεια πάνω απ’ το κεφάλι. Ο πατέρας και η μάνα έπεσαν στα πόδια του: «Νίκο μου, μόνο εσύ μπορείς να βοηθήσεις τώρα. Να φτιάξουμε την προίκα της, και μετά έχεις όλη τη ζωή μπροστά σου!»

Με καρδιά βαριά από το αίσθημα του χρέους και τη θλίψη για όσα θα έπρεπε ν’ αφήσει πίσω, αποχαιρέτησε την αγαπημένη του που του ορκίστηκε πως θα τον περιμένει όσο χρειαστεί, και κίνησε για μια ξένη χώρα, εργάτης στα ορυχεία. Δούλεψε για χρόνια σκληρά, και τον μισθό – που ήταν καλός – τον έστελνε πάντα σπίτι. Μέχρι που κάποια στιγμή αρρώστησε σοβαρά από τη σκόνη και την υγρασία, και οι γιατροί τού είπαν πως θα ‘πρεπε να σταματήσει…

Αναγκάστηκε να γυρίσει πίσω. Άλλωστε, είχε ήδη στείλει αρκετά χρήματα για να κάνει την προίκα η αδελφή του, που ζούσε τώρα με τον άντρα και τα παιδιά της σε ένα ευρύχωρο διαμέρισμα πάνω ακριβώς από το μοντέρνο κατάστημα ειδών υγιεινής που είχαν ανοίξει. Αυτός όμως είχε καταφέρει μέσα σ’ αυτά τα χρόνια να βάλει λίγα λεφτά στην άκρη, για να ξεκινήσει και τη δική του ζωή με τη γυναίκα που τον περίμενε καρτερικά, στα μαλλιά της οποίας – όπως και στα δικά του – είχαν κάνει την εμφάνισή τους οι πρώτες άσπρες τρίχες…

Μα η άτιμη η ζωή αλλιώς τα λογαριάζει! Ο γαμπρός είχε ξανοιχτεί πολύ στην αγορά, παίρνοντας δάνεια που δεν μπορούσε να ξεπληρώσει. Είχε ακούσει και κάτι φίλους που τον «έψηναν» καιρό για το Χρηματιστήριο… Τώρα η τράπεζα απειλούσε να τους πάρει το σπίτι. Και μέσα σ’ όλα αυτά, οι σχέσεις του ζευγαριού δεν πήγαιναν καλά (λέγαν πως εκείνος κάποιαν έβλεπε τα Σαββατοκύριακα που πήγαινε μόνος εκδρομές…). Οι γονείς, γέροι και μικροσυνταξιούχοι πια, έπεσαν πάλι στα πόδια του: «Νίκο μου, μόνο εσύ μπορείς να βοηθήσεις. Κι αν όχι για την αδελφή σου, κάντο για τ’ ανίψια σου, που θα μείνουν στο δρόμο και δίχως πατέρα!»

Κι εκείνος, πειθήνιο πάντα όργανο της οικογενειακής ηθικής, άνοιξε αδιαμαρτύρητα το σεντούκι κι έβγαλε από μέσα τις τελευταίες, πολύτιμες οικονομίες του. Πράγμα που σήμανε και το οριστικό τέλος των δικών του ονείρων, αφού η γλυκιά και καρτερική αιώνια μνηστή του δεν άντεξε άλλο στην πίεση της οικογένειάς της και είπε απρόθυμα το «ναι» σε μια καλή πρόταση…

Τώρα πια συντηρούσε τον εαυτό του κάνοντας τον θυρωρό στην ίδια πολυκατοικία που μεγάλωσε, ζώντας μαζί με τους γέρους στο ίδιο πάντα υπόγειο. Η μεγαλύτερη – ίσως κι η μοναδική – χαρά της μέρας του ήταν όταν ξεπρόβαλλε το πρωί στην είσοδο ο κουλουράς, να του αφήσει για δυο δραχμές το καθημερινό του κουλούρι που θα το απολάμβανε λίγο-λίγο στη βάρδια. Εκείνη τη μέρα, όμως, είπε να το φυλάξει για το απόγευμα, με τον καφέ. Το τύλιξε προσεχτικά σε μια πετσέτα, και το ακούμπησε τελετουργικά στο τραπέζι της κουζίνας…

Γυρνώντας στο σπίτι το απόγευμα, είδε πως έλειπε απ’ το τραπέζι το πολύτιμο κουλούρι. Στις φωνές του απάντησε η μάνα του: «Τι κάνεις έτσι; Πέρασε η μικρή, το είδε και το ήθελε. Τι να ‘λεγα, μαλώνει ο θείος; Άντε, τράβα στο φούρνο να πάρεις άλλο. Πω-πω, ούτε του αγγέλου σου νερό δεν δίνεις!»

Θόλωσε το μυαλό του! Άνοιξε το συρτάρι της κουζίνας και πήρε το μεγάλο, το κοφτερό μαχαίρι. Πρώτη έπεσε η μάνα. Μετά ο πατέρας που μόλις γύριζε απ’ το καφενείο. Λίγο αργότερα χτύπησε το κουδούνι στο διαμέρισμα της αδελφής του. Εκείνη την ώρα ήταν όλοι μέσα…

Στο δικαστήριο, ο εισαγγελέας ήταν καταπέλτης καθώς μιλούσε για ένα αποτρόπαιο μαζικό έγκλημα «δι’ ασήμαντον αφορμήν». Στο τέλος, ο κατηγορούμενος κλήθηκε να υπερασπιστεί τον εαυτό του, εξηγώντας την πράξη του. Τότε εκείνος, με ένα παιδικό παράπονο στη φωνή και λίγο πριν ξεσπάσει σε υστερικό κλάμα, πρόλαβε να αρθρώσει μόνο μια φράση: «Μου πήραν το κουλούρι!»

Η ιστορία αυτή, ίσως, και να ‘ναι αληθινή. Λίγο-πολύ, εξάλλου, την έχουμε ζήσει όλοι, από τη μία πλευρά ή την άλλη, ως «θύματα» ή ως «θύτες». Σήμερα, ο «Νίκος» θα μπορούσε να συμβολίζει έναν ολόκληρο λαό που ακόμα υπομένει καρτερικά… Υπομένει τη φτώχια και την αβεβαιότητα για το αύριο, τις χυδαίες εθνικές προσβολές από αλαζόνες ξένους πολιτικούς και φτηνές αλλοδαπές φυλλάδες, την προκλητικότητα ντόπιων «κορακιών» που θησαύρισαν στραγγίζοντας τα τελευταία αποθέματα του εθνικού πλούτου, τους γελοίους αλληλοσπαραγμούς πολιτικών σχηματισμών που τους αρκεί να κατέχουν την εξουσία έστω και πάνω σε ερείπια… Αντιμέτωπος ακόμα και με τις ίδιες του τις ενοχές για τη δική του την κατάντια μέσω απερίσκεπτης διολίσθησης στην τεχνητή ευμάρεια και τον ακόρεστο υπερκαταναλωτισμό…

Το βασανιστικό ερώτημα που αρχίζει να στοιχειώνει στο μυαλό μας είναι αν το μπαλόνι της ανοχής αντέξει την πίεση της κοινωνικής αγανάκτησης, ή μήπως κάποια μέρα εμφανιστεί στο τραπέζι ένα «κουλούρι» για να παίξει τον σατανικό ρόλο της πεταλούδας του χάους. Κι αυτό το επεισόδιο δεν θα ‘ναι πια θέμα για ατάλαντους διηγηματογράφους, μα αντικείμενο μελέτης για τους ιστορικούς του μέλλοντος!

* Ευχαριστώ το Aixmi.gr για την φιλοξενία της αναθεωρημένης έκδοσης του διηγήματος.

Aixmi.gr

Πέμπτη 7 Νοεμβρίου 2013

Από το… σταφιδόψωμο στα κουάρκ!


Του Λευτέρη Κουσούλη

Έπεσε χθες στα χέρια μου μια πρόσκληση που ομολογώ με παραξένεψε. «Από το… σταφιδόψωμο στα κουάρκ». Να καμιά φορά που οι λέξεις συνδέουν αλλόκοτους κόσμους!

Πρόκειται για θεατρική παράσταση που μας προσκαλεί να δούμε την Eπιστήμη διαφορετικά και να ταξιδέψουμε μαζί της στο βάθος του χρόνου και στον πυρήνα του ατόμου. Η παράσταση μας καλεί να μάθουμε τις απαντήσεις σε ασυνήθιστες ερωτήσεις. Η ομάδα του Famelab δεν μας ταξιδεύει απλώς μέσα από την σκηνοθεσία και την πρωτότυπη θεατρική παράσταση, αλλά μας πάει και πιο κοντά στη γνώση, μέσα από παράδοξους και πρωτόγνωρους δρόμους.

Η ατμόσφαιρα της θεατρικής παράστασης μας μεταφέρει στο μακρινό σύμπαν, εκεί που η οντότητα των πραγμάτων δεν είναι πάντα ανιχνεύσιμη και εκεί που η αυθόρμητη γνώση της απλής παρατήρησης διαψεύδεται από την πραγματική υπόσταση του κόσμου.

Τα φαινόμενα της κρίσης αιχμαλωτίζουν τον χρόνο της επικαιρότητας και δεν μένει ούτε μια σταγόνα του ρολογιού για να ακουστούν τα πολλά ενδιαφέροντα που γίνονται γύρω μας.

Πάντα πίστευα ότι σε όλες τις εποχές υπάρχουν και εργάζονται, υπομονετικά και αθόρυβα, κοντά μας και δίπλα μας, οι απόστολοι της εμπνευσμένης ζωής. Αυτοί που με το «μικρό» και «ελάχιστο» δίνουν ζωή στο μέγιστο. Εκεί στο θεωρούμενο περιθώριο, γίνονται καμιά φορά, μέσα από το μικρό, πράγματα μεγαλειώδη.

Και πώς να μην πει κανείς ένα μπράβο στην Άννα Χριστοδούλου που έγραψε το σενάριο, αλλά και στον Αλέξανδρο Γκόμεζ, τον Σταύρο Δημητρακούδη, την Παντελία Εμμανουήλ, τον Θανάση Κουστένη, το Νίκο Μουστάκα και τη Χρυσάνθη Σαλιαγκοπούλου, που το ζωντανεύουν στη σκηνή! (THE HUB EVENTS: ΑΛΚΜΗΝΗΣ 5, Κ. ΠΕΤΡΑΛΩΝΑ, ΜΕΤΡΟ ΚΕΡΑΜΕΙΚΟΣ)

Καλή επιτυχία!

www.lefteriskousoulis.gr

Σχόλιο αναγνώστη (Κ.Π.):

Εξαιρετική ιδέα και δελεαστική πρόταση! Να προσθέσω λίγα λόγια για να γίνει περισσότερο κατανοητό το πνεύμα του τίτλου:

Στα τέλη του 1890, ο J. J. Thomson ανακαλύπτει το ηλεκτρόνιο και προτείνει το «μοντέλο του σταφιδόψωμου» για το άτομο. Σύμφωνα με αυτό, τα (αρνητικά φορτισμένα) ηλεκτρόνια βρίσκονται διάσπαρτα μέσα σε μια συνεχή κατανομή θετικού φορτίου, σαν τις σταφίδες μες στο σταφιδόψωμο!

Το μοντέλο αυτό αποδείχθηκε ανακριβές όταν, στις αρχές του 20ού αιώνα, ο Rutherford ανακάλυψε τον ατομικό πυρήνα και πρότεινε το «πλανητικό μοντέλο» του ατόμου, όπου τα ηλεκτρόνια διαγράφουν τροχιές γύρω από έναν θετικά φορτισμένο πυρήνα, σαν τους πλανήτες γύρω απ’ τον Ήλιο. Το μοντέλο αυτό, εν τούτοις, εμφανίζει ηλεκτροδυναμική αστάθεια και, επί πλέον, δεν εξηγεί το «γραμμικό φάσμα» εκπομπής των ατόμων. Τούτο οδήγησε τον Bohr να προτείνει μια βελτιωμένη εκδοχή του μοντέλου, εισάγοντας την ιδέα του κβαντισμού για τις τροχιές και τις ενέργειες των ηλεκτρονίων.

Οι ιδέες του Bohr ήταν επιτυχείς για το άτομο του υδρογόνου, που έχει ένα μόνο ηλεκτρόνιο, όχι όμως και για άτομα με περισσότερα ηλεκτρόνια. Η μελέτη τέτοιων σύνθετων προβλημάτων απαίτησε την ανάπτυξη μιας ιδιαίτερα πολύπλοκης, από μαθηματική άποψη, θεωρίας, της Κβαντομηχανικής, με τη συμβολή σπουδαίων Φυσικών όπως οι Schrodinger, Heisenberg, Dirac, κ.ά.

Τώρα, ο πυρήνας του ατόμου αποτελείται από (θετικά φορτισμένα) πρωτόνια και (ηλεκτρικά ουδέτερα) νετρόνια. Όπως βρέθηκε, αυτά τα σωματίδια δεν είναι στοιχειώδη αλλά αποτελούνται από θεμελιωδέστερα σωμάτια, τα κουάρκς (quarks). Όμως, όσο κι αν ψάξετε, δεν θα βρείτε πουθενά ένα κουάρκ να ταξιδεύει αμέριμνο στο χώρο: Σαν τους καταδικασμένους σε ισόβια, τα κουάρκς είναι για πάντα «φυλακισμένα» στο εσωτερικό σύνθετων σωματίων (όπως τα πρωτόνια και τα νετρόνια). Ποτέ μόνα κι ελεύθερα!

Πηγή: Aixmi.gr

Κυριακή 20 Οκτωβρίου 2013

Τι (δεν) μας δίδαξε ο «Μεγάλος Πόλεμος»…


Σε πρωινή εκπομπή του στο ραδιόφωνο (πάνε πολλά χρόνια τώρα), ο αμίμητος Γιάννης Καλαμίτσης είχε θέσει στους ακροατές του ένα κουίζ Ιστορίας: «Σε ποια μεγάλη μάχη οι φαντάροι πήγαν στο μέτωπο με… ταξί;» Κάποιοι βρήκαν αμέσως την απάντηση, αναγνωρίζοντας τη Μάχη του Μάρνη (Σεπτέμβριος 1914) όπου τα Παρισινά ταξί επιστρατεύτηκαν για να μεταφέρουν ενισχύσεις στον Γαλλικό στρατό. Το Παρίσι έτσι σώθηκε, και η Γερμανία έχασε τη μοναδική ευκαιρία που είχε να κερδίσει τον πόλεμο, και μάλιστα στην πρώτη του σημαντική μάχη! Ύστερα ήρθαν τα φονικά χαρακώματα…

Ο «Μεγάλος Πόλεμος» (The Great War), όπως αποκλήθηκε ο Πρώτος Παγκόσμιος, υπήρξε ίσως ο πιο παράλογος πόλεμος της Ιστορίας. Αν στον Δεύτερο Παγκόσμιο θα μπορούσε κάποιος να αναγνωρίσει μια επίφαση, έστω, ευγενούς κινήτρου (την αποτροπή της κυριαρχίας του φασισμού/ναζισμού), κάτι τέτοιο δεν ισχύει καν για τον Πρώτο. Ο πόλεμος αυτός (κυρίως σε ό,τι αφορά το Δυτικό Μέτωπο) αντιπροσωπεύει την πλέον κυνική έκφανση «πολέμου φθοράς» (war of attrition), μιας στρατιωτικής τακτικής όπου οι εμπόλεμες δυνάμεις επιχειρούν να φτάσουν στη νίκη όχι με συμβατικές, «έντιμες» (κατά μία έννοια) στρατιωτικές μανούβρες, αλλά επιφέροντας όσο το δυνατόν περισσότερες απώλειες στον αντίπαλο, μέχρι την τελική του εξάντληση.

Οχυρωμένοι οι στρατιώτες σε άθλια – συχνά λασπωμένα – χαρακώματα, για μήνες σε στάση αναμονής που τσάκιζε νεύρα και ηθικό, δέχονταν από καιρού εις καιρόν εντολές από υπερφίαλους στρατηγούς να βγουν από τα «λαγούμια» τους και να επιτεθούν μαζικά στο αντίπαλο χαράκωμα, προσπαθώντας να σκοτώσουν όσο περισσότερους στρατιώτες του εχθρού μπορούσαν. Ενός εχθρού που περίμενε να τους θερίσει με τα πολυβόλα του, συχνά πριν καν προλάβουν να διασχίσουν την ουδέτερη ζώνη, τη «γη του κανενός» (no man’s land)…

Ο «πόλεμος των χαρακωμάτων» διεκδίκησε και πήρε περισσότερες από εννέα εκατομμύρια ψυχές (στην πλειοψηφία τους, νέων παιδιών) εξαφανίζοντας μια ολόκληρη γενιά στο διάβα του. Για να αντιληφθούμε τα μεγέθη των απωλειών, μόνο στη μάχη του Somme χάθηκαν ένα εκατομμύριο και πλέον στρατιώτες, ενώ στο Verdun κάπου εφτακόσιες χιλιάδες. Και όλα αυτά, συχνά για το αμφίβολο κέρδος λίγων εκατοντάδων μέτρων λασπωμένης γης, διάσπαρτης από πτώματα και διάτρητης απ’ τα σημάδια των πυρομαχικών…

Τα χαρακώματα έγιναν έτσι το σύμβολο της άσκοπης θυσίας. Στην προκειμένη περίπτωση, στο βωμό της αλαζονείας των επιτελείων και της παθητικότητας των διπλωματών μπρος στην εγωιστική, σχεδόν δικτατορική συμπεριφορά των στρατηγών που βίωναν τον πόλεμο από την ασφάλεια των γραφείων τους, αρκετά χιλιόμετρα μακριά από το μέτωπο. Αξίζει να σημειώσουμε ότι στη Δυτική Ευρώπη ο αριθμός των θυμάτων (νεκροί και τραυματίες) ξεπέρασε κατά πολύ τον αντίστοιχο αριθμό κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο!

Μετακινούμε τον χρονοδείκτη της Ιστορίας αρκετές δεκαετίες μπροστά… Συχνά αναρωτιέται κανείς αν εκείνοι που διαχειρίστηκαν τα διάφορα επίπεδα εξουσίας στην Ελλάδα από τη Μεταπολίτευση ως σήμερα (είτε ως τυπικά κυβερνώντες, είτε ως αντιπολιτευόμενοι) μπήκαν στον κόπο να μελετήσουν σε βάθος την ιστορία του Μεγάλου Πολέμου. Γιατί, αν το είχαν κάνει, θα γνώριζαν καλά το κόστος ενός πολέμου φθοράς, μιας τακτικής που αγαπήθηκε με πάθος από όλες, σχεδόν, τις πολιτικές δυνάμεις του τόπου!

Το ζητούμενο ήταν σταθερά ένα: η με κάθε μέσο φθορά του πολιτικού αντιπάλου, ιδιαίτερα αν αυτός βρισκόταν στην εξουσία. Με το πατριωτικό καθήκον απέναντι στη χώρα (αν υποτεθεί ότι αυτό ενυπήρχε καν ως κίνητρο πολιτικής δράσης) κρυμμένο κάπου στα βάθη του κομματικού ασυνείδητου… Πιστοί στην ιστορική μας κατάρα, συντηρήσαμε για χρόνια ένα μοντέλο πολιτικής βασισμένο στην (συχνά βίαιη) σύγκρουση ανάμεσα σε δύο αλληλομισούμενα άκρα ενός κομματικού διπόλου, που εναλλάσσονταν στους ρόλους κυβερνώντων-αντιπολιτευόμενων.

Κάθε φορά που ένας κομματικός πόλος έχανε την εξουσία, επιδιδόταν με ρεβανσιστική μανία σε πόλεμο φθοράς του αντιπάλου του και υπονόμευσης του κυβερνητικού έργου, ακόμα κι αν αυτό αποτελούσε μέρος μη-διαπραγματεύσιμων εθνικών προτεραιοτήτων. Αρωγοί σε αυτή την εθνικά αυτοκαταστροφική προσπάθεια ήταν συχνά οι στρατοί των οργανωμένων συμφερόντων, οι κομματικά ελεγχόμενες συντεχνίες του δημόσιου τομέα. (Δεν θα χρησιμοποιήσω τη λέξη «συνδικαλισμός», γιατί η έννοια αυτή προϋποθέτει δημοκρατικό ήθος, αρετή άγνωστη στις ιδιοτελείς ηγεσίες των συντεχνιών…)

Κοινοί εκβιαστές που ταλαιπωρούσαν τον πολίτη, κατεβάζοντας τους διακόπτες της πολύτιμης ηλεκτρικής ενέργειας, ή στερώντας του το (συχνά προπληρωμένο) δικαίωμα στις δημόσιες μεταφορές, βαφτίζονταν σε «λαϊκούς αγωνιστές» που μάχονταν για τα συμφέροντα «του λαού». Φυσικά, οι «αγωνιστές», πέραν του όποιου ευκαιριακού πλουτισμού τους, αμείβονταν συνήθως και με περίοπτες πολιτικές θέσεις, ακόμα και με υπουργικούς θώκους όταν το κόμμα που υπηρετούσαν ερχόταν στην εξουσία!

Και οι «λαϊκοί αγώνες» κατέληγαν σχεδόν πάντα σε θρίαμβο των βολεμένων ενάντια στο δημόσιο συμφέρον, με μόνιμα θύματα τους μη προνομιούχους, αυτούς δηλαδή που βίωναν εργασιακή επισφάλεια και δεν τύγχαναν συνδικαλιστικής προστασίας… Από τη μεριά τους, οι κατέχοντες την εξουσία έσκαβαν όλο και πιο βαθιά τα δικά τους χαρακώματα προσπαθώντας να κρατηθούν σ’ αυτήν. Κι επειδή το σκάψιμο απαιτεί χέρια, αποδύθηκαν στο χτίσιμο ενός στέρεου κομματικού κράτους που το υπερτροφικό του μέγεθος ξεπερνούσε κατά πολύ τις δυνατότητες της εθνικής οικονομίας.

Τις συνέπειες των συμπεριφορών αυτών τις βιώνουμε σήμερα με τον πλέον δραματικό τρόπο. Διδαχθήκαμε κάτι, όμως, έστω κι εκ των υστέρων, από τον Μεγάλο Πόλεμο; Το ερώτημα καταντά ρητορικό αν ρίξουμε μια ματιά στο τρέχον πολιτικό σκηνικό. Το μόνο που δείχνει να έχει αλλάξει είναι τα ονόματα των εμπόλεμων δυνάμεων που συνθέτουν το πολιτικό δίπολο, όπως επίσης και οι πολιτικοί συνθηματολογικοί κώδικες: Η «συντήρηση» και η «πρόοδος» αναβαπτίστηκαν δίνοντας τη θέση τους στο «μνημόνιο» και το «αντι-μνημόνιο»!

Υπάρχουν αθώοι σ’ αυτόν τον διαχρονικό πόλεμο φθοράς που συντελείται εδώ και δεκαετίες στη χώρα; Θα λέγαμε πως ναι. Είναι καταρχήν εκείνοι που επέλεξαν να βαδίσουν τον δικό τους, μοναχικό δρόμο, δίχως τους καιροσκοπισμούς και τους ηθικούς συμβιβασμούς που συνεπάγεται η ένταξη σε πόλους εξουσίας (ή εν δυνάμει εξουσίας). Με μοναδικά όπλα τις αρχές και την αξία τους… Είναι κι οι άλλοι (μπορεί να ‘ναι κι οι περισσότεροι) που το προσπάθησαν μα δεν κατάφεραν να γίνουν ευνοούμενοι του συστήματος…

Όλοι αυτοί αποτελούν τους μη-προνομιούχους, εκείνους που καταδικάστηκαν (ή ακόμα κι επέλεξαν!) να ζουν μόνιμα στην «no man’s land», ανάμεσα σε διασταυρούμενα πυρά. Κάποιοι αντέχουν ακόμα… Κάποιοι ήδη έγιναν ένα με τη λάσπη του άγριου, διάτρητου τερέν. Καθ’ οδόν – και διόλου ένδοξα – προς το κενοτάφιο της Ιστορίας…

Aixmi.gr

Τετάρτη 9 Οκτωβρίου 2013

Κριτική σκέψη στην εκπαίδευση: Σύντομο ανέκδοτο ή πρωταρχικός στόχος;

Θέλοντας να πειράξω τους μαθητές μου, τους λέω συχνά πως οι ερωτήσεις κρίσης ονομάστηκαν έτσι επειδή τους προκαλούν κρίση, κάθε φορά που τίθενται ως θέματα στις εξετάσεις! Το πείραγμα δεν είναι αβάσιμο, αφού αποτελεί προϊόν εμπειρικών δεδομένων που εκτείνονται σε βάθος χρόνου…

Η σκηνή στην αίθουσα διδασκαλίας, σε μέρα επίσημων εξετάσεων… Οι φοιτητές διαβάζουν τα θέματα που μόλις τους έχουν δοθεί, καλούμενοι να διατυπώσουν τυχόν απορίες. Με απόλυτα φυσικό τρόπο, ένας εξ αυτών (εκπροσωπώντας πιθανότατα και τους περισσότερους απ’ τους υπόλοιπους) σηκώνει το χέρι και κάνει την εξής ερώτηση: «Στο δεύτερο θέμα, θέλετε αυτά που γράφει το βιβλίο στη πρώτη παράγραφο πάνω δεξιά όπως το κοιτάζουμε, ή εκείνα που γράφει κάτω από το σχήμα στην απέναντι σελίδα;»

Η ερώτηση είναι αποκαλυπτική μιας πολύ ανησυχητικής νοοτροπίας που έχει πάρει τη μορφή επιδημίας στην Εκπαίδευση (και όχι μόνο στην Τριτοβάθμια όπου, λόγω προσωπικής εμπειρίας, αναφέρθηκα πριν): Σε μεγάλη μερίδα μαθητών/σπουδαστών, η «φωτογραφική» απομνημόνευση λειτουργεί ως βολικό υποκατάστατο της δημιουργικής, κριτικής σκέψης. Και η «παπαγαλία» εκλαμβάνεται ως εκ των ων ουκ άνευ προϋπόθεση για τη μάθηση, ενώ η κριτική σκέψη συχνά απαξιώνεται ως ελιτίστικη πνευματική πολυτέλεια που εκτιμάται ως αρετή μόνο απ’ τους «σπασίκλες»!

Για να προλάβω τη (δίκαιη) αντίδραση του αναγνώστη, θα σπεύσω να διευκρινίσω ότι, ως δάσκαλος, θεωρώ τους μαθητές σαν τους λιγότερο υπεύθυνους γι’ αυτό το φαινόμενο. Από την πρώτη μέρα του Σχολείου διδάσκονται την αποστήθιση ως βασικό (αν όχι μοναδικό) τρόπο μάθησης και αναγκάζονται να την αποδεχθούν ως κριτήριο αξιολόγησης της επίδοσής τους. (Τονίζω τις λέξεις «βασικό» και «μοναδικό» γιατί, ως ένα βαθμό, η αποστήθιση είναι απαραίτητο συστατικό της μάθησης, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για την πρώτη καταγραφή αντικειμενικών δεδομένων όπως, π.χ., ιστορικές χρονολογίες, γεωγραφικά ονόματα ή κανόνες της αριθμητικής.)

Το ερώτημα που τίθεται είναι κατά πόσον, παράλληλα με την (όποια) αναγκαιότητα της απομνημόνευσης, διδάσκουμε στους μαθητές μας τη σημασία της κριτικής σκέψης και τους δείχνουμε τον δρόμο για να την αναπτύξουν. Και, για να μη φανεί ότι επιχειρώ να επιρρίψω ευθύνες αποκλειστικά στους φιλότιμους συναδέλφους των δύσκολων δύο πρώτων βαθμίδων της Εκπαίδευσης, σπεύδω να τονίσω ότι τις ίδιες, τουλάχιστον, ευθύνες φέρουμε και όσοι παίρνουμε τη σκυτάλη από τα χέρια τους!

Το κρίσιμο ζητούμενο, σε κάθε περίπτωση, είναι ο βαθμός επικοινωνίας του διδάσκοντος με τον διδασκόμενο στην αίθουσα διδασκαλίας. Συχνά αντιμετωπίζουμε τη μαθησιακή λειτουργία σαν μονόδρομη διαδικασία όπου κάποιος «πομπός», εφοδιασμένος με κάποιας μορφής εξουσία, μεταδίδει αυτό που ο ίδιος θεωρεί ως γνώση σε κάποιους «δέκτες» που καλούνται να την αφομοιώσουν χωρίς ποτέ να τους δοθεί η δυνατότητα να την κρίνουν. Μερικές φορές, μάλιστα, η μετάδοση της πληροφορίας παίρνει τη μορφή αληθινού βομβαρδισμού κάτω από το άγχος «να καλύψουμε την ύλη», πράγμα που δεν μας αφήνει χρόνο να προβληματιστούμε κατά πόσον αυτά που διδάξαμε συνέβαλαν στη διεύρυνση πνευματικών οριζόντων, ή οδήγησαν απλά στην αποθήκευση δεδομένων (τη σπουδαιότητα των οποίων – για να μην παρεξηγηθώ – δεν έχω την παραμικρή πρόθεση να αμφισβητήσω!). Και στο τέλος του εξαμήνου αξιολογούμε, συνήθως, την επίδοση του μαθητή/σπουδαστή με βάση το πόσο πιστά μπορεί να αναπαραγάγει στιγμιαία την πληροφορία με την οποία τον βομβαρδίσαμε!

Από εκεί και πέρα, η ανταπόκριση του ίδιου του μαθητή εξαρτάται από δύο, κυρίως, παράγοντες: τον βαθμό ωριμότητάς του και το ειδικό ενδιαφέρον του για το μάθημα. Κάποιοι μαθητές θα προβληματιστούν πάνω σ’ αυτά που άκουσαν και θα θελήσουν, ακόμα και με δική τους πρωτοβουλία, να μάθουν περισσότερα και να εμβαθύνουν. Είναι εκείνοι στους οποίους έχει καλλιεργηθεί η κριτική σκέψη και δεν δέχονται τη γνώση ως «μασημένη τροφή»!

Κάποιοι άλλοι θα αρκεστούν στη στείρα απομνημόνευση, τον πλέον θνησιγενή τρόπο μάθησης αφού τα προϊόντα της εξανεμίζονται σύντομα, δίχως ν’ αφήσουν κάποιο αξιόλογο στίγμα στη διαμόρφωση της προσωπικότητας του μαθητή. Εδώ όμως υπάρχει μια υποσημείωση που συχνά εμείς οι εκπαιδευτικοί παραβλέπουμε: Ακόμα κι οι μαθητές που με ευκολία τούς τοποθετούμε την ετικέτα του «παπαγάλου», δείχνουν τελείως διαφορετική μαθησιακή συμπεριφορά όταν πρόκειται για αντικείμενο που τους ενδιαφέρει, πράγμα που συχνά απεικονίζεται και στις βαθμολογικές τους επιδόσεις (αν και ο απόλυτος συσχετισμός του επιπέδου μάθησης με την τυπική βαθμολογία που, με στείρα αριθμητική λογική, επιχειρεί να αξιολογήσει τη μάθηση αυτή, δεν είναι, κατά τη γνώμη μου, ασφαλής…).

Η τελευταία παρατήρηση δείχνει και την ευθύνη μας, ως εκπαιδευτικών, για την ανάπτυξη κριτικής σκέψης στους μαθητές μας, καθώς και τον δρόμο που θα οδηγήσει σ’ αυτήν: Για να θελήσουν να εμβαθύνουν σε ένα αντικείμενο, θα πρέπει πρώτα να κατορθώσουμε να τους κεντρίσουμε το ενδιαφέρον γι’ αυτό. Και, γενικότερα, να τους πείσουμε ότι ο χρόνος που θα διαθέσουν και ο κόπος που θα καταβάλουν θα τους ανταμείψει – όχι απλά με ένα ψυχρό ενδεικτικό νούμερο που λέγεται «βαθμός» (αυτό το αμφιλεγόμενο κίνητρο είναι, εξάλλου, ο κύριος υπεύθυνος για το φαινόμενο της αποστήθισης) αλλά, κυρίως, με την απόκτηση γνώσεων που θα είναι χρήσιμες για τη ζωή τους. Και – γιατί όχι; – με την ίδια την απόλαυση της ενασχόλησης με κάτι που σ’ εμάς τους ίδιους εναπόκειται να κάνουμε να φανεί ευχάριστο!

Ξεκινώντας στην αρχή της ακαδημαϊκής χρονιάς το μάθημα της Φυσικής με τους πρωτοετείς μου, ρωτώ συχνά σε ποιους η Φυσική ήταν το αγαπημένο μάθημα στο Λύκειο και τη μελετούσαν από ενδιαφέρον για το αντικείμενο, καθώς και ποιοι τυχόν τη «μισούσαν» με αποτέλεσμα να αναγκάζονται να «παπαγαλίζουν» για να επιβιώσουν. Σηκώνονται χέρια ένθεν και ένθεν, οπότε θέτω σε όλους την ερώτηση κατά πόσον αγάπησαν ή μίσησαν την ίδια τη Φυσική, ή κατά βάθος τον δάσκαλο που τους τη δίδαξε. Μετά από σύντομη σκέψη, μου δίνουν όλοι την απάντηση που εύκολα μαντεύει ο αναγνώστης…

Αναλογεί, εν τούτοις, και κάποιο ποσοστό ευθύνης σε έναν ώριμο, πλέον, σπουδαστή (ανεξάρτητα από τις όποιες ευθύνες δασκάλων που προηγήθηκαν ή έπονται) για την ανάπτυξη αυτόνομης κριτικής σκέψης; Θα διευρύνω το ερώτημα περιλαμβάνοντας όλους τους ενήλικες – πέραν των (τυπικά) σπουδαστών – μια και, σε τελευταία ανάλυση, όλοι βρισκόμαστε σε διαρκή φοίτηση στο σχολείο της ζωής που καθημερινά μας διδάσκει!

Υπερβαίνοντας, λοιπόν, τις ευθύνες των δασκάλων που πέρασαν απ’ τη ζωή μας – οι οποίες συχνά λειτουργούν και ως βολικό άλλοθι αναβολής της ωρίμανσής μας, σε συνδυασμό μάλιστα με αυτές των γονιών μας! – δεν θα πρέπει να παραβλέψουμε ένα ζήτημα καθαρά προσωπικής ευθύνης του καθενός μας στο να ξεπεράσουμε το νηπιάζον φρόνημα που επιζητά τον εφησυχασμό της «επεξεργασμένης τροφής» που προσφέρει η κηδεμονευόμενη σκέψη, η στερούμενη κριτικής επεξεργασίας.

Έτσι που να καταλήγουμε πάντα να θεωρούμε κάποιους άλλους υπεύθυνους για κακοτυχίες που, εν τούτοις, υπήρξαν αποτελέσματα απόλυτα προσωπικών επιλογών: Φταίει κάποιος πρωθυπουργός που μας είπε κάποτε πως ήταν «καλό» πράγμα το παιχνίδι στο Χρηματιστήριο (λες και δεν γνωρίζαμε πως πρόκειται κατ’ ουσίαν για τζόγο!) με αποτέλεσμα να χάσουμε τα χρήματά μας… Φταίνε οι πολιτικοί που δεν μας προειδοποίησαν για την κρίση, αφήνοντάς μας να ξοδεύουμε αλόγιστα και να ζούμε μέσα σε περιττές πολυτέλειες… Φταίει η τηλεόραση που μας παραπλανά με παραποιημένη εικόνα της πραγματικότητας (λες και δεν βλέπουμε τι συμβαίνει παραδίπλα μας!)… Φταίει η «άτιμη η κοινωνία» και η «κακιά η ώρα» που μας ανάγκασαν να παραφερθούμε πληγώνοντας τον συνάνθρωπό μας…

Ο μεγάλος Καζαντζάκης γράφει στο κορυφαίο φιλοσοφικό του έργο: «Ν’ αγαπάς την ευθύνη. Να λες: Εγώ, εγώ μονάχος μου έχω χρέος να σώσω τη γης. Αν δεν σωθεί, εγώ φταίω!» Κι ακόμα:«Καθένας έχει και τη λύτρωση τη δική του, απόλυτα ελεύτερος. Διδασκαλία δεν υπάρχει, δεν υπάρχει Λυτρωτής που ν’ ανοίξει δρόμο…»

Ίσως και να υπάρχει, τελικά, διδασκαλία… Μα ο δάσκαλος δεν είναι λυτρωτής που ανοίγει δρόμους: Είναι μόνο το φανάρι που τους φωτίζει! Και πρέπει να δείξει στον μαθητή πώς να πάρει το βλέμμα απ’ το ίδιο το φανάρι και να το στρέψει κατά κει που πέφτει το φως…

Aixmi.gr

Τρίτη 1 Οκτωβρίου 2013

Μια απάντηση στον Μπίσμαρκ…

Η Ελένη Α., τακτική αναγνώστρια του Aixmi.gr, θέλοντας προφανώς να με πειράξει, μου έγραψε πρόσφατα ένα σχόλιο που εμπεριείχε την φαρμακερή ρήση του Όττο Φον Μπίσμαρκ, «Καθηγητές τρεις κι εχάθη η πατρίς!» (Drei Professoren, Vaterland verloren). Το ίδιο είχα ακούσει παλιότερα κι από έναν φίλο πολιτικό μηχανικό, καθώς μου ανέλυε τους λόγους για τους οποίους είχε αποτύχει τότε το πολιτικό πείραμα της οικουμενικής κυβέρνησης. Όπως, περίπου, και από ιδιαίτερα σκεπτόμενους αναγνώστες της (παλιάς) «Ελευθεροτυπίας», που σχολίασαν στα σοβαρά ένα μάλλον χιουμοριστικών προθέσεων άρθρο μου με τίτλο «Ο Πολιτικός, ο Τεχνοκράτης κι ο… Μάρλον Μπράντο!».

Δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω ποιος είναι ο κρίσιμος αριθμός καθηγητών που απαιτείται για τη διάλυση μιας χώρας. Ούτως ή άλλως, αντικείμενο του παρόντος σημειώματος δεν είναι η δοκιμότητα των πανεπιστημιακών δασκάλων στο πλαίσιο της άσκησης κρατικής εξουσίας, αλλά το ακαδημαϊκό ήθος τους, εντός του χώρου υπηρέτησης του λειτουργήματός τους. Κι επειδή το θέμα είναι ιδιαίτερα σύνθετο και μια εις βάθος ανάλυσή του θα απαιτούσε χρόνο και ερευνητικά εφόδια που δεν διαθέτω, θα περιοριστώ στην παράθεση δύο προσωπικών εμπειριών που χαράχτηκαν ανεξίτηλα στη μνήμη και τη συνείδησή μου και, μέσα από τις εμφατικές αντιθέσεις τους, συνέβαλαν στη διαμόρφωση της εικόνας που έπλασα ως σπουδαστής για τους καθηγητές της ανώτατης βαθμίδας της Εκπαίδευσης. Στην πρώτη περίπτωση, κάλλιστα, θα ταίριαζε ο χαρακτηρισμός της «ακαδημαϊκής αλητείας»! Στη δεύτερη, της ακαδημαϊκής μεγαλοσύνης…

Πανεπιστήμιο της Αθήνας, τέλη της δεκαετίας του ’70… Στον πίνακα ανακοινώσεων αναρτώνται αποτελέσματα εξέτασης βασικού μαθήματος. Καθηγητής, ένας σχετικά νέος επιστήμονας με ιδιαίτερο ταλέντο στις διεθνείς διασυνδέσεις και με υπερτροφικά ανεπτυγμένο αίσθημα αυτοπεποίθησης!

Ένας φοιτητάκος, που ήξερε πως είχε γράψει καλά στην εξέταση (ήταν το αγαπημένο του μάθημα λόγω αντικειμένου) δεν είδε το όνομά του ανάμεσα στους επιτυχόντες. Αντίθετα, είχαν περάσει φίλοι του τους οποίους είχε βοηθήσει στη μελέτη. Εκείνη τη στιγμή, δεν πέρασε καν συνειρμικά απ’ το μυαλό του το γεγονός ότι οι φίλοι ανήκαν σε πανίσχυρη, τότε, φοιτητική παράταξη, ενώ ο ίδιος ήταν πολιτικά ανένταχτος. Ούτε γνώριζε την ανάγκη του καθηγητή να παρουσιάσει εξορθολογισμένες καμπύλες αποτελεσμάτων με καθορισμένο ποσοστό επιτυχόντων…

Κατά τα ειωθότα, ο καθηγητής ανακοίνωσε κάποια ώρα που θα μπορούσαν να τον επισκεφθούν οι φοιτητές που ήθελαν να δουν το γραπτό τους. Ο φοιτητάκος χτύπησε την πόρτα με συστολή και μπήκε στο γραφείο. Με αίσθημα δέους μπροστά στον καθηγητή με την τρομαχτική θωριά, ρώτησε ποια ακριβώς ήταν τα λάθη που του είχαν κοστίσει βαθμολογικά. Καθώς δεν πήρε σαφή απάντηση, βρήκε το θάρρος να επιμείνει. Και τότε άκουσε έκπληκτος τον δάσκαλό του να λέει, με μια χροιά σκληρού κυνισμού και αλαζονικής ωμότητας στη φωνή του:

– Άκουσε να σου πω, στο κάτω-κάτω, καθηγητής είμαι και ό,τι θέλω κάνω! Λοιπόν, άντε, ντύσου και πήγαινε!

«Ντύσου και πήγαινε!» Μια φράση που δύσκολα θα απηύθυνε πολιτισμένος άνθρωπος ακόμα και σε πόρνη στο τέλος μιας κατ’ οίκον επίσκεψης! Ο κατά τα άλλα ευφυής Μπίσμαρκ μάλλον δεν γνώριζε τον σημαντικότερο λόγο για τον οποίο θα έπρεπε να απαξιώνει τους καθηγητές (ή, για να είμαι δίκαιος, κάποιους απ’ αυτούς…).

Ο φοιτητάκος μεγάλωσε λιγάκι και κάποια στιγμή βρέθηκε να κάνει μεταπτυχιακά σε πανεπιστήμιο των ΗΠΑ. Γυρνώντας ένα Σεπτέμβρη από διακοπές στην Ελλάδα, του ανακοίνωσαν ότι του χορηγήθηκε μια σημαντική υποτροφία. Όχι ως χειρονομία αβροφροσύνης, φυσικά: Μέρος των καθηκόντων του (πέραν της έρευνας) ήταν να οργανώνει μαθήματα αποκλειστικά για τους καθηγητές της Σχολής, στους οποίους θα δίδασκε κάτι από αυτά που κι ο ίδιος μάθαινε στο πλαίσιο της εκπόνησης της διδακτορικής του διατριβής.

Και επί τέσσερα χρόνια οι δάσκαλοί του κάθονταν στα θρανία σαν απλοί μαθητές, κρατώντας σχολαστικά σημειώσεις από τις παραδόσεις ενός άσημου Έλληνα μεταπτυχιακού φοιτητή! Ε, τέτοιο μάθημα ταπεινοφροσύνης θα είχε σίγουρα κλονίσει ακόμα και τον Μπίσμαρκ, για να μην πω και την φιλτάτη αναγνώστρια Ελένη του Aixmi.gr, η οποία παρέθεσε τον αφορισμό του τελευταίου σχολιάζοντας προηγούμενο άρθρο μου!

Δεν γνωρίζω αν δύο, τρεις ή δεκατρείς καθηγητές θα αρκούσαν για να καταστρέψουν μια χώρα. Μπορώ με βεβαιότητα, όμως, να πω ότι ένας καθηγητής είναι αρκετός για να σκοτώσει την ιδανική εικόνα που έχει ανάγκη να πλάσει ένας νέος σπουδαστής για τους ακαδημαϊκούς του δασκάλους. Ευρισκόμενος πια κι εγώ στην αντίπερα όχθη, προσπαθώ να μην ξεχνώ ποτέ τις εμπειρίες που με σημάδεψαν, θετικά ή αρνητικά. Το αν αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να γίνομαι καλύτερος δάσκαλος, αρμόδιοι να το κρίνουν είναι, ασφαλώς, μόνο οι μαθητές μου…

* Ο Κώστας Παπαχρήστου είναι ασήμαντος δάσκαλος σημαντικών μαθητών!

Aixmi.gr

Δευτέρα 23 Σεπτεμβρίου 2013

Οι γάτες γυρίζουν πίσω (μια αλληγορία για τον νεο-ναζισμό)

* Το άρθρο αυτό δημοσιεύθηκε, στην αρχική του μορφή, στο «Βήμα» πριν ένα χρόνο (11/9/2012). Δυστυχώς παραμένει επίκαιρο, όπως αναλλοίωτα μένουν και τα δολοφονικά ένστικτα ενός ακραίου «πολιτικού» (ας τον χαρακτηρίσουμε έτσι) χώρου που, χάρη στην πολιτική σύγχυση των καιρών, έχει εμφιλοχωρήσει στο κοινοβουλευτικό μας σύστημα… Έχοντας εξασφαλίσει την ευγενική άδεια του«Βήματος» (το οποίο ευχαριστώ), αναδημοσιεύω το κείμενο (με μικρές βελτιώσεις και αναγκαίες επικαιροποιήσεις) προς χάριν των αναγνωστών του Aixmi.gr

Εκτιμώ ιδιαίτερα τους σκύλους. Όταν το απαιτούν οι περιστάσεις, έχουν την ικανότητα να ξεκόβουν από το χθες, να αναπροσαρμόζονται, να μετεξελίσσονται… Το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι να βρίσκονται κοντά στο αφεντικό τους, σ’ όποια γωνιά της γης κι αν τους πάει. Το γνωρίζω από πρώτο χέρι, έχοντας υποβάλει δύο σκύλους στο «πολιτιστικό σοκ» ισάριθμων υπερατλαντικών μετακινήσεων! Οι γάτες είναι διαφορετική περίπτωση: δένονται με τόπους, όχι με ανθρώπους. Δεν ξεχνούν ποτέ το μέρος που μεγάλωσαν, και είναι απρόθυμες να το εγκαταλείψουν ακολουθώντας τα αφεντικά τους σε μια μετακίνηση.

Το διπλανό σπίτι, στην Αμερική, το νοίκιαζε ένας μεταπτυχιακός φοιτητής που ζούσε εκεί με την οικογένειά του και τους γάτους τους, δύο πανέξυπνους Σιαμέζους. Τελειώνοντας τις σπουδές του, ο Μπομπ βρήκε αμέσως δουλειά (άλλες εποχές τότε!), πράγμα που του επέτρεψε να χτίσει ένα δικό του σπίτι σε μια όμορφη περιοχή της πόλης, κάπου ένα μίλι μακριά απ’ την παλιά τους γειτονιά. Το νέο σπίτι ήταν ευρύχωρο, είχε μεγάλο κήπο και ήταν αληθινός παράδεισος για παιδιά και κατοικίδια!

Δεν είχε περάσει καλά-καλά μια βδομάδα από τη μετακόμιση της οικογένειας, και βλέπω ένα πρωί τον Μπάγκι και τον Κάαν να νιαουρίζουν έξω απ’ το παλιό σπίτι, εκεί δίπλα στο δικό μου. Μάταια περίμεναν να τους ανοίξει κάποιος να μπουν – και ήξεραν καλά πως αυτός δεν θα μπορούσε να είναι κάποιο από τα αφεντικά τους! Δεν άργησε, όμως, να καταφτάσει η γυναίκα του Μπομπ, η οποία, με φανερή ανακούφιση, έβαλε τους γάτους στο αυτοκίνητο. Το σκηνικό επαναλήφθηκε αρκετές φορές τις επόμενες βδομάδες…

Ο Μπάγκι και ο Κάαν δεν μπόρεσαν να ξεκόψουν από τις καταβολές τους, να αναπροσαρμοστούν σε νέα δεδομένα και να εξελιχθούν σαν όντα. Δεν στάθηκαν ικανοί να αξιοποιήσουν προς όφελός τους την ευκαιρία που τους δόθηκε για μια αναβαθμισμένη ποιότητα ζωής, και δεν έδειξαν να εκτιμούν αυτούς που τους την πρόσφεραν. Όμως, ο Μπάγκι και ο Κάαν ήταν απλά δύο γάτες που ακολουθούσαν ενστικτωδώς τα βιολογικά τους στερεότυπα. Και οι γάτες δεν είναι προικισμένες με το δώρο της εξελιξιμότητας που διαθέτει η ανθρώπινη συνειδητότητα – μα, ως ένα βαθμό, και οι άσπονδοι εχθροί τους, οι σκύλοι!

Θυμήθηκα εκείνη την παλιά ιστορία καθώς παρακολουθώ το ασταμάτητο – πρόσφατα μάλιστα και με δολοφονικές κορυφώσεις – κύμα βίας που απλώνεται στη χώρα με ευθύνη νεόκοπων κοινοβουλευτικών δυνάμεων του ακραίου χώρου. Δυνάμεις που ανέκαθεν βρίσκονταν στις παρυφές της νομιμότητας και έξω από το πλαίσιο της δημοκρατικής ορθοφροσύνης λόγω της προσκόλλησής τους σε ιδεολογίες και πρακτικές σκοτεινών ιστορικών περιόδων, που οδήγησαν στη φρίκη ενός πρωτόγνωρου μαζικού εγκλήματος…

Δυνάμεις, εν τούτοις, στις οποίες ένα τμήμα του ελληνικού λαού, υπό το κράτος μιας (εν μέρει κατανοητής) αυτοσυντηρητικής αγωνίας λόγω της κατακόρυφα αυξανόμενης εγκληματικότητας, έδωσε μια σπάνια ευκαιρία: να αποκτήσουν πολιτική νομιμότητα και να αναβαπτιστούν στα νάματα της δημοκρατίας, συμμετέχοντας ως ισότιμοι κοινοβουλευτικοί εταίροι στις λειτουργίες του ναού του πολιτεύματος!

Όμως, φαίνεται πως ακόμα και πολιτικές παρατάξεις μπορεί να υπόκεινται στο σύνδρομο της γάτας: Σαν τον Μπάγκι και τον Κάαν, δεν άργησαν να ξαναθυμηθούν τις ιδεολογικές τους καταβολές (αν υποτεθεί ότι τις είχαν ποτέ ξεχάσει…) και να επιστρέψουν σε γνώριμες, γι’ αυτούς, πρακτικές βίας και de facto υποκατάστασης των νόμιμων μηχανισμών του κράτους. Σε ιδανική απομίμηση (απόλυτα συνειδητή, θα λέγαμε) των Ταγμάτων κάποιου διαβόητου κυρίου Röhm! Εξωθούμενος, μάλιστα, ο μιμητισμός αυτός στα άκρα, βλέπουμε τώρα να φτάνει ως το έγκλημα με τη δολοφονία ιδεολογικών αντιπάλων που είναι υπέρ το δέον «ενοχλητικοί»…

Το ότι οι μηχανισμοί της Πολιτείας είναι ανεπαρκείς για την προστασία της ασφάλειας και της (όποιας) ευημερίας των πολιτών, δεν συζητείται καν! Αυτό, όμως, σε καμία περίπτωση δεν δικαιοδοτεί κάποιους, έστω και υπό τον προσχηματικό μανδύα μιας κοινοβουλευτικής δήθεν «νομιμοποίησης», να υποκαθιστούν τους μηχανισμούς αυτούς προβαίνοντας σε πράξεις αυθαίρετης βίας εναντίον οιουδήποτε μη αρεστού. Πράξεις που, ασφαλώς, πόρρω απέχουν από τις παραπλανητικές αρχικές εικόνες του «αγνού και άδολου προστάτη» των ανθρώπων της γειτονιάς. Πόσο μάλλον όταν πρόκειται για στυγερές δολοφονίες με αμιγώς ιδεολογικά κίνητρα που ελάχιστη σχέση έχουν με την «προστασία» της δημόσιας τάξης!

Το δημοκρατικό πολίτευμα θέτει αυστηρούς κανόνες συμπεριφοράς σε όσους το απολαμβάνουν. Ιδιαίτερα, σ’ εκείνους που (υποτίθεται ότι) είναι ορκισμένοι να το υπηρετούν! Σ’ αυτούς τους τελευταίους αδυνατώ να αναγνωρίσω ελαφρυντικά όταν προδίδουν τα ιδανικά της δημοκρατίας, επιστρέφοντας σε νοσηρές ιδεολογικές αφετηρίες που όφειλαν εξαρχής να είχαν εμφατικά αποκηρύξει. Ελαφρυντικά που, ομολογώ, στην περίπτωση του Μπάγκι και του Κάαν δεν δυσκολεύτηκα και τόσο να βρω!

* Ο Κώστας Παπαχρήστου εκτιμά ιδιαίτερα τους σκύλους (άντε, και τις α-πολιτικές γάτες!)

Aixmi.gr

Πέμπτη 19 Σεπτεμβρίου 2013

Σχόλιο που δημοσιεύθηκε στο Aixmi.gr για το άρθρο "Μια προσωπική κατάθεση για τον Δημήτρη Λιαντίνη"

Ένα ιδιαίτερα τιμητικό σχόλιο για το άρθρο Μια προσωπική κατάθεση για τον Δημήτρη Λιαντίνη, δημοσιεύθηκε στο Aixmi.gr. Το έστειλε η Καθηγήτρια Φιλοσοφίας, Νικολίτσα Γεωργοπούλου - Λιαντίνη. Το παραθέτω:

Κύριε Παπαχρήστου, διάβασα με αισθήματα κατάφασης το άρθρο σας (και τις παραπομπές σας σε προγενέστερα) και το αίσθημα που αποκόμισα ήταν: Να και μια σοβαρή προσέγγιση της εν πολλοίς διαστρεβλωμένης εικόνας του Λιαντίνη από την ασχετοσύνη δημοσιογραφικής φαιδρότητας. Χάρηκα που δεν ασχοληθήκατε με τα γνωστά κουτσομπολιά που κάποιοι «πουλάνε», αλλά προσπαθήσατε μια δική σας εις βάθος κατανόηση, έστω και αν σε μερικά σημεία διαφωνώ, γιατί δυστυχώς χωρίς να το θέλετε, ήταν αναπόφευκτο να μην έχετε και εσείς εν μέρει επηρεαστεί από κάποιους που ενώ ποτέ δεν τον γνώρισαν, αποφάσισαν να τον παρουσιάσουν, όπως το ανόητο μυαλό τους συνέφερε.

Έστειλα στο Aixmi την παρακάτω απάντηση:

Με τιμά αφάνταστα το σχόλιό σας! Πράγματι, ένας από τους λόγους που αποφάσισα να πρωτο-γράψω για τον χαρισματικό αυτό παιδαγωγό ήταν η (βάσιμη, φοβάμαι) υποψία μου πως, στους δικούς του ακαδημαϊκούς κύκλους, μια σοβαρή προσέγγιση στο έργο του (έστω και με κριτικό πνεύμα) αποτελεί ταμπού (που ενδεχομένως επισύρει ακόμα και ακαδημαϊκές συνέπειες…). Εκτός τούτου, διαπίστωσα ότι την υστεροφημία του τραυματίζουν τόσο οι λαϊκιστικές-σκανδαλοθηρικές προσεγγίσεις στις οποίες αναφέρεστε, όσο και, εξίσου, οι δουλοπρεπείς, σχεδόν ειδωλολατρικές εκδηλώσεις λατρείας κάποιων πρώην μαθητών του… 
Θα επαναλάβω κάτι που έγραψα αλλού: Κατά τη γνώμη μου (και δεν θα την χαρακτηρίσω, με την συνήθη επίδειξη ψευτο-σεμνοτυφίας, «ταπεινή»!), ο Λιαντίνης υπήρξε ίσως ο ιδιοφυέστερος Έλληνας του δεύτερου μισού του εικοστού αιώνα! Τούτο δεν σημαίνει, όμως, πως ήταν απαλλαγμένος ανθρώπινων ιδιοτήτων και -μοιραία- ανθρώπινων αδυναμιών. Και, μόνο αν δει κανείς, σε όλη της την έκταση, τη συνθετότητα της προσωπικότητάς του, θα μπορέσει να διεισδύσει ολοκληρωτικά στη σκέψη του μεγάλου αυτού στοχαστή!

Είναι από τις λίγες φορές που μου δίνεται η αίσθηση πως κάποιος κατανοεί απόλυτα το πνεύμα των κειμένων μου για τον Δ. Λιαντίνη, και δεν σπεύδει να δαιμονοποιήσει τις προθέσεις μου! Ένα "ευχαριστώ" είναι το λιγότερο που οφείλω στην διακεκριμένη επιστήμονα-εκπαιδευτικό!

Κ. Παπαχρήστου

Τετάρτη 18 Σεπτεμβρίου 2013

Μια προσωπική κατάθεση για τον Δημήτρη Λιαντίνη

Το πρόσφατο άρθρο μου «Στη σκιά ενός επίγειου θεού» ήταν μια απόπειρα μεταφυσικής και ποιητικής προσέγγισης στο φαινόμενο «Δημήτρης Λιαντίνης». Από πρόσωπα του στενού μου περιβάλλοντος δέχθηκα έντονες κριτικές: Με κατηγόρησαν πως θεοποίησα έναν κοινό θνητό (όσο σημαντικός κι αν υπήρξε αυτός), με τέτοιο τρόπο μάλιστα ώστε να παρεμφαίνεται, παράλληλα, μια (συνειδητή ή όχι) αυτο-συρρίκνωσή μου!

Δεν θα κρύψω πως το άρθρο αυτό υπήρξε προϊόν θαυμασμού για την ιδιοφυΐα και την δύναμη της προσωπικότητας του Δ. Λιαντίνη, άσχετα αν ποτέ δεν συμφώνησα με τις ιδέες του. Δέχομαι ότι ίσως παρασύρθηκα στην υπερβολή προσδίδοντας στον θρυλικό ακαδημαϊκό διαστάσεις υπερφυσικές και υπερκόσμιες! Για λόγους ισορροπίας, δεν παρέλειψα να αναφέρω και κάποιες ανθρώπινες αδυναμίες που, κατά τη γνώμη μου, τον χαρακτήριζαν. Ως προς το ύφος του κειμένου, απέφυγα τη χρήση «στεγνού» ακαδημαϊκού λόγου, επιλέγοντας έναν τρόπο έκφρασης πιο χαλαρό, συχνά διανθισμένο με χιούμορ που μόνο η στενόμυαλη προκατάληψη θα μπορούσε να παρερμηνεύσει ως «ειρωνεία και χλεύη», όπως διάβασα στα σχόλια κάποιων αναγνωστών!

Γιατί αποφάσισα, εδώ και αρκετόν καιρό, να ασχοληθώ κριτικά με τον Δ. Λιαντίνη, προκαλώντας την μήνιν των οπαδών του (άσχετα αν οι τελευταίοι αρνούνται πεισματικά τον χαρακτηρισμό «οπαδός»); Αφετηριακά, οι λόγοι υπήρξαν προσωπικοί. Σε δεύτερο χρόνο, μελετώντας το τελευταίο έργο του εντόπισα κάποιες ιδέες που, ως εκπαιδευτικό, με εξόργισαν! Αλλά, ας πάρουμε τα πράγματα απ’ την αρχή…

Πριν κάποια χρόνια, ένα πολύ κοντινό μου πρόσωπο (ας την ονομάσουμε απλά «Φίλη») μου ζήτησε ως δώρο γιορτής να της αγοράσω τη «Γκέμμα». Ήταν η πρώτη φορά που άκουγα αυτό τον τίτλο βιβλίου, αν και γνώριζα τον συγγραφέα από τον μυθιστορηματικό τρόπο που είχαν κάποτε παρουσιάσει την εξαφάνισή του τα media. Ο βιβλιοπώλης της γειτονιάς μου έδειξε εντυπωσιασμένος: «Πού το ανακάλυψες αυτό το βιβλίο;» Του είπα πως δεν το γνώριζα, μα ήταν παραγγελία δώρου…

Η Φίλη διερχόταν τότε μια περίοδο αληθινής ψυχολογικής αποσύνθεσης, με εμφανή τα σημάδια αυτοκαταστροφικών τάσεων. Πίστεψα πως το βιβλίο αυτό θα την βοηθούσε να ξαναγυρίσει σε μια θετική στάση ζωής – άλλωστε, για ποιον άλλο λόγο μου είχε ζητήσει να της το αγοράσω; Αυτό που δεν μπόρεσα να φανταστώ ήταν πως, άθελά μου, της είχα προσφέρει το τελικό κλειδί της εισόδου στην Κόλαση!

Η βούληση του πεπρωμένου και η δύναμη της θέλησης για ζωή υπερίσχυσαν, τελικά, της ροπής στην αυτοκαταστροφή. Κι έτσι ξεκίνησε για τη Φίλη μια μακρά κι επίπονη πορεία ανάκαμψης, παράλληλα με μια σταδιακή απομυθοποίηση ενός βιβλίου που υπήρξε κάποτε γι’ αυτήν «ευαγγέλιο»…

Πολλά χρόνια μετά την αγορά του φοβερού βιβλίου, ζήτησα από τον βιβλιοπώλη μου άλλη μια κόπια – τούτη τη φορά για τον εαυτό μου. Καθώς κατάπινα τις σελίδες, άρχισα να αντιλαμβάνομαι την καταλυτική επίδραση που θα μπορούσε να έχει αυτός ο σαγηνευτικά διαπεραστικός λόγος πάνω σε έναν εύθραυστο, παραπαίοντα ψυχισμό. Αλλά, και πέραν των όσων άπτονταν καθαρά προσωπικών ζητημάτων, στις σελίδες αυτές ανακάλυψα θέσεις που μου προκάλεσαν αισθήματα αποστροφής! Ανάμεσα σ’ αυτές, μια χυδαία σαρκαστική αναφορά στην ερωτική «δοκιμότητα» του Καζαντζάκη, ένας ρατσιστικού τύπου αντισημιτισμός που παραπέμπει σε εφιαλτικές περιόδους της νεότερης Ιστορίας, κι ένα επικίνδυνα νοσηρό δόγμα σύμφωνα με το οποίο στον πυρήνα κάθε ουσιαστικής ερωτικής σχέσης οφείλει να φωλιάζει η καταστροφή, η συμφορά κι ο θάνατος, αλλιώς ο έρωτας είναι «θέμα της κωμωδίας»!

Τον καιρό εκείνο είχα μόλις ξεκινήσει να αρθρογραφώ (ως αναγνώστης) στο «Βήμα». Έτσι, κάθισα και έγραψα ένα σύντομο άρθρο όπου συνόψιζα τις ενστάσεις μου πάνω στην «Γκέμμα». Παράλληλα, άρχισα να παρακολουθώ στο Διαδίκτυο videos με διαλέξεις του Λιαντίνη. Όσο γοητευτικός κι αν μου φάνηκε ο λόγος του, εντόπισα και κάποιες – κατά τη γνώμη μου – αντιπαιδαγωγικές θέσεις. Δημοσίευσα, έτσι, δύο αποσπάσματα λόγων του στο κανάλι μου στο YouTube συνοδευόμενα από αντίστοιχα κείμενα με προσωπικά σχόλια και παρατηρήσεις.

Οι αντιδράσεις που, διαχρονικά, έχω εισπράξει από φανατικούς θαυμαστές του Λιαντίνη λόγω των δημόσιων αυτών τοποθετήσεών μου, παραπέμπουν μάλλον σε θρησκευτικού τύπου φονταμενταλισμό, παρά σε νηφάλια, καλόπιστη και ορθολογική (έστω και όχι αναγκαία ακαδημαϊκή) ανταλλαγή απόψεων. Κατηγορήθηκα ως «εμπαθής» από συνειδήσεις που τις κυβερνούσε η εμπάθεια! Συνειδητοποίησα πως στο χώρο των πιστών του Λιαντίνη θεωρείται ανεπίτρεπτο (σχεδόν ιερόσυλο) ακόμα και να προφέρει κάποιος το όνομά του χωρίς παράλληλα να τον εξυμνεί! Συχνά εισέπραξα χλευαστικά έως υβριστικά σχόλια (ακόμα και στο άρθρο μου στο Aixmi, κάποιος αναγνώστης χαρακτήρισε ως «ανανδρία» την κριτική σε… τεθνεώτες!).

Μη θέλοντας να κουράσω άλλο τον αναγνώστη, ολοκληρώνω εδώ τη σύντομη «απολογία» μου για τους λόγους της περίπλοκης (και ίσως αμφίθυμης) μερικής διείσδυσής μου στο επικίνδυνα ελκυστικό σύμπαν του Δημήτρη Λιαντίνη. Δεν έγραψα το κείμενο ως απάντηση στους φανατικούς (γι’ αυτούς αδιαφορώ απόλυτα) αλλά σαν προσωπική κατάθεση στους φίλους και αναγνώστες που, ακόμα κι όταν διαφώνησαν μαζί μου, το έκαναν με όρους ειλικρινούς επικοινωνίας και όχι άκριτου κι απρόκλητου κανιβαλισμού που δεν τιμά, σε τελική ανάλυση, τη μνήμη του ειδώλου τους…

Ευχαριστίες: Ευχαριστώ τη Θάλεια Χρόνη, καθώς και τον συνάδελφο, καθηγητή Φιλοσοφίας Η. Τεμπέλη, για πολύ χρήσιμες συζητήσεις που συνέβαλαν στη συγγραφή των άρθρων για τον Δ. Λιαντίνη.

* Ο Κώστας Παπαχρήστου διδάσκει σε μεγάλα παιδιά πώς να (μην) παπαγαλίζουν τη Φυσική…

Aixmi.gr

Πέμπτη 12 Σεπτεμβρίου 2013

Η ζωή, ένα ταξίδι αυτογνωσίας…

Για κάποιους, η ζωή είναι απλά μια συλλογή εμπειριών. Για κάποιους άλλους, ένα ταξίδι αυτογνωσίας. Αναζητώντας ένα συμβιβασμό, θα λέγαμε πως η ζωή είναι ένα αυτογνωστικό ταξίδι δια μέσου των εμπειριών μας. Γιατί, ακόμα κι όταν προσπαθούμε να ξεκλειδώσουμε το Σύμπαν, αυτό που στ’ αλήθεια αναζητούμε είναι ο εσώτερος εαυτός μας. Αυτός που ήδη γνωρίζει τα πάντα, μόνο που εμείς, σε επίπεδο συνείδησης, δεν το γνωρίζουμε!

Από αυτή την άποψη, η ζωή είναι μια αποστολή και μια ευκαιρία: Ερχόμαστε σ’ έναν κόσμο φτιαγμένο από καθρέφτες. Αν δούμε μόνο τους καθρέφτες χωρίς να προσέξουμε το είδωλό μας, η αποστολή έχει αποτύχει και η ευκαιρία έχει χαθεί!

Κάθε μικρό βήμα στην αυτοσυνειδησία είναι μια υπέρβαση του εαυτού που γνωρίζαμε. Μα τα ερεθίσματα της εμπειρίας συχνά μας πλανεύουν με την απατηλή γοητεία τους. Και πέφτουμε στην παγίδα να δούμε το δάχτυλο αντί το φεγγάρι – τα επιφαινόμενα αντί της εσώτερης αλήθειας που υπεμφαίνουν. Έτσι η υπέρβαση ματαιώνεται, κι η γνώση του εαυτού (που είναι γνώση του κόσμου ολόκληρου) μένει μετέωρη. Κι εμείς μένουμε για πάντα παγιδευμένοι στον μικρόκοσμο των ψευδαισθήσεών μας, που μοιάζει τόσο αληθινός κάτω απ’ τη λάμψη των αστεριών…


Υπερβάσεις

(Σ’ αυτούς που τολμούν ν’ ανακαλύπτουν…)

Τον εαυτό σου αναζητάς
μες από μικρές, καθημερινές
υπερβάσεις…

Μες από σκοτεινές ματιές
που στάζουν αίμα
πάνω απ’ της πόλης τα φώτα…

Μες απ’ τους ήχους μυστικής καμπάνας
που αγκαλιάζουν πένθιμα την πόλη
σα νυχτώσει…

Μες από μύρια μικρά ξεθαρρέματα,
καθένα τους θαρρείς που είναι
το πρώτο και το τελευταίο…

Μες από παιδικά παραμύθια
σε μονοπάτια ώριμα ειπωμένα
που οδηγούν σε γεύσεις πρωτόγνωρες…

Μες από όρκους και υποσχέσεις
με ειλικρίνεια που δόθηκαν
μα ξέρεις δε θα τηρηθούν…

Μες απ’ το σπαραγμό
για ένα τέλος
κανείς που δεν τολμά να δώσει…

Μες απ’ τη θέα τού αύριο
που όλο αδυνατίζει
πίσω από τις ψευδαισθήσεις τού σήμερα…

(Ντίνος Πυργιώτης, ΑΠ’ ΤΟ ΝΗΣΙ ΤΟΥ ΝΑΥΑΓΟΥ )

Aixmi.gr

Τετάρτη 7 Αυγούστου 2013

ΤΟ ΒΗΜΑ - «Εγκλήματα» γνώμης και «δημοκρατικοί» δικαστές!

Υπάρχει λογική στην ποινικοποίηση της έκφρασης γνώμης σε μια δημοκρατική κοινωνία; Και, πώς η λογική αυτή συνάδει με την αυτονόητη ελευθερία του λόγου σε ένα δημοκρατικό καθεστώς;

Το ερώτημα είναι λεπτό, και η απάντηση κάθε άλλο παρά μονοσήμαντη. Υπάρχει όμως ένα κριτήριο που θα μπορούσε να είναι οικουμενικά αποδεκτό και γενικά εφαρμόσιμο: Κατά πόσον η έκφραση γνώμης, άμεσα ή έμμεσα, ενθαρρύνει και συμβάλλει στην τέλεση αξιόποινων πράξεων. Για παράδειγμα, αν κάποιος εκφράσει δημόσια την πίστη του στο «δικαίωμα» στη φοροδιαφυγή, διαπράττει αξιόποινη πράξη αφού προσφέρει ηθικό έρεισμα σ’ εκείνους που παρανομούν ή σκέφτονται να παρανομήσουν. Σε ακόμα υψηλότερη βαθμίδα ηθικής βαρύτητας, ως αντιβαίνων κάθε έννοια νομιμότητας θα πρέπει να θεωρείται ο δημόσιος εγκωμιασμός εγκληματικών πράξεων. Ιδιαίτερα, μάλιστα, αν πρόκειται για εγκλήματα γενοκτονίας, όπως αυτά που διέπραξαν οι Ναζί κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Εκεί που δημιουργείται ουσιαστικό πρόβλημα είναι όταν ο νομοθέτης αρνείται την διαφοροποίηση ανάμεσα στη δημόσια επιδοκιμασία ενός εγκλήματος και την απλή έκφραση αμφισβήτησης για τη σπουδαιότητα, ή ακόμα και αυτή τούτη την τέλεσή του, ειδικά στην περίπτωση όπου η αμφισβήτηση αυτή αντίκειται προς τελεσίδικες δικαστικές αποφάσεις ή αδιάσειστες ιστορικές τεκμηριώσεις. Και, για να αναφερθούμε και πάλι σε μια χαρακτηριστική περίπτωση, πόσο αξιόποινη θα πρέπει να λογίζεται η άρνηση της ιστορικής αλήθειας του Ολοκαυτώματος;

Δεν νομίζω να υπάρχει σήμερα σοβαρός ιστορικός αναλυτής (με εξαίρεση τους αμφιλεγόμενους «αναθεωρητές» τύπου David Irving) που να θεωρεί ότι τα έξι εκατομμύρια των νεκρών του φρικτότερου μαζικού εγκλήματος της Ιστορίας υπήρξαν μόνο στη... φαντασία κάποιων σιωνιστικών κύκλων! Η δημόσια έκφραση αμφισβήτησης, λοιπόν, του Ολοκαυτώματος δεν θα έπρεπε να αποτελεί αιτία εισαγγελικής παρέμβασης, αλλά μάλλον αντικείμενο ψυχιατρικής διερεύνησης. Σε κάθε περίπτωση, η άρνηση (όχι όμως και ο εγκωμιασμός!) ενός τέτοιου ιστορικού εγκλήματος δεν είναι λογικό να ποινικοποιείται σε μια δημοκρατική κοινωνία που σέβεται την ελευθερία του λόγου και δεν βάζει φραγμούς στην έκφραση γνώμης – ακόμα κι όταν αυτή αποτελεί βιασμό του αυταπόδεικτου!

Με την ανάπτυξη του Διαδικτύου, ο ίδιος ο κυβερνοχώρος (τοπικός και παγκόσμιος) έγινε ένα απέραντο λαϊκό δικαστήριο. Και προεξάρχουσα θέση στις εκδικαζόμενες υποθέσεις κατέχουν τα «εγκλήματα γνώμης», όπου η έννοια του «εγκλήματος» διαμορφώνεται κατά το δοκούν, ανάλογα με τις ιδεοληψίες των χρηστών. Η φύση της διακινούμενης πληροφορίας, μάλιστα, δίνει την δυνατότητα στους «δικαστές», αν το επιθυμούν, να κρύβουν τα πρόσωπά τους είτε μέσω ανωνυμίας, είτε με χρήση πλασματικής ταυτότητας – ένα είδος de facto νομιμοποίησης της εκ του ασφαλούς δημόσιας ύβρεως και της συκοφαντίας, και μια επίφαση φιλελευθεροποίησης μέσω ενθάρρυνσης της θρασυδειλίας!

Στα καθ’ ημάς, ένα πεδίο σφοδρής ιδεολογικής αντιπαράθεσης στο Διαδίκτυο είναι το περιβόητο μνημόνιο. Για την ακρίβεια, η υποκειμενική αντίληψη του κατά πόσον αυτό ήταν ή όχι μια αναγκαία επιλογή για την αποφυγή της χρεοκοπίας της χώρας. Η σύγκρουση γνώμης είναι εδώ άνιση, αφού ο ρόλος του «εισαγγελέως» σχεδόν μονοπωλείται από την «αντιμνημονιακή» σχολή σκέψης – στην οποία, ασφαλώς, έχουν εξ ορισμού προσχωρήσει τα κόμματα της αντιπολίτευσης, τα οποία φυσικό είναι να επιδιώκουν να κεφαλαιοποιήσουν την αγανάκτηση των πολιτών που υποφέρουν από τις συνέπειες των σκληρών προϋποθέσεων του μνημονίου.

Η αγριότητα της κριτικής (διανθισμένης ενίοτε με ακραία υβριστικούς χαρακτηρισμούς) συχνά τρομάζει και παραπέμπει στις πιο σκοτεινές εμφυλιοπολεμικές περιόδους της Ιστορίας του τόπου. Οι τολμούντες να αποκλίνουν από την αντιμνημονιακή γραμμή αντιμετωπίζονται ως εθνικοί μειοδότες και παρομοιάζονται με τους δωσίλογους που συνεργάστηκαν επί Κατοχής με τον Γερμανό κατακτητή! Το επίπεδο του διαλόγου συχνά παραπέμπει σε κερκίδες γηπέδων, με επιπρόσθετη μάλιστα αγριότητα αν αναλογιστεί κανείς ότι το διακύβευμα αφορά κατά κύριο λόγο την ίδια την επιβίωση (για να μην αναφερθούμε στην ευτελέστερη εκδοχή της διατήρησης κεκτημένων...).

Αυτό που φαντάζει οξύμωρο είναι το γεγονός ότι σ’ αυτή τη βίαιη προσπάθεια άτυπης ποινικοποίησης, και τελικά φίμωσης, της αλλότριας γνώμης πρωτοστατούν πολιτικοί χώροι που αρέσκονται να αυτοπροσδιορίζονται ως «δημοκρατικοί» και «προοδευτικοί». Δυνάμεις που συχνά καταφεύγουν στην εύκολη και φθηνή – συχνά μάλιστα κι εμπρηστική – συνθηματολογία του λαϊκισμού, αντί της σοβαρής επιχειρηματολογίας που απαιτεί η υπεύθυνη πολιτική...

Για το αν το μνημόνιο ήταν ή όχι σωστή επιλογή, δεν είμαι σε θέση να εκφέρω γνώμη (εξάλλου, ακόμα και διαπρεπείς ξένοι οικονομολόγοι διαφωνούν μεταξύ τους πάνω σ’ αυτό το θέμα!). Το μόνο που γνωρίζω είναι η αυταπόδεικτη αλήθεια πως έχει φέρει απέραντη δυστυχία στους Έλληνες – χωρίς να βλέπω, εν τούτοις, ποια άλλη λύση θα τους έκανε ευτυχέστερους (ή, για την ακρίβεια, λιγότερο δυστυχείς). Αυτό που σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να αμφισβητείται, αν θέλουμε να λεγόμαστε δημοκρατική κοινωνία, είναι το δικαίωμα κάποιων να έχουν αντίθετη άποψη επί του θέματος από τη δική μας και να την εκφράζουν ελεύθερα, χωρίς να εισπράττουν χυδαίες ύβρεις και να υφίστανται δημόσιους εξευτελισμούς!

Όμοια, η επίμονη αμφισβήτηση ιστορικά τεκμηριωμένων εγκλημάτων γενοκτονίας είναι σήμερα υπόθεση των ανοήτων, των απαίδευτων και των ρατσιστών. Ουδείς, εν τούτοις, μπορεί να στερήσει απ’ όλους αυτούς το δικαίωμα να αρνούνται δημόσια τις πλέον αυταπόδεικτες αλήθειες, αν έτσι επιθυμούν. Πόσο μάλλον αξιώνοντας να καθίσταται η άρνησή τους αυτή αξιόποινη πράξη! Κάτι τέτοιο αντίκειται προς τις ίδιες τις αρχές της Δημοκρατίας – του πολιτεύματος που στέκει πάντα ως αντίπαλο δέος καθεστώτων σαν εκείνο που ευθύνεται για το Ολοκαύτωμα...

ΤΟ ΒΗΜΑ

Κυριακή 28 Ιουλίου 2013

ΤΟ ΒΗΜΑ - Τα «πολυγευστικά» νετρίνα

Του Θοδωρή Λαΐνα

Τα μυστηριώδη σωματίδια μπορούν να μεταλλάσσονται

Ανακοινώθηκαν τα αποτελέσματα ενός μεγάλου πειράματος στην Ιαπωνία για τη φύση και τη λειτουργία των νετρίνων, των μυστηριωδών σωματιδίων που θεωρείται ότι δημιουργήθηκαν κατά τη γέννηση του Σύμπαντος. Είχε διαπιστωθεί ότι υπάρχουν τρεις διαφορετικοί τύποι νετρίνων: τα νετρίνα ηλεκτρονίων, τα μιονικά νετρίνα και τα νετρίνα τ. Κάθε τύπος έχει διαφορετική μάζα. Οι ειδικοί έχουν προσδώσει σε αυτούς τους τύπους τον χαρακτηρισμό «γεύσεις».

Ως πρόσφατα οι επιστήμονες πίστευαν ότι τα νετρίνα δεν μπορούν να αλλάξουν από τη μία γεύση στην άλλη. Οι ερευνητές στην Ιαπωνία είδαν όμως τα νετρίνα να μεταπηδούν από τη μία γεύση στην άλλη, ανακάλυψη που αναμένεται να προσφέρει νέα στοιχεία για αυτή την αρχέγονη ύλη του Σύμπαντος αλλά και να ρίξει φως σε διάφορα κοσμικά μυστήρια όπως το μυστήριο της αντιύλης.

Τα νετρίνα
Τα νετρίνα είναι στοιχειώδη σωματίδια που δημιουργούνται κατά τη ραδιενεργό διάσπαση, δηλαδή κατά τη διάρκεια πυρηνικών αντιδράσεων όπως αυτές που συντελούνται στο εσωτερικό των άστρων και στους πυρηνικούς αντιδραστήρες. Δημιουργούνται επίσης κατά την αλληλεπίδραση των κοσμικών ακτίνων με άτομα ύλης.

Τα περισσότερα νετρίνα που φθάνουν στη Γη προέρχονται από τον Ηλιο. Το πρόβλημα με τα συγκεκριμένα σωματίδια έγκειται κυρίως στο ότι είναι πολύ δύσκολο να ανιχνευθούν γιατί αλληλεπιδρούν πολύ ασθενώς με την ύλη και επιπλέον κινούνται σχεδόν με την ταχύτητα του φωτός.

Το πείραμα
Το πείραμα ΤΚ2 ξεκίνησε το 2010 και αναμενόταν να επιβεβαιώσει (ή όχι) αυτή την ικανότητα των νετρίνων να... μεταλλάσσονται. Το ΤΚ2 είναι μια διεθνής συνεργασία στην οποία συμμετέχουν περισσότεροι από 500 επιστήμονες από τη Γαλλία, τη Γερμανία, τη Μεγάλη Βρετανία, τις ΗΠΑ, την Ιαπωνία, την Ιταλία, τον Καναδά, τη Νότια Κορέα, την Πολωνία και τη Ρωσία.

Μια πηγή νετρίνων παράγει μιονικά νετρίνα, τα οποία στη συνέχεια συλλέγονται από διάφορους ανιχνευτές. Ο τελευταίος από αυτούς είναι ο Super-K, μια τεράστια υπόγεια εγκατάσταση που βρίσκεται σε απόσταση περίπου 300 χλμ. από την πηγή.

Δυστυχώς ο καταστροφικός σεισμός που έγινε το 2011 στην Ιαπωνία δεν επέτρεψε την επανάληψη και επιβεβαίωση των αρχικών παρατηρήσεων του πειράματος. Οι επιτελείς του ΤΚ2 εμφανίστηκαν στις 19 Ιουλίου σε συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Φυσικής που έγινε στη Στοκχόλμη και ανακοίνωσαν ότι οι ερευνητές είδαν τη μεταπήδηση των νετρίνων από τον έναν τύπο στον άλλον. Προηγούμενες έρευνες είχαν υποδείξει την ικανότητα των νετρίνων να μεταπηδούν από τον έναν τύπο στον άλλον, οι παρατηρήσεις όμως του πειράματος ΤΚ2 θεωρούνται οι πιο έγκυρες για να πιστοποιήσουν το φαινόμενο.

Ο κυνηγός
Ο ανιχνευτής NOvA του εργαστηρίου Fermilab, ο μεγαλύτερος ανιχνευτής νετρίνων στη Βόρεια Αμερική, ίσως επιτρέψει στους φυσικούς να μετρήσουν τη μάζα των θεμελιωδών αυτών σωματιδίων, ενώ παράλληλα θα μελετήσει το κατά πόσο βοήθησαν την ύλη να κυριαρχήσει έναντι της αντιύλης λίγο μετά τη Μεγάλη Εκρηξη που γέννησε το Σύμπαν. Το γιγάντιο μηχάνημα που συναρμολογείται στη Μινεσότα θα μελετήσει την ισχυρότερη δέσμη νετρίνων του κόσμου, η οποία θα εκπέμπεται από έναν επιταχυντή του Fermilab κοντά στο Σικάγο και θα περνά μέσα από 810 χιλιόμετρα συμπαγούς βράχου.

ΤΟ ΒΗΜΑ

Τετάρτη 24 Ιουλίου 2013

Το «ευχαριστώ» που δεν είπαμε…

Ακούγοντας τη λέξη «ευγνωμοσύνη», το μυαλό μας πηγαίνει σε κώδικες ευγένειας και τρόπους καλής συμπεριφοράς. Σ’ αυτό βοηθούν και τα ίδια τα λεξικά: «αναγνώριση από κάποιον της ευεργεσίας που του έκανε κάποιος άλλος, καθώς και έντονα φιλική διάθεση προς αυτόν». Το συμπέρασμα προκύπτει αβίαστα: Για κάποιον που ζει σε μια ερημιά μακριά απ’ τον κόσμο, το αίσθημα της ευγνωμοσύνης θα πρέπει να είναι ανύπαρκτο!

Όμως, αν υπερβούμε αυτή την απλουστευτική ανθρωποκεντρική προσέγγιση της έννοιας, θα αντιληφθούμε ότι η ευγνωμοσύνη δεν αφορά μόνο τη στενή σχέση μας με τον συνάνθρωπο ή την κοινωνία, αλλά, σε υψηλότερο επίπεδο, την υπερκόσμια σχέση μας με το Σύμπαν (έκφανση του οποίου είναι, ασφαλώς, και η κοινωνία). Κι αν δεχθούμε (όπως κάποιοι πιστεύουν) ότι το Σύμπαν δεν είναι παρά απεικόνιση της ίδιας μας της συνειδητότητας (άσχετα αν – κατά το «γνώθι σαυτόν» – ελάχιστα την έχουμε εξερευνήσει…), θα οδηγηθούμε στο συμπέρασμα πως η ευγνωμοσύνη είναι κατά βάθος σχέση αυτοπάθειας: Επικοινωνώ θετικά με το Σύμπαν = επικοινωνώ θετικά με τον εαυτό μου. Ή, με διαφορετικά λόγια, το Σύμπαν είναι καθρέφτης της συνειδητότητάς μου και ανακλά πίσω σ’ εμένα τόσο τα καλά, όσο και τα κακά μου αισθήματα και τα ανατροφοδοτεί!

Ακούμε συχνά πως δεν πρέπει να βιώνουμε αισθήματα κακίας. Μοιάζει με ηθική επιταγή, μα είναι κάτι θεμελιωδέστερο: είναι κατά κύριο λόγο θέμα αυτοσυντήρησης! Τα κακά αισθήματα που εκπέμπουμε και οι αρνητικές σκέψεις που κάνουμε ξαναγυρίζουν σ’ εμάς, εμείς είμαστε οι τελικοί τους αποδέκτες. Κατά μία έννοια, οι αρνητισμοί που παράγουμε μέσα μας (άσχετα αν τους κάνουμε ή όχι φανερούς στους άλλους) είναι όργανα αυτοκαταστροφής μας! (Αναφέρω σαν απτό παράδειγμα την επιστημονικά τεκμηριωμένη συσχέτιση ανάμεσα στις αρνητικές συμπεριφορές και τις καρδιακές παθήσεις, όπως αποκάλυψαν οι πρωτοποριακές έρευνες που διεξήγαγαν και δημοσίευσαν(*) ήδη από το 1959 οι Αμερικανοί καρδιολόγοι Meyer Friedman και Ray Rosenman.)

Στο αντίθετο άκρο του συναισθηματικού φάσματος βρίσκονται αυτοί που καλλιεργούν θετικά αισθήματα. Θα τους διακρίνετε εύκολα: Αποδέχονται την πραγματικότητα δίχως να μεμψιμοιρούν, δεν τους εξοργίζει η διαφορετικότητα, είναι ολιγαρκείς και όχι πλεονέκτες, και – το πιο σημαντικό – ακόμα και μέσα σε αντίξοες περιστάσεις αναζητούν τις θετικές πλευρές της ζωής και δεν παραλείπουν να εκφράσουν μέσα τους ευγνωμοσύνη γι’ αυτές! Για κάποιους πολιτισμούς (κι αυτό το σέβομαι απόλυτα) αυτό το τελευταίο δεν είναι απλά φιλοσοφική στάση αλλά θρησκευτική επιταγή…

Έζησα κάμποσα χρόνια σε μια κωμόπολη της Γιούτα, κοντά στους Μορμόνους. Αυτό που με εντυπωσίασε ιδιαίτερα ήταν η ανυπόκριτη αισιοδοξία τους, προϊόν ίσως και της βαθιάς θρησκευτικής τους πίστης (ανεξάρτητα από το πόσο αποδεκτά θα μπορούσαν να είναι σε κάποιον τα δόγματά της…). Σπάνια έβλεπες στα πρόσωπά τους ζωγραφισμένη την κατάθλιψη και τη μιζέρια. Όπως και σπάνια διέκρινες τον θυμό – το πιο αυτοκαταστροφικό, ίσως, από τα ανθρώπινα συναισθήματα!

Μη βιαστείτε να συμπεράνετε πως ήταν μια κοινωνία εύπορων ανθρώπων που είχαν λυμένα όλα τους τα προβλήματα. Κάθε άλλο! Αν κάπου αντίκρισα πραγματική φτώχεια, ήταν εκεί. Όμως, ήταν άνθρωποι που αναζητούσαν πάντα τις θετικές πλευρές της ζωής, νιώθοντας ευγνωμοσύνη γι’ αυτές χωρίς παράλληλα να μεμψιμοιρούν για κάθε τι που δεν συνέβαλλε στην ευτυχία τους. “Look at the bright spots!” συνήθιζε να λέει ένας καθηγητής μου στο Πανεπιστήμιο.

Η ανεργία κι εκεί μεγάλη. Είδα νέους Αμερικανούς με διδακτορικά να ξενιτεύονται στο Ισραήλ ή στις Αραβικές χώρες, μέχρι να βρεθεί κάποια θέση αντάξια των σπουδών τους πίσω στην πατρίδα τους. Θυμάμαι το κοριτσάκι ενός άνεργου γείτονα με τρία παιδιά (εκ των οποίων το ένα με ανάγκες ειδικής φροντίδας) να χτυπά δειλά την πόρτα μου κρατώντας από την αλυσίδα του το οικογενειακό σκυλάκι (ήταν γνωστά στη γειτονιά τα φιλοζωικά μου αισθήματα!) και να ζητά με ταπεινοφροσύνη αλλά και αξιοπρέπεια να τους «δανείσω» 20 δολάρια… Μα ποτέ δεν είδα τον κύριο Γουίλιαμς και την υπέρβαρη σύζυγό του κατηφείς και συνοφρυωμένους. Για να είμαι ειλικρινής, ήταν τα πρώτα χαμόγελα της ημέρας που εισέπραττα καθ’ οδόν προς το Πανεπιστήμιο!

Βέβαια, αυτό που συνέβαλλε ιδιαίτερα στην ανάπτυξη μιας θετικής στάσης ζωής σ’ εκείνη την κοινωνία (πέρα από τη θρησκευτική τους πίστη) ήταν το βαθύ αίσθημα αλληλεγγύης μεταξύ των μελών της, που το μοιράζονταν ακόμα και μ’ εκείνους που δεν ανήκαν στο θρησκευτικό τους δόγμα (δεν ξεχνώ τις σακούλες με τρόφιμα που εύρισκα συχνά έξω απ’ την πόρτα μου τον πρώτο, δύσκολο καιρό, χωρίς ποτέ να μάθω την προέλευσή τους!).

Αυτό το αίσθημα αλληλεγγύης έχει σταδιακά (και, φοβάμαι, οριστικά πια) χαθεί από την ελληνική κοινωνία μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, τότε που οι υψηλές αξίες της ζωής έδωσαν τη θέση τους στα άγρια ένστικτα της επιβίωσης. Έτσι, από κοινωνία ανθρώπων μεταλλαχθήκαμε σιγά-σιγά σε συνονθύλευμα εγωκεντρικών συνειδήσεων! Κι ο παρακμιακός αυτός μετασχηματισμός κοινωνικής συνείδησης ρίζωσε για τα καλά μέσα μας και επικράτησε ακόμα και σε περιόδους οικονομικής ευημερίας. Ώσπου φτάσαμε τελικά να υποκαταστήσουμε την κοινωνία με τη συντεχνία, συρρικνώνοντας την ανθρώπινη αλληλεγγύη τόσο ώστε να χωρέσει στα στενά πλαίσια των κοντόφθαλμων ταξικών συμφερόντων μας…

Αν και θα ερεθίσω πολλούς αναγνώστες μ’ αυτό που θα πω, ανήκω σ’ εκείνους που πιστεύουν ότι δικαίως η Ιστορία μάς τιμώρησε! Γιατί, μεθυσμένοι από την αφθονία που πρόσκαιρα μας προσφέρθηκε, το μόνο που ζητούσαμε ήταν περισσότερη αφθονία. Και, στο τέλος κάθε φαύλου κύκλου πλεονεξίας, ξεχνούσαμε πάντα να πούμε ένα «ευχαριστώ» για όσα είχαμε αξιωθεί να απολαύσουμε. Εγωκεντρικοί και άπληστοι, αυτό που μας ενδιέφερε – και το διεκδικούσαμε συχνά με βία και περίσσεια θυμού – ήταν να μην απολαύσει περισσότερα «η άλλη συντεχνία». Ε, λοιπόν, τώρα μπορούμε όλοι μαζί να μοιραστούμε ισομερώς και δίκαια το τίποτα! Κι επειδή ελάχιστα τιμήσαμε τη ζωή ως αυθυπόστατη αξία που δεν ζητά πιστοποίηση μέσω του (υπερ)καταναλωτισμού, ίσως μας έκανε καλό να ξαναθυμηθούμε τη σκληρότερη και πιο πρωτόγονη εκδοχή της: την επιβίωση. Και μάλιστα, βλέποντας το φαύλο κύκλο της Ιστορίας να κλείνει ειρωνικά εκεί που ξεκίνησε, με τους τότε ηττημένους κατακτητές σημερινούς αλαζονικούς «διασώστες»!

Κλείνω κι εγώ αυτό το σημείωμα με ένα σύντομο, σαρκαστικό στιχούργημα ενός άγνωστου, «οιονεί ποιητή»:

Ευγνωμοσύνη…

Κι εκεί που λέγαμ’ η ζωή μας στέρεψε,
κι εκεί που ο ήλιος στέγνωσε
τις δύο τελευταίες μας σταγόνες,
ανάμεσα στις φυλλωσιές
μες στο στενό δρομάκι
μοναχική ξεπρόβαλε μια κρήνη.
Κι ως ξεδιψάσαμε
για μια στιγμή μονάχα κοιταχτήκαμε.
Κι απρόθυμα πάλι κινήσαμε
ψελλίζοντας, «ε και;»…

(Ντίνος Πυργιώτης, «ΜΕΤΑ ΤΑ ΠΕΡΙΣΤΕΡΙΑ»)

(*) M. Friedman, R. Rosenman, “Association of specific overt behavior pattern with blood and cardiovascular findings”, Journal of the American Medical Association 169 (1959) 1286–1296.

Aixmi.gr

Παρασκευή 5 Ιουλίου 2013

Τιτανομαχία στον Ειρηνικό

Του Μιχάλη Σαμιωτάκη

Όταν ο αμερικανικός και ο ιαπωνικός στόλος ετοιμάζονταν να βρεθούν αντιμέτωποι στη ναυμαχία του Μίντγουει, η τύχη ολόκληρου του πολέμου επρόκειτο να κριθεί στις λεπτομέρειες...

«Φοβάμαι πως ξυπνήσαμε έναν κοιμώμενο γίγαντα»... Έτσι φέρεται να είπε ο ναύαρχος Γιαμαμότο αναφερόμενος στους αντιπάλους του, αμέσως μετά την απόλυτα επιτυχημένη αιφνιδιαστική επίθεση στο Περλ Χάρμπορ το Δεκέμβρη του 1941. Μόλις έξι μήνες αργότερα ο ίδιος θα είχε την ευκαιρία να μάθει με τον πικρότερο τρόπο πως οι φόβοι του είχαν βάση.

ΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ

Στην ευρύτερη ενότητα του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου η σύγκρουση στον Ειρηνικό ανάμεσα στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής και την Αυτοκρατορική Ιαπωνία σαφώς και είχε ξεχωριστά αίτια και μεγαλύτερο υπόβαθρο.

Κατ' αρχάς στην ηγεσία της Ιαπωνίας βρισκόταν μια μιλιταριστική ομάδα που εμφανώς διακατεχόταν από επεκτατικές τάσεις ενώ ο ρόλος του αυτοκράτορα Χιροχίτο ήταν περισσότερο τυπικός. Βέβαια αυτή η ροπή προς την κατάκτηση νέων εδαφών συνδεόταν άμεσα τόσο με την ανάγκη εξεύρεσης πρώτων υλών για την αναπτυσσόμενη βιομηχανία όσο και με το κενό «εξουσίας» που είχε δημιουργήσει η υποχώρηση της Μεγάλης Βρετανίας από τις μέχρι πρότινος αποικίες της.

Απ' την άλλη πλευρά η χώρα της Αστερόεσσας βρισκόταν ακόμα πληγωμένη από τη μεγάλη κρίση του 1929 και προσπαθούσε να ανακάμψει. Πρόεδρος ήταν ο δημοκρατικός Φράνκλιν Ρούσβελτ του οποίου η πολιτική βασιζόταν στην αποφυγή της εμπλοκής στον πόλεμο. Όμως οι εξελίξεις τον ανάγκασαν να προσαρμοστεί. Το γεγονός πως οι δύο χώρες έδειχνε πως θα προσχωρούσαν σε εχθρικά στρατόπεδα (Σύμμαχοι-Άξονας) αλλά και το ότι μια ναυτική δύναμη σαν την Αμερική δε μπορούσε να αφήσει έναν αντίπαλο να επεκτείνεται επικίνδυνα, αναπόφευκτα οδήγησαν στον πόλεμο που η έναρξή του σηματοδοτήθηκε από το Περλ Χάρμπορ. Από εκεί και πέρα η μοίρα των δύο χωρών άρχισε να ακροβατεί σε ένα παράξενα τεντωμένο συρματόσκοινο.

ΤΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ

Ας δούμε όμως εν συντομία την κατάσταση στην οποία βρίσκονταν οι δυο αντιμαχόμενες πλευρές λίγο πριν την καινούρια και πλέον σημαντική εμπλοκή τους.

Η χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου από στρατιωτικής άποψης βρισκόταν στο καλύτερο σημείο που θα έφτανε ποτέ κατά τη διάρκεια του πολέμου. Διέθετε 11 θωρηκτά όταν όλα τα αντίστοιχα πλοία των Αμερικανών είχαν καταστραφεί στο Περλ Χάρμπορ, οι πιλότοι της ήταν εμπειρότεροι και με τον αέρα του υπέρτερου, είχε τριπλάσια καταδρομικά, μα πάνω απ' όλα η σημαία της κυμάτιζε στο κατάστρωμα οχτώ αξιόλογων αεροπλανοφόρων όταν την ίδια στιγμή οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούσαν να αντιτάξουν μόλις τρία.

Τη μειονεκτική θέση των Αμερικανών επιδείνωνε βέβαια και το ιδιαίτερα αρνητικό κλίμα που επικρατούσε πίσω στη «πατρίδα». Δημοσιεύματα στο τύπο αναφέρονταν σε ενδεχόμενη Ιαπωνική απόβαση στις ανατολικές ακτές την ίδια ώρα που οι Ρεπουμπλικάνοι σχεδόν ζητούσαν την καταψήφιση της κυβέρνησης Ρούζβελτ σε καιρό πολέμου. Ήταν παραπάνω από εμφανές πως μια νέα ήττα θα σήμαινε πιθανώς και την πρόωρη συνθηκολόγηση της άλλοτε κραταιής υπερδύναμης και φυσικά με κάθε άλλο παρά ευνοϊκούς όρους.

ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ

Η ιαπωνική τακτική του Ναυάρχου Γιαμαμότο δεν διεκδικούσε δάφνες πρωτοτυπίας. Εκμεταλλευόμενος τη συντριπτική του υπεροπλία σε μάχιμες μονάδες επιθυμούσε να καταστρέψει τις εναπομείνασες αντίπαλες δυνάμεις ώστε να μείνει μόνος και ελεύθερος στο «θέατρο» του Ειρηνικού. Του ήταν αρκετή όπως πίστευε απλά μια αιφνιδιαστική ισχυρή επίθεση για να το πετύχει. Φανατικός παίκτης του πόκερ ο ίδιος βασίστηκε σε μια κλασική «μπλόφα» για να προωθήσει το σχέδιό του. Μια δύναμη από δύο ελαφριά αεροπλανοφόρα και τέσσερα θωρηκτά θα επιτίθετο στις Αλεούτιες Νήσους, ένα μικρό σύμπλεγμα ανοιχτά της Αλάσκας που όμως κανείς δεν θεωρούσε ιδιαίτερης στρατηγικής σημασίας. Το θέμα ήταν η συγκεκριμένη επίθεση να «τραβήξει» προς τα εκεί ένα μέρος του αμερικανικού στόλου ώστε να επιτευχθεί η διάσπασή του. Αμέσως μετά η κύρια ιαπωνική δύναμη, ο τρομακτικός πρώτος στόλος αποτελούμενος από έξι αεροπλανοφόρα (Ακάγκι, Χιρίγιου, Σορίγιου, Κάγκα, Ζοϊκάκου και Σοκάκου) θα χτυπούσε και θα καταλάμβανε το Μίντγουεϊ, ένα κοραλλιογενές νησί που βρίσκεται δύο χιλιάδες χιλιόμετρα βορειοδυτικά της Χαβάης πάνω στο οποίο υπήρχε αεροδρόμιο και αμερικανική βάση. Έτσι ο Γιαμαμότο αφενός θα αποκτούσε ένα έξοχο προπύργιο για την περαιτέρω διεξαγωγή του επιθετικού πολέμου αν χρειαζόταν, αφετέρου έριχνε ένα πολύ ισχυρό δόλωμα για να υποχρεώσει τα αμερικανικά αεροπλανοφόρα να εμφανιστούν και να τελειώνει μια και καλή μαζί τους με μια γρήγορη καταιγιστική έφοδο. Ίσως θεωρούσε πως είχε στήσει την τέλεια παγίδα. Ήταν όμως έτσι;

Η ΔΥΝΑΜΗ ΤΗΣ ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΚΟΠΕΙΑΣ

Από την άλλη πλευρά ο διοικητής των δυνάμεων του Ειρηνικού Ναύαρχος Νίμιτς γνώριζε καλά πως δεν είχε πολλά περιθώρια. Περίμενε πως οι Ιάπωνες αργά η γρήγορα θα έκαναν την κίνησή τους και έπρεπε πάση θυσία να τους αντιμετωπίσει αποτελεσματικά παρά το μειονέκτημα δυνάμεων. Το πλέον σημαντικό πρόβλημα παρ' όλα αυτά ήταν πως δε γνώριζε καθόλου το σημείο στο οποίο ο επιτιθέμενος θα επέλεγε να δοθεί η μάχη.

Γι' αυτό λοιπόν βασίστηκε εκεί που όπως αποδείχτηκε οι Ηνωμένες Πολιτείες υπερτερούσαν κατά πολύ. Στις υπηρεσίες πληροφοριών.

Ανώτερος στον αντίστοιχο κλάδο του Ναυτικού ήταν ο ιδιαίτερα ικανός Πλωτάρχης Τζόζεφ Ρόντσφορντ ο οποίος στην προηγούμενη σύγκρουση στη Θάλασσα των Κοραλλιών είχε προβλέψει με ακρίβεια τις κινήσεις του εχθρού. Ο ίδιος μέσα από εντατικές παρακολουθήσεις και εκμεταλλευόμενος το ότι λίγο καιρό νωρίτερα οι ομοεθνείς του είχαν καταφέρει να «σπάσουν» τον κώδικα επικοινωνίας των αντιπάλων κατέληξε στο συμπέρασμα πως κάτι πολύ σημαντικό επρόκειτο να συμβεί στο σημείο «ΑΦ». Κι ενώ προσπαθούσε να λύσει τον απαιτητικό γρίφο ταυτοποίησης του σημείου η νεράιδα της τύχης έκανε την πρώτη αλλά πολύ σημαντική εμφάνισή της. Σε ανύποπτη στιγμή ένα ιαπωνικό αναγνωριστικό ανέφερε ότι πετάει πάνω από το «ΑΦ». Η ραδιο-τριγωνομέτρηση που ακολούθησε έδωσε στον Ρόντσφορντ την απάντηση που τόσο επιζητούσε. Στόχος των Ιαπώνων ήταν το Μίντγουεϊ.

ΤΟ ΧΑΜΕΝΟ ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑ

Παρά την γραφειοκρατία και τη σύγκρουση εξουσιών με αντίστοιχους κλάδους πληροφοριών στο Πεντάγωνο οι Αμερικανοί γνώριζαν πλέον πως το «ΑΦ» είναι το Μίντγουεϊ και συνεπώς το στοιχείο του αιφνιδιασμού για την ιαπωνική πλευρά είχε χαθεί. Όπως είναι επίσης ευνόητο ο αντιπερισπασμός στις Αλεούτιες Νήσους δεν επρόκειτο να πετύχει απολύτως τίποτα.

Το γεγονός αυτό μαζί με το ότι δύο από τα ιαπωνικά αεροπλανοφόρα που ήταν προγραμματισμένο να συμμετέχουν στην επιχείρηση (Ζουικάκου και Σοκάκου) βρίσκονταν για επισκευές και ο Γιαμαμότο έκρινε σκόπιμο να μην τα περιμένει άρχισαν σιγά-σιγά να μετριάζουν το τεράστιο ντεζαβαντάζ δυνάμεων που είχε να αντιπαρέλθει ο Νίμιτς. Σε αυτά αξίζει να προσθέσουμε ακόμα πως το αεροπλανοφόρο Γιορκτάουν κατάφερε να επουλώσει τις πληγές του από προηγούμενη μάχη και με μια επισκευή «εξπρές» διάρκειας μόλις 72 ωρών τέθηκε και πάλι σε υπηρεσία (την ώρα που ο εχθρός δεν το υπολόγιζε).

Ίσως τελικά τα πράγματα να μην ήταν και τόσο απελπιστικά για τις Ηνωμένες Πολιτείες...

ΟΙ ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ

Στις αρχές του Ιούνη του 1942 δύο σχηματισμοί που ο καθένας δεν γνώριζε ούτε τη σύνθεση ούτε την ακριβή θέση του άλλου βρίσκονται ανοιχτά του Μίντγουεϊ.

Της ιαπωνικής δύναμης των τεσσάρων τελικά αεροπλανοφόρων πρώτης γραμμής (Ακάγκι, Κάγκα, Χιρίγιου και Σορίγιου) ηγείται ο σκληροτράχηλος Αντιναύαρχος Τσουίκι Ναγκούμο θριαμβευτής του Περλ Χάρμπορ.

«Απέναντί» του στέκεται ο Υποναύαρχος Ρέϊμοντ Σπρούανς ο οποίος επελέγη την τελευταία στιγμή για τη θέση του Διοικητή της αμυντικής δύναμης παρά το ότι δεν είχε στο ενεργητικό του εμπειρία σε παρόμοια θέση. Υπό τις εντολές του βρίσκονται τα αεροπλανοφόρα Χόρνετ, Γιορκτάουν και φυσικά το εμβληματικό Εντερπράιζ.

Η Ιστορία είχε επιμελώς ετοιμάσει το έδαφος για μια σύγκρουση που επρόκειτο να την αλλάξει...

Η ΝΑΥΜΑΧΙΑ

Τις πρώτες ώρες της 4ης Ιούνη του 1942 τελικά οι δυο αντιμαχόμενοι μπήκαν στην φανταστική αρένα μάχης.

Πρώτα τα ιαπωνικά βομβαρδιστικά εφορμούν στη βάση του Μίντγουεϊ χωρίς όμως να πλήξουν αρκετά τους στρατηγικούς στόχους που επιθυμούσαν.

Παράλληλα από το ίδιο σημείο απογειώνονται όσα αμερικανικά αεροσκάφη υπήρχαν με στόχο τον εντοπισμό των εχθρικών αεροπλανοφόρων.

Την ίδια στιγμή ο Σπρούανς αν και δε γνωρίζει που ακριβώς βρίσκεται ο Ναγκούμο, ούτε αν τα καύσιμα των αεροπλάνων του είναι αρκετά για να φτάσουν ως εκεί, παίρνει μια απόφαση που θα αποδεικνύετο παραπάνω από σημαντική. Ολική επίθεση. Μετά από λίγο σμήνη βομβαρδιστικών, τορπιλοπλάνων και καταδιωκτικών και από τα τρία αεροπλανοφόρα πετούν ανακατεμένα προς μη συγκεκριμένο προορισμό.

Λίγες ώρες αργότερα τα βομβαρδιστικά που είχαν απογειωθεί από το Μίντγουεϊ βρίσκουν τους Ιάπωνες και κατά κύματα επιτίθενται εναντίον τους. Ή για την ακρίβεια προσπαθούν να επιτεθούν.

Ένα σφοδρό μπαράζ αντιαεροπορικών σε συνδυασμό με τα πολύ ευέλικτα και ισχυρά ιαπωνικά καταδιωκτικά (Α6 Ζέρο) τα καθηλώνουν. Οι πιλότοι του Στρατού και των Πεζοναυτών με τα σχετικά ξεπερασμένα αεροσκάφη τους δεν έχουν καμιά ελπίδα. Υφίστανται τρομερές απώλειες χωρίς καν να καταφέρουν να πετύχουν ένα χτύπημα.

Όμως ο σχετικά μεγάλος αριθμός τους (είπαμε ότι οι Αμερικανοί περίμεναν την επίθεση κι έτσι είχαν στείλει όσες διαθέσιμες μονάδες μπορούσαν στο νησί) μπερδεύει τον Ναγκούμο. Ο ίδιος θεωρεί ότι έχει αποκρούσει και την επίθεση από τα αεροπλανοφόρα και εφησυχάζει. Διατάζει μάλιστα τα τορπιλοπλάνα του να προσνηωθούν για να οπλιστούν με βόμβες, να εφοδιαστούν και να επιδράμουν εκ νέου προς το Μίντγουεϊ.

Ήταν όμως η στιγμή που η Τύχη ξαναβγήκε στη σκηνή γελώντας πονηρά για να επιλέξει τον νικητή.

Τα βομβαρδιστικά του Εντερπράιζ με κατεστραμμένες τις επικοινωνίες και τα καύσιμα σε οριακό επίπεδο αναζητούσαν ακόμα το στόχο. Κι ενώ η διαταγή επιστροφής ήταν ζήτημα λεπτών παρατήρησαν τα απόνερα από ένα μοναχικό ιαπωνικό καταδρομικό και αποφάσισαν να το ακολουθήσουν μήπως τους οδηγήσει σε κάτι πιο ενδιαφέρον. Πράγματι μετά από λίγο μπροστά τους απλώνονταν τα εχθρικά αεροπλανοφόρα και μάλιστα με το κατάστρωμα γεμάτο αεροπλάνα, βόμβες και χυμένο πετρέλαιο. Εκείνη τη στιγμή στην ουσία επρόκειτο για πλωτές πυριτιδαποθήκες.

Τα Ζέρο έτρεξαν και πάλι να σώσουν την παρτίδα. Αυτή τη φορά όμως τα πράγματα είναι διαφορετικά. Οι πιλότοι του Ναυτικού είναι πιο ικανοί, περισσότερο εκπαιδευμένοι και τα αεροσκάφη κάθετης εφόρμησης (SBD 2) πολύ πιο αποτελεσματικά.

Το Κάγκα είναι το πρώτο που δέχεται επίθεση. Τρεις βόμβες σε διαφορετικά σημεία το αχρηστεύουν. Ακολουθεί το Ακάγκι η ναυαρχίδα του πρώτου στόλου για το οποίο αρκούν μόλις δύο εύστοχα χτυπήματα. Από τις τρομακτικές εκρήξεις τραυματίζεται και ο ίδιος ο Ναγκούμο που προλαβαίνει να φυγαδευτεί από το πλοίο πριν αυτό βυθιστεί. Τέλος ένα σμήνος του Γιορκτάουν που καταφτάνει εκείνη τη στιγμή με τρεις γιγαντιαίες βόμβες χιλίων λιβρών σφραγίζει και τη μοίρα του Σορίγιου.

Μόνο το Χιρίγιου καταφέρνει να αποσπαστεί από το κολασμένο πεδίο και μένει να συνεχίσει μόνο του την άνιση μάχη.

Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΖΑΡΙΑ

Η βαριά πληγωμένη ναυτική δύναμη των Ιαπώνων κάνει την απέλπιδα προσπάθεια να κερδίσει έστω και το ελάχιστο από την αποτυχημένη επιχείρηση. Το πρώτο κύμα επίθεσης από το Χιρίγιου φεύγει άμεσα προς την κατεύθυνση που είχαν πάρει τα αμερικανικά βομβαρδιστικά που επέστρεφαν.

Δύο ώρες αργότερα εντοπίζει τα αμερικανικά αεροπλανοφόρα αλλά τα καταδιωκτικά του Εντερπράιζ που βρίσκονται στον αέρα κατά σύμπτωση πάλι, το αναχαιτίζουν. Το μόνο του επίτευγμα είναι δύο επιτυχημένα χτυπήματα (όχι πολύ σοβαρά) στο Γιορκτάουν μέσα στη γενική σύγχυση.

Το δεύτερο κύμα που ακολουθεί πετυχαίνει περισσότερα. Δύο τορπίλες καταστρέφουν το σύστημα πλοήγησης του ήδη πληγωμένου Γιορκτάουν και στην ουσία το καταδικάζουν (τη χαριστική βολή θα την έδινε εχθρικό υποβρύχιο δύο μέρες αργότερα).

Όμως τη στιγμή που ετοιμαζόταν και τρίτο κύμα επίθεσης τα βομβαρδιστικά του Εντερπράιζ εντοπίζουν αθόρυβα το Χιρίγιου που με τη σειρά του συναντά τους μεταλλικούς συντρόφους του στον αφιλόξενο βυθό του Ατλαντικού.

Αυτό ήταν. Η επική Ναυμαχία είχε τελειώσει . Και είχε ξεκάθαρο νικητή.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ-ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Τις επόμενες ημέρες τα απομεινάρια του Ιαπωνικού στόλου αποχώρησαν και το Μίντγουεϊ παρέμεινε άθικτο.

Ο πόλεμος ανάμεσα στις δύο πλευρές δεν είχε σε καμία περίπτωση τελειώσει. Είχε όμως κριθεί.

Σε όλες τις πολύνεκρες συγκρούσεις που ακολούθησαν οι Ιάπωνες είχαν χάσει τη πρωτοβουλία κινήσεων που τους διέκρινε, ίσως και την πίστη στον εαυτό τους. Αρκετά λογικό αν σκεφτεί κανείς πως ενώ είχαν τον αντίπαλο «στα σχοινιά», δέχτηκαν ένα τόσο ισχυρό χτύπημα που τους έκανε να χάσουν την ισορροπία τους.

Κάποιοι λένε πως ήταν τέτοια η υπεροπλία των Αμερικανών στη πολεμική βιομηχανία που ακόμα κι αν δεν πετύχαιναν τόσα στη συγκεκριμένη ναυμαχία αργά ή γρήγορα θα έπαιρναν το «πάνω χέρι» στον Ειρηνικό. Πολλοί πάλι υποστηρίζουν πως μια ήττα θα έφερνε τέτοια ανισορροπία στο συσχετισμό ναυτικών δυνάμεων που κάθε απόπειρα ανακοπής της ιαπωνικής προέλασης θα ήταν απλά αδύνατη. Και τότε η σύνθεση των νικητών του Δευτέρου Παγκοσμίου θα ήταν τελείως διαφορετική ...

Όμως όσο τα χρόνια περνάνε, τα γαλανά νερά του αρχιπελάγους της Χαβάης έχουν να λένε στα Άλμπατρος που τα διαπερνούν, πως κάποιον Ιούνη του παρελθόντος στο βορειοδυτικό μέρος τους έξω από ένα μικρό ασήμαντο κατά τα άλλα νησάκι, γράφτηκε Ιστορία.

Πηγή: aek365.gr