Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Φιλοσοφία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Φιλοσοφία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 2 Οκτωβρίου 2024

Κορνήλιος Καστοριάδης: Το βαρύ προνόμιο της Δύσης


Από το βιβλίο "Η άνοδος της ασημαντότητας""Πώς μπορείτε να καταρρίψετε το ιστορικό σχήμα της πάλης των τάξεων")
Στην ιστορία της Δύσης υπάρχουν αναρίθμητες φρικαλεότητες, τις οποίες η Δύση διέπραξε τόσο εναντίον των άλλων όσο και εναντίον του ίδιου του εαυτού της. Οι φρικαλεότητες όμως δεν αποτελούν προνόμιο της Δύσης. Παντού στον κόσμο υπάρχει συσσώρευση φρίκης, είτε πρόκειται για την Kίνα, την Ινδία, την Αφρική πριν από την αποικιοκρατία, είτε για τους Αζτέκους. H ιστορία της ανθρωπότητας δεν είναι η ιστορία της πάλης των τάξεων. Είναι η ιστορία των φρικαλεοτήτων - αν και όχι μόνον αυτή.

Yπάρχει, οπωσδήποτε, ένα θέμα προς συζήτηση: το θέμα του ολοκληρωτισμού. Eίναι ο ολοκληρωτισμός - όπως το νομίζω - η κατάληξη της τρέλας για κυριαρχία ενός πολιτισμού ο οποίος διέθετε τα μέσα εξόντωσης και χρησιμοποίησε την πλύση εγκεφάλου σε τέτοια κλίμακα που ποτέ άλλοτε δεν γνώρισε η Iστορία; Eίναι ο ολοκληρωτισμός ένα διεστραμμένο πεπρωμένο, εγγενές στη σύγχρονη εποχή, με όλες τις αμφισημίες που τη χαρακτηρίζουν; Eίναι, μήπως, κάτι άλλο ο ολοκληρωτισμός; Για τη συζήτησή μας το θέμα αυτό, αν μπορώ να πω, είναι θεωρητικό. Kαι είναι θεωρητικό στο μέτρο που τις φρικαλεότητες του ολοκληρωτισμού η Δύση τις έστρεψε εναντίον των δικών της (των Eβραίων συμπεριλαμβανομένων). Eίναι θεωρητικό στο μέτρο που η φράση «σκοτώστε τους όλους, ο θεός θα ξεχωρίσει τους δικούς του», δεν είναι φράση του Λένιν, αλλά ενός πολύ θεοσεβούμενου χριστιανού δούκα και ελέχθη όχι τον 20ό αλλά το 16ο αιώνα. Eίναι θεωρητικό, στο μέτρο που οι ανθρώπινες θυσίες έχουν εφαρμοστεί αφειδώς και σε τακτά χρονικά διαστήματα από τις μη ευρωπαϊκές κουλτούρες κ.λπ. Tο Iράν του Xομεϊνί οπωσδήποτε δεν είναι προϊόν του Διαφωτισμού.

Υπάρχει όμως κάτι το οποίο αποτελεί την ιδιομορφία, τη μοναδικότητα και το βαρύ προνόμιο της Δύσης: πρόκειται γι' αυτή την κοινωνικο-ιστορική αλληλουχία που ξεκινά στην αρχαία Ελλάδα και αρχίζει ξανά, από το 11ο αιώνα και μετά, στη δυτική Ευρώπη. Αυτή είναι η μόνη στην οποία βλέπουμε να προβάλει ένα πρόταγμα ελευθερίας, ατομικής και συλλογικής αυτονομίας, κριτικής και αυτοκριτικής. H πιο εντυπωσιακή επιβεβαίωση αυτού είναι ακριβώς ο λόγος ο οποίος καταγγέλλει τη Δύση. Διότι στη Δύση έχουμε τη δυνατότητα -τουλάχιστον ορισμένοι από εμάς- να καταγγέλλουμε τον ολοκληρωτισμό, την αποικιοκρατία, το δουλεμπόριο των Μαύρων, την εξόντωση των Ινδιάνων στην Aμερική. Όμως δεν έχω δει τους απογόνους των Αζτέκων, των Ινδών ή των Κινέζων να κάνουν μια ανάλογη αυτοκριτική. Απεναντίας, βλέπω ότι ακόμη και σήμερα οι Ιάπωνες αρνούνται τις θηριωδίες που διέπραξαν κατά το B  Παγκόσμιο Πόλεμο.

Τις πταίει...

Οι Άραβες καταγγέλλουν συνεχώς ότι για όλα τα κακά που τους ταλαιπωρούν ­εξαθλίωση, έλλειψη δημοκρατίας, διακοπή της εξέλιξης του πολιτισμού τους κ.λπ.­ ευθύνεται η αποικιοκρατία την οποία υπέστησαν από τους Ευρωπαίους. Ωστόσο, η αποικιοκρατία σε αρκετές αραβικές χώρες διήρκεσε στη χειρότερη περίπτωση εκατόν τριάντα χρόνια (έτσι συνέβη στην Aλγερία, 1830-1962). Ομως οι ίδιοι αυτοί Aραβες, πριν από την αποικιοκρατία των Eυρωπαίων, είχαν υποστεί για πέντε αιώνες το ζυγό των Tούρκων. H τουρκική κυριαρχία στην εγγύς και τη Mέση Aνατολή αρχίζει τον 15ο αιώνα και τελειώνει το 1918. Aλλά οι Aραβες, καθώς οι Tούρκοι κατακτητές τους ήταν ομόθρησκοί τους μουσουλμάνοι, δεν μιλούν για την κυριαρχία αυτή.

Πάντως, η εξέλιξη της αραβικής κουλτούρας σταμάτησε το 11ο με 12ο αιώνα, δηλαδή οκτώ αιώνες πριν καν να μπορεί να γίνει λόγος για την κατακτητική επέκταση της Δύσης. Eξάλλου και αυτή η ίδια η αραβική κουλτούρα βασίστηκε στις κατακτήσεις, την εξόντωση και τη λίγο έως πολύ βίαια επιβολή της ισλαμικής θρησκείας στους κατακτημένους πληθυσμούς. Στην Aίγυπτο το 550 μ.X. δεν υπήρχαν Aραβες, όπως δεν υπήρχαν Aραβες, τότε, ούτε στη Λιβύη ούτε στην Aλγερία ούτε στο Mαρόκο ούτε στο Iράκ. Οι Aραβες που βρίσκονται τώρα εκεί είναι απόγονοι των κατακτητών που κυρίευσαν αυτές τις χώρες και που επέβαλαν, με ή χωρίς βία, στους τοπικούς πληθυσμούς τη δική τους θρησκεία. Δεν βλέπω όμως να γίνεται καμία κριτική αυτών των γεγονότων μέσα στο χώρο του αραβικού κόσμου. Kατά τον αυτό τρόπο, μιλάμε βεβαίως για το δουλεμπόριο των Mαύρων απο τους Eυρωπαίους (16ος αιώνας και εντεύθεν), αλλά δεν μιλάμε ποτέ για το γεγονός ότι το δουλεμπόριο και η συστηματική υποδούλωση των Mαύρων στην Aφρική τα εγκαινίασαν Aραβες έμποροι (11ος - 12ος αιώνας και εντεύθεν, με τη συνενοχή - συμμετοχή, όπως πάντα, βασιλιάδων και φυλάρχων). Eπίσης, δεν μιλάμε για το γεγονός ότι η δουλεία δεν καταργήθηκε αυθόρμητα σε καμία ισλαμική χώρα και ότι σε κάποιες από αυτές η δουλεία ισχύει ακόμη και σήμερα.

Δεν θέλω να πω με κανέναν τρόπο ότι όλα αυτά απαλείφουν τα εγκλήματα που διέπραξαν οι Δυτικοί. Λέω μόνον ότι η ιδιαιτερότητα του δυτικού πολιτισμού έγκειται ακριβώς στην ικανότητά του της αυτοαμφισβήτησης και της αυτοκριτικής. Στην ιστορία της Δύσης, όπως και σε όλες τις άλλες ιστορίες, υπάρχουν θηριωδίες και φρικαλεότητες.

Αλλά όμως μόνον η Δύση δημιούργησε την ικανότητα για εσωτερική αμφισβήτηση ­αμφισβήτηση των ίδιων των θεσμών και των ιδεών της εν ονόματι της λογικής συζήτησης μεταξύ των ανθρώπων, η οποία παραμένει ανοιχτή στο διηνεκές και δεν αναγνωρίζει έσχατο δόγμα.

Δευτέρα 8 Ιουλίου 2024

Αναζητώντας το νόημα του χώρου και του χρόνου


Τι είναι στ' αλήθεια ο χώρος και ο χρόνος; Ίσως το σημείο συνάντησης της φιλοσοφίας με τη φυσική επιστήμη...

Γράφει ο Κώστας Παπαχρήστου

Όταν ακούμε τις λέξεις «χώρος» και «χρόνος» σκεφτόμαστε δύο έννοιες ξέχωρες μεταξύ τους. Κι αυτό είναι αλήθεια για κάθε μεμονωμένο παρατηρητή, που δεν συσχετίζει τα φαινόμενα που εκείνος αντιλαμβάνεται με το πώς τα αντιλαμβάνεται κάποιος άλλος. Βέβαια, σύμφωνα με τη Θεωρία της Σχετικότητας, ο συσχετισμός των παρατηρήσεων δύο παρατηρητών αποκαλύπτει ένα είδος διαπλοκής ανάμεσα στον χώρο και τον χρόνο: ό,τι είναι «χώρος» για τον έναν παρατηρητή μπορεί να είναι «χρόνος» για τον άλλον! Είναι αξιοσημείωτο ότι κάτι παρόμοιο υπαινίχθηκε φιλοσοφικο-ποιητικά ο Βάγκνερ στον "Πάρσιφαλ", πολύ πριν μας το βεβαιώσει ο Αϊνστάιν:

«Βλέπεις, γιε μου, σ' αυτό εδώ το μέρος ο χρόνος γίνεται χώρος!»

Για να απλουστεύσουμε τα πράγματα, στην παρούσα συζήτηση θα θεωρήσουμε τον χώρο και τον χρόνο σαν δύο αυτόνομες έννοιες, που κάθε μία την αντιλαμβανόμαστε ανεξάρτητα από την άλλη. (Μπορούμε όμως να τις συνδυάσουμε ώστε να ορίσουμε σύνθετα φυσικά μεγέθη, όπως π.χ. η ταχύτητα ενός κινούμενου αντικειμένου.)

Θα πρέπει να τονίσουμε εξαρχής ότι ο χώρος και ο χρόνος δεν αποτελούν φυσικά αντικείμενα, ούτε φυσικά φαινόμενα (μας προειδοποίησε, άλλωστε, γι' αυτό ο Καντ στην «Κριτική» του). Συνθέτουν ένα νοητικό πλαίσιο μέσα στο οποίο αντιλαμβανόμαστε τα φυσικά αντικείμενα και τα φυσικά φαινόμενα. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο χώρος σχετίζεται με το «είναι», ενώ ο χρόνος με το «γίγνεσθαι». Και, στο πλαίσιο του «είναι» διαχωρίζεται το «εδώ» από το «εκεί», ενώ, στο πλαίσιο του «γίγνεσθαι», το «πριν» από το «μετά».

Ο χώρος, όμως, χάνει τη σημασία του χωρίς τα αντικείμενα, όπως και ο χρόνος χωρίς τα φαινόμενα. Αν δώσουμε, π.χ., ραντεβού στην Ομόνοια, θα βρεθούμε εκεί ακολουθώντας συγκεκριμένες διαδρομές με γνώριμα φυσικά χαρακτηριστικά (δρόμοι, σπίτια, δέντρα, κλπ). Αν με κάποιον τρόπο τα αντικείμενα αναφοράς εξαφανίζονταν (και δεν είχαμε στην τσέπη πυξίδα, ούτε μεζούρα για να μετρούμε αποστάσεις) θα ήταν αδύνατο να φτάσουμε στον προορισμό μας. Ο κενός χώρος ανάμεσα στο σημείο που βρισκόμαστε και στην Ομόνοια δεν θα μας έδινε την παραμικρή πληροφορία για να προσανατολιστούμε!

Από την άλλη, ας υποθέσουμε ότι κάποιος σας ζητά να φέρετε στη σκέψη σας το έτος 2004. Ο αριθμός 2004 από μόνος του είναι κενός περιεχομένου, αποκτά όμως περιεχόμενο αν τον συσχετίσουμε με γεγονότα, δηλαδή μεταβολές σε σχέση με προϋπάρχουσες καταστάσεις. Έτσι, το έτος 2004 ήταν το χρονικό διάστημα μέσα στο οποίο έλαβαν χώρα φαινόμενα όπως οι Ολυμπιακοί Αγώνες της Αθήνας, το ευρωπαϊκό κύπελλο που κατέκτησε η εθνική ομάδα ποδοσφαίρου, το νέο σπίτι που αποκτήσατε, ο γάμος της κόρης σας, κλπ.

Αν όμως σας είχαν κλείσει ολόκληρη τη δεκαετία του 2000 σε ένα δωμάτιο χωρίς ραδιόφωνο, τηλεόραση, διαδίκτυο, πρόσβαση στον Τύπο, και, γενικά, χωρίς την παραμικρή επαφή με τον έξω κόσμο, και μετά σας ζητούσαν να αναφέρετε κάτι για το έτος 2004, είναι βέβαιο ότι δεν θα μπορούσατε να πείτε το παραμικρό, ακόμα κι αν είχατε τη δυνατότητα να ξεφυλλίζετε καθημερινά ένα ημερολόγιο τοίχου! Καμία μεταβολή δεν θα συνέβαινε για εσάς από μέρα σε μέρα κι από χρονιά σε χρονιά μέσα στη δεκαετία του εγκλεισμού σας, και έτσι, κανένα σημείο αναφοράς δεν θα υπήρχε που να δίνει στο «έτος 2004» κάποια ξεχωριστή σημασία...

Στο σημείο αυτό, θα ήθελα να παραθέσω ένα εκτενές απόσπασμα από ένα άρθρο του 2019 στο «Βήμα». Θέτει τον χρόνο σε πρώτο πλάνο και εξετάζει αν, κόντρα στο δεύτερο θερμοδυναμικό αξίωμα, θα μπορούσαμε να τον γυρίσουμε προς τα πίσω...

--------------------------------

Τι είναι χρόνος; Αν με ρωτήσει κάποιος, ομολογώ πως δεν έχω πειστική απάντηση. Κατά καιρούς έχω ακούσει χαριτωμένες εκφράσεις του τύπου «το φυσικό φαινόμενο του χρόνου»! Βέβαια, ο χρόνος αυτός καθαυτόν δεν είναι φυσικό φαινόμενο. Είναι απλά μία φυσική διάσταση με τη βοήθεια της οποίας περιγράφουμε την δυναμική των φυσικών φαινομένων. Μια διάσταση που μας επιτρέπει να ξεχωρίσουμε το «πριν» από το «μετά», όπως με τις διαστάσεις του χώρου ξεχωρίζουμε το «εδώ» από το «εκεί».

Όμως, πότε μία φυσική κατάσταση αντιστοιχεί στο «πριν», και πότε στο «μετά»; Με άλλα λόγια, πώς ορίζεται το λεγόμενο «βέλος του χρόνου» που προσδίδει στον χρόνο κατεύθυνση από το παρελθόν προς το μέλλον;

Στο φημισμένο βιβλίο του «Το Χρονικό του Χρόνου» (“A Brief History of Time”) ο Στίβεν Χόκινγκ περιγράφει τρεις (εν τέλει, ισοδύναμες) εκδοχές του βέλους του χρόνου:

1. Το θερμοδυναμικό βέλος του χρόνου. Είναι η κατεύθυνση του χρόνου στην οποία μεγαλώνει η αταξία (ή, εντροπία) ενός κλειστού συστήματος σωματιδίων (π.χ., των μορίων ενός ιδανικού αερίου μέσα σε ένα θερμικά μονωμένο δοχείο), σύμφωνα με τον δεύτερο νόμο της θερμοδυναμικής.

2. Το ψυχολογικό βέλος του χρόνου. Είναι η κατεύθυνση στην οποία αισθανόμαστε ότι ο χρόνος περνά, έτσι ώστε να θυμόμαστε το παρελθόν αλλά όχι το μέλλον.

3. Το κοσμολογικό βέλος του χρόνου. Είναι η χρονική κατεύθυνση κατά την οποία το σύμπαν διαστέλλεται, όπως τουλάχιστον τούτη τη στιγμή συμβαίνει.

Ένα κλασικό θερμοδυναμικό σύστημα αποτελείται από ένα τεράστιο πλήθος σωματιδίων. Σε μικροσκοπικό επίπεδο, οι φυσικοί νόμοι που διέπουν την κίνηση ενός μεμονωμένου σωματιδίου δεν ξεχωρίζουν την κίνηση προς το μέλλον από εκείνη προς το παρελθόν. Αν εξετάσει κάποιος, όμως, την συμπεριφορά ολόκληρου του συστήματος, θα παρατηρήσει ότι μερικές φυσικές διαδικασίες δεν συμβαίνουν ποτέ σε αντίστροφη χρονική τάξη, ακόμα και αν δεν παραβιάζουν φυσικούς νόμους όπως η διατήρηση της ενέργειας. Για παράδειγμα, ενώ μία σταγόνα μελάνης απλώνεται (διαχέεται) μέσα σε ένα ποτήρι με νερό, το αντίστροφο φαινόμενο αυθόρμητου ανασχηματισμού της σταγόνας ποτέ δεν παρατηρείται (εκτός αν το προκαλέσουμε εμείς με κάποια τεχνητή παρέμβαση στο σύστημα).

Η αρχική σταγόνα μελάνης αντιπροσωπεύει μία κατάσταση μέγιστης τάξης: όλα τα μόρια της μελάνης βρίσκονται συγκεντρωμένα σε μία καθορισμένη θέση μέσα στο νερό. Καθώς περνά ο χρόνος, όμως, η τάξη αυτή ολοένα και μειώνεται καθώς τα μόρια της μελάνης διασκορπίζονται μέσα στο νερό. Με άλλα λόγια, με το πέρασμα του χρόνου αυξάνει η αταξία (εντροπία) του συστήματος. Με ανάλογο τρόπο, ένα γυάλινο ποτήρι που πέφτει στο πάτωμα σπάει σε χίλια κομμάτια, τα οποία (δυστυχώς για εμάς αλλά ευτυχώς για τους κατασκευαστές γυαλικών, που θα έμεναν χωρίς δουλειά!) ποτέ δεν επανενώνονται αυθόρμητα ώστε να ξανασχηματίσουν το ποτήρι στην αρχική του μορφή. (Οι γνώστες του αμερικανικού μπιλιάρδου ας δώσουν ένα ακόμα παράδειγμα πορείας από την τάξη προς την αταξία.)

Στο σημείο αυτό θα πρέπει να κάνουμε μία σημαντική παρατήρηση. Ο δεύτερος θερμοδυναμικός νόμος, που επιβάλλει την αύξηση της εντροπίας ενός κλειστού συστήματος, είναι ένας στατιστικός νόμος που δεν διέπεται από την απολυτότητα του πρώτου νόμου, ο οποίος εκφράζει την διατήρηση της ενέργειας. Συγκεκριμένα, ο δεύτερος νόμος δεν μας λέει ότι είναι θεωρητικά αδύνατη η – αντικείμενη προς την εμπειρία μας – πορεία από την αταξία στην τάξη, αλλά ότι είναι εξαιρετικά απίθανη. Τόσο απίθανη που, πρακτικά, μπορεί να θεωρηθεί αδύνατη!

Τώρα, σε κλασικό επίπεδο, ο δεύτερος νόμος αφορά συστήματα με πολύ μεγάλο αριθμό σωματιδίων. Και, όσο μεγαλώνει ο αριθμός αυτός, τόσο πιο απίθανη γίνεται η ανάστροφη πορεία από την αταξία πίσω στην τάξη – κάτι που, κατά μία έννοια, θα σήμαινε αλλαγή κατεύθυνσης στο ίδιο το βέλος του χρόνου. Φυσικά, όλα αυτά χάνουν το νόημά τους αν έχουμε ένα και μοναδικό σωματίδιο. (Είναι πολύ εύκολο να διαταράξεις την τάξη που εμφανίζουν εννέα καλο-στοιχισμένες μπάλες του μπιλιάρδου, πώς όμως να πετύχεις ανάλογο αποτέλεσμα με μία και μοναδική μπάλα;)

Αυτά με βάση την κλασική φυσική, γιατί η κβαντομηχανική βλέπει τα πράγματα διαφορετικά. Λόγω της φοβερής «αρχής της αβεβαιότητας», ένα κβαντικό σωματίδιο, όπως το ηλεκτρόνιο, δεν εντοπίζεται με απόλυτη ακρίβεια σε κάποιο καθορισμένο σημείο του χώρου αλλά αντιπροσωπεύεται από ένα «κύμα πιθανότητας» που, μαθηματικά, εκφράζεται με την λεγόμενη κυματοσυνάρτηση. Η συνάρτηση αυτή, με τη σειρά της, είναι λύση της εξίσωσης του Σρέντινγκερ (Schrödinger). (Παρεμπιπτόντως, ο λαϊκός μύθος ότι «ο Σρέντινγκερ σκότωσε τη γάτα του» είναι απολύτως ανακριβής! Ο Σρέντινγκερ απλά επινόησε ένα νοητικό πείραμα με μία – υποτιθέμενη – γάτα προκειμένου να εκφράσει τον προβληματισμό του για την λεγόμενη «ερμηνεία της Κοπεγχάγης» για την κβαντομηχανική. Προβληματισμό που εξέφρασε με ακόμα πιο έντονο τρόπο ο Αϊνστάιν...)

Η κυματοσυνάρτηση, αν μη τι άλλο, δίνει μία εικόνα για το πού περίπου βρίσκεται το σωματίδιο κάποια αρχική χρονική στιγμή. Το πρόβλημα είναι ότι, με το πέρασμα του χρόνου, η εικόνα αυτή προοδευτικά «θολώνει» καθώς η κυματοσυνάρτηση εξαπλώνεται στον χώρο. Έτσι, η σχετική τάξη που αρχικά υπήρχε σε ό,τι αφορά τον προσδιορισμό της θέσης του σωματιδίου, σταδιακά χάνεται, με όμοιο τρόπο όπως χάνεται η αρχική τάξη της σταγόνας μελάνης μέσα στο νερό. Το να επανέλθει αυθόρμητα η κυματοσυνάρτηση στην αρχική της μορφή είναι τόσο απίθανο όσο το να ξανασχηματιστεί η σταγόνα της μελάνης μετά την διάχυσή της στο νερό! Όμως, αν πράγματι συμβεί κάτι τέτοιο, θα είναι σαν ο χρόνος για το σωματίδιο να γυρίζει πίσω.

Πρόσφατα (σ.σ: αναφέρεται στο έτος 2019) μία εντυπωσιακή επιστημονική ανακοίνωση ήρθε στην επικαιρότητα. Μία ομάδα ερευνητών από την Ρωσία, τις ΗΠΑ και την Ελβετία θέλησε να μετρήσει την πιθανότητα που έχει ένα μοναχικό ηλεκτρόνιο στον κενό διαστρικό χώρο να ταξιδέψει αυθόρμητα πίσω στο πρόσφατο παρελθόν του. Δηλαδή, οι επιστήμονες έλεγξαν αν ο χρόνος γι’ αυτό το ηλεκτρόνιο θα μπορούσε να αντιστραφεί έστω και για ένα απειροελάχιστο κλάσμα του δευτερολέπτου. Ένα τέτοιο φαινόμενο είναι τόσο απίθανο να συμβεί που, θεωρητικά, δεν θα μπορούσαμε να το δούμε περισσότερο από μία φορά σε διάστημα ίσο με την μέχρι τώρα ζωή του σύμπαντος!

Η επιστημονική ομάδα κατόρθωσε, εν τούτοις, να σχεδιάσει μία προσομοίωση της διαδικασίας με τη βοήθεια ενός κβαντικού υπολογιστή, πάνω στον οποίο εφαρμόστηκε ένας προσεκτικά σχεδιασμένος αλγόριθμος. Στην προσομοίωση αυτή, ο χρόνος γύρισε πίσω για πολύ λίγο για το μοναχικό ηλεκτρόνιο, υπερνικώντας τελικά τις απαγορεύσεις που επιβάλλει ο δεύτερος θερμοδυναμικός νόμος. Η «θολή» εικόνα της εξαπλωμένης κυματοσυνάρτησης έδωσε, έτσι, τη θέση της στην αρχική κυματομορφή που θύμιζε πολύ περισσότερο σωμάτιο με καθορισμένη θέση στον χώρο.

Ήταν σαν τα μόρια της μελάνης μέσα στο νερό να αναζήτησαν τη σταγόνα από την οποία ξεκίνησαν, οι σκορπισμένες μπάλες του μπιλιάρδου να γύρισαν από μόνες τους πίσω στην εναρκτήρια τάξη του παιχνιδιού, ενώ κάπου στο σύμπαν ένας άνθρωπος να ξαναβρήκε (για μία στιγμή και μόνο, δυστυχώς) ένα μικρό κομμάτι από τη νεότητα που είχε χάσει...

Πέμπτη 13 Ιουνίου 2024

Τετάρτη 1 Μαΐου 2024

Δικαιοσύνη: Ιδανικό ή ουτοπία;


Οι πρόσφατες αποφάσεις του δικαστηρίου για την τραγωδία στο Μάτι άφησαν, όπως ήταν φυσικό, πολλούς ανθρώπους δυσαρεστημένους, καθώς θεωρήθηκε ότι οι αποφάσεις αυτές δεν συνάδουν με το κοινό περί δικαίου αίσθημα. Όμως, όπως επισημαίνουν νομικοί κύκλοι, σκοπός μίας δίκης - και αποστολή της ίδιας της Δικαιοσύνης - δεν είναι η ικανοποίηση ενός (εύλογου αλλά, σε κάθε περίπτωση, υποκειμενικού) ανθρώπινου αισθήματος, αλλά η εφαρμογή του νόμου.

Κι εδώ ανακύπτει ένα βαθύτερο και πιο δύσκολο ερώτημα: Πόσο «δίκαιος» είναι ο νόμος; Και, εν τέλει, υφίσταται καν, ως αντικειμενική έννοια, αυτό που ονομάζουμε «Δικαιοσύνη»;

Το ερώτημα δεν είναι ρητορικό, και η απάντηση (αν υπάρχει) θα πρέπει να αναζητηθεί όχι στη νομική επιστήμη αλλά στη Φιλοσοφία...

Το παρακάτω κείμενο δημοσιεύθηκε στο ΒΗΜΑ στις 13/9/2023.

    Δικαιοσύνη: Ιδανικό ή ουτοπία;


Καθώς τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης διεκδικούν ρόλους λαϊκών δικαστηρίων, θα πρέπει να εξετάσουμε κατά πόσον αυτή τούτη η έννοια της δικαιοσύνης έχει αντικειμενική υπόσταση...

Ζούμε σε έναν δίκαιο κόσμο; Είναι δίκαιη η ζωή; Δύο ερωτήματα – ένα φαινομενικά πραγματιστικό και ένα μάλλον μεταφυσικό – στα οποία ακόμα και οι κορυφαίοι φιλόσοφοι της Ιστορίας δεν μπόρεσαν να δώσουν ξεκάθαρες απαντήσεις. Ο λόγος είναι πως, αυτή τούτη η έννοια της δικαιοσύνης ως αξίας με αντικειμενική υπόσταση, είναι θολή, ίσως ακόμα και στερούμενη ουσιαστικού περιεχομένου. Και αυτή είναι μία πραγματικότητα με την οποία ο Άνθρωπος θα πρέπει να συμβιβαστεί αν θέλει να γλιτώσει από την παραφροσύνη!

Την εποχή που, στα μέσα κοινωνικού αποπροσανατολισμού, στήνονται αυτοσχέδια «λαϊκά δικαστήρια» που εκδίδουν άμεσες ετυμηγορίες ενοχής ή αθωότητας, για κάθε υπόθεση νομικής ή πολιτικής φύσης που απασχολεί την επικαιρότητα, θα ήταν χρήσιμο να επανεξετάσουμε προσεκτικότερα τις βεβαιότητές μας για το τι καθορίζει ως «δίκαιη» και τι ως «άδικη» μία ανθρώπινη πράξη. Αλλά ακόμα και μία κατάσταση που υπερβαίνει τα όρια της ανθρώπινης δυνατότητας επιλογής...

Πάμε λίγα χρόνια πίσω... Αισθήματα συμπάθειας αλλά και αγανάκτησης είχαν προκαλέσει σε μέρος, τουλάχιστον, της κοινής γνώμης δύο περιστατικά με θύματα ηλικιωμένες γυναίκες, τα οποία ήρθαν τότε στο φως της δημοσιότητας.

Περιστατικό πρώτο: Μία 90χρονη συνελήφθη σε λαϊκή αγορά της Θεσσαλονίκης μετά από καταγγελία των εκεί πωλητών, και σύρθηκε ως κοινή κακοποιός στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής όπου, μάλιστα, υπέστη απρεπείς συμπεριφορές δυσανάλογες προς την ηλικία της. Ο λόγος: Πουλούσε τερλίκια χωρίς να διαθέτει την απαιτούμενη άδεια, ίσα για λίγα ευρώ που θα εξασφάλιζαν το ψωμί της μέρας για εκείνη και τον επίσης υπερήλικα και ανήμπορο σύζυγό της. (Σημείωση: Τα τερλίκια είναι μάλλινα πλεχτά παπουτσάκια για μες στο σπίτι. Φοριούνται ειδικά τον χειμώνα.)

Περιστατικό δεύτερο: Μία 80χρονη συνελήφθη και παραπέμφθηκε σε δίκη επειδή, δίχως να διαθέτει άδεια μικροπωλητή, πουλούσε στις παρυφές λαϊκής αγοράς της Κατερίνης λίγα χόρτα που είχε μαζέψει μόνη της. Και πάλι, μετά από καταγγελία των εκεί εργαζομένων.

Και στις δύο περιπτώσεις, η Αστυνομία δήλωσε ότι «τηρήθηκε το γράμμα του νόμου» και ότι δεν είχε άλλη επιλογή από το να τον εφαρμόσει, τη στιγμή που υπήρχαν σχετικές καταγγελίες. (Αν μου επιτραπεί η πολυτέλεια μίας σταγόνας χιούμορ, θα έλεγα ότι υπάρχει εδώ ένας ρόλος που διέφυγε από τον συμπαθέστατο – και άκρως παρεξηγημένο – Αρτέμη Μάτσα!)

Την ίδια εποχή, σε κακόφωνη αντίστιξη με την πιο πάνω επίδειξη άτεγκτης εφαρμογής του γράμματος του νόμου, στους δρόμους γύρω από την πλατεία Ομονοίας στην Αθήνα έθαλλε ανενόχλητα το εμπόριο της «πρέζας» και των «μεταχειρισμένων» – διάβαζε, κλεμμένων – κινητών τηλεφώνων. (Καταθέτω και προσωπικές μαρτυρίες, μια και είχα τότε την διαστροφή να περπατώ συχνά στο Κέντρο.)

Και, μια και αναφερθήκαμε σε ηλικιωμένες γυναίκες, αναφέρω παρενθετικά ότι θα μου μείνει αξέχαστη η τοποθέτηση γνωστού «προοδευτικού» τραγουδοποιού, πριν μερικά χρόνια, ότι ακόμα και η γιαγιά που έχει ένα ραδιοφωνάκι να της κρατά συντροφιά στο συνοικιακό περίπτερό της, θα πρέπει να καταβάλλει τίμημα πνευματικών δικαιωμάτων για τη μουσική που ακούγεται (η οποία, προφανώς, λειτουργεί ως επιπρόσθετο κίνητρο ώστε να προσέρχονται οι υποψήφιοι πελάτες στο περίπτερο)! Η «προοδευτικότητα» των ηθικών πλεονεκτημάτων είχε ανέκαθεν το μονοπώλιο της αίσθησης της δικαιοσύνης στον, κατά τα άλλα, στερούμενο δικαίου και ηθικής αστικό κόσμο μας...

Όμως, ας δούμε μερικές ιστορίες ακόμα:

Αθήνα, Φθινόπωρο 2012. Σε μία μονάδα ημερήσιας θεραπείας κάποιου νοσοκομείου, ένα μικρό παιδί σταμάτησε να κλαίει και τώρα χαμογελά ευτυχισμένο. Η βελόνα με το σκιαγραφικό έχει μόλις βγει από το χεράκι του, και τώρα περιμένει τις καραμέλες που του υποσχέθηκαν. Για τις ακτινοβολίες που υποβλήθηκε στη συνέχεια, του είπαν πως το έβγαζαν φωτογραφία, να τη στείλουν στη γιαγιά και τον παππού…

Σαντιάγκο, Χιλή, Δεκέμβριος 10, 2006. Πεθαίνει πληρέστατος ημερών ο Αουγκούστο Πινοσέτ (Augusto Pinochet), ένας από τους πλέον αιμοσταγείς δικτάτορες του εικοστού αιώνα. Έζησε 91 ένδοξα χρόνια, χωρίς ποτέ μέσα σ’ αυτά να δικαστεί ουσιαστικά και να τιμωρηθεί για τα εγκλήματά του…

Κόρινθος, Μάρτιος 30, 2013. Μια νεαρή γυναίκα πέφτει νεκρή στη διάρκεια πολύωρης καταδίωξης ληστών από αστυνομικούς. Η άτυχη 25χρονη βρέθηκε εν μέσω διασταυρούμενων πυρών στα Ίσθμια, την ώρα που οδηγούσε αμέριμνη το αυτοκίνητό της. Τραυματίστηκε θανάσιμα από σφαίρα καλάσνικοφ που χρησιμοποιούσαν οι ληστές. Μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο της Κορίνθου, όπου λίγη ώρα αργότερα εξέπνευσε…

Μόναχο, Νοέμβριος 9, 1923. Το «Πραξικόπημα της Μπυραρίας» λήγει με την αιματηρή καταστολή του. Ο εκ των πραξικοπηματιών, Max Scheubner-Richter, πέφτει χτυπημένος στα πνευμόνια από σφαίρα και πεθαίνει ακαριαία, παρασύροντας στο έδαφος και τραυματίζοντας ελαφρά τον παρακείμενό του, Άντολφ Χίτλερ, του οποίου έτσι σώζεται η ζωή. Η εκλεκτική σφαίρα μάλλον προτίμησε να πάρει έμμεσα αντί γι' αυτή τη ζωή, τις ζωές κάποιων εκατομμυρίων άλλων ανθρώπων…

Ο αναγνώστης εύλογα θα μπει στον πειρασμό να αναφωνήσει πως «η ζωή είναι άδικη»! Όμως, πώς ακριβώς ορίζεται αυτή τούτη η αμφιλεγόμενη έννοια της δικαιοσύνης; Η νομική επιστήμη την αντιλαμβάνεται, ρεαλιστικά, ως ένα σύνολο θεσπισμένων συμβάσεων, οι οποίες διέπουν τις σχέσεις μεταξύ των μελών μιας κοινωνίας και δεν σχετίζονται απαραίτητα με το λεγόμενο «κοινό περί δικαίου αίσθημα». Έτσι, η δικαιοσύνη στην περίπτωση αυτή δεν αποτελεί απόλυτη έννοια, αφού οι συμβάσεις μπορεί να ποικίλουν ανάλογα με την κοινωνία ή την ιστορική εποχή. Ας δούμε τι γράφει ο Hans Kelsen (*), ένας εκ των σημαντικότερων φιλοσόφων του δικαίου:

«Αν έχει κάτι να μας διδάξει η ιστορία της ανθρώπινης γνώσης, αυτό είναι πόσο μάταιη είναι η προσπάθεια να βρει κανείς με ορθολογικό τρόπο έναν απόλυτα έγκυρο κανόνα για τη δίκαιη συμπεριφορά, δηλαδή έναν κανόνα που να αποκλείει τη δυνατότητα να θεωρηθεί δίκαιη και η αντίθετη συμπεριφορά. (...) Ο ανθρώπινος λόγος μπορεί να συλλάβει μόνο σχετικές αξίες, και αυτό σημαίνει ότι η κρίση με την οποία κάτι ανακηρύσσεται δίκαιο δεν μπορεί ποτέ να αποκλείει τη δυνατότητα μιας αντίθετης αξιολογικής κρίσης. Η απόλυτη δικαιοσύνη είναι ένα ανορθολογικό ιδεώδες.»

Στον αντίποδα της ορθολογικής, από τη φύση της, νομικής επιστήμης, η θρησκεία αποφεύγει να εξετάσει με κριτικό (και εν δυνάμει αναθεωρητικό) πνεύμα τέτοια φιλοσοφικά ζητήματα. Θεωρεί ως εξ ορισμού «δίκαιους» εκείνους που ασπάζονται τα δόγματά της και προσαρμόζουν απόλυτα τη ζωή τους σε αυτά, ενώ τους «άδικους» αναμένει αιώνια τιμωρία σε έναν άλλο κόσμο που ελάχιστη σχέση έχει με εκείνον μέσα στον οποίο διέπραξαν τις «αδικίες» τους! Εν τούτοις, γεγονότα ιστορικά, όπως η Ιερά Εξέταση, και σύγχρονα, όπως η ευλογία της Εκκλησίας στα όπλα ενός δικτάτορα που δολοφονεί μαζικά αμάχους τούτο τον καιρό, μας κάνουν να υποπτευόμαστε ότι η Κόλαση ίσως να μην είναι, τελικά, τόσο μακριά από τη Γη, όσο μας βεβαιώνει η θρησκεία...

Για κάποιους διανοούμενους, η ιδέα της δικαιοσύνης είναι κατά βάση ουτοπική, αφού δεν αντιπροσωπεύει καμία φυσική πραγματικότητα. Στο φημισμένο βιβλίο του «Οι Περιοχές των Σφαλμάτων σας» (“Your Erroneous Zones”) ο Αμερικανός ψυχοθεραπευτής και φιλόσοφος Wayne Dyer γράφει:

«Αν ο κόσμος ήταν οργανωμένος με τρόπο ώστε καθετί να είναι δίκαιο, κανένα ζωντανό πλάσμα δεν θα επιβίωνε ούτε μια μέρα. Τα πουλιά δεν θα έπρεπε να τρώνε σκουλήκια και τα συμφέροντα όλων θα ‘πρεπε να εξυπηρετούνται.» Και, κάπου παρακάτω: «(Το να αποζητάμε τη δικαιοσύνη στη ζωή) θα ήταν εξίσου ανεδαφικό (με το να) αποζητάμε την πηγή της αιώνιας νιότης ή κάποιον παρόμοιο μύθο. Δικαιοσύνη δεν υπάρχει. (…) Ο κόσμος, απλούστατα, δεν συγκροτήθηκε κατά τέτοιο τρόπο.»

Ποιος μας βεβαιώνει, λοιπόν, ότι η σφαίρα που σκότωσε τον Scheubner-Richter αντί για τον Χίτλερ, όπως και εκείνη που έβαλε τέλος στη ζωή της άτυχης κοπέλας στην Κόρινθο, θα ήταν πιο «δίκαιες» αν είχαν ξαστοχήσει;

Με τον έμφυτο ηθικό κώδικα μέσα μας, εν τούτοις, επαναστατούμε μπροστά σε τέτοιες κυνικές προσεγγίσεις. Το νιώθουμε καλά πως ήταν άδικο για την ανθρωπότητα να γλιτώσει ο Χίτλερ στο Μόναχο το 1923. Και ήταν εξίσου άδικο να σκοτωθεί η νεαρή γυναίκα στην Κόρινθο το 2013. Και όμως, για χάρη κάποιας άγνωστης συμπαντικής σκοπιμότητας, και οι δύο αυτές αδικίες συνέβησαν στ' αλήθεια...

Αυτό που απομένει, τελικά, είναι να συμβιβαστούμε με την ιδέα ότι ο όρος «δικαιοσύνη» στερείται απόλυτου και οικουμενικού νοήματος. Και να συνειδητοποιήσουμε ότι, στην ηθική της διάσταση, η δικαιοσύνη αφορά μία καθαρά εξατομικευμένη σχέση του ανθρώπου με την ίδια του τη συνείδηση. Φωτεινό παράδειγμα ο Σωκράτης, ο μεγαλύτερος Δάσκαλος των αιώνων, που δίδαξε την αξία της αυτογνωσίας. Έφυγε από τον κόσμο βγάζοντας τη γλώσσα στην κοσμική «δικαιοσύνη» των ανθρώπινων κοινωνιών. Ίσως γιατί γνώριζε καλά πως η μόνη αληθινή δικαιοσύνη είναι αυτή που κουβαλούμε μέσα μας. Εκείνη που μας επιτρέπει να αντικρίζουμε τον καθρέφτη δίχως να χαμηλώνουμε το φως…

(*) Χανς Κέλσεν, «Τι είναι Δικαιοσύνη;» (Εκδόσεις Αντίποδες, 2019).

Πέμπτη 25 Ιανουαρίου 2024

Τα ποτάμια δεν γυρίζουν πίσω... | Σκέψεις με αφορμή το τελευταίο μάθημα του Δ. Λιαντίνη


Η τελευταία διάλεξη του Δημήτρη Λιαντίνη και η ιδέα του αμετάστρεπτου που κυριαρχεί στη Φύση και τη ζωή.

Σε πρόσφατη περιδιάβαση στο YouTube, είδα και πάλι (ή μάλλον, άκουσα) μία ιστορική διάλεξη του Δημήτρη Λιαντίνη [1] (Μαράσλειο, 27/5/1998). Ίσως τη συγκλονιστικότερη που έδωσε ποτέ, αφού ήταν η τελευταία του, στην οποία κατ’ ουσίαν προανήγγειλε το καλά μελετημένο τέλος του. Είχα την ευκαιρία, έτσι, να ρίξω ξανά μια ματιά και στα σχόλια των επισκεπτών του καναλιού. Ανάμεσα στις αμέτρητες προσωπολατρικές μεγαλοστομίες διέκρινα και μία αλλιώτικη σκέψη, διατυπωμένη με λόγο σχεδόν απλοϊκό – όσο απλή είναι συχνά η ίδια η αλήθεια:

«Ίσως φοβόταν τα γεράματα και ήθελε να τον θυμούνται νέο.»

Η τοποθέτηση φαίνεται βάσιμη, αν κάποιος διαβάσει προσεκτικά και αποκωδικοποιήσει τα γραφόμενα του ίδιου του Λιαντίνη...

Η επίδραση που άσκησε η προσωπικότητα του Σωκράτη πάνω στον Λιαντίνη είναι ολοφάνερη στο κύκνειο άσμα του τελευταίου, την «Γκέμμα». Αυτό που διδάσκεται ο αναγνώστης είναι ότι ο φόβος του θανάτου είναι ασύγκριτα πιο διαχειρίσιμος από τον φόβο της παρακμής που αναπόφευκτα φέρνουν μαζί τους τα γηρατειά και η αρρώστια. Η «απόδραση» από τη ζωή, λοιπόν, «πρέπει» να γίνεται έγκαιρα, όσο ακόμα ο άνθρωπος είναι σε θέση να βιώνει τη ζωή του αυτοδύναμα και με αίσθημα αξιοπρέπειας. Τον δρόμο, άλλωστε, είχε δείξει χιλιάδες χρόνια πριν ο Σωκράτης (Γκέμμα, Κεφ. 5, σελ. 86).

Αν κάποιος θελήσει να δει τη ζωή από καθαρά βιολογική σκοπιά, θα πρέπει να προσεγγίσει το φαινόμενο της φυσικής παρακμής – αυτό που τόσο είχε απασχολήσει τον Λιαντίνη – μέσα από τους νόμους της Φύσης. Ένας από αυτούς (ίσως ο τρομακτικότερος απ' όλους) μιλά για το αμετάστρεπτο των μεταβολών, το οποίο διέπει όλες σχεδόν τις φυσικές διεργασίες. Μεταξύ αυτών, την ίδια τη ζωή.

Με αφορμή τις πιο πάνω σκέψεις, θα ήθελα να παραθέσω (σε αναθεωρημένη μορφή) ένα άρθρο δημοσιευμένο το 2012 στο «Βήμα». Το εναρκτήριο ερώτημα του κειμένου αντανακλά το αίσθημα αγωνίας που μας διακατείχε την εποχή της μεγάλης οικονομικής κρίσης. Τότε που, παρά τις ζοφερές περιστάσεις, είχαμε ακόμα το κουράγιο (ή την αφέλεια) να ελπίζουμε...

------------------------------------------------

Θα ξαναγυρίσουμε ποτέ στην επίφαση ευτυχίας που γνωρίζαμε; Ή θ’ αποχαιρετήσουμε για πάντα – με αξιοπρέπεια, έστω – την Αλεξάνδρεια;

Στη Θερμοδυναμική (περιοχή της Κλασικής Φυσικής) δεσπόζουν δύο θεμελιώδεις νόμοι. Ο Πρώτος Θερμοδυναμικός Νόμος αφορά τη διατήρηση της ενέργειας και, στην πιο απλή του διατύπωση, ηχεί ως αυτονόητος: «Η ενέργεια που προσφέρουμε σε ένα σύστημα είναι ισόποση με την αύξηση του ενεργειακού αποθέματος του συστήματος.» Αν ο νόμος αυτός ήταν ο μοναδικός που δέσμευε την ύλη κατά τις μεταβολές της, ο κόσμος που ξέρουμε θα ήταν πολύ διαφορετικός. Θα υπήρχε, π.χ., τρόπος να μη γερνάμε ποτέ (ίσως και να γίνουμε αθάνατοι), ενώ ο προϊστορικός άνθρωπος θα είχε ανακαλύψει την ψύξη και τον κλιματισμό με την ίδια ευκολία που έμαθε να ζεσταίνεται από τη φωτιά!

Ο Δεύτερος Νόμος της Θερμοδυναμικής βάζει τέλος σε τέτοιες φιλοδοξίες. Αποτελεί ίσως την πιο σκληρή πραγματικότητα της Φύσης, μια αληθινή κατάρα του Δημιουργού πάνω στο δημιούργημά Του. Λέει, με πολύ απλά λόγια, πως κάποια πράγματα που συμβαίνουν δεν είναι δυνατό να αναιρεθούν, πως το ποτάμι μερικών φαινομένων δεν γυρίζει ποτέ πίσω. Έτσι, π.χ., ενώ ένα ζεστό σώμα μπορεί αυθόρμητα να δώσει λίγη από τη ζέστη του σε ένα πιο κρύο, το αντίθετο είναι απίθανο (πρακτικά αδύνατο) να συμβεί: ένα κρύο σώμα δεν μπορεί, χωρίς εξωτερική παρέμβαση, να δώσει μέρος από τη λιγοστή θερμική του ενέργεια σε ένα ζεστό, έτσι που το ένα να γίνει ακόμα πιο κρύο και το άλλο ακόμα πιο ζεστό. Η ζέστη φεύγει και δεν γυρίζει ποτέ πίσω από μόνη της. Το ίδιο και η νεότητα στον άνθρωπο, που φεύγει ανεπιστρεπτί αφήνοντας πίσω της τη φθορά που οδηγεί στο γήρας και τον θάνατο. Φαίνεται πως η συνειδητότητα αυτής της τελευταίας πραγματικότητας ήταν που κατηύθυνε τα υπαρξιακά βήματα του Σωκράτη στο κλείσιμο της επίγειας ζωής του. Όπως, ίσως, και αυτά του Δ. Λιαντίνη...

Η βασική φιλοσοφία του νόμου είναι απλή: Αν βάλεις ένα φυσικό σύστημα σε τάξη και μετά το αφήσεις στην τύχη του, το πιο πιθανό είναι πως η τάξη αυτή θα χαθεί (αυτό το γνωρίζουν καλά οι μητέρες που συγυρίζουν καθημερινά τα δωμάτια των παιδιών τους). Αντίθετα, είναι απίθανο το σύστημα αυτό να μεταβεί αυθόρμητα από την αταξία πίσω στην τάξη. Θα πρέπει η υπομονετική μητέρα να συγυρίσει και πάλι το δωμάτιο!

Αν το καλοσκεφτεί κανείς, όλοι οι φόβοι στον άνθρωπο σχετίζονται με το αμετάστρεπτο, την αδυναμία του να αναιρέσει μεταβολές που δεν του είναι επιθυμητές. Η ζωή μας είναι γεμάτη από αγωνίες για όλων των ειδών τις ισορροπίες που μπορεί να ανατραπούν ανεπανόρθωτα. Ανησυχούμε για τη φυσική μας κατάσταση και γι’ αυτή των αγαπημένων μας προσώπων, για τη φθορά των υλικών αγαθών που με θυσίες αποκτήσαμε, για τις οικονομίες που μαζεύαμε μια ζωή και είναι δυνατό να χαθούν μέσα σε μία νύχτα, για την κοινωνική υπόληψη που με κόπο χτίσαμε και μπορεί να γκρεμιστεί από έναν λάθος χειρισμό ή μια κακοτυχία...

Αυτό που μένει στο τέλος είναι η συνειδητοποίηση ότι το μη-αντιστρεπτό είναι ο κανόνας του παιχνιδιού που μας επιτρέπει να παραμένουμε παίκτες στην παρτίδα της ζωής. Και η γνώση αυτή του πεπερασμένου των πραγμάτων οδηγεί μοιραία σε ένα αίσθημα ματαιότητας.

Όμως, πόσο μάταιο είναι ένα ταξίδι στην Ιθάκη; Το ερώτημα γίνεται ρητορικό, και η υπονοούμενη απάντηση αισιόδοξη, αν ορίσουμε τη ζωή όχι ως πεδίο άνισης – και, εν τέλει, άσκοπης – μάχης ενάντια στην παντοδυναμία του Δεύτερου Νόμου, αλλά ως πορεία αυτεπίγνωσης που, στο τέλος της, οδηγεί στην ανακάλυψη του αιώνιου μέσω της υπέρβασης των νόμων του εφήμερου. Όπου «αιώνιο» εννοούμε εδώ το άχρονο, αφού ο χρόνος (όπως και ο χώρος) είναι απλά μία φυσική διάσταση που εφηύρε ο άνθρωπος στην προσπάθειά του να κατανοήσει τα φαινόμενα που τον περιβάλλουν.

Η Ιθάκη μπορεί, επομένως, να είναι η ίδια η κατάκτηση της αθανασίας. Έστω και αν, στη στερνή γραφή του, ένας σύγχρονος φιλόσοφος και διάσημος δραπέτης της ζωής χαρακτήρισε ως «πιθήκους» εκείνους που τολμούν να πιστέψουν σ' αυτήν (Γκέμμα, Κεφ. 11, σελ. 183)...



Τρίτη 21 Νοεμβρίου 2023

Η διαλεκτική σκέψη, από τη Φιλοσοφία ως τις Φυσικές Επιστήμες


Η Διαλεκτική αναζητά την ενότητα των πραγμάτων μέσα από τη σύνθεση καταρχήν αντίθετων εννοιών. Αυτό ισχύει από τη Φιλοσοφία και την Τέχνη ως τη Φυσική και τα Μαθηματικά. Δυστυχώς, δεν βρίσκει πεδίο εφαρμογής στην πολιτική...

    Διαλεκτική: Από τον Ηράκλειτο στον Hegel

Σύμφωνα με τον Ίωνα φιλόσοφο Ηράκλειτο (544 - 484 π.Χ.), πίσω από κάθε έκφανση του γίγνεσθαι στο Σύμπαν υπάρχει η εξ αντιθέτων σύσταση και εκ του πολέμου μεταξύ των αντιθέτων διάλυση των πάντων. Αυτό αποτελεί τη βάση της διαλεκτικής αρχής, η οποία διέπει την εξέλιξη κάθε πράγματος στον κόσμο.

Στον Πλάτωνα – φύσει πιο φωτεινό πνεύμα από τον «σκοτεινό» Ηράκλειτο – η (κατά βάση σωκρατική) Διαλεκτική αποκτά διαφορετικό νόημα: είναι η τέχνη τού διαλέγεσθαι, δηλαδή, ο τρόπος να φτάνουμε στην αλήθεια μέσω της σύγκρουσης αντίθετων απόψεων.

Ο Hegel (1770 - 1831) εξελίσσει τις ιδέες του Ηράκλειτου κατά δύο τρόπους: (α) τον απασχολούν οι ιδέες εξίσου με τα φαινόμενα, και (β) σπάζει το απόλυτο δίπολο θέσης – αντίθεσης προσθέτοντας ένα νέο στοιχείο, αυτό της σύνθεσης. Σύμφωνα με την διαλεκτική αρχή τού Hegel, η εξελικτική πορεία όλων των πραγμάτων και όλων των ιδεών βασίζεται στο τρίπτυχο «θέση – αντίθεση – σύνθεση» ή «κατάφαση – αντίφαση – συμφωνία». Με γενικότερους όρους, «Είναι – Μη είναι – Γίγνεσθαι». Η ουσία της πραγματικότητας συνίσταται μεν στην αντίθεση αλλά εμπεριέχει τη συμφωνία, τη συνδιαλλαγή. Έτσι, μέσα από τη σύνθεση των αντιθέσεων αναζητείται ένα ανώτερο επίπεδο αλήθειας.

Ας δούμε τις ιδέες του Hegel λίγο αναλυτικότερα:

Μία ιδέα δεν είναι ένα πράγμα απόλυτο και στατικό, αλλά αντιπροσωπεύει μια ομάδα σχέσεων. Μπορούμε να σκεφτούμε για κάτι μόνο σε συσχετισμό με κάτι άλλο, αντιλαμβανόμενοι τις ομοιότητες και τις διαφορές τους. Μία ιδέα χωρίς κάποιου είδους σχέσεις είναι κενή περιεχομένου.

Από όλες τις σχέσεις, η πλέον οικουμενική είναι εκείνη της αντίθεσης. Κάθε ιδέα, όπως και κάθε πραγματική κατάσταση, κατευθύνει αυτόματα προς το αντίθετό της και, στη συνέχεια, ενώνεται με αυτό για να σχηματίσουν μία ανώτερη και πιο σύνθετη δομή. Αυτή είναι η διαλεκτική αρχή στην οποία βασίζεται κάθε μορφή εξέλιξης ιδεών και πραγμάτων.

Έτσι, για παράδειγμα, ύλη και πνεύμα, καλό και κακό, κλπ., «διαλέγονται» μεταξύ τους και τελικά συντίθενται σε μία ανώτερη ύπαρξη: τον Άνθρωπο. Με όμοιο τρόπο, Λογική και Μεταφυσική, που εκπροσωπούν δύο καταρχήν αντίθετες φιλοσοφικές σχολές, οριοθετούνται και «συμφιλιώνονται» στην κριτική φιλοσοφία του Καντ.

Σύμφωνα με την παραπάνω θεώρηση, κύρια αποστολή της Φιλοσοφίας είναι η αναζήτηση της ενότητας που εν δυνάμει υπάρχει στη διαφορετικότητα. Αλλά κι η Επιστήμη έχει έναν σημαντικό ρόλο να παίξει...

    Η Διαλεκτική στα Μαθηματικά

Με βάση τη συζήτηση που προηγήθηκε, στο ανώτερο επίπεδο μίας διαλεκτικής σύνθεσης τα καταρχήν ασύμβατα μεταξύ τους καθίστανται συμπληρωματικά. Στα μαθηματικά, η σύνθεση αυτή εκφράζεται συμβολικά με τη γενική σχέση:

    Α * Β = Γ     (1)

όπου τα Α, Β, Γ είναι μαθηματικές έννοιες ή μαθηματικά αντικείμενα, και όπου η σύνθεση (*) των Α και Β μπορεί να είναι μία τυπική πράξη (π.χ., πρόσθεση) ή ένας λογικός σύνδεσμος (π.χ., διάζευξη). Το σύμβολο (=) μπορεί, αντίστοιχα, να δηλώνει μία τυπική ισότητα ή μια λογική ισοδυναμία. Εξ ορισμού, η σχέση Α=Β (ως ισότητα ή ως ισοδυναμία) είναι αδύνατη. Τα Α και Β ανήκουν σε «κόσμους» ασύμβατους μεταξύ τους, οι οποίοι μέσω της σύνθεσης (*) καθίστανται συμπληρωματικοί.

Ας δούμε μερικά παραδείγματα:

1. Αν τα Α και Β στη σχέση (1) συμβολίζουν τις έννοιες «άρτιος αριθμός» και «περιττός αριθμός», αντίστοιχα, και αν το (*) συμβολίζει διάζευξη, τότε το Γ σημαίνει «ακέραιος αριθμός» (πράγματι, ένας ακέραιος είναι είτε άρτιος είτε περιττός). Δηλαδή, η έννοια «ακέραιος» αποτελεί σύνθεση των αντίθετων, μεταξύ τους, εννοιών «άρτιος» και «περιττός». Με όμοιο τρόπο, αν τα Α και Β συμβολίζουν τις έννοιες «ρητός αριθμός» και «άρρητος αριθμός», αντίστοιχα, και αν το (*) συμβολίζει και πάλι διάζευξη, τότε το Γ σημαίνει «πραγματικός αριθμός».

2. Αν τα Α και Β συμβολίζουν τις έννοιες «πραγματικός αριθμός» και «φανταστικός αριθμός», αντίστοιχα, και αν το (*) είναι τυπική πρόσθεση, τότε το Γ σημαίνει «μιγαδικός αριθμός». Αυτό εκφράζεται μαθηματικά με τη γνωστή σχέση x+iy=z, όπου τα x και y είναι πραγματικοί αριθμοί ενώ το z είναι μιγαδικός.

3. Μία αυθαίρετη συνάρτηση F(x), που δεν είναι είτε άρτια είτε περιττή, φέρει μέσα της και τις δύο αυτές αντίθετες ιδιότητες [οι οποίες αντιστοιχούν στις έννοιες Α και Β της σχέσης (1)], αφού μπορεί πάντα να γραφεί ως άθροισμα μιας άρτιας και μιας περιττής συνάρτησης. Όμοια, κάθε τετραγωνικός πίνακας μπορεί να εκφραστεί ως άθροισμα ενός συμμετρικού και ενός αντισυμμετρικού πίνακα.

4. Πάνω σε ένα επίπεδο, κάθε διάνυσμα V μπορεί να εκφραστεί σαν άθροισμα δύο διανυσμάτων κάθετων μεταξύ τους (συνιστώσες τού V). Η καθετότητα μεταξύ των δύο συνιστωσών είναι μία μορφή ασυμβατότητας, με την έννοια ότι δεν υφίσταται μη-μηδενική προβολή της μίας συνιστώσας πάνω στην άλλη.

5. Κάθε διανυσματικό πεδίο V(x,y,z) στον χώρο μπορεί να γραφεί ως άθροισμα ενός αστρόβιλου και ενός σωληνωτού πεδίου. Τόσο από φυσική, όσο και από γεωμετρική άποψη, οι δύο αυτοί τύποι πεδίου έχουν αντίθετες ιδιότητες. Για παράδειγμα, οι δυναμικές γραμμές ενός αστρόβιλου πεδίου είναι ανοιχτές (έχουν αρχή και τέλος), ενώ εκείνες ενός σωληνωτού είναι κλειστές. Από φυσική άποψη, ένα σωληνωτό πεδίο (όπως, π.χ., το μαγνητικό πεδίο) δεν μπορεί να έχει μεμονωμένες σημειακές πηγές, ενώ ένα αστρόβιλο πεδίο (π.χ., το ηλεκτροστατικό) μπορεί να έχει.

    Διαλεκτική και Φυσικές επιστήμες

Η μέσω της σύνθεσης ενοποίηση των αντιθέτων βρίσκει σημαντικές εφαρμογές στις φυσικές επιστήμες. Ας δούμε μερικά παραδείγματα:

1. Όπως πρώτος παρατήρησε ο Αϊνστάιν, το φως συμπεριφέρεται άλλοτε ως σωματίδιο (φωτόνιο) και άλλοτε ως ηλεκτρομαγνητικό κύμα. Έτσι, η έννοια «φως» συντίθεται από δύο ασύμβατες μεταξύ τους φυσικές έννοιες: «σωματίδιο» και «κύμα», όπου η πρώτη περιγράφει διακριτή ποσότητα ενέργειας εντοπισμένης στον χώρο, ενώ η δεύτερη αναφέρεται σε ενέργεια που κατανέμεται στον χώρο με τρόπο συνεχή. Επί πλέον, σύμφωνα με την κβαντομηχανική, και τα ίδια τα σωματίδια της ύλης (όπως, π.χ., το ηλεκτρόνιο) υπό κατάλληλες συνθήκες εμφανίζουν κυματικές ιδιότητες!

2. Η «θεωρία ενοποιημένου πεδίου» επιχειρεί να συνενώσει φαινομενικά διαφορετικά μεταξύ τους πεδία δυνάμεων ώστε να οριστούν γενικότερα και πιο σύνθετα πεδία. Ήδη τον 19ο αιώνα ο James Clerk Maxwell ανακάλυψε ότι το ηλεκτρικό και το μαγνητικό πεδίο αποτελούν απλά δύο όψεις ενός πιο σύνθετου πεδίου, του ηλεκτρομαγνητικού. Τον 20ό αιώνα δύο ακόμα πεδία, αυτά της ασθενούς και της ισχυρής δύναμης, εντάχθηκαν στο σχέδιο της ενοποίησης, ενώ συνεχίζονται οι προσπάθειες για να μπει στην «παρέα» και η δύστροπη βαρύτητα.

3. Στον κόσμο των στοιχειωδών σωματιδίων και υψηλών ενεργειών, θεωρίες όπως η υπερσυμμετρία επιχειρούν να αναδείξουν την κρυμμένη ενότητα ανάμεσα στα μποζόνια και τα φερμιόνια, τα οποία αποτελούν δύο κατηγορίες σωματίων που οι συλλογικές συμπεριφορές τους δείχνουν εκ διαμέτρου αντίθετες στον κόσμο των χαμηλών ενεργειών όπου ζούμε. Τα μποζόνια – όπως, π.χ., το φωτόνιο – είναι πολύ «κοινωνικά», ενώ τα φερμιόνια – όπως το ηλεκτρόνιο – έχουν την τάση να είναι «μονήρη».

4. Η περίφημη «γάτα του Schrödinger», ένα νοητικό πείραμα για την κβαντική υπέρθεση, φτάνει στο σημείο να συνθέσει διαλεκτικά τη ζωή με τον θάνατο. Με τεχνικούς όρους, η κβαντική κατάσταση της γάτας είναι γραμμικός συνδυασμός δύο επιμέρους καταστάσεων που αντιστοιχούν στις πιθανότητες η γάτα να είναι ζωντανή ή νεκρή. Η σύνθεσή τους, λοιπόν, επιτρέπει στη γάτα να είναι ταυτόχρονα ζωντανή και νεκρή! Βέβαια, αυτό ισχύει όσο δεν παρατηρούμε τη γάτα. Με το που θα κοιτάξουμε, η αλλόκοτη αυτή μαθηματική σύνθεση θα καταρρεύσει στη μία ή την άλλη συνιστώσα της, και η μοίρα της γάτας θα είναι πλέον απόλυτα προσδιορισμένη...

    Επιστήμη, Φιλοσοφία και Τέχνη

Σε πρόσφατη συζήτηση με τον καλό φίλο καθηγητή Φιλοσοφίας, Ηλία Τεμπέλη, με αντικείμενο μία φημισμένη διάλεξη του Δημήτρη Λιαντίνη, είχα επιχειρήσει να χαράξω σαφή όρια ανάμεσα στην επιστήμη και τη φιλοσοφία:

«Σκοπός της επιστήμης είναι η διερεύνηση των ορίων του αποδείξιμου. Αντίθετα, σκοπός της φιλοσοφίας είναι ο στοχασμός πέραν των ορίων του αποδείξιμου. Ως γνώστης του στοχασμού των φιλοσόφων, ο Λιαντίνης ήταν επιστήμων. Ως στοχαστής ο ίδιος πάνω σε ζητήματα μεταφυσικής, ήταν φιλόσοφος.»

Ο φίλος έκανε, τότε, μία ενδιαφέρουσα προσθήκη στο σκέλος που αφορά τη φιλοσοφία:

«...ο στοχασμός και πέραν των ορίων του αποδείξιμου!»

Η (φαινομενικά) μικρή λέξη «και» στον ορισμό καθιστά πιο δυσδιάκριτα τα όρια ανάμεσα στην επιστήμη και τη φιλοσοφία, έτσι που κάποιες γνωστικές περιοχές να διεκδικούνται ισότιμα και από τις δύο (ας θυμηθούμε, π.χ., το σχεδόν φιλοσοφικό ζήτημα της ερμηνείας της κβαντομηχανικής, που έφερε σε σύγκρουση τον Μπορ με τον Αϊνστάιν). Στο τέλος οφείλει να επέλθει συμβιβασμός προς όφελος του ανθρώπινου πνεύματος. Κι αυτό ακριβώς αντιπροσωπεύει τη θεμελιώδη ιδέα της Διαλεκτικής!

Βάζοντας, τώρα, στο κάδρο της συζήτησης και τη Μουσική, αυτό το «και» που συνδέει πράγματα καταρχήν αντίθετα με παραπέμπει, συνειρμικά, στο μαγικό “und” στη δεύτερη πράξη του «Τριστάνου» του Βάγκνερ (“Tristan und Isolde”). Πρόκειται εδώ για έναν σύνδεσμο που η χρήση του, πέραν της αυτονόητης αναφοράς στην ερωτική σχέση των δύο ηρώων, υπονοεί ταυτόχρονα και την διαλεκτική συνύπαρξη φανερά αντίθετων ιδεών στο μουσικό δράμα: του φωτός με το σκότος, της λογικής με το συναίσθημα, του «πρέπει» με το «θέλω», της κοινωνικής υπόληψης με την προσωπική ευτυχία, του έρωτα με τον θάνατο (ένα αχώριστο δίπολο κατά τον Δ. Λιαντίνη).

Και, μια και αναφερθήκαμε στη μουσική, να σημειώσω κάτι ιδιαίτερα σημαντικό: Η κορυφαία μουσική φόρμα, η «φόρμα σονάτας», με βάση την οποία δομούνται έργα όπως η σονάτα, το κουαρτέτο εγχόρδων και η συμφωνία, έχει στον πυρήνα της τη διαλεκτική σχέση ανάμεσα σε δύο αντίθετα, ως προς τον χαρακτήρα τους, μουσικά θέματα. Τα οποία, μέσω της ανάπτυξης, συντίθενται έτσι ώστε να παραχθεί ένα απόλυτα λογικό και ισορροπημένο μουσικό αποτέλεσμα.

    Αν υπήρχε η Διαλεκτική στην πολιτική...

Ένα πεδίο στο οποίο η Διαλεκτική δύσκολα βρίσκει εφαρμογή, είναι η πολιτική (σε αυτήν περιλαμβάνουμε και τις διεθνείς σχέσεις). Οι κομματικές παρατάξεις μίας χώρας (ονόματα δεν λέμε) συχνά διαγκωνίζονται για την εξουσία σπέρνοντας μίσος για τον αντίπαλο και καλλιεργώντας τον διχασμό στον λαό. Τους είναι αδύνατο να υπερβούν τις διαφορές τους και να ενώσουν δημιουργικά τις δυνάμεις τους για το καλό μίας πατρίδας την οποία το πολιτικό σύστημα είναι – υποτίθεται – ταγμένο να υπηρετεί.

Η μεγάλη εικόνα είναι ακόμα τραγικότερη. Τούτες τις μέρες παρακολουθούμε με οδύνη δύο λαούς που μοιράζονται μία μικρή γωνιά της Γης, να αλληλοεξοντώνονται με πράξεις ανείπωτης αγριότητας αντί να αναζητούν τρόπους ειρηνικής συνύπαρξης προς όφελος ολόκληρης της περιοχής. Ανάμεσα στις διαφορές τους, προεξάρχουσα θέση καταλαμβάνει ο θρησκευτικός δογματισμός. Το πώς αντιλαμβάνεται, δηλαδή, η κάθε πλευρά μεταφυσικά ζητήματα για τα οποία ο Άνθρωπος, λόγω της κοσμικής φύσης του, είναι αδύνατο να έχει την παραμικρή γνώση.

Φτάνουμε, έτσι, σε αυτό που θα ονομάζαμε «διαλεκτική ειρωνεία»: Ο Άνθρωπος, που αναζητά την ενότητα στη φιλοσοφία, την τέχνη και την επιστήμη, δεν μπορεί να τη βρει στη σχέση του με τον Άνθρωπο! Ο Ηράκλειτος χαμογελά σαρκαστικά από τα βάθη της Ιστορίας...

Σάββατο 1 Ιουλίου 2023

ΤΟ ΒΗΜΑ - Ο Ναζισμός και το «εύσημο» του Κακού


Σκέψεις πάνω στην ιδέα του Κακού, με αφορμή την επανεμφάνιση νεοναζιστικής «σκιάς» στο ελληνικό Κοινοβούλιο.

Οι πρόσφατες επαναληπτικές εθνικές εκλογές ανέδειξαν ένα άγνωστο, ως χθες, πολιτικό κόμμα, το οποίο στηρίχθηκε ανοιχτά (αν όχι καθοδηγήθηκε υπόγεια) από ηγετικό στέλεχος του νεοναζιστικού χώρου, καταδικασμένο σε φυλάκιση για εγκληματική δράση. Είναι μία επιστροφή του εν λόγω χώρου στη Βουλή «από την πίσω πόρτα», παρά τα ad hoc νομικά αναχώματα που είχαν τεθεί για να αποτρέψουν αυτό το ενδεχόμενο. Πρόκειται, θα λέγαμε, για μία «κοινοβουλευτική επανακανονικοποίηση» του εγχώριου νεοναζισμού.

Βέβαια, το κόμμα αυτό δεν είναι το μοναδικό από τον χώρο της άκρας Δεξιάς που θα φιλοξενηθεί στη νέα Βουλή (ας μην ξεχνάμε ότι σε αυτήν εμφιλοχώρησαν ακόμα και εκπρόσωποι του πιο ακραίου θρησκευτικού φονταμενταλισμού [1] με ιδιαίτερους δεσμούς με το αντιδημοκρατικό καθεστώς της Ρωσίας). Εν τούτοις, η ιδέα μίας – έμμεσης, έστω, και δι’ αντιπροσώπων – κοινοβουλευτικής επανεμφάνισης του νεοναζισμού, αφήνει την αίσθηση μιας γροθιάς στο στομάχι. Η εξήγηση γι’ αυτή την ανακλαστική αντίδραση βρίσκεται στις πιο σκοτεινές σελίδες της παγκόσμιας Ιστορίας...

Είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι, στη συνείδηση του δημοκρατικού ανθρώπου, ο Ναζισμός διατηρεί προεξάρχουσα θέση στην κλίμακα του ανθρώπινου Κακού. Για κάποιους μελετητές του Ολοκαυτώματος, μάλιστα, δεν έχουμε εδώ να κάνουμε με το συμβατικό «ανθρώπινο» Κακό αλλά με κάτι που ξεπερνά κι αυτά ακόμα τα ανθρώπινα μέτρα.

Σε ένα παλιό κείμενο [2] είχαμε επιχειρήσει να εξετάσουμε το ζήτημα αυτό από φιλοσοφική άποψη. Το παρόν σημείωμα θα μπορούσε να ιδωθεί σαν προέκταση εκείνων των σκέψεων, με αφορμή την είσοδο ενός ακόμα κατ’ ουσίαν νεοναζιστικού κόμματος στο ελληνικό Κοινοβούλιο.

Παρά τα 6 εκατομμύρια των θυμάτων του Ολοκαυτώματος και τις φρικιαστικές αποκαλύψεις των εγκλημάτων του Ναζισμού, η ναζιστική ιδεολογία εξακολουθεί να ασκεί κάποιο βαθμό γοητείας σε ένα πολύ μικρό αλλά πάντα επικίνδυνο ποσοστό της παγκόσμιας κοινότητας. Αντισυστημικές ρητορείες με κρυπτο-ναζιστική (έως φιλο-ναζιστική) απόχρωση ακούγονται όλο και πιο ανοιχτά σε χώρες της δημοκρατικής Ευρώπης, ενώ ανομολόγητες ιδεολογικές «συμπάθειες» μπορεί κάποιος να διακρίνει ακόμα και μέσα σε κόμματα του δημοκρατικού τόξου.

Έτσι, μία αναλυτική προσέγγιση στο φαινόμενο του Ναζισμού δεν αποτελεί αποκλειστικό αντικείμενο της Ιστορίας αλλά, δυστυχώς, αφορά ένα πολιτικό και φιλοσοφικό ζήτημα που διατηρείται ζωντανό ως τις μέρες μας.

Για το συντριπτικά μεγάλο ποσοστό των ανθρώπων, εκείνων δηλαδή που δεν έχουν «μολυνθεί» από ναζιστικές ιδέες, η ηθική αξιολόγηση του Ναζισμού είναι δεδομένη και αυτονόητη: Οι Ναζί ήταν εκπρόσωποι του ακραίου, του απόλυτου Κακού. Μία βαθύτερη εξέταση του θέματος, εν τούτοις, επιβάλλει ιδιαίτερη προσοχή σε ό,τι αφορά τη χρήση του όρου «κακό». Το παρακάτω απλοϊκό ερώτημα μοιάζει σχεδόν ρητορικό:

– Ήταν ο Ναζισμός κακός;

Αν απαντήσουμε καταφατικά, έχουμε πέσει σε μία φοβερή παγίδα που άθελά μας στήσαμε μόνοι μας: Δώσαμε στον Ναζισμό ανθρώπινο πρόσωπο! Ας μου επιτραπεί να εξηγήσω:

Το κακό – ακόμα και στην ακραία εκδοχή του – σχετίζεται με την ηθική διαβάθμιση του ανθρώπινου χαρακτήρα. Έξω από τον άνθρωπο δεν υπάρχει «καλό» ή «κακό». Έτσι, αν χαρακτηρίσουμε τον Χίτλερ ως «κακό», του έχουμε αυτομάτως αναγνωρίσει την ανθρώπινη ιδιότητα. Την οποία αμφίβολο είναι ότι εκείνος και το καθεστώς του έφεραν.

Τι είναι, όμως, αυτό που καθορίζει και οριοθετεί την ανθρώπινη ιδιότητα; Απόλυτη απάντηση δεν υπάρχει έξω από το σαφές πλαίσιο που ορίζει η βιολογία. Αν, εν τούτοις, δεχθούμε τον άνθρωπο κατά κύριο λόγο ως ηθικό μέγεθος, τότε μπορούμε να πούμε ότι το κριτήριο που επιβεβαιώνει ή απορρίπτει, ανάλογα, την πιο πάνω ιδιότητα, είναι η αυτοσυνειδησία. Συγκεκριμένα, πώς τοποθετεί το άτομο τον εαυτό του μέσα στο πλέγμα της αιτιότητας.

Ο άνθρωπος παράγει αιτιότητα αλλά και υπόκειται σε αυτήν. Δηλαδή, συμμετέχει στην αιτιακή αλυσίδα τόσο ως γενεσιουργό αίτιο, όσο και ως υποκείμενο αποτέλεσμα. Ειδική σημασία για την παρούσα συζήτηση έχει το κομμάτι της αιτιότητας που αφορά τις ανθρώπινες σχέσεις. Ένα άτομο, λοιπόν, μπορεί να επηρεάσει τη ζωή ενός άλλου ατόμου, το οποίο, με τη σειρά του, μπορεί να επηρεάσει τη ζωή του πρώτου. Σε ακραία περίπτωση, ένας άνθρωπος μπορεί να σκοτώσει κάποιον άλλον αλλά και να σκοτωθεί από εκείνον. Αυτή η αμφίδρομη σχέση με την αιτιότητα αποτελεί, εξ ορισμού, μέρος της αυτοσυνειδησίας κάθε ατόμου ή, συλλογικά, κάθε κοινωνικής ομάδας.

Υπάρχει, εν τούτοις, μία ακραία παρέκκλιση από τον τελευταίο αυτό κανόνα. Πρόκειται για τον συνειδησιακό τύπο που πιστεύει – και δεν διστάζει να επιβάλει ακόμα και με τη βία την πίστη του αυτή – ότι δικαιούται να επηρεάζει την αιτιότητα χωρίς να υπόκειται σε αυτήν. Ο τύπος αυτός, δηλαδή, έχει συνειδητά απαρνηθεί την ανθρώπινη ιδιότητά του, απονέμοντας αυθαίρετα στον εαυτό του έναν ανώτερο ρόλο: αυτόν ενός οιονεί «θεού»!

Στην κατηγορία αυτή ανήκαν οι Ναζί. Όπως έχουμε σημειώσει [2] θεωρούσαν τους εαυτούς τους ως εκπρόσωπους μίας φυσικής Αρχής που είχε το απόλυτο δικαίωμα να αποφασίζει για την ύπαρξη ή τον αφανισμό οποιασδήποτε κοινωνικής ομάδας, οσοδήποτε μεγάλης, χωρίς η ίδια αυτή «Αρχή» να υπόκειται σε άνωθεν έλεγχο ή έξωθεν αμφισβήτηση της παντοδυναμίας της.

Αυτό που καθιστά το ναζιστικό καθεστώς μοναδικό ανάμεσα σε άλλα ρατσιστικά καθεστώτα είναι το γεγονός ότι, υπερβαίνοντας τα όρια του «απλού» κοινωνικού διαχωρισμού, επιδόθηκε σε φυλετική εξόντωση. Στο πλαίσιο της μαζικής αυτής δολοφονίας, οι Ναζί λειτούργησαν σαν «θεοί» που μπορούσαν να επιλέξουν αυθαίρετα σε ποιο ανθρώπινο είδος θα εκχωρούσαν το δικαίωμα στη ζωή, και σε ποιο είδος θα το αρνούνταν και θα το καταργούσαν.

Έχει ιδιαίτερη σημασία να τονιστεί εδώ ότι η εξόντωση δεν ήταν πράξη αυτοσυντήρησης του χιτλερικού καθεστώτος απέναντι σε μία ανθρώπινη ομάδα που το απειλούσε, αλλά αποτέλεσμα και μόνο της διαστροφικής ιδεολογίας του Ναζισμού. Και αυτό ακριβώς είναι που κάνει το ναζιστικό καθεστώς να ξεχωρίζει από άλλα εγκληματικά καθεστώτα, όπως εκείνο του Στάλιν. (Σε ένα παλιότερο κείμενο [3] είχαμε αναφερθεί αναλυτικά στα εγκλήματα των δύο αιμοσταγών δικτατόρων του εικοστού αιώνα.)

Συμπερασματικά, η παρέκκλιση από την ανθρώπινη αυτοσυνειδησία, κι ακόμα περισσότερο η διάπραξη μαζικού εγκλήματος στη βάση της παρέκκλισης αυτής, αυτοδικαίως αφαιρεί από τους δολοφόνους το προνόμιο να θεωρούνται άνθρωποι. Συνεπώς, το να χαρακτηρίζουμε απλοϊκά τους Ναζί ως «κακούς» συνιστά τιμή για εκείνους, αφού το κακό αποτελεί διαβάθμιση του ανθρώπινου χαρακτήρα. Με τον τρόπο αυτό, δηλαδή, τους προβιβάζουμε άθελά μας σε ανθρώπους, κάτι που οι Ναζί είναι αμφίβολο πως ήταν. Ο Ναζισμός δεν δικαιούται το «εύσημο» του Κακού!

Για τον λόγο αυτό, αν και θα ήταν λάθος να υπερεκτιμήσουμε φοβικά το πολιτικό μέγεθος ενός νεοεμφανιζόμενου, στα κοινοβουλευτικά πράγματα, πολιτικού κόμματος που αναφανδόν εισπράττει νεοναζιστικά εγκώμια, στις συνειδήσεις μας το κόμμα αυτό θα συνδέεται αναπόφευκτα με τις σκοτεινότερες και πιο αποκρουστικές σελίδες της παγκόσμιας Ιστορίας.




Παρασκευή 30 Ιουνίου 2023

Ναζισμός: Μια ηθικο-φιλοσοφική προσέγγιση στο Απόλυτο Κακό

               


Όσο κι αν ψάξει κάποιος στις σελίδες της Ιστορίας, δύσκολα θα συναντήσει μαζικά εγκλήματα τόσο διαστροφικά όσο εκείνα που διέπραξε το καθεστώς του Άντολφ Χίτλερ στο διάστημα (1933-1945) που κατείχε την εξουσία στη Γερμανία. Αυτό που προσδίδει στο ναζιστικό καθεστώς τον χαρακτήρα της διαστροφής δεν είναι απλά και μόνο η ρατσιστική του φύση (ρατσιστικά καθεστώτα υπήρξαν, δυστυχώς, και αλλού) αλλά το γεγονός ότι ο ρατσισμός δεν αρκέστηκε σε κοινωνικούς διαχωρισμούς και «ειδικές μεταχειρίσεις» αλλά προχώρησε σε μαζική δολοφονία εκατομμυρίων ανθρώπων, με πράξεις που χαρακτηρίστηκαν από απίστευτη κτηνωδία.

Αν και τα εγκλήματα του ναζισμού όλο και λιγότερο αποτελούν θέμα ακαδημαϊκής συζήτησης στην εποχή μας (ας μην ξύνουμε πληγές τώρα!), επιχειρήσαμε με μία σειρά κειμένων να προσεγγίσουμε το φαινόμενο μέσα από καθαρά ηθικο-φιλοσοφική σκοπιά. Η προσέγγιση αυτή εστιάζει σε τρία βασικά ζητήματα:

1. Το ηθικό ζήτημα: Γιατί στην κοινή συνείδηση το χιτλερικό καθεστώς είναι ταυτισμένο με το Απόλυτο Κακό;

2. Το γνωσιολογικό ζήτημα: Είναι καταρχήν εφικτή η ερμηνεία του μαζικού εγκλήματος στο πλαίσιο της ιστορικής αιτιότητας;

3. Το εθνο-φυλετικό ζήτημα: Είναι ο «γερμανικός χαρακτήρας» ή οι ιστορικές συγκυρίες ο παράγοντας εκείνος που επέτρεψε στον Χίτλερ να διαπράξει με τόση ευκολία ένα έγκλημα τέτοιων διαστάσεων;

Παραθέτω μία σειρά δημοσιευμένων κειμένων που πραγματεύονται τα πιο πάνω ζητήματα (μαζί με σχετικό video), τονίζοντας εμφατικά ότι δεν αποτελούν ιστορικές μελέτες (δεν θεωρώ τον εαυτό μου επιστημονικά επαρκή για ένα τέτοιο εγχείρημα!) αλλά εκφράζουν, απλά, μερικές προσωπικές σκέψεις πάνω σε ένα ιστορικό θέμα που τείνει σήμερα να μας ευαισθητοποιεί λιγότερο απ’ όσο θα ‘πρεπε. Ας μην ξεχνούμε, εν τούτοις, ότι η Ιστορία έχει κάποιες φορές την τάση να επαναλαμβάνεται. Είτε ως τραγωδία, είτε ως φάρσα...


Τετάρτη 22 Μαρτίου 2023

Διαλεκτική: Από τη Φιλοσοφία ως την Φυσικομαθηματική Επιστήμη


Πώς μέσω της Διαλεκτικής τα καταρχήν αντίθετα καθίστανται συμπληρωματικά. Από τη φιλοσοφία ως τα μαθηματικά, κι από τον Hegel και τον Maxwell ως τον Schrödinger, τον Βάγκνερ και τον Λιαντίνη...

Γράφει: Κώστας Παπαχρήστου

    Διαλεκτική: Από τον Ηράκλειτο στον Hegel

Σύμφωνα με τον Ίωνα φιλόσοφο Ηράκλειτο (544 - 484 π.Χ.), πίσω από κάθε έκφανση του γίγνεσθαι στο Σύμπαν υπάρχει η εξ αντιθέτων σύσταση και εκ του πολέμου μεταξύ των αντιθέτων διάλυση των πάντων. Αυτό αποτελεί τη βάση της διαλεκτικής αρχής, η οποία διέπει την εξέλιξη κάθε πράγματος στον κόσμο.

Στον Πλάτωνα - φύσει πιο φωτεινό πνεύμα από τον "σκοτεινό" Ηράκλειτο - η (κατά βάση σωκρατική) Διαλεκτική αποκτά διαφορετικό νόημα: είναι η τέχνη τού διαλέγεσθαι, δηλαδή, ο τρόπος να φτάνουμε στην αλήθεια μέσω της σύγκρουσης αντίθετων απόψεων.

Ο Hegel (1770 - 1831) εξελίσσει τις ιδέες του Ηράκλειτου κατά δύο τρόπους: (α) τον απασχολούν οι ιδέες εξίσου με τα φαινόμενα, και (β) σπάζει το απόλυτο δίπολο θέσης - αντίθεσης προσθέτοντας ένα νέο στοιχείο, αυτό της σύνθεσης. Σύμφωνα με την διαλεκτική αρχή τού Hegel, η εξελικτική πορεία όλων των πραγμάτων και όλων των ιδεών βασίζεται στο τρίπτυχο "θέση - αντίθεση - σύνθεση" ή "κατάφαση - αντίφαση - συμφωνία". Με γενικότερους όρους, "Είναι - Μη είναι - Γίγνεσθαι". Η ουσία της πραγματικότητας συνίσταται μεν στην αντίθεση αλλά εμπεριέχει τη συμφωνία, τη συνδιαλλαγή. Έτσι, μέσα από τη σύνθεση των αντιθέσεων αναζητείται ένα ανώτερο επίπεδο αλήθειας.

Ας δούμε τις ιδέες του Hegel λίγο αναλυτικότερα:

Μία ιδέα δεν είναι ένα πράγμα απόλυτο και στατικό, αλλά αντιπροσωπεύει μια ομάδα σχέσεων. Μπορούμε να σκεφτούμε για κάτι μόνο σε συσχετισμό με κάτι άλλο, αντιλαμβανόμενοι τις ομοιότητες και τις διαφορές τους. Μία ιδέα χωρίς κάποιου είδους σχέσεις είναι κενή περιεχομένου.

Από όλες τις σχέσεις, η πλέον οικουμενική είναι εκείνη της αντίθεσης. Κάθε ιδέα, όπως και κάθε πραγματική κατάσταση, κατευθύνει αυτόματα προς το αντίθετό της και, στη συνέχεια, ενώνεται με αυτό για να σχηματίσουν μία ανώτερη και πιο σύνθετη δομή. Αυτή είναι η διαλεκτική αρχή στην οποία βασίζεται κάθε μορφή εξέλιξης ιδεών και πραγμάτων.

Έτσι, για παράδειγμα, ύλη και πνεύμα, καλό και κακό, κλπ., "διαλέγονται" μεταξύ τους και τελικά συντίθενται σε μία ανώτερη ύπαρξη: τον Άνθρωπο. Με όμοιο τρόπο, Λογική και Μεταφυσική, που εκπροσωπούν δύο καταρχήν αντίθετες φιλοσοφικές σχολές, οριοθετούνται και "συμφιλιώνονται" στην κριτική φιλοσοφία του Καντ.

Σύμφωνα με την παραπάνω θεώρηση, κύρια αποστολή της Φιλοσοφίας είναι η αναζήτηση της ενότητας που εν δυνάμει υπάρχει στη διαφορετικότητα. Αλλά κι η Επιστήμη έχει έναν σημαντικό ρόλο να παίξει...

    Η Διαλεκτική στα Μαθηματικά

Με βάση τη συζήτηση που προηγήθηκε, στο ανώτερο επίπεδο μίας διαλεκτικής σύνθεσης τα καταρχήν ασύμβατα μεταξύ τους καθίστανται συμπληρωματικά. Στα μαθηματικά, η σύνθεση αυτή εκφράζεται συμβολικά με τη γενική σχέση:

    Α * Β = Γ     (1)

όπου τα Α, Β, Γ είναι μαθηματικές έννοιες ή μαθηματικά αντικείμενα, και όπου η σύνθεση (*) των Α και Β μπορεί να είναι μία τυπική πράξη (π.χ., πρόσθεση) ή ένας λογικός σύνδεσμος (π.χ., διάζευξη). Το σύμβολο (=) μπορεί, αντίστοιχα, να δηλώνει μία τυπική ισότητα ή μια λογική ισοδυναμία. Εξ ορισμού, η σχέση Α=Β (ως ισότητα ή ως ισοδυναμία) είναι αδύνατη. Τα Α και Β ανήκουν σε "κόσμους" ασύμβατους μεταξύ τους, οι οποίοι μέσω της σύνθεσης (*) καθίστανται συμπληρωματικοί.

Ας δούμε μερικά παραδείγματα:

1. Αν τα Α και Β στη σχέση (1) συμβολίζουν τις έννοιες "άρτιος αριθμός" και "περιττός αριθμός", αντίστοιχα, και αν το (*) συμβολίζει διάζευξη, τότε το Γ σημαίνει "ακέραιος αριθμός" (πράγματι, ένας ακέραιος είναι είτε άρτιος είτε περιττός). Δηλαδή, η έννοια "ακέραιος" αποτελεί σύνθεση των αντίθετων, μεταξύ τους, εννοιών "άρτιος" και "περιττός". Με όμοιο τρόπο, αν τα Α και Β συμβολίζουν τις έννοιες "ρητός αριθμός" και "άρρητος αριθμός", αντίστοιχα, και αν το (*) συμβολίζει και πάλι διάζευξη, τότε το Γ σημαίνει "πραγματικός αριθμός".

2. Αν τα Α και Β συμβολίζουν τις έννοιες "πραγματικός αριθμός" και "φανταστικός αριθμός", αντίστοιχα, και αν το (*) είναι τυπική πρόσθεση, τότε το Γ σημαίνει "μιγαδικός αριθμός". Αυτό εκφράζεται μαθηματικά με τη γνωστή σχέση x+iy=z, όπου τα x και y είναι πραγματικοί αριθμοί ενώ το z είναι μιγαδικός.

3. Μία αυθαίρετη συνάρτηση F(x), που δεν είναι είτε άρτια είτε περιττή, φέρει μέσα της και τις δύο αυτές αντίθετες ιδιότητες [οι οποίες αντιστοιχούν στις έννοιες Α και Β της σχέσης (1)], αφού μπορεί πάντα να γραφεί ως άθροισμα μιας άρτιας και μιας περιττής συνάρτησης. Όμοια, κάθε τετραγωνικός πίνακας μπορεί να εκφραστεί ως άθροισμα ενός συμμετρικού και ενός αντισυμμετρικού πίνακα.

4. Πάνω σε ένα επίπεδο, κάθε διάνυσμα V μπορεί να εκφραστεί σαν άθροισμα δύο διανυσμάτων κάθετων μεταξύ τους (συνιστώσες τού V). Η καθετότητα μεταξύ των δύο συνιστωσών είναι μία μορφή ασυμβατότητας, με την έννοια ότι δεν υφίσταται μη-μηδενική προβολή της μίας συνιστώσας πάνω στην άλλη.

5. Κάθε διανυσματικό πεδίο V(x,y,z) στον χώρο μπορεί να γραφεί ως άθροισμα ενός αστρόβιλου και ενός σωληνωτού πεδίου. Τόσο από φυσική, όσο και από γεωμετρική άποψη, οι δύο αυτοί τύποι πεδίου έχουν αντίθετες ιδιότητες. Για παράδειγμα, οι δυναμικές γραμμές ενός αστρόβιλου πεδίου είναι ανοιχτές (έχουν αρχή και τέλος), ενώ εκείνες ενός σωληνωτού είναι κλειστές. Από φυσική άποψη, ένα σωληνωτό πεδίο δεν μπορεί να έχει μεμονωμένες σημειακές πηγές (πόλους), ενώ ένα αστρόβιλο πεδίο μπορεί να έχει.

    Διαλεκτική και Φυσικές επιστήμες

Η μέσω της σύνθεσης ενοποίηση των αντιθέτων βρίσκει σημαντικές εφαρμογές στις φυσικές επιστήμες. Ας δούμε μερικά παραδείγματα:

1. Όπως πρώτος παρατήρησε ο Αϊνστάιν, το φως συμπεριφέρεται άλλοτε ως σωματίδιο (φωτόνιο) και άλλοτε ως ηλεκτρομαγνητικό κύμα. Έτσι, η έννοια "φως" συντίθεται από δύο ασύμβατες μεταξύ τους φυσικές έννοιες: "σωματίδιο" και "κύμα", όπου η πρώτη περιγράφει διακριτή ποσότητα ενέργειας εντοπισμένης στον χώρο, ενώ η δεύτερη αναφέρεται σε ενέργεια που κατανέμεται στον χώρο με τρόπο συνεχή. Επί πλέον, σύμφωνα με την κβαντομηχανική, και τα ίδια τα σωματίδια της ύλης (όπως, π.χ., το ηλεκτρόνιο) υπό κατάλληλες συνθήκες εμφανίζουν κυματικές ιδιότητες!

2. Η "θεωρία ενοποιημένου πεδίου" επιχειρεί να συνενώσει φαινομενικά διαφορετικά μεταξύ τους πεδία δυνάμεων ώστε να οριστούν γενικότερα και πιο σύνθετα πεδία [1]. Ήδη τον 19ο αιώνα ο James Clerk Maxwell ανακάλυψε ότι το ηλεκτρικό και το μαγνητικό πεδίο αποτελούν απλά δύο όψεις ενός πιο σύνθετου πεδίου, του ηλεκτρομαγνητικού. Τον 20ό αιώνα δύο ακόμα πεδία, αυτά της ασθενούς και της ισχυρής δύναμης, εντάχθηκαν στο σχέδιο της ενοποίησης, ενώ συνεχίζονται οι προσπάθειες για να μπει στην "παρέα" και η δύστροπη βαρύτητα.

3. Στον κόσμο των στοιχειωδών σωματιδίων και υψηλών ενεργειών, θεωρίες όπως η υπερσυμμετρία επιχειρούν να αναδείξουν την κρυμμένη ενότητα ανάμεσα στα μποζόνια και τα φερμιόνια, τα οποία αποτελούν δύο κατηγορίες σωματίων που οι συλλογικές συμπεριφορές τους δείχνουν εκ διαμέτρου αντίθετες στον κόσμο των χαμηλών ενεργειών όπου ζούμε. Τα μποζόνια - όπως, π.χ., το φωτόνιο - είναι πολύ "κοινωνικά", ενώ τα φερμιόνια - όπως το ηλεκτρόνιο - έχουν την τάση να είναι "μονήρη".

4. Η περίφημη "γάτα του Schrödinger", ένα νοητικό πείραμα για την κβαντική υπέρθεση, φτάνει στο σημείο να συνθέσει διαλεκτικά τη ζωή με τον θάνατο. Με τεχνικούς όρους, η κβαντική κατάσταση της γάτας είναι γραμμικός συνδυασμός δύο επιμέρους καταστάσεων που αντιστοιχούν στις πιθανότητες η γάτα να είναι ζωντανή ή νεκρή. Η σύνθεσή τους, λοιπόν, επιτρέπει στη γάτα να είναι ταυτόχρονα ζωντανή και νεκρή! Βέβαια, αυτό ισχύει όσο δεν παρατηρούμε τη γάτα. Με το που θα κοιτάξουμε, η αλλόκοτη αυτή μαθηματική σύνθεση θα καταρρεύσει στη μία ή την άλλη συνιστώσα της, και η μοίρα της γάτας θα είναι πλέον απόλυτα προσδιορισμένη...

    Επιστήμη, Φιλοσοφία και Τέχνη

Στο πλαίσιο μιας συζήτησης με καλό φίλο καθηγητή Φιλοσοφίας, με αντικείμενο μία φημισμένη διάλεξη του Δημήτρη Λιαντίνη [2], είχα επιχειρήσει να χαράξω σαφή όρια ανάμεσα στην Επιστήμη και τη Φιλοσοφία:

Σκοπός της επιστήμης είναι η διερεύνηση των ορίων του αποδείξιμου. Αντίθετα, σκοπός της φιλοσοφίας είναι ο στοχασμός πέραν των ορίων του αποδείξιμου. Ως γνώστης του στοχασμού των φιλοσόφων, ο Λιαντίνης ήταν επιστήμων. Ως στοχαστής ο ίδιος πάνω σε ζητήματα μεταφυσικής, ήταν φιλόσοφος.

Ο φίλος έκανε, τότε, μία ενδιαφέρουσα όσο και κρίσιμη προσθήκη στο σκέλος που αφορά τη φιλοσοφία:

"...ο στοχασμός και πέραν των ορίων του αποδείξιμου!"

Η (φαινομενικά) μικρή λέξη "και" που πρόσθεσε ο φίλος στον ορισμό, κάνει τη μεγάλη διαφορά. Καθιστά πιο δυσδιάκριτα τα όρια ανάμεσα στην επιστήμη και τη φιλοσοφία, έτσι που κάποιες γνωστικές περιοχές να διεκδικούνται ισότιμα και από τις δύο. Στο τέλος οφείλει να επέλθει συμβιβασμός προς όφελος του ανθρώπινου πνεύματος. Κι αυτό ακριβώς αντιπροσωπεύει τη θεμελιώδη ιδέα της Διαλεκτικής!

Βάζοντας, τώρα, στο κάδρο της συζήτησης και τη Μουσική, αυτό το "και" που συνδέει πράγματα καταρχήν διαφορετικά, με παραπέμπει συνειρμικά στο μαγικό "und" στη δεύτερη πράξη του "Τριστάνου" του Βάγκνερ ("Tristan und Isolde") [3]. Πρόκειται εδώ για έναν σύνδεσμο που η χρήση του, πέραν της αυτονόητης αναφοράς στην ερωτική σχέση των δύο ηρώων, υπονοεί ταυτόχρονα και την διαλεκτική συνύπαρξη φανερά αντίθετων ιδεών στο μουσικό δράμα: Του φωτός με το σκότος, της λογικής με το συναίσθημα, του "πρέπει" με το "θέλω", της κοινωνικής υπόληψης με την προσωπική ευτυχία, του έρωτα με τον θάνατο (ένα αχώριστο δίπολο κατά τον Δ. Λιαντίνη)...

Και, μια και αναφερθήκαμε στη μουσική, να σημειώσω κάτι ιδιαίτερα σημαντικό: Η κορυφαία μουσική φόρμα, η φόρμα σονάτας, με βάση την οποία δομούνται έργα όπως η σονάτα, το κουαρτέτο εγχόρδων και η συμφωνία, έχει στον πυρήνα της τη διαλεκτική σχέση ανάμεσα σε δύο αντίθετα, ως προς τον χαρακτήρα τους, μουσικά θέματα. Τα οποία, μέσω της ανάπτυξης, συντίθενται έτσι ώστε να παραχθεί ένα απόλυτα αρμονικό αποτέλεσμα.

Θα τολμούσα να πω ότι τίποτα δεν αναδεικνύει την ωραιότητα της Φιλοσοφίας όσο η Τέχνη. Και, για κάποιους αιθεροβάμονες ρομαντικούς, ακόμα και η ίδια η Επιστήμη μία μορφή τέχνης (μπορεί να) είναι!




Σάββατο 23 Οκτωβρίου 2021

Διαλεκτική: Από τη Φιλοσοφία στην Φυσικομαθηματική Επιστήμη

Hegel

Γράφει: Κώστας Παπαχρήστου
Πώς μέσω της Διαλεκτικής τα καταρχήν αντίθετα καθίστανται συμπληρωματικά. Από τη Φιλοσοφία στα Μαθηματικά, κι από τον Hegel και τον Maxwell στον Schrödinger, τον Βάγκνερ και τον Λιαντίνη...
    Διαλεκτική: Από τον Ηράκλειτο στον Hegel

Σύμφωνα με τον Ίωνα φιλόσοφο Ηράκλειτο (544 - 484 π.Χ.), πίσω από κάθε έκφανση του γίγνεσθαι στο Σύμπαν υπάρχει η εξ αντιθέτων σύσταση και εκ του πολέμου μεταξύ των αντιθέτων διάλυση των πάντων. Αυτό αποτελεί τη βάση της διαλεκτικής αρχής η οποία διέπει την εξέλιξη κάθε πράγματος στον κόσμο.

Στον Πλάτωνα - φύσει πιο φωτεινό πνεύμα από τον "σκοτεινό" Ηράκλειτο - η (κατά βάση σωκρατική) Διαλεκτική αποκτά διαφορετικό νόημα: είναι η τέχνη τού διαλέγεσθαι, δηλαδή, ο τρόπος να φτάνουμε στην αλήθεια μέσω της σύγκρουσης αντιθέτων απόψεων.

Ο Hegel (1770 - 1831) εξελίσσει τις ιδέες του Ηρακλείτου κατά δύο τρόπους: (α) τον απασχολούν οι ιδέες εξίσου με τα φαινόμενα, και (β) σπάζει το απόλυτο δίπολο θέσης - αντίθεσης προσθέτοντας ένα νέο στοιχείο, αυτό της σύνθεσης. Σύμφωνα με την διαλεκτική αρχή τού Hegel, η εξελικτική πορεία όλων των πραγμάτων και όλων των ιδεών βασίζεται στο τρίπτυχο "θέση - αντίθεση - σύνθεση" ή "κατάφαση - αντίφαση - συμφωνία". Με γενικότερους όρους, "Είναι - Μη είναι - Γίγνεσθαι". Η ουσία της πραγματικότητας συνίσταται μεν στην αντίθεση αλλά εμπεριέχει τη συμφωνία, την συνδιαλλαγή. Έτσι, μέσα από τη σύνθεση των αντιθέσεων αναζητείται ένα ανώτερο επίπεδο αλήθειας.

Ας δούμε τις ιδέες του Hegel λίγο αναλυτικότερα:

Μία ιδέα δεν είναι ένα πράγμα απόλυτο και στατικό αλλά αντιπροσωπεύει μια ομάδα σχέσεων. Μπορούμε να σκεφτούμε για κάτι μόνο σε συσχετισμό με κάτι άλλο, αντιλαμβανόμενοι τις ομοιότητες και τις διαφορές τους. Μία ιδέα χωρίς κάποιου είδους σχέσεις είναι κενή περιεχομένου.

Από όλες τις σχέσεις, η πλέον οικουμενική είναι εκείνη της αντίθεσης. Κάθε ιδέα, όπως και κάθε πραγματική κατάσταση, κατευθύνει αυτόματα προς το αντίθετό της και, στη συνέχεια, ενώνεται με αυτό για να σχηματίσουν μία ανώτερη και πιο σύνθετη δομή. Αυτή είναι η διαλεκτική αρχή στην οποία βασίζεται κάθε μορφή εξέλιξης ιδεών και πραγμάτων.

Έτσι, για παράδειγμα, ύλη και πνεύμα, καλό και κακό, κλπ., "διαλέγονται" μεταξύ τους και τελικά συντίθενται σε μία ανώτερη ύπαρξη: τον Άνθρωπο. Με όμοιο τρόπο, Λογική και Μεταφυσική, που εκπροσωπούν δύο καταρχήν αντίθετες φιλοσοφικές σχολές, οριοθετούνται και "συμφιλιώνονται" στην κριτική φιλοσοφία του Καντ.

Σύμφωνα με την παραπάνω θεώρηση, κύρια αποστολή της Φιλοσοφίας είναι η αναζήτηση της ενότητας που εν δυνάμει υπάρχει στη διαφορετικότητα. Αλλά κι η Επιστήμη έχει έναν σημαντικό ρόλο να παίξει...

    Η Διαλεκτική στα Μαθηματικά

Με βάση τη συζήτηση που προηγήθηκε, στο ανώτερο επίπεδο μίας διαλεκτικής σύνθεσης τα καταρχήν ασύμβατα μεταξύ τους καθίστανται συμπληρωματικά. Στα μαθηματικά, η σύνθεση αυτή εκφράζεται συμβολικά με τη γενική σχέση

Α * Β = Γ     (1)

όπου τα Α, Β, Γ είναι μαθηματικές έννοιες ή μαθηματικά αντικείμενα, και όπου η σύνθεση (*) των Α και Β μπορεί να είναι μία τυπική πράξη (π.χ., πρόσθεση) ή ένας λογικός σύνδεσμος (π.χ., διάζευξη). Το σύμβολο (=) μπορεί, αντίστοιχα, να δηλώνει μία τυπική ισότητα ή μια λογική ισοδυναμία. Εξ ορισμού, η σχέση Α=Β (ως ισότητα ή ως ισοδυναμία) είναι αδύνατη. Τα Α και Β ανήκουν σε "κόσμους" ασύμβατους μεταξύ τους, οι οποίοι μέσω της σύνθεσης (*) καθίστανται συμπληρωματικοί.

Ας δούμε μερικά παραδείγματα:

1. Αν τα Α και Β στη σχέση (1) συμβολίζουν τις έννοιες "άρτιος αριθμός" και "περιττός αριθμός", αντίστοιχα, και αν το (*) συμβολίζει διάζευξη, τότε το Γ σημαίνει "ακέραιος αριθμός" (πράγματι, ένας ακέραιος είναι είτε άρτιος είτε περιττός). Δηλαδή, η έννοια "ακέραιος" αποτελεί σύνθεση των αντίθετων μεταξύ τους εννοιών "άρτιος" και "περιττός". Με όμοιο τρόπο, αν τα Α και Β συμβολίζουν τις έννοιες "ρητός αριθμός" και "άρρητος αριθμός", αντίστοιχα, και αν το (*) συμβολίζει και πάλι διάζευξη, τότε το Γ σημαίνει "πραγματικός αριθμός".

2. Αν τα Α και Β συμβολίζουν τις έννοιες "πραγματικός αριθμός" και "φανταστικός αριθμός", αντίστοιχα, και αν το (*) είναι τυπική πρόσθεση, τότε το Γ σημαίνει "μιγαδικός αριθμός". Αυτό εκφράζεται μαθηματικά με τη γνωστή σχέση x+iy=z, όπου τα x και y είναι πραγματικοί αριθμοί ενώ το z είναι μιγαδικός.

3. Μία αυθαίρετη συνάρτηση f(x), που δεν είναι είτε άρτια είτε περιττή, φέρει μέσα της και τις δύο αυτές αντίθετες ιδιότητες [οι οποίες αντιστοιχούν στις έννοιες Α και Β της σχέσης (1)], αφού μπορεί πάντα να γραφεί ως άθροισμα μίας άρτιας και μιας περιττής συνάρτησης:

f(x) = (1/2) [ f(x) + f(-x) ] + (1/2) [ f(x) - f(-x) ] = άρτια + περιττή .

4. Όμοια, κάθε τετραγωνικός πίνακας M μπορεί να εκφραστεί ως άθροισμα ενός συμμετρικού και ενός αντισυμμετρικού πίνακα:

M = (1/2) (M + MT) + (1/2) (M - MT) = συμμετρικός + αντισυμμετρικός .

5. Κάθε διάνυσμα V στον τρισδιάστατο χώρο μπορεί να εκφραστεί ως διανυσματικό άθροισμα ενός διανύσματος κατά μήκος δοσμένης γραμμής και ενός διανύσματος κάθετου στη γραμμή αυτή (υποθέτουμε ότι η γραμμή διέρχεται από την αρχή τού V). Πράγματι, το V και η δοσμένη γραμμή (ας την ονομάσουμε άξονα x) ορίζουν ένα επίπεδο xy, όπου ο άξονας y είναι κάθετος στον άξονα x. Τότε, το V αναλύεται σε δύο κάθετες μεταξύ τους διανυσματικές συνιστώσες κατά μήκος των αξόνων x και y, των οποίων συνιστωσών το V αποτελεί διανυσματικό άθροισμα:

V = Vx + Vy .

Η καθετότητα είναι μία μορφή ασυμβατότητας, αφού δεν υφίσταται μη-μηδενική προβολή διανύσματος σε διεύθυνση κάθετη προς αυτό. Υπό αυτή την έννοια, τα διανύσματα Vx και Vy  (κάθετα μεταξύ τους) είναι ασύμβατα το ένα ως προς το άλλο. (Δεν θα χρησιμοποιήσουμε εδώ την έκφραση "αντίθετα", η οποία στη διανυσματική ανάλυση δηλώνει αντίθετες κατευθύνσεις.)

6. Κάθε παραγωγίσιμο διανυσματικό πεδίο V(x,y,z) στον χώρο μπορεί να γραφεί ως άθροισμα ενός αστρόβιλου και ενός σωληνωτού πεδίου. Τόσο από φυσική, όσο και από γεωμετρική άποψη, οι δύο αυτοί τύποι πεδίου έχουν αντίθετες ιδιότητες. Για παράδειγμα, οι δυναμικές γραμμές ενός αστρόβιλου πεδίου είναι ανοιχτές (έχουν αρχή και τέλος) ενώ εκείνες ενός σωληνωτού είναι κλειστές. Από φυσική άποψη, ένα σωληνωτό πεδίο δεν μπορεί να έχει μεμονωμένες σημειακές πηγές (πόλους) ενώ ένα αστρόβιλο πεδίο μπορεί να έχει. Γράφουμε:

V(x,y,z) = U(x,y,z) + W(x,y,z)   όπου   rot U = 0  και  div W = 0 .

    Διαλεκτική και Φυσικές επιστήμες

Η μέσω της σύνθεσης ενοποίηση των αντιθέτων βρίσκει σημαντικές εφαρμογές στις φυσικές επιστήμες. Ας δούμε μερικά παραδείγματα:

1. Το φως συμπεριφέρεται άλλοτε ως σωματίδιο (φωτόνιο) και άλλοτε ως ηλεκτρομαγνητικό κύμα. Έτσι, η έννοια "φως" συντίθεται από δύο ασύμβατες μεταξύ τους φυσικές έννοιες, "σωματίδιο" και "κύμα", όπου η πρώτη περιγράφει διακριτή ποσότητα ενέργειας εντοπισμένης στον χώρο, ενώ η δεύτερη αναφέρεται σε ενέργεια που κατανέμεται στον χώρο με τρόπο συνεχή. (Μία σειρά από άλλα φαινόμενα επίσης διαφοροποιούν τις δύο αυτές εκφάνσεις του φωτός.)

2. Η "θεωρία ενοποιημένου πεδίου" επιχειρεί να συνενώσει φαινομενικά διαφορετικά μεταξύ τους πεδία δυνάμεων ώστε να οριστούν γενικότερα και πιο σύνθετα πεδία. Ήδη τον 19ο αιώνα ο James Clerk Maxwell ανακάλυψε ότι το ηλεκτρικό και το μαγνητικό πεδίο αποτελούν απλά δύο όψεις ενός πιο σύνθετου πεδίου, του ηλεκτρομαγνητικού. Τον 20ό αιώνα δύο ακόμα πεδία, αυτά της ασθενούς και της ισχυρής δύναμης, εντάχθηκαν στο σχέδιο της ενοποίησης, ενώ συνεχίζονται οι προσπάθειες για να μπει στην "παρέα" και η βαρύτητα.

3. Στον κόσμο των στοιχειωδών σωματιδίων και υψηλών ενεργειών, θεωρίες όπως η υπερσυμμετρία επιχειρούν να αναδείξουν την κρυμμένη ενότητα ανάμεσα στα μποζόνια και τα φερμιόνια, τα οποία αποτελούν δύο κατηγορίες σωματίων που οι συλλογικές συμπεριφορές τους δείχνουν εκ διαμέτρου αντίθετες στον κόσμο των χαμηλών ενεργειών όπου ζούμε. (Τα μποζόνια - όπως, π.χ., το φωτόνιο - είναι πολύ "κοινωνικά", ενώ τα φερμιόνια - όπως το ηλεκτρόνιο - έχουν την τάση να είναι "μονήρη".)

4. Η περίφημη "γάτα του Schrödinger", ένα νοητικό πείραμα για την κβαντική υπέρθεση, φτάνει στο σημείο να συνθέσει διαλεκτικά τη ζωή με τον θάνατο. Με τεχνικούς όρους, η κβαντική κατάσταση της γάτας είναι γραμμικός συνδυασμός δύο επιμέρους καταστάσεων που αντιστοιχούν στις πιθανότητες η γάτα να είναι ζωντανή ή νεκρή. Η σύνθεσή τους, λοιπόν, επιτρέπει στη γάτα να είναι ταυτόχρονα ζωντανή και νεκρή! Βέβαια, αυτό ισχύει όσο δεν παρατηρούμε τη γάτα. Με το που θα κοιτάξουμε, η αλλόκοτη αυτή μαθηματική σύνθεση θα καταρρεύσει στη μία ή την άλλη συνιστώσα της, και η μοίρα της γάτας θα είναι πλέον απολύτως προσδιορισμένη...

    Επιστήμη, Φιλοσοφία και Τέχνη

Σε μία κριτική ανάλυση πάνω σε μια διάλεξη του Δημήτρη Λιαντίνη1 είχαμε επιχειρήσει πριν χρόνια να χαράξουμε σαφή όρια ανάμεσα στην Επιστήμη και τη Φιλοσοφία. Γράψαμε:
Σκοπός της επιστήμης είναι η διερεύνηση των ορίων του αποδείξιμου. Αντίθετα, σκοπός της φιλοσοφίας είναι ο στοχασμός πέραν των ορίων του αποδείξιμου. (...) Ως γνώστης του στοχασμού των φιλοσόφων, ο Λιαντίνης ήταν επιστήμων. Ως στοχαστής ο ίδιος πάνω σε ζητήματα μεταφυσικής, ήταν φιλόσοφος.
Αναφέρθηκα πρόσφατα σε αυτή την ιδέα στο πλαίσιο μίας συζήτησης με καλό φίλο καθηγητή Φιλοσοφίας. Κι εκείνος έκανε μία ενδιαφέρουσα όσο και κρίσιμη προσθήκη στο σκέλος που αφορά τη φιλοσοφία:

    "...ο στοχασμός και πέραν των ορίων του αποδείξιμου!"

Η (φαινομενικά) μικρή λέξη "και" που πρόσθεσε ο φίλος στον ορισμό κάνει τη μεγάλη διαφορά: καθιστά πιο δυσδιάκριτα τα όρια ανάμεσα στην επιστήμη και τη φιλοσοφία, έτσι που κάποιες γνωστικές περιοχές να διεκδικούνται ισότιμα και από τις δύο. Στο τέλος οφείλει να επέλθει συμβιβασμός προς όφελος του ανθρώπινου πνεύματος. Κι αυτό ακριβώς αντιπροσωπεύει τη θεμελιώδη ιδέα της Διαλεκτικής!

Βάζοντας, τώρα, στο κάδρο της συζήτησης και τη Μουσική, αυτό το "και" που συνδέει πράγματα καταρχήν διαφορετικά με παραπέμπει συνειρμικά στο μαγικό "und" στη δεύτερη πράξη του "Τριστάνου" του Βάγκνερ ("Tristan und Isolde"). Έναν σύνδεσμο που, πέραν της αυτονόητης αναφοράς στην ερωτική σχέση των δύο ηρώων, υπονοεί ταυτόχρονα και τη διαλεκτική συνύπαρξη φανερά αντίθετων ιδεών στο μουσικό δράμα: του φωτός με το σκότος, της λογικής με το συναίσθημα, του "πρέπει" με το "θέλω", της κοινωνικής υπόληψης με την προσωπική ευτυχία, του έρωτα με τον θάνατο (ένα αχώριστο δίπολο κατά τον Δ. Λιαντίνη)...

Τίποτα δεν αναδεικνύει, τελικά, την ωραιότητα της Φιλοσοφίας όσο η Τέχνη. Και, για κάποιους αιθεροβάμονες ρομαντικούς, ακόμα κι η επιστήμη μία μορφή τέχνης (μπορεί να) είναι!

Κυριακή 6 Ιουνίου 2021

Νικολίτσα Γεωργοπούλου – Λιαντίνη: Η Οικολογική Ηθική ως Γέννημα Παγκόσμιας Πρόκλησης


Η ελευθερία του ανθρώπου ως το μεταξύ του κόσμου και της συνείδησης είναι τόσο μεγάλη, ώστε οδήγησε παγκόσμια σε επικίνδυνο σημείο τις συνθήκες ζωής, μέχρι και τη μερική τους καταστροφή. Η θεραπεία και επανόρθωση της φθοράς και του ολοθρεμού, καθώς και η παρεμπόδιση μιας επερχόμενης πανωλεθρίας και αφανισμού είναι σύμφωνα με τη διδασκαλία των συμπεριφοριστών κήρυγμα χωρίς ελπίδα, ουτοπική προέλαση της ανθρώπινης ενέργειας ανάμεσα στο παρελθόν και το μέλλον, αμφίβολο αντιμέτρημα ανάμεσα στην απιστία του παρελθόντος και την πίστη του μέλλοντος.

Με τέτοια προοπτική όμως τι αξία έχει κάθε λόγος για οικολογική ηθική και δημιουργία ηθικών μοντέλων, αν αφαιρέσουμε από την ανθρώπινη συνείδηση τη δυνατότητα στο πλαίσιο της περατωτικής της έκτασης να οργανώσει η ίδια τη ζωή της; Στο πρόβλημα μας τούτο σημαίνει ότι ο άνθρωπος μπορεί, αρκεί να το θελήσει, να οργανώσει ένα χώρο εγρήγορσης και ετοιμότητας, έγκρισης και τόλμης, εκλογής και απόφασης για δημιουργία μιας νέας οικολογικής συνείδησης σε αντικατάσταση της ασύγγνωστης αμελησίας, ολιγωρίας και ακηδίας που επέδειξε στο παρελθόν. 

Κάθε λόγος της οικολογικής ηθικής λειτουργεί αναγκαία σε βάση αισιοδοξίας για το στόχο του και εξακτινώνεται στον ορίζοντα της ελεύθερης βούλησης του ανθρώπου. Ο λόγος της οικολογικής ηθικής είναι λόγος μιας παγκόσμιας πρόκλησης της βιωμένης πραγματικότητας. Σοφός είναι εκείνος, γράφει ο Bernard von Clairvaux που ξέρει να γεύεται τα πράγματα, όπως πραγματικά είναι. Ο εσωτερικός πραγματικός λόγος των αντικειμένων προσδιορίζει το μέτρο και τον κανόνα της πράξης. Τούτο σημαίνει ότι η ανθρώπινη συμπεριφορά σε όλα τα επίπεδα και τις κοινωνικές ομάδες (Οικονομία, Εκπαίδευση, Υγεία, Συναλλαγή, Τεχνική, Πολιτεία κλπ) αξιώνει, προκειμένου για τη δυνατότητα μιας ομόλογης λογικής και βουλητικής πρόσβασης του ανθρώπου στο χώρο επιβολής τους, συγκεκριμένες προϋποθέσεις, όπως: συνειδητοποίηση της σπουδαιότητας όλων τούτων των τομέων για την ανθρώπινη ζωή, γνώση των κοινωνικών σχέσεων προς το θεσμικό και αξιολογικό πλαίσιο προτεραιοτήτων που ισχύουν, και εκπαιδευτική ενημέρωση ως προς τις ανοιχτές δυνατότητες του παρόντος.

Η ανθρώπινη συμπεριφορά δικαιώνεται ως ηθικά ομόλογη προς το περιβάλλον, όταν η πράξη της συμμορφώνεται προς εκείνους τους νόμους που στο φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον υπάρχουν a priori και χωρίς την προαίρεση του ανθρώπου.

Συμπεριφέρομαι ηθικά σημαίνει πλέον συμπεριφέρομαι οικολογικά, υπακούω ευλαβητικά στη νομοτέλεια του φυσικού χώρου ζωής και δράσης και μάλιστα σε συνάρτηση προς το παγκόσμιο ανθρώπινο συμφέρον, ώστε τόσο ο άνθρωπος, όσο και η φύση να εκπληρώνουν την εντελέχειά τους. 

Η οικολογική κρίση και το σοκ που έχει προκαλέσει παγκόσμια είναι τόσο μεγάλο που απαιτείται καθολική κινητοποίηση κοινωνικού ηθικού συλλογισμού. Η οικολογική περιπέτεια του σημερινού κόσμου αξιώνει την κριτική ανάλυση όλων των ρεαλιστικών ή ουτοπικών ιδεαλιστικών σχεδιασμών και προγραμμάτων της περιβαλλοντικής πολιτικής.

Η οικολογική μόλυνση αξιώνει δραστική αναθεώρηση των τεχνολογικών προοπτικών και συνειδητή αναδόμηση του πολιτικού σχεδιασμού των κρατών και της κοινωνικοηθικής αντίληψης. Αλλαγή κοινωνικοοικονομικών και τεχνικών δομών για δημιουργία συνείδησης οικολογικής ηθικής σημαίνει απόφαση για αλλαγή συμπεριφοράς του ενός (όλων), γιατί διαφορετικά κάθε προσπάθεια αναδόμησης γνωρίζει μόνο το ναυάγιο.

Η αφύπνιση της οικολογικής ηθικής πρέπει να ξεκινήσει από το φρόνημα του ενός ανθρώπου, από την απόφασή του να μετατρέψει την εθελότυφλη όρασή του, την κιβδηλεία της πράξης του και το σκόπιμο ψεύδος, με το οποίο έχει ζώσει τη ζωή του, σε άγρυπνο βλέμμα, σε μέριμνα πράξης με φυσικές επιταγές, σε παρουσία γνήσιας ποιοτικής ζωής και επίπονης πειθαρχίας. Είναι ηθικά οδυνηρό να βιώνεται η ακηδία και η αδιαφορία ως πειθαρχία. Ο άνθρωπος οφείλει να προσέχει. Γιατί σε κάθε βήμα προς τα εμπρός ολισθαίνει δύο προς τα πίσω.

Είναι παράδοξο ότι ο άνθρωπος, παρότι στην πορεία των αιώνων δημιούργησε πολλές επιστήμες και κέρδισε την πολύμορφη ζωή, παραμένει σε μεγάλη του ποσοτική έκταση ακόμη αναφορικά με τις πλανητικές οικολογικές του συναρτήσεις σε κατάσταση φόβου, λιγοψυχεί και δεισιδαιμονεί από άγνοια, και εξηγεί το φυσικά νομοτελειακό ως κοσμική δυσμένεια. Οι Έλληνες που έβλεπαν την ιδέα της ζωής να συμπορεύεται ευάρμονα με τη φύση και προσδιόριζαν τη νοησιαρχική τους εικόνα από τα δικά της διδάγματα δεν αποτελούν δυστυχώς πια πρότυπο στο σύγχρονο άνθρωπο.

Η προτροπή για αφύπνιση της οικολογικής συνείδησης διέρχεται αναγκαία από τη σοβαρή γνώση της φύσης και από τον οφειλόμενο σεβασμό σ’ αυτήν εκ μέρους του ανθρώπου. Πρόκειται για σχέση όχι αντιπαράθεσης αλλά για κατανόηση της σιωπής και της μυστικής γλώσσας της φύσης. Για κατανόηση της ρυθμικής ενότητας και παραδοχή από την ανθρώπινη επέμβαση της διάταξης της φυσικής τάξης. Πρόκειται για την αόρατη παρουσία της ηρακλείτειας «κρυφής αρμονίας» που καλεί για αποδοχή. Στη σχέση του ανθρώπου με τη φύση τον ηγεμονικό ρόλο παίζει ο άνθρωπος.

Αποφασιστική προϋπόθεση στην εκτύλιξη μιας εύρυθμης σχέσης αποτελεί η ευάρμονη σχέση του ανθρώπου με τον εαυτό του, με το βάθος της ύπαρξής του. Απουσία αυτής της εσωτερικής αρμονίας που εκδηλώνεται με την κανονική, ομαλή και απρόσκοπτη λειτουργία της ψυχοσωματικής παρουσίας οδηγεί σε πρόσκρουση του ανθρώπου με τη φύση, σε αλλοτρίωση. Την καταστροφή της φύσης προκαλεί και συντηρεί η δυσαρμονία του ανθρώπου με τον εαυτό του, η αναυθεντική του στάση μπροστά στο φαινόμενο της ζωής. Στο κακοποιημένο φυσικό περιβάλλον αποκαλύπτεται ο κακοποιημένος εσωτερικός κόσμος του ανθρώπου, η χρεοκοπία της φιλίας με το ίδιο το εγώ του. Καταστροφή της φύσης σημαίνει καταστροφή και παραμόρφωση της εσωτερικής δομής του ανθρώπου, συνειδησιακή ανωριμότητα και μισαλλόδοξη τροπή της πορείας της ζωής.

Η πνευματική κατάσταση του ανθρώπου αλλά και η επίγνωση της συνυπευθυνότητάς του στην συμπαρουσία των πολλών και ποικίλων μορφών της ζωής του τού υπαγόρευσε την ανάγκη να κατακτήσει γνωστικά το νομοτελειακό κώδικα της φύσης και την οργανωτικότητα του κόσμου, προκειμένου να εξελιχθεί προς την τελείωση η συλλογική ανθρώπινη ζωή.

Εξ αιτίας αυτού είναι υποχρεωμένος ο άνθρωπος να σέβεται τη φυσική ισορροπία, η οποία και μόνη μπορεί να εγγυηθεί τη λειτουργική τάξη του φυσικού κόσμου, και να στοιχηθεί προς ένα ρυθμό ευθύνης απέναντι στη φύση. Κυριαρχία του ανθρώπου στη φύση, έτσι όπως τη διδάχθηκε ο δυτικός άνθρωπος από τη Γραφή του, σημαίνει όχι καταδυνάστευση και λεηλασία της φύσης αλλά έλλογη δράση και δημιουργία σε κλίμα ειρήνης και φιλίας με τα φυσικά οικοσυστήματα. Η παρανόηση ή αγνόηση αυτής της αρχής δεν παραμορφώνει μόνο την εντελεχειακή αποστολή του ανθρώπου, αλλά οργανώνει τη λεηλασία της φύσης και εκτρέπει το κοσμικό process στη διάσπαση και τη διάλυση.

Ο οικολογικός λόγος είναι λόγος πολύ ευγενικός αλλά και δύσκολος κατά τη γνωστή φράση του Spinoza ότι «κάθε υπέροχο είναι το ίδιο δύσκολο και σπάνιο». Στοχεύει στο σεβασμό της φύσης που για τον εύβουλο άνθρωπο σημαίνει σύνεση, φρόνηση, ορθοφροσύνη. Ο ορθός συλλογισμός είναι ο αναγκαίος συστατικός όρος για αναθεώρηση της ηθικής και εκπαίδευση οικολογικής συνείδησης. Καταφεύγοντας στον ορθολογισμό ως απαραίτητο παράγοντα αναφερόμεθα στην κυρίαρχη και πρωτοκαθεδρική θέση του λόγου. Του λόγου όχι απλά ως εργαλείου και μέσου αλλά ως εκφραστή της ευτολμίας του ανθρώπου να ελέγχει τις τεχνικές του συνυπολογίζοντας τις μακροπρόθεσμες συνέπειες σε όλες τις επί μέρους αυτόνομες περιοχές της σκόπιμης δράσης. Ότι ορθός συλλογισμός σημαίνει υπολογίζω και φοβάμαι για τις αρνητικές συνέπειες της τεχνικής στον ανθρώπινο – οικολογικό χώρο, δηλώνει το γεγονός ότι η φύση υπήρξε προκειμένου για τη διανόηση ευθύς εξ αρχής η πηγή της γνώσης. Ο άνθρωπος πλούτισε το έργο της γνώσης του από και μέσα στη φύση. Οι μηχανισμοί της τεχνικής του έχουν ως πρότυπο τις δομές της φύσης και κάθε πρόοδος για βελτίωση της τεχνικής προϋποθέτει ως διδάσκαλο και οδοδεικτικό σύμβουλο την ίδια τη φύση στις πλέον εκλεπτυσμένες της λειτουργίες.

Κυριαρχία του ανθρώπου στη φύση σημαίνει βέβαια καλλιέργεια και διαφύλαξη της φύσης χάριν του ανθρώπινου διαφέροντος, αλλά με σύγχρονο σεβασμό εκείνου που ωθεί στη ζωή της φύσης και όχι στην καταστροφή της. Για το Martin Heidegger ο άνθρωπος δεν είναι ο κύριος του Όντος, αλλά ο ποιμένας του Είναι. Ο άνθρωπος πρέπει να διακρίνει ό,τι υπηρετεί τη φύση, γιατί η δική του ευημερία είναι απόλυτα συνδεδεμένη μαζί της. Η συνειδητοποίηση αυτής της γνώσης αποτελεί προσκλητήριο για την εποχή μας, γιατί σήμερα βιώνουμε την πικρή διαπίστωση ότι ο άνθρωπος κακομεταχειρίστηκε τις φυσικές δωρεές, με αποτέλεσμα να θερίζει το κακό και την εχθρότητα της φύσης.

Ο σύγχρονος τεχνολογικός πολιτισμός έχει οδηγήσει σε σύγχυση ως προς τις γνήσιες και τις ψευδείς ανάγκες του ανθρώπου, και σε αδυναμία διάκρισής τους. Ζούμε σε εποχή πολυδάπανης σπατάλης. Με την τεράστια πρόοδο της τεχνικής οι βασικές ανάγκες ζωής του ανθρώπου, στις οποίες ανήκουν και εκείνες της ιδιαίτερης άνεσης και ευχαρίστησης, μεγαλοποιήθηκαν τεχνητά. Το αναγκαίο αναμείχθηκε με το περιττό, το χρήσιμο με το άσκοπο, το ωφέλιμο με το ανώφελο. Το πρόβλημα όμως δεν είναι το να ασκήσουμε απλά κριτική στην παγκόσμια βιομηχανία και την τεχνολογία, γιατί όλα όσα δημιουργεί ο άνθρωπος είναι τέχνη και τεχνική. Είμαστε υποχρεωμένοι να θέσουμε το πρόβλημα των ορίων.

Ο προσδιορισμός των ορίων είναι σήμερα αποφασιστικός, προκειμένου να οριοθετηθεί ο χώρος της ανθρώπινης οικονομικής δραστηριότητας, ο οποίος δεν γίνεται να είναι απεριόριστος, και αναφορικά με τη φύση και αναφορικά με τον άνθρωπο. Γιατί αν υπάρχουν στη φύση επαρκή αγαθά για τις ανάγκες όλων δεν υπάρχουν αρκετά για την απληστία ορισμένων. Η διάρθρωση της οικονομίας πρέπει βέβαια να αποβλέπει στη βελτίωση της ποιότητας ζωής του ανθρώπου, αλλά να λαμβάνει σοβαρά υπόψη το πεπερασμένο των πρώτων υλών, όπως επίσης και την αλληλεγγύη μεταξύ όλων των ανθρώπων της γης με προοπτικές και στις μέλλουσες γενεές. Η υπευθυνότητα δεν αφορά μόνο το παρόν αλλά και το μέλλον, το χώρο στον οποίον θα ζήσουν οι απόγονοί μας και δεν αφορά ένα μέρος του πλανήτη, αλλά τη σύνολη γη μας.

Δυστυχώς  καθημερινή διαπίστωση είναι ότι το πρακτικό διαφέρον του ανθρώπου συγκροτεί εκείνη η βιοποριστική διάταξη που σημαδεύεται από την πλήρη αποξένωση από τη φύση και το συνάνθρωπο, την απόκλιση από τη χάρη της φυσικής τάξης, την αντιστροφή της υγείας σε ασθένεια και παρακμή. Ο άνθρωπος της τεχνικής έγινε α-φύσικος. Δημιούργησε ένα ψεύτικο πλαστικό κόσμο γύρω του και εκεί μέσα φυλάκισε μηδενιστικά τον εαυτό του. Η αποθέωση της μηδενιστικής διάθεσης του ανθρώπου και ιδιαίτερα του νέου, η οδύνη της απογοήτευσης, η αμφιλογία, η ανικανοποίητη βούληση, το αίσθημα του αδικαίωτου αγώνα, το ρίγος του ναυαγίου είναι οι κακοδαιμονικές λειτουργίες εκείνου του γεγονότος που ονομάζουμε ζωή. Το χαμόγελο, όπου ακόμη υπάρχει τις περισσότερες φορές είναι η αμήχανη έκφραση της ίδιας της εσωτερικής αποξένωσης. Η τεχνική ανέβασε τον άνθρωπο στην πυραμίδα της ακμής με αγώνα και δυσκολία, η κατωφέρεια όμως είναι εύκολη, γιατί το ισοζύγιασμα των αντίρροπων δυνάμεων είναι έργο δυσχερές, ενώ η ανατροπή ευχερής. Προϋποθέτει βαθιά γνώση, ισχυρή βούληση και κυριαρχημένο έλεγχο.

Ο ρόλος της τεχνικής είναι αποκλειστικός σε αυτήν την προοπτική. Η συνεχής επέκταση των γνώσεων των φυσικών επιστημών διεύρυνε τα όρια της τεχνικής εκμετάλλευσης. Η επιστήμη έγινε η αναγκαία προϋπόθεση της τεχνικής και η τεχνική το εργαλείο της επιστημονικής γνώσης. Τις πολλές προσφερόμενες δυνατότητες στους τομείς της παιδείας, υγείας, διατροφής, επικοινωνίας, αναψυχής κλπ τις οφείλουμε οπωσδήποτε στην πανεπιστημιακή γνώση και την επιστημονική τεχνική. Η εξέλιξη και ανάπτυξη τρέχει με ασταμάτητη αναγκαιότητα, η πίστη όμως του ανθρώπου στην πρόοδο δεν έχει ικανώς αναλυθεί και η προφάνεια της πραγματικότητας θεωρείται ως ρεαλισμός στην εκτίμηση της ανθρώπινης πράξης.

Αυτή όμως η πίστη που μεταστοιχειώνει οράματα σε θεάματα αντικαθίσταται συχνά από το φόβο και την αβεβαιότητα όταν οι κίνδυνοι από τις επιπτώσεις της επιστημονικής τεχνικής απειλούν. Ξαφνικά απέναντι στην πίστη στην τεχνική υπεισέρχεται η πλήρης επιφύλαξη και ο άνθρωπος ανοίγει τα μάτια του στο συμβατικό της χαρακτήρα, κατά την έννοια ότι βλέπει το μυστηριακό και σημειώδες της πίστης του σε κάποια σημεία να ξεφεύγει τον έλεγχο και το ανορθολογικό και παράλογο να εισορμά από κάποια απρόβλεπτη και ανεξέλεγκτη περιοχή.

Όμως η ελπίδα της αισιοδοξίας δεν χάθηκε. Μόνο που αν θέλει να είναι σοβαρή και έμπεδη πρέπει να συμβαδίζει με τον προγραμματισμό. Σε τελική ανάλυση πρέπει να δεχθούμε αναγκαία την αρχή του συμβιβασμού, αφού η αντιπαλότητα μεταξύ του άπειρου Είναι και του πεπερασμένου όντος, του σύνθετου και της κοσμοφόρας εντροπίας, του αμετάβλητου και της μεταβολής είναι το γεγονός το εγγυητικό της γονιμότητας του πνεύματος. Η ικμάδα του πνεύματος είναι αποτέλεσμα όχι της κατάστασης αλλά της επανάστασης, όχι της ήσυχης επικύρωσης, αλλά της ακύρωσης, της σύγκρουσης του παλαιού με το νέο. 

Ολόκληρη αυτή η χασμωδία της βαρβαρότητας οφείλει να μεταστοιχειωθεί στο χώρο των κυβερνώντων σε μια πρόταση: Σεβαστείτε τις νέες γενεές και πάψετε να σπαταλάτε αλύπητα την περιουσία τους και το δικαίωμά τους για ζωή. Και δημιουργήστε μια παιδεία καθαρότητας και ανθρωπισμού, που να είναι σύμμετρη με το θείο νόμο, τα ιερά δικαιώματα του ανθρώπου, το νόμο της φύσης και τα δικαιώματα της εξωανθρώπινης δημιουργίας με την πλησμονή των ειδών και των δράσεών τους στο παιχνίδι της φύσης.

Οικονομία της αγοράς και Δημοκρατία, τα δύο χαρακτηριστικά γνωρίσματα της δυτικής κοινωνίας, είναι βέβαια διαθέσιμα μεγέθη. Δεν σημαίνει ότι πρέπει να τα καταργήσουμε, αλλά να προβληματιστούμε για την ανάμειξή τους στη λογική του οικολογικού αυτοολοθρεμού και αυτοεξαφανισμού.

Η αντιμετώπιση της κρίσης αξιώνει ανάλογη εκπαιδευτική πολιτική. Είναι ανάγκη να διαφωτιστεί υπεύθυνα η συνείδηση των πολιτών χωρίς εξωραϊσμούς αλλά και χωρίς ακραίο μηδενιστικό πνεύμα. Ούτε εφησυχασμός αλλά ούτε και πνεύμα απόλυτης απαισιοδοξίας μπορούν να συνθέσουν έναν υπεύθυνο οικολογικά παιδαγωγικό λόγο.

Νικολίτσα Γεωργοπούλου – Λιαντίνη
Ομότιμη Καθηγήτρια Φιλοσοφίας 
Πανεπιστημίου Αθηνών