Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Τέχνη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Τέχνη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 21 Νοεμβρίου 2023

Η διαλεκτική σκέψη, από τη Φιλοσοφία ως τις Φυσικές Επιστήμες


Η Διαλεκτική αναζητά την ενότητα των πραγμάτων μέσα από τη σύνθεση καταρχήν αντίθετων εννοιών. Αυτό ισχύει από τη Φιλοσοφία και την Τέχνη ως τη Φυσική και τα Μαθηματικά. Δυστυχώς, δεν βρίσκει πεδίο εφαρμογής στην πολιτική...

    Διαλεκτική: Από τον Ηράκλειτο στον Hegel

Σύμφωνα με τον Ίωνα φιλόσοφο Ηράκλειτο (544 - 484 π.Χ.), πίσω από κάθε έκφανση του γίγνεσθαι στο Σύμπαν υπάρχει η εξ αντιθέτων σύσταση και εκ του πολέμου μεταξύ των αντιθέτων διάλυση των πάντων. Αυτό αποτελεί τη βάση της διαλεκτικής αρχής, η οποία διέπει την εξέλιξη κάθε πράγματος στον κόσμο.

Στον Πλάτωνα – φύσει πιο φωτεινό πνεύμα από τον «σκοτεινό» Ηράκλειτο – η (κατά βάση σωκρατική) Διαλεκτική αποκτά διαφορετικό νόημα: είναι η τέχνη τού διαλέγεσθαι, δηλαδή, ο τρόπος να φτάνουμε στην αλήθεια μέσω της σύγκρουσης αντίθετων απόψεων.

Ο Hegel (1770 - 1831) εξελίσσει τις ιδέες του Ηράκλειτου κατά δύο τρόπους: (α) τον απασχολούν οι ιδέες εξίσου με τα φαινόμενα, και (β) σπάζει το απόλυτο δίπολο θέσης – αντίθεσης προσθέτοντας ένα νέο στοιχείο, αυτό της σύνθεσης. Σύμφωνα με την διαλεκτική αρχή τού Hegel, η εξελικτική πορεία όλων των πραγμάτων και όλων των ιδεών βασίζεται στο τρίπτυχο «θέση – αντίθεση – σύνθεση» ή «κατάφαση – αντίφαση – συμφωνία». Με γενικότερους όρους, «Είναι – Μη είναι – Γίγνεσθαι». Η ουσία της πραγματικότητας συνίσταται μεν στην αντίθεση αλλά εμπεριέχει τη συμφωνία, τη συνδιαλλαγή. Έτσι, μέσα από τη σύνθεση των αντιθέσεων αναζητείται ένα ανώτερο επίπεδο αλήθειας.

Ας δούμε τις ιδέες του Hegel λίγο αναλυτικότερα:

Μία ιδέα δεν είναι ένα πράγμα απόλυτο και στατικό, αλλά αντιπροσωπεύει μια ομάδα σχέσεων. Μπορούμε να σκεφτούμε για κάτι μόνο σε συσχετισμό με κάτι άλλο, αντιλαμβανόμενοι τις ομοιότητες και τις διαφορές τους. Μία ιδέα χωρίς κάποιου είδους σχέσεις είναι κενή περιεχομένου.

Από όλες τις σχέσεις, η πλέον οικουμενική είναι εκείνη της αντίθεσης. Κάθε ιδέα, όπως και κάθε πραγματική κατάσταση, κατευθύνει αυτόματα προς το αντίθετό της και, στη συνέχεια, ενώνεται με αυτό για να σχηματίσουν μία ανώτερη και πιο σύνθετη δομή. Αυτή είναι η διαλεκτική αρχή στην οποία βασίζεται κάθε μορφή εξέλιξης ιδεών και πραγμάτων.

Έτσι, για παράδειγμα, ύλη και πνεύμα, καλό και κακό, κλπ., «διαλέγονται» μεταξύ τους και τελικά συντίθενται σε μία ανώτερη ύπαρξη: τον Άνθρωπο. Με όμοιο τρόπο, Λογική και Μεταφυσική, που εκπροσωπούν δύο καταρχήν αντίθετες φιλοσοφικές σχολές, οριοθετούνται και «συμφιλιώνονται» στην κριτική φιλοσοφία του Καντ.

Σύμφωνα με την παραπάνω θεώρηση, κύρια αποστολή της Φιλοσοφίας είναι η αναζήτηση της ενότητας που εν δυνάμει υπάρχει στη διαφορετικότητα. Αλλά κι η Επιστήμη έχει έναν σημαντικό ρόλο να παίξει...

    Η Διαλεκτική στα Μαθηματικά

Με βάση τη συζήτηση που προηγήθηκε, στο ανώτερο επίπεδο μίας διαλεκτικής σύνθεσης τα καταρχήν ασύμβατα μεταξύ τους καθίστανται συμπληρωματικά. Στα μαθηματικά, η σύνθεση αυτή εκφράζεται συμβολικά με τη γενική σχέση:

    Α * Β = Γ     (1)

όπου τα Α, Β, Γ είναι μαθηματικές έννοιες ή μαθηματικά αντικείμενα, και όπου η σύνθεση (*) των Α και Β μπορεί να είναι μία τυπική πράξη (π.χ., πρόσθεση) ή ένας λογικός σύνδεσμος (π.χ., διάζευξη). Το σύμβολο (=) μπορεί, αντίστοιχα, να δηλώνει μία τυπική ισότητα ή μια λογική ισοδυναμία. Εξ ορισμού, η σχέση Α=Β (ως ισότητα ή ως ισοδυναμία) είναι αδύνατη. Τα Α και Β ανήκουν σε «κόσμους» ασύμβατους μεταξύ τους, οι οποίοι μέσω της σύνθεσης (*) καθίστανται συμπληρωματικοί.

Ας δούμε μερικά παραδείγματα:

1. Αν τα Α και Β στη σχέση (1) συμβολίζουν τις έννοιες «άρτιος αριθμός» και «περιττός αριθμός», αντίστοιχα, και αν το (*) συμβολίζει διάζευξη, τότε το Γ σημαίνει «ακέραιος αριθμός» (πράγματι, ένας ακέραιος είναι είτε άρτιος είτε περιττός). Δηλαδή, η έννοια «ακέραιος» αποτελεί σύνθεση των αντίθετων, μεταξύ τους, εννοιών «άρτιος» και «περιττός». Με όμοιο τρόπο, αν τα Α και Β συμβολίζουν τις έννοιες «ρητός αριθμός» και «άρρητος αριθμός», αντίστοιχα, και αν το (*) συμβολίζει και πάλι διάζευξη, τότε το Γ σημαίνει «πραγματικός αριθμός».

2. Αν τα Α και Β συμβολίζουν τις έννοιες «πραγματικός αριθμός» και «φανταστικός αριθμός», αντίστοιχα, και αν το (*) είναι τυπική πρόσθεση, τότε το Γ σημαίνει «μιγαδικός αριθμός». Αυτό εκφράζεται μαθηματικά με τη γνωστή σχέση x+iy=z, όπου τα x και y είναι πραγματικοί αριθμοί ενώ το z είναι μιγαδικός.

3. Μία αυθαίρετη συνάρτηση F(x), που δεν είναι είτε άρτια είτε περιττή, φέρει μέσα της και τις δύο αυτές αντίθετες ιδιότητες [οι οποίες αντιστοιχούν στις έννοιες Α και Β της σχέσης (1)], αφού μπορεί πάντα να γραφεί ως άθροισμα μιας άρτιας και μιας περιττής συνάρτησης. Όμοια, κάθε τετραγωνικός πίνακας μπορεί να εκφραστεί ως άθροισμα ενός συμμετρικού και ενός αντισυμμετρικού πίνακα.

4. Πάνω σε ένα επίπεδο, κάθε διάνυσμα V μπορεί να εκφραστεί σαν άθροισμα δύο διανυσμάτων κάθετων μεταξύ τους (συνιστώσες τού V). Η καθετότητα μεταξύ των δύο συνιστωσών είναι μία μορφή ασυμβατότητας, με την έννοια ότι δεν υφίσταται μη-μηδενική προβολή της μίας συνιστώσας πάνω στην άλλη.

5. Κάθε διανυσματικό πεδίο V(x,y,z) στον χώρο μπορεί να γραφεί ως άθροισμα ενός αστρόβιλου και ενός σωληνωτού πεδίου. Τόσο από φυσική, όσο και από γεωμετρική άποψη, οι δύο αυτοί τύποι πεδίου έχουν αντίθετες ιδιότητες. Για παράδειγμα, οι δυναμικές γραμμές ενός αστρόβιλου πεδίου είναι ανοιχτές (έχουν αρχή και τέλος), ενώ εκείνες ενός σωληνωτού είναι κλειστές. Από φυσική άποψη, ένα σωληνωτό πεδίο (όπως, π.χ., το μαγνητικό πεδίο) δεν μπορεί να έχει μεμονωμένες σημειακές πηγές, ενώ ένα αστρόβιλο πεδίο (π.χ., το ηλεκτροστατικό) μπορεί να έχει.

    Διαλεκτική και Φυσικές επιστήμες

Η μέσω της σύνθεσης ενοποίηση των αντιθέτων βρίσκει σημαντικές εφαρμογές στις φυσικές επιστήμες. Ας δούμε μερικά παραδείγματα:

1. Όπως πρώτος παρατήρησε ο Αϊνστάιν, το φως συμπεριφέρεται άλλοτε ως σωματίδιο (φωτόνιο) και άλλοτε ως ηλεκτρομαγνητικό κύμα. Έτσι, η έννοια «φως» συντίθεται από δύο ασύμβατες μεταξύ τους φυσικές έννοιες: «σωματίδιο» και «κύμα», όπου η πρώτη περιγράφει διακριτή ποσότητα ενέργειας εντοπισμένης στον χώρο, ενώ η δεύτερη αναφέρεται σε ενέργεια που κατανέμεται στον χώρο με τρόπο συνεχή. Επί πλέον, σύμφωνα με την κβαντομηχανική, και τα ίδια τα σωματίδια της ύλης (όπως, π.χ., το ηλεκτρόνιο) υπό κατάλληλες συνθήκες εμφανίζουν κυματικές ιδιότητες!

2. Η «θεωρία ενοποιημένου πεδίου» επιχειρεί να συνενώσει φαινομενικά διαφορετικά μεταξύ τους πεδία δυνάμεων ώστε να οριστούν γενικότερα και πιο σύνθετα πεδία. Ήδη τον 19ο αιώνα ο James Clerk Maxwell ανακάλυψε ότι το ηλεκτρικό και το μαγνητικό πεδίο αποτελούν απλά δύο όψεις ενός πιο σύνθετου πεδίου, του ηλεκτρομαγνητικού. Τον 20ό αιώνα δύο ακόμα πεδία, αυτά της ασθενούς και της ισχυρής δύναμης, εντάχθηκαν στο σχέδιο της ενοποίησης, ενώ συνεχίζονται οι προσπάθειες για να μπει στην «παρέα» και η δύστροπη βαρύτητα.

3. Στον κόσμο των στοιχειωδών σωματιδίων και υψηλών ενεργειών, θεωρίες όπως η υπερσυμμετρία επιχειρούν να αναδείξουν την κρυμμένη ενότητα ανάμεσα στα μποζόνια και τα φερμιόνια, τα οποία αποτελούν δύο κατηγορίες σωματίων που οι συλλογικές συμπεριφορές τους δείχνουν εκ διαμέτρου αντίθετες στον κόσμο των χαμηλών ενεργειών όπου ζούμε. Τα μποζόνια – όπως, π.χ., το φωτόνιο – είναι πολύ «κοινωνικά», ενώ τα φερμιόνια – όπως το ηλεκτρόνιο – έχουν την τάση να είναι «μονήρη».

4. Η περίφημη «γάτα του Schrödinger», ένα νοητικό πείραμα για την κβαντική υπέρθεση, φτάνει στο σημείο να συνθέσει διαλεκτικά τη ζωή με τον θάνατο. Με τεχνικούς όρους, η κβαντική κατάσταση της γάτας είναι γραμμικός συνδυασμός δύο επιμέρους καταστάσεων που αντιστοιχούν στις πιθανότητες η γάτα να είναι ζωντανή ή νεκρή. Η σύνθεσή τους, λοιπόν, επιτρέπει στη γάτα να είναι ταυτόχρονα ζωντανή και νεκρή! Βέβαια, αυτό ισχύει όσο δεν παρατηρούμε τη γάτα. Με το που θα κοιτάξουμε, η αλλόκοτη αυτή μαθηματική σύνθεση θα καταρρεύσει στη μία ή την άλλη συνιστώσα της, και η μοίρα της γάτας θα είναι πλέον απόλυτα προσδιορισμένη...

    Επιστήμη, Φιλοσοφία και Τέχνη

Σε πρόσφατη συζήτηση με τον καλό φίλο καθηγητή Φιλοσοφίας, Ηλία Τεμπέλη, με αντικείμενο μία φημισμένη διάλεξη του Δημήτρη Λιαντίνη, είχα επιχειρήσει να χαράξω σαφή όρια ανάμεσα στην επιστήμη και τη φιλοσοφία:

«Σκοπός της επιστήμης είναι η διερεύνηση των ορίων του αποδείξιμου. Αντίθετα, σκοπός της φιλοσοφίας είναι ο στοχασμός πέραν των ορίων του αποδείξιμου. Ως γνώστης του στοχασμού των φιλοσόφων, ο Λιαντίνης ήταν επιστήμων. Ως στοχαστής ο ίδιος πάνω σε ζητήματα μεταφυσικής, ήταν φιλόσοφος.»

Ο φίλος έκανε, τότε, μία ενδιαφέρουσα προσθήκη στο σκέλος που αφορά τη φιλοσοφία:

«...ο στοχασμός και πέραν των ορίων του αποδείξιμου!»

Η (φαινομενικά) μικρή λέξη «και» στον ορισμό καθιστά πιο δυσδιάκριτα τα όρια ανάμεσα στην επιστήμη και τη φιλοσοφία, έτσι που κάποιες γνωστικές περιοχές να διεκδικούνται ισότιμα και από τις δύο (ας θυμηθούμε, π.χ., το σχεδόν φιλοσοφικό ζήτημα της ερμηνείας της κβαντομηχανικής, που έφερε σε σύγκρουση τον Μπορ με τον Αϊνστάιν). Στο τέλος οφείλει να επέλθει συμβιβασμός προς όφελος του ανθρώπινου πνεύματος. Κι αυτό ακριβώς αντιπροσωπεύει τη θεμελιώδη ιδέα της Διαλεκτικής!

Βάζοντας, τώρα, στο κάδρο της συζήτησης και τη Μουσική, αυτό το «και» που συνδέει πράγματα καταρχήν αντίθετα με παραπέμπει, συνειρμικά, στο μαγικό “und” στη δεύτερη πράξη του «Τριστάνου» του Βάγκνερ (“Tristan und Isolde”). Πρόκειται εδώ για έναν σύνδεσμο που η χρήση του, πέραν της αυτονόητης αναφοράς στην ερωτική σχέση των δύο ηρώων, υπονοεί ταυτόχρονα και την διαλεκτική συνύπαρξη φανερά αντίθετων ιδεών στο μουσικό δράμα: του φωτός με το σκότος, της λογικής με το συναίσθημα, του «πρέπει» με το «θέλω», της κοινωνικής υπόληψης με την προσωπική ευτυχία, του έρωτα με τον θάνατο (ένα αχώριστο δίπολο κατά τον Δ. Λιαντίνη).

Και, μια και αναφερθήκαμε στη μουσική, να σημειώσω κάτι ιδιαίτερα σημαντικό: Η κορυφαία μουσική φόρμα, η «φόρμα σονάτας», με βάση την οποία δομούνται έργα όπως η σονάτα, το κουαρτέτο εγχόρδων και η συμφωνία, έχει στον πυρήνα της τη διαλεκτική σχέση ανάμεσα σε δύο αντίθετα, ως προς τον χαρακτήρα τους, μουσικά θέματα. Τα οποία, μέσω της ανάπτυξης, συντίθενται έτσι ώστε να παραχθεί ένα απόλυτα λογικό και ισορροπημένο μουσικό αποτέλεσμα.

    Αν υπήρχε η Διαλεκτική στην πολιτική...

Ένα πεδίο στο οποίο η Διαλεκτική δύσκολα βρίσκει εφαρμογή, είναι η πολιτική (σε αυτήν περιλαμβάνουμε και τις διεθνείς σχέσεις). Οι κομματικές παρατάξεις μίας χώρας (ονόματα δεν λέμε) συχνά διαγκωνίζονται για την εξουσία σπέρνοντας μίσος για τον αντίπαλο και καλλιεργώντας τον διχασμό στον λαό. Τους είναι αδύνατο να υπερβούν τις διαφορές τους και να ενώσουν δημιουργικά τις δυνάμεις τους για το καλό μίας πατρίδας την οποία το πολιτικό σύστημα είναι – υποτίθεται – ταγμένο να υπηρετεί.

Η μεγάλη εικόνα είναι ακόμα τραγικότερη. Τούτες τις μέρες παρακολουθούμε με οδύνη δύο λαούς που μοιράζονται μία μικρή γωνιά της Γης, να αλληλοεξοντώνονται με πράξεις ανείπωτης αγριότητας αντί να αναζητούν τρόπους ειρηνικής συνύπαρξης προς όφελος ολόκληρης της περιοχής. Ανάμεσα στις διαφορές τους, προεξάρχουσα θέση καταλαμβάνει ο θρησκευτικός δογματισμός. Το πώς αντιλαμβάνεται, δηλαδή, η κάθε πλευρά μεταφυσικά ζητήματα για τα οποία ο Άνθρωπος, λόγω της κοσμικής φύσης του, είναι αδύνατο να έχει την παραμικρή γνώση.

Φτάνουμε, έτσι, σε αυτό που θα ονομάζαμε «διαλεκτική ειρωνεία»: Ο Άνθρωπος, που αναζητά την ενότητα στη φιλοσοφία, την τέχνη και την επιστήμη, δεν μπορεί να τη βρει στη σχέση του με τον Άνθρωπο! Ο Ηράκλειτος χαμογελά σαρκαστικά από τα βάθη της Ιστορίας...

Τετάρτη 22 Μαρτίου 2023

Διαλεκτική: Από τη Φιλοσοφία ως την Φυσικομαθηματική Επιστήμη


Πώς μέσω της Διαλεκτικής τα καταρχήν αντίθετα καθίστανται συμπληρωματικά. Από τη φιλοσοφία ως τα μαθηματικά, κι από τον Hegel και τον Maxwell ως τον Schrödinger, τον Βάγκνερ και τον Λιαντίνη...

Γράφει: Κώστας Παπαχρήστου

    Διαλεκτική: Από τον Ηράκλειτο στον Hegel

Σύμφωνα με τον Ίωνα φιλόσοφο Ηράκλειτο (544 - 484 π.Χ.), πίσω από κάθε έκφανση του γίγνεσθαι στο Σύμπαν υπάρχει η εξ αντιθέτων σύσταση και εκ του πολέμου μεταξύ των αντιθέτων διάλυση των πάντων. Αυτό αποτελεί τη βάση της διαλεκτικής αρχής, η οποία διέπει την εξέλιξη κάθε πράγματος στον κόσμο.

Στον Πλάτωνα - φύσει πιο φωτεινό πνεύμα από τον "σκοτεινό" Ηράκλειτο - η (κατά βάση σωκρατική) Διαλεκτική αποκτά διαφορετικό νόημα: είναι η τέχνη τού διαλέγεσθαι, δηλαδή, ο τρόπος να φτάνουμε στην αλήθεια μέσω της σύγκρουσης αντίθετων απόψεων.

Ο Hegel (1770 - 1831) εξελίσσει τις ιδέες του Ηράκλειτου κατά δύο τρόπους: (α) τον απασχολούν οι ιδέες εξίσου με τα φαινόμενα, και (β) σπάζει το απόλυτο δίπολο θέσης - αντίθεσης προσθέτοντας ένα νέο στοιχείο, αυτό της σύνθεσης. Σύμφωνα με την διαλεκτική αρχή τού Hegel, η εξελικτική πορεία όλων των πραγμάτων και όλων των ιδεών βασίζεται στο τρίπτυχο "θέση - αντίθεση - σύνθεση" ή "κατάφαση - αντίφαση - συμφωνία". Με γενικότερους όρους, "Είναι - Μη είναι - Γίγνεσθαι". Η ουσία της πραγματικότητας συνίσταται μεν στην αντίθεση αλλά εμπεριέχει τη συμφωνία, τη συνδιαλλαγή. Έτσι, μέσα από τη σύνθεση των αντιθέσεων αναζητείται ένα ανώτερο επίπεδο αλήθειας.

Ας δούμε τις ιδέες του Hegel λίγο αναλυτικότερα:

Μία ιδέα δεν είναι ένα πράγμα απόλυτο και στατικό, αλλά αντιπροσωπεύει μια ομάδα σχέσεων. Μπορούμε να σκεφτούμε για κάτι μόνο σε συσχετισμό με κάτι άλλο, αντιλαμβανόμενοι τις ομοιότητες και τις διαφορές τους. Μία ιδέα χωρίς κάποιου είδους σχέσεις είναι κενή περιεχομένου.

Από όλες τις σχέσεις, η πλέον οικουμενική είναι εκείνη της αντίθεσης. Κάθε ιδέα, όπως και κάθε πραγματική κατάσταση, κατευθύνει αυτόματα προς το αντίθετό της και, στη συνέχεια, ενώνεται με αυτό για να σχηματίσουν μία ανώτερη και πιο σύνθετη δομή. Αυτή είναι η διαλεκτική αρχή στην οποία βασίζεται κάθε μορφή εξέλιξης ιδεών και πραγμάτων.

Έτσι, για παράδειγμα, ύλη και πνεύμα, καλό και κακό, κλπ., "διαλέγονται" μεταξύ τους και τελικά συντίθενται σε μία ανώτερη ύπαρξη: τον Άνθρωπο. Με όμοιο τρόπο, Λογική και Μεταφυσική, που εκπροσωπούν δύο καταρχήν αντίθετες φιλοσοφικές σχολές, οριοθετούνται και "συμφιλιώνονται" στην κριτική φιλοσοφία του Καντ.

Σύμφωνα με την παραπάνω θεώρηση, κύρια αποστολή της Φιλοσοφίας είναι η αναζήτηση της ενότητας που εν δυνάμει υπάρχει στη διαφορετικότητα. Αλλά κι η Επιστήμη έχει έναν σημαντικό ρόλο να παίξει...

    Η Διαλεκτική στα Μαθηματικά

Με βάση τη συζήτηση που προηγήθηκε, στο ανώτερο επίπεδο μίας διαλεκτικής σύνθεσης τα καταρχήν ασύμβατα μεταξύ τους καθίστανται συμπληρωματικά. Στα μαθηματικά, η σύνθεση αυτή εκφράζεται συμβολικά με τη γενική σχέση:

    Α * Β = Γ     (1)

όπου τα Α, Β, Γ είναι μαθηματικές έννοιες ή μαθηματικά αντικείμενα, και όπου η σύνθεση (*) των Α και Β μπορεί να είναι μία τυπική πράξη (π.χ., πρόσθεση) ή ένας λογικός σύνδεσμος (π.χ., διάζευξη). Το σύμβολο (=) μπορεί, αντίστοιχα, να δηλώνει μία τυπική ισότητα ή μια λογική ισοδυναμία. Εξ ορισμού, η σχέση Α=Β (ως ισότητα ή ως ισοδυναμία) είναι αδύνατη. Τα Α και Β ανήκουν σε "κόσμους" ασύμβατους μεταξύ τους, οι οποίοι μέσω της σύνθεσης (*) καθίστανται συμπληρωματικοί.

Ας δούμε μερικά παραδείγματα:

1. Αν τα Α και Β στη σχέση (1) συμβολίζουν τις έννοιες "άρτιος αριθμός" και "περιττός αριθμός", αντίστοιχα, και αν το (*) συμβολίζει διάζευξη, τότε το Γ σημαίνει "ακέραιος αριθμός" (πράγματι, ένας ακέραιος είναι είτε άρτιος είτε περιττός). Δηλαδή, η έννοια "ακέραιος" αποτελεί σύνθεση των αντίθετων, μεταξύ τους, εννοιών "άρτιος" και "περιττός". Με όμοιο τρόπο, αν τα Α και Β συμβολίζουν τις έννοιες "ρητός αριθμός" και "άρρητος αριθμός", αντίστοιχα, και αν το (*) συμβολίζει και πάλι διάζευξη, τότε το Γ σημαίνει "πραγματικός αριθμός".

2. Αν τα Α και Β συμβολίζουν τις έννοιες "πραγματικός αριθμός" και "φανταστικός αριθμός", αντίστοιχα, και αν το (*) είναι τυπική πρόσθεση, τότε το Γ σημαίνει "μιγαδικός αριθμός". Αυτό εκφράζεται μαθηματικά με τη γνωστή σχέση x+iy=z, όπου τα x και y είναι πραγματικοί αριθμοί ενώ το z είναι μιγαδικός.

3. Μία αυθαίρετη συνάρτηση F(x), που δεν είναι είτε άρτια είτε περιττή, φέρει μέσα της και τις δύο αυτές αντίθετες ιδιότητες [οι οποίες αντιστοιχούν στις έννοιες Α και Β της σχέσης (1)], αφού μπορεί πάντα να γραφεί ως άθροισμα μιας άρτιας και μιας περιττής συνάρτησης. Όμοια, κάθε τετραγωνικός πίνακας μπορεί να εκφραστεί ως άθροισμα ενός συμμετρικού και ενός αντισυμμετρικού πίνακα.

4. Πάνω σε ένα επίπεδο, κάθε διάνυσμα V μπορεί να εκφραστεί σαν άθροισμα δύο διανυσμάτων κάθετων μεταξύ τους (συνιστώσες τού V). Η καθετότητα μεταξύ των δύο συνιστωσών είναι μία μορφή ασυμβατότητας, με την έννοια ότι δεν υφίσταται μη-μηδενική προβολή της μίας συνιστώσας πάνω στην άλλη.

5. Κάθε διανυσματικό πεδίο V(x,y,z) στον χώρο μπορεί να γραφεί ως άθροισμα ενός αστρόβιλου και ενός σωληνωτού πεδίου. Τόσο από φυσική, όσο και από γεωμετρική άποψη, οι δύο αυτοί τύποι πεδίου έχουν αντίθετες ιδιότητες. Για παράδειγμα, οι δυναμικές γραμμές ενός αστρόβιλου πεδίου είναι ανοιχτές (έχουν αρχή και τέλος), ενώ εκείνες ενός σωληνωτού είναι κλειστές. Από φυσική άποψη, ένα σωληνωτό πεδίο δεν μπορεί να έχει μεμονωμένες σημειακές πηγές (πόλους), ενώ ένα αστρόβιλο πεδίο μπορεί να έχει.

    Διαλεκτική και Φυσικές επιστήμες

Η μέσω της σύνθεσης ενοποίηση των αντιθέτων βρίσκει σημαντικές εφαρμογές στις φυσικές επιστήμες. Ας δούμε μερικά παραδείγματα:

1. Όπως πρώτος παρατήρησε ο Αϊνστάιν, το φως συμπεριφέρεται άλλοτε ως σωματίδιο (φωτόνιο) και άλλοτε ως ηλεκτρομαγνητικό κύμα. Έτσι, η έννοια "φως" συντίθεται από δύο ασύμβατες μεταξύ τους φυσικές έννοιες: "σωματίδιο" και "κύμα", όπου η πρώτη περιγράφει διακριτή ποσότητα ενέργειας εντοπισμένης στον χώρο, ενώ η δεύτερη αναφέρεται σε ενέργεια που κατανέμεται στον χώρο με τρόπο συνεχή. Επί πλέον, σύμφωνα με την κβαντομηχανική, και τα ίδια τα σωματίδια της ύλης (όπως, π.χ., το ηλεκτρόνιο) υπό κατάλληλες συνθήκες εμφανίζουν κυματικές ιδιότητες!

2. Η "θεωρία ενοποιημένου πεδίου" επιχειρεί να συνενώσει φαινομενικά διαφορετικά μεταξύ τους πεδία δυνάμεων ώστε να οριστούν γενικότερα και πιο σύνθετα πεδία [1]. Ήδη τον 19ο αιώνα ο James Clerk Maxwell ανακάλυψε ότι το ηλεκτρικό και το μαγνητικό πεδίο αποτελούν απλά δύο όψεις ενός πιο σύνθετου πεδίου, του ηλεκτρομαγνητικού. Τον 20ό αιώνα δύο ακόμα πεδία, αυτά της ασθενούς και της ισχυρής δύναμης, εντάχθηκαν στο σχέδιο της ενοποίησης, ενώ συνεχίζονται οι προσπάθειες για να μπει στην "παρέα" και η δύστροπη βαρύτητα.

3. Στον κόσμο των στοιχειωδών σωματιδίων και υψηλών ενεργειών, θεωρίες όπως η υπερσυμμετρία επιχειρούν να αναδείξουν την κρυμμένη ενότητα ανάμεσα στα μποζόνια και τα φερμιόνια, τα οποία αποτελούν δύο κατηγορίες σωματίων που οι συλλογικές συμπεριφορές τους δείχνουν εκ διαμέτρου αντίθετες στον κόσμο των χαμηλών ενεργειών όπου ζούμε. Τα μποζόνια - όπως, π.χ., το φωτόνιο - είναι πολύ "κοινωνικά", ενώ τα φερμιόνια - όπως το ηλεκτρόνιο - έχουν την τάση να είναι "μονήρη".

4. Η περίφημη "γάτα του Schrödinger", ένα νοητικό πείραμα για την κβαντική υπέρθεση, φτάνει στο σημείο να συνθέσει διαλεκτικά τη ζωή με τον θάνατο. Με τεχνικούς όρους, η κβαντική κατάσταση της γάτας είναι γραμμικός συνδυασμός δύο επιμέρους καταστάσεων που αντιστοιχούν στις πιθανότητες η γάτα να είναι ζωντανή ή νεκρή. Η σύνθεσή τους, λοιπόν, επιτρέπει στη γάτα να είναι ταυτόχρονα ζωντανή και νεκρή! Βέβαια, αυτό ισχύει όσο δεν παρατηρούμε τη γάτα. Με το που θα κοιτάξουμε, η αλλόκοτη αυτή μαθηματική σύνθεση θα καταρρεύσει στη μία ή την άλλη συνιστώσα της, και η μοίρα της γάτας θα είναι πλέον απόλυτα προσδιορισμένη...

    Επιστήμη, Φιλοσοφία και Τέχνη

Στο πλαίσιο μιας συζήτησης με καλό φίλο καθηγητή Φιλοσοφίας, με αντικείμενο μία φημισμένη διάλεξη του Δημήτρη Λιαντίνη [2], είχα επιχειρήσει να χαράξω σαφή όρια ανάμεσα στην Επιστήμη και τη Φιλοσοφία:

Σκοπός της επιστήμης είναι η διερεύνηση των ορίων του αποδείξιμου. Αντίθετα, σκοπός της φιλοσοφίας είναι ο στοχασμός πέραν των ορίων του αποδείξιμου. Ως γνώστης του στοχασμού των φιλοσόφων, ο Λιαντίνης ήταν επιστήμων. Ως στοχαστής ο ίδιος πάνω σε ζητήματα μεταφυσικής, ήταν φιλόσοφος.

Ο φίλος έκανε, τότε, μία ενδιαφέρουσα όσο και κρίσιμη προσθήκη στο σκέλος που αφορά τη φιλοσοφία:

"...ο στοχασμός και πέραν των ορίων του αποδείξιμου!"

Η (φαινομενικά) μικρή λέξη "και" που πρόσθεσε ο φίλος στον ορισμό, κάνει τη μεγάλη διαφορά. Καθιστά πιο δυσδιάκριτα τα όρια ανάμεσα στην επιστήμη και τη φιλοσοφία, έτσι που κάποιες γνωστικές περιοχές να διεκδικούνται ισότιμα και από τις δύο. Στο τέλος οφείλει να επέλθει συμβιβασμός προς όφελος του ανθρώπινου πνεύματος. Κι αυτό ακριβώς αντιπροσωπεύει τη θεμελιώδη ιδέα της Διαλεκτικής!

Βάζοντας, τώρα, στο κάδρο της συζήτησης και τη Μουσική, αυτό το "και" που συνδέει πράγματα καταρχήν διαφορετικά, με παραπέμπει συνειρμικά στο μαγικό "und" στη δεύτερη πράξη του "Τριστάνου" του Βάγκνερ ("Tristan und Isolde") [3]. Πρόκειται εδώ για έναν σύνδεσμο που η χρήση του, πέραν της αυτονόητης αναφοράς στην ερωτική σχέση των δύο ηρώων, υπονοεί ταυτόχρονα και την διαλεκτική συνύπαρξη φανερά αντίθετων ιδεών στο μουσικό δράμα: Του φωτός με το σκότος, της λογικής με το συναίσθημα, του "πρέπει" με το "θέλω", της κοινωνικής υπόληψης με την προσωπική ευτυχία, του έρωτα με τον θάνατο (ένα αχώριστο δίπολο κατά τον Δ. Λιαντίνη)...

Και, μια και αναφερθήκαμε στη μουσική, να σημειώσω κάτι ιδιαίτερα σημαντικό: Η κορυφαία μουσική φόρμα, η φόρμα σονάτας, με βάση την οποία δομούνται έργα όπως η σονάτα, το κουαρτέτο εγχόρδων και η συμφωνία, έχει στον πυρήνα της τη διαλεκτική σχέση ανάμεσα σε δύο αντίθετα, ως προς τον χαρακτήρα τους, μουσικά θέματα. Τα οποία, μέσω της ανάπτυξης, συντίθενται έτσι ώστε να παραχθεί ένα απόλυτα αρμονικό αποτέλεσμα.

Θα τολμούσα να πω ότι τίποτα δεν αναδεικνύει την ωραιότητα της Φιλοσοφίας όσο η Τέχνη. Και, για κάποιους αιθεροβάμονες ρομαντικούς, ακόμα και η ίδια η Επιστήμη μία μορφή τέχνης (μπορεί να) είναι!




Τρίτη 3 Ιανουαρίου 2017

ΤΟ ΒΗΜΑ - Η Σμύρνη, η μνήμη και το μήνυμα για το σήμερα


Συζήτηση της Μιμής Ντενίση με τον Παύλο Παπαδόπουλο στο ΒΗΜΑgazino

Η Μιμή Ντενίση βρίσκεται από την ημέρα των Χριστουγέννων στη Θεσσαλονίκη, όπου πρωταγωνιστεί στο έργο «Σμύρνη μου αγαπημένη» σε ένα κατάμεστο Μέγαρο Μουσικής. Είναι η μεγαλύτερη θεατρική επιτυχία των τελευταίων δεκαετιών, που μεταφέρθηκε στη Θεσσαλονίκη έπειτα από δυόμισι σεζόν στην Αθήνα, στο «Θέατρον» του Κέντρου Πολιτισμού «Ελληνικός Κόσμος». Η κυρία Ντενίση δεν πρωταγωνιστεί απλώς, αλλά έγραψε και σκηνοθέτησε το έργο. Το καλοκαίρι του 2017 το έργο αυτό θα γίνει αγγλόφωνη ταινία, στην οποία, εκτός από την ίδια τη Μιμή Ντενίση, θα πρωταγωνιστούν ο Ίαν Μακ Κέλεν, η Βανέσα Ρεντγκρέιβ και η Ολυμπία Δουκάκη. Γιατί, όμως, άλλη μια συνέντευξη με τη Μιμή Ντενίση για τη «Σμύρνη», μετά μάλιστα και το εξώφυλλο στο BHMAgazino των Χριστουγέννων του 2015; Διότι το έργο αυτό, πέρα από ένα θεατρικό φαινόμενο, είναι παράλληλα μια απροσδόκητη κατάθεση στην εθνική αυτογνωσία. Ξεχάστε τη μεγάλη σταρ, τη λάμψη, τα κοστούμια, τα σκηνικά και την υπερπαραγωγή που οργάνωσε η συγγραφέας και πρωταγωνίστρια μαζί με τον καλλιτεχνικό διευθυντή του «Ελληνικού Κόσμου» Θρασύβουλο Γιάτσιο. Οσοι είδαν ή θα δουν τη «Σμύρνη» θα τα απολαύσουν και θα τα χορτάσουν όλα αυτά και μάλιστα με το παραπάνω. Αλλά η δύναμη και η απήχηση της «Σμύρνης» προέρχεται από τις ομοιότητες, τις αντιστοιχίες, τις παραλληλίες εκείνης της εποχής με τη σημερινή, οι οποίες αποκαλύπτονται μέσα από μια εμπνευσμένη και γρήγορη πλοκή. Η «Σμύρνη» ταράζει τον Έλληνα θεατή γιατί, πέρα απ' όλα, είναι μια προειδοποίηση ότι η Ελλάδα και ο ελληνισμός βρίσκονται και σήμερα εγκλωβισμένοι στην επανάληψη των ίδιων ψευδαισθήσεων, των ίδιων διχασμών και των ίδιων λαθών. Στο πλαίσιο αυτό, μια συζήτηση με τη Μιμή Ντενίση για τη Σμύρνη (και όχι με αφορμή τη «Σμύρνη»), μια συνέντευξη με στόχο την εξήγηση αυτών των παράξενων συναισθημάτων που προκαλεί αυτό το έργο-φαινόμενο, θεωρήσαμε ότι είναι όχι μόνο μια εύστοχη δημοσιογραφική επιλογή, αλλά ταυτόχρονα μια υποχρέωση του BHMAgazino προς τους αναγνώστες του.

Κυρία Ντενίση, παρακολούθησα τρεις φορές το έργο σας «Σμύρνη μου αγαπημένη» για έναν και μόνο λόγο: Πέρα από μια σπουδαία θεατρική παραγωγή, το έργο αυτό με έχει ανησυχήσει και προβληματίσει πολύ. «Σας ευχαριστώ που δείχνετε τέτοιο ενδιαφέρον για το έργο. Αλλά τι εννοείτε ακριβώς όταν λέτε ότι σας έχει ανησυχήσει;».

Βλέποντας την αναβίωση της Σμύρνης, την ακμή και την καταστροφή της μέσα από την ιστορία μιας οικογένειας, το μυαλό μου βρισκόταν συνεχώς στο σήμερα. Άρχισα να συνειδητοποιώ ότι οι πρώτες δύο δεκαετίες του 20ού αιώνα και οι πρώτες δύο δεκαετίες του 21ου αιώνα έχουν αντιστοιχίες και ομοιότητες. Τότε, όπως και τώρα, υπάρχει μια Μεγάλη Ιδέα. Τότε ήταν η μεγέθυνση του ελληνικού κράτους. Σήμερα ήταν και είναι η εδραίωση του ελληνικού κράτους στον σκληρό πυρήνα της Ευρώπης. «Δεν ήταν η πρόθεσή μου να αναδείξω τις όποιες ομοιότητες. Θα σας πω, όμως, ότι κι εγώ αλλά και πολλοί θεατές διαπιστώνουμε ότι υπάρχουν πολλές ομοιότητες της εποχής στην οποία εκτυλίσσεται το έργο με τη σημερινή εποχή. Η ρευστότητα και η αβεβαιότητα των διεθνών μεταβολών, η κρίση και ο διχασμός αλλά και το κλίμα του εφησυχασμού ότι "τίποτα δεν θα γίνει τελικά" είναι ανησυχητικά όμοιο. Μάλιστα, αυτή η διαπίστωση γίνεται όλο και πιο έντονη όσο προχωρούν τα χρόνια. Ήταν ασθενέστερη το 2014, όταν ξεκινήσαμε να παίζουμε το έργο, και εντονότερη σήμερα».

Στις αρχές του 20ού αιώνα, όπως και τώρα, διαπιστώνουμε την αποτυχία όλων των πολιτικών δυνάμεων να διαχειριστούν τη «Μεγάλη Ιδέα» της εποχής τους. Το αποτέλεσμα είναι η διαμόρφωση συνθηκών διχασμού και η πρόκληση ρήξης στις σχέσεις με τους Συμμάχους και εταίρους. Η ρήξη με τους Συμμάχους οδήγησε τότε στη Μικρασιατική Καταστροφή. «Συμφωνώ με την παρατήρησή σας. Πράγματι, η ρήξη με τους Συμμάχους έφερε την Καταστροφή. Η πορεία προς την Καταστροφή, όμως, είχε οριοθετηθεί και προσδιοριστεί από συγκεκριμένες νοοτροπίες και από αποφάσεις που χαρακτήρισαν όλη την προηγούμενη περίοδο. Δεν ήταν ακριβώς κεραυνός εν αιθρία».

Ορίστε, λοιπόν, άλλη μια ομοιότητα. Και σήμερα βλέπουμε νοοτροπίες και αποφάσεις που μας σπρώχνουν διαρκώς κοντά στη ρήξη. Αν τελικώς προκαλέσουμε με τις αποφάσεις μας μια νέα ρήξη με τη Δύση, τότε η οικονομική κρίση μπορεί να οξυνθεί, να μετεξελιχθεί και να ξεσπάσει σε μια νέα εθνική καταστροφή. Γιατί δεν μαθαίνουμε από την Ιστορία μας; «Δεν μαθαίνουμε από την Ιστορία μας γιατί δεν την ξέρουμε. Και δεν την ξέρουμε γιατί προσπαθούν πολλοί για να μην τη μάθουμε. Γι' αυτό εκδηλώνεται το φαινόμενο να μαθαίνουμε για ένα ιστορικό γεγονός και να αντιδρούμε με απορία: "Μα, συνέβη τέτοιο πράγμα;". Εγώ που είμαι πτυχιούχος του Ιστορικού Τμήματος του Πανεπιστημίου Αθηνών, όταν αποφάσισα να γράψω το έργο "Σμύρνη μου αγαπημένη", συνειδητοποίησα ότι δεν ήξερα τίποτα για την πραγματική Ιστορία της Σμύρνης, για τις αποφάσεις και τα γεγονότα που οδήγησαν στην καταστροφή της. Έπρεπε να προχωρήσω σε ιστορική έρευνα και να συνδέσω πολλές και διαφορετικές μελέτες και μαρτυρίες για να σχηματίσω μια ολοκληρωμένη εικόνα».

Τι θα μπορούσε να αποτρέψει τη Μικρασιατική Καταστροφή; «Το σχέδιο. Το εθνικό σχέδιο για τη Μικρασιατική Εκστρατεία είναι αυτό που θα μπορούσε να αποτρέψει τη Μικρασιατική Καταστροφή. Αντίθετα, όλα έγιναν παρορμητικά, χωρίς εθνική συνεννόηση και χωρίς ρεαλιστική αξιολόγηση των σχέσεών μας με τους Συμμάχους. Πράττουμε χωρίς τις απαραίτητες πειθαρχίες, χωρίς τον επιβεβλημένο σχεδιασμό, αλλά και χωρίς να απαιτούμε τα αντίστοιχα ανταλλάγματα για τη δράση και τη συμβολή μας σε κοινούς σκοπούς. Ορίστε άλλη μια ομοιότητα. Το ίδιο συμβαίνει και τώρα σε ό,τι αφορά την προσπάθεια για τη λειτουργία της ελληνικής οικονομίας, του κράτους και της Δημοκρατίας μέσα στο σύγχρονο δυτικό και ευρωπαϊκό πλαίσιο, κάτι που όπως είπατε είναι η "Μεγάλη Ιδέα τού σήμερα". Δεν έχουμε σχέδιο. Δεν έχουμε θέσεις. Δεν έχουμε πειθαρχία. Δεν έχουμε συνεννόηση. Πώς πιστεύουμε, λοιπόν, ότι θα πετύχουμε και θα αποτρέψουμε πιθανές δυσάρεστες εξελίξεις;».

Συγκεκριμένα τι έπρεπε να είχε γίνει τότε; «Οι Σύμμαχοι ικέτευαν την Ελλάδα να συμμετάσχει στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Η συμμετοχή της Ελλάδας ήταν κρίσιμη γιατί ενέτασσε τη Θεσσαλονίκη μέσα στους συμμαχικούς σχεδιασμούς. Η Ελλάδα αποφάσισε να συμμετάσχει, βλέποντας στο βάθος το "αντάλλαγμα" της εξασφάλισης των εδαφών από τους Βαλκανικούς Πολέμους και της επέκτασης στη Θράκη, στο Αιγαίο και στη Μικρά Ασία. Αλλά δεν ζήτησε ρητό αντάλλαγμα, γραπτές δεσμεύσεις, συγκεκριμένη στρατιωτική βοήθεια. Προχωρήσαμε παρορμητικά. Ήρθαν τα πρώτα οφέλη. Η Ελλάδα διπλασίασε το έδαφός της. Αποφάσισε να συνεχίσει να προχωρά και να διεκδικεί εδάφη με τον ίδιο παρορμητισμό. Χωρίς εξασφαλίσεις, χωρίς δεδομένη βοήθεια. Οι νίκες του στρατού διαδέχονταν η μία την άλλη. Όμως γίναμε θύματα της επιτυχίας μας».

Τι εννοείτε; «Το κάθε βήμα επέβαλλε ένα επόμενο βήμα. Και κάναμε το κάθε επόμενο βήμα, χωρίς να έχουμε εξασφαλίσει τις προϋποθέσεις της επιτυχίας του. Κάποια στιγμή φτάσαμε σε ένα κρίσιμο βήμα, την απόβαση του ελληνικού στρατού στη Σμύρνη. Το βήμα αυτό ενεργοποίησε δυνάμεις ανεξέλεγκτες που εν πολλοίς προσδιόρισαν τις εξελίξεις οι οποίες οδήγησαν στο 1922. Βρισκόμαστε στην άνοιξη του 1919. Οι Ιταλοί ήταν έτοιμοι να καταλάβουν εκείνοι τη Μικρά Ασία. Είχαν μάλιστα αποβιβαστεί πολύ κοντά στη Σμύρνη. Οι Άγγλοι ζήτησαν από τον Βενιζέλο να στείλει πρώτος τον ελληνικό στρατό στη Σμύρνη για να προλάβει τους Ιταλούς. Ο Βενιζέλος το έκανε και ο ελληνικός στρατός έφτασε στη Σμύρνη στις 2 Μαΐου 1919. Αλλά δεν ζήτησε σαφή στρατιωτικά ανταλλάγματα και εγγυήσεις από τους Συμμάχους προτού το κάνει. Ίσως δεν είχε χρόνο γιατί έπρεπε να αρπάξει την ευκαιρία. Όμως η παρουσία του ελληνικού στρατού στη Σμύρνη και σε ακτίνα 300 χιλιομέτρων γύρω από τη Σμύρνη άνοιξε τον ασκό του Αιόλου, ενεργοποίησε όλες τις δυνάμεις του τουρκικού εθνικισμού, οι οποίες στη συνέχεια δεν ήταν δυνατό να αντιμετωπιστούν χωρίς τη μεγάλη και σταθερή βοήθεια των Συμμάχων».

Γιατί ο Βενιζέλος προκήρυξε εκλογές για τον Νοέμβριο του 1920; Η Φιλιώ Μπαλτατζή, η ευκατάστατη οικοδέσποινα της Σμύρνης την οποία υποδύεστε εσείς στο έργο, εκφράζει την υποψία της ότι ο Βενιζέλος προκήρυξε τις εκλογές γιατί «κάτι ήξερε», εννοώντας ότι γνώριζε ή διαισθανόταν ότι η έκβαση της εκστρατείας δεν θα ήταν αίσια. «Πολλοί μού είπαν ότι ήταν τολμηρό που έβαλα αυτή την υποψία στο έργο. Πρόκειται, όμως, για ένα ιστορικό ερώτημα. Αυτό το ερώτημα έχει απαντηθεί με πολλούς τρόπους. Κανένας, όμως, δεν είναι σίγουρος και οριστικός. Για να επιχειρήσουμε να απαντήσουμε στο ερώτημα με σοβαρότητα και νηφαλιότητα πρέπει να γνωρίζουμε ποιος ήταν πραγματικά ο Βενιζέλος, αλλά και ποιο ήταν το κλίμα και οι εξελίξεις της εποχής. Ο Βενιζέλος ήταν ένας ιδιοφυής πολιτικός και πολύ τολμηρός. Πίστευε πολύ στη Μεγάλη Ιδέα, όσο πίστευε και στην ικανότητά του να πείθει τους άλλους. Το έχουν παραδεχθεί ξένοι ηγέτες, το πώς τους μάγευε και τους έπειθε. Το παραδέχθηκε ακόμη και ο μεγάλος αντίπαλός του, ο βασιλιάς Κωνσταντίνος Α'. Είχε πει ότι ετοιμαζόταν να συναντήσει τον Βενιζέλο για ένα ζήτημα και να του πει "όχι", αλλά μόλις τον συναντούσε μεταπείθονταν και του έλεγε "ναι" γιατί τα επιχειρήματα του Βενιζέλου και η φλόγα με την οποία τα υποστήριζε ήταν ακατανίκητα».

Πώς αντιμετώπιζε ο Βενιζέλος τις σχέσεις με τους Συμμάχους; «Ο Βενιζέλος πίστευε ότι μια χώρα μικρή σαν την Ελλάδα δεν έχει τον χρόνο και το εκτόπισμα να απαιτεί σαφή ανταλλάγματα εκ των προτέρων για κάθε επόμενη κίνησή της μέσα στη συμμαχική σκακιέρα. Ότι αρκούσε μια γενική δέσμευση για να σπεύδει και να δρα. Ότι πρέπει να εκμεταλλεύεται αμέσως τις ευκαιρίες, να προβαίνει σε πρωτοβουλίες και μετά να εξασφαλίζει το αντάλλαγμα. Να βρίσκεται σε διαρκή κινητικότητα. Αυτός ήταν ο τρόπος με τον οποίο χειρίστηκε το πρώτο κομμάτι της Μικρασιατικής Εκστρατείας. Κι έτσι έστειλε αμέσως τον ελληνικό στρατό στη Σμύρνη στις 2 Μαΐου 1919. Το μεγάλο αυτό βήμα επικυρώθηκε με τη Συνθήκη των Σεβρών. Η Ελλάδα, υπό την αιγίδα των μεγάλων δυνάμεων, ανέλαβε τη διοίκηση της Σμύρνης και ολόκληρης της περιοχής σε ακτίνα 300 χλμ. από τη Σμύρνη. Στη συνέχεια, όμως, ο ελληνικός στρατός δεν μπορούσε ούτε να αποχωρήσει από τη Σμύρνη ούτε να μείνει ακίνητος».

Δηλαδή ο ελληνικός στρατός, ανεπαισθήτως, παρά την υπεροχή και τις νίκες του, ουσιαστικά εγκλωβίστηκε στη Μικρά Ασία σε έναν πόλεμο που δεν ήταν δυνατόν να σταματήσει; Όπως π.χ. εγκλωβίστηκαν οι Αμερικανοί στο Ιράκ; «Σκεφτείτε ποια ήταν η πραγματικότητα στη Μικρά Ασία. Ο ελληνικός στρατός έπρεπε να πολεμά στα όρια της περιοχής που ήλεγχε για να αντιμετωπίσει τις επιθέσεις. Αναπόφευκτα, όμως, έπρεπε διαρκώς να προχωρά πιο πέρα. Έπρεπε να προχωρά έστω και αργά για να υπερασπίσει τα διάσπαρτα, έξω από την ακτίνα των 300 χιλιομέτρων, ελληνικά χωριά. Διότι μετά την απόβαση στη Σμύρνη σημειώνονταν όλο και περισσότερες αντάρτικες επιθέσεις Τούρκων στα ελληνικά χωριά που εκτείνονταν στην τουρκική ενδοχώρα. Ο ελληνικός στρατός αναγκαζόταν να προχωράει και να υπερασπίζει τα χωριά».

Αυτή, όμως, η αναγκαστική προέλαση προκαλούσε απώλειες σε ανθρώπινο δυναμικό ενώ απαιτούσε διαρκή ανεφοδιασμό. «Ακριβώς. Ο πόλεμος μπορεί να ήταν σε χαμηλή ένταση, αλλά βρισκόταν σε εξέλιξη. Τα ελληνικά στρατεύματα δεν φυλούσαν σκοπιά. Πολεμούσαν διαρκώς. Το μέτωπο κρατιόταν στην αρχή. Οι Έλληνες νικούσαν παντού. Και προχωρούσαν. Όσο προχωρούσαν, όμως, τόσο εμφανής ήταν η ανάγκη όλο και πιο στέρεων σχέσεων με τους Συμμάχους, τόσο κρίσιμος ήταν ο ρόλος των γραμμών ανεφοδιασμού, τόσο πιο καθοριστική ήταν η οργάνωση του στρατεύματος, η στρατηγική και πάνω απ' όλα η ενότητα του λαού στην Ελλάδα».

Όμως η ενότητα του ελληνικού λαού δεν υπήρχε. «Ναι, γιατί η Μικρασιατική Εκστρατεία χτίστηκε αναγκαστικά επάνω στο ρήγμα του εθνικού διχασμού που ξεκίνησε το 1915 με τη σύγκρουση του Κωνσταντίνου με τον Βενιζέλο για τη συμμετοχή της Ελλάδας στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Το 1917, για να οδηγήσει τελικά την Ελλάδα στον Μεγάλο Πόλεμο, ο Βενιζέλος σχημάτισε δεύτερη κυβέρνηση στη Θεσσαλονίκη παράλληλα με την κυβέρνηση του βασιλιά στην Αθήνα. Στο τέλος της δεκαετίας του '10, το κοινωνικό και πολιτικό κλίμα ήταν εκρηκτικό, παρά την επιτυχία του Βενιζέλου και τα εδαφικά κέρδη της Ελλάδας που ήρθαν με το τέλος του πολέμου».

Αξίζει να σταθούμε στην ατμόσφαιρα της εποχής. «Ο βασιλιάς, έντονα λαοφιλής, είχε εκδιωχθεί. Και παρά τη Συνθήκη των Σεβρών που προσδιόριζε την Ελλάδα των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών, εκδηλώθηκε δύο ημέρες μετά δολοφονική απόπειρα κατά του Βενιζέλου στον σταθμό της Λυών. Λίγο αργότερα, τα αντίποινα των βενιζελικών ήταν τέτοια που οδήγησαν στη δολοφονία του Ιωνα Δραγούμη στην Αθήνα. Για κάποιους ιστορικούς δεν ήταν "εθνικός διχασμός", ουσιαστικά ήταν ένας εμφύλιος που μαινόταν. Η Ελλάδα ξεκίνησε τη Μικρασιατική Εκστρατεία την ώρα που βρισκόταν ήδη σε έναν ακήρυχτο εμφύλιο. Και φυσικά όχι μόνο η κοινωνία, αλλά και το ελληνικό στράτευμα ήταν βαθιά διαιρεμένο. Όπως αναφέρεται και στο έργο, οι στρατιώτες και οι αξιωματικοί από τη μία πολεμούσαν τους Τούρκους στο μέτωπο κι από την άλλη βρίσκονταν διαρκώς σε διένεξη μεταξύ τους, γιατί οι μισοί ήταν βενιζελικοί και οι άλλοι μισοί βασιλικοί».

Κάπως έτσι, όμως, εξηγείται και η απόφαση για εκλογές τον Νοέμβριο του 1920. Προφανώς ο Βενιζέλος ήθελε να τερματίσει τον διχασμό και να ενώσει την ελληνική κοινωνία για να συνεχίσει με επιτυχία τη δύσκολη αυτή εκστρατεία. «Κάποιοι ιστορικοί, όπως ο Βλάσης Αγτζίδης, λένε ότι μετά την απόπειρα εναντίον του ο Βενιζέλος αισθανόταν ευάλωτος και επιδίωκε μια ψυχολογική αναβάπτιση μέσα από μια καθαρή λαϊκή εντολή. Άλλοι επιμένουν πως ήταν σίγουρος ότι θα νικούσε και έτσι ήθελε να τερματίσει τον εθνικό διχασμό με μια δική του νίκη. Και ότι έτσι θα κινητοποιούσε τους πάντες για την υπεράσπιση και την τελική επιτυχία της Μεγάλης Ιδέας. Άλλοι λένε πως διέκρινε ότι οι Σύμμαχοι σταδιακά γίνονταν επιφυλακτικοί και απομακρύνονταν από την υποστήριξη στην Ελλάδα».

Ίσως ο Βενιζέλος να έκανε τις εκλογές για όλους αυτούς τους λόγους μαζί. Ίσως να θεώρησε ότι η οριστική νίκη στο μέτωπο και η τελική διευθέτηση της Μικράς Ασίας με τους Συμμάχους προϋπέθετε τον τερματισμό του εθνικού διχασμού και την εθνική ενότητα κάτω από την αναβαπτισμένη δική του ηγεσία. Και ότι χωρίς αυτό δεν θα μπορούσε ο ίδιος να εγγυηθεί την επιτυχία. Δεν θα μπορούσε να προχωρήσει. Άρα δεν μπορούσε παρά να προκηρύξει εκλογές. Όπως έχει επισημάνει ο ιστορικός Γιώργος Μαυρογορδάτος στο βιβλίο του «1915: Ο εθνικός διχασμός», ο Βενιζέλος ήδη κυβερνούσε πολλά χρόνια χωρίς εκλογές... «Το σίγουρο είναι ότι οι Ιταλοί είχαν κάνει απόβαση στη Μικρά Ασία και ετοιμάζονταν να πάνε στη Σμύρνη. Οι Σύμμαχοι μεταξύ τους είχαν πολλές διαφορές. Ήθελαν να κάνουν έναν πόλεμο με πληρεξούσιο. Και ο Τσόρτσιλ το είπε: "Κάναμε έναν πόλεμο με πληρεξούσιο". Ο πληρεξούσιος ήταν η Ελλάδα σε έναν πόλεμο της Δύσης με την Οθωμανική Αυτοκρατορία».

Η υπόθεση των «πολέμων με πληρεξούσιο» είναι όλη η Ιστορία του νεότερου ελληνικού κράτους. Το κράτος ιδρύθηκε γιατί οι μεγάλες δυνάμεις των αρχών του 19ου αιώνα, η Αγγλία, η Ρωσία και η Γαλλία, ήθελαν να πάψει να είναι ισχυρή η Οθωμανική Αυτοκρατορία. Κι αυτό εν πολλοίς ισχύει μέχρι σήμερα. «Τι θέλετε να πείτε;».

Θέλω να πω ότι οι Έλληνες αντί να εκμεταλλευόμαστε σταθερά αυτή την πάγια γεωπολιτική δυναμική και να βρισκόμαστε σε σχέση συνεννόησης και εμπιστοσύνης με τη Δύση για να χτίσουμε ένα ισχυρό κράτος-υπόδειγμα, συχνά παρασυρόμαστε σε έναν αυτοκαταστροφικό αντιδυτικισμό που οδηγεί σε εθνικές υποχωρήσεις και καταστροφές... «Δεν θα διαφωνήσω με τη μακροϊστορική σας διαπίστωση και μάλιστα θα συμφωνήσω με μία ακόμη ευθεία αντιστοιχία με τη σημερινή εποχή την οποία υπονοείτε. Άλλωστε, όπως θυμάστε, έχουμε συζητήσει πολλές φορές αυτόν τον προβληματισμό όταν συναντιόμαστε - ανεξάρτητα από αυτή τη συνέντευξη. Συμφωνούμε σε πολλά για το πώς σκέφτεται και λειτουργεί η ελληνική κοινωνία, για τις διαχρονικές σταθερές που προσδιορίζουν τις εξελίξεις και για τους σημερινούς κινδύνους που μοιάζουν πολύ με τους κινδύνους άλλων εποχών. Αισθάνεται κανείς πράγματι ότι είναι σαν να βρισκόμαστε στο ίδιο επικίνδυνο σημείο ενός γνωστού και επαναλαμβανόμενου ελληνικού ιστορικού κύκλου. Αλλά θα επιστρέψω στο συγκεκριμένο θέμα των εκλογών του 1920. Ένας μεγάλος πολιτικός όπως ο Βενιζέλος, εκείνος που παρακίνησε τους Συμμάχους να εκδιώξουν τον βασιλιά από την Αθήνα το 1917, που έσπρωξε την Ελλάδα στον πόλεμο και οδήγησε τον στρατό στη Μικρά Ασία χωρίς να ρωτήσει τον λαό, έπρεπε να θεωρήσει ότι ο Νοέμβριος του 1920 ήταν η κατάλληλη στιγμή για να προκηρύξει εκλογές;».

Κάποιος θα έλεγε ανεπιφύλακτα «ναι». Ήταν η στιγμή του θριάμβου. Χρειαζόταν η επαναβεβαίωση της Μεγάλης Ιδέας αν επρόκειτο να προχωρήσει και να ολοκληρωθεί... «Με συγχωρείτε. Δεν ήταν η στιγμή του θριάμβου. Ήταν πάνω από έναν χρόνο μετά τη στιγμή του θριάμβου. Οι Έλληνες βρίσκονταν και πολεμούσαν ήδη πάνω από έναν χρόνο στη Μικρά Ασία. Τι να ρωτήσεις τον λαό έναν χρόνο μετά; Αν θέλει τον στρατό στη Μικρά Ασία; Μα ήταν ήδη εκεί ο στρατός και δεν μπορούσε να επιστρέψει. Οι εκλογές ήταν ένα δημοψήφισμα που δεν έπρεπε να γίνει γιατί η επιλογή της "επιστροφής" ήταν άτοπη εκείνη τη στιγμή και απλά δεν μπορούσε να πραγματοποιηθεί».

Κάτι μας θυμίζει αυτό για δημοψηφίσματα που είναι άτοπα και επικίνδυνα όταν μια πιθανή απάντησή τους δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί χωρίς να προκληθεί εθνική καταστροφή. «Διαρκώς εντοπίζετε ομοιότητες...».

Γιατί, όμως, η ευθύνη του 1920 δεν ανήκει στους βασιλικούς που συμμετείχαν στις εκλογές με το σύνθημα «Οίκαδε», δηλαδή ότι έπρεπε ο ελληνικός στρατός να επιστρέψει; Εκείνοι δεν ήξεραν ότι δεν γινόταν να επιστρέψει ο στρατός; «Πράγματι, οι βασιλικοί κορόιδεψαν τον λαό. Και συνέχισαν την εκστρατεία για πολλούς λόγους, αλλά και γιατί δεν μπορούσαν να εγκαταλείψουν τη Μικρά Ασία με δεδομένη την τουρκική επιθετικότητα απέναντι στο ελληνικό στοιχείο».

Άρα δεν μπορεί να φορτωθεί ο Βενιζέλος την ευθύνη για τη συμπεριφορά των βασιλικών. Έπρεπε δηλαδή να μην κάνει εκλογές για να προστατεύσει τους βασιλικούς από τον εαυτό τους και την Ελλάδα από τους βασιλικούς; «Υπάρχει, όμως, και η άλλη πλευρά. Και θα σας θυμίσω ένα απόσπασμα επιστολής που έγραψε ο Νίκος Καζαντζάκης, που ήταν συνεργάτης του Βενιζέλου: "Άνθρωπος που μ' επανάστασιν κατέλαβε την αρχή και δικτατορικώς κυβέρνησε τόσα χρόνια πώς και γιατί θυμήθηκε το Σύνταγμα και ενήργησε εκλογές αφού τόξερε πως θα χάσει ή μη και δεν τόξερε; Αμ τότε ίνταδιάλο υπεράνθρωπος έτονε;". Κοιτάξτε, εγώ πιστεύω ότι ισχύουν αυτά που αναφέρατε παραπάνω. Πράγματι ο Βενιζέλος, κλονισμένος μετά την απόπειρα εναντίον του, αλλά και μετά τη δολοφονία του Δραγούμη, αντιλαμβανόμενος τις δυσκολίες της εκστρατείας, μπορεί να κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η νίκη στη Μικρά Ασία είχε ως προϋπόθεση τον τερματισμό του εθνικού διχασμού. Μόνο που όταν ήδη έχεις πάρει τόσο μεγάλες αποφάσεις χωρίς να έχεις ρωτήσει τον λαό, όταν έχεις οδηγήσει τον ελληνικό στρατό έως εκεί, δεν είναι η ώρα να θέσεις μετά την ερώτηση. Δεν είναι η ώρα γιατί δεν μπορείς να διακινδυνεύσεις να πάρεις οποιαδήποτε άλλη απάντηση».

Κι εδώ, όμως, αρχίζουν οι σοβαρές ευθύνες του Κωνσταντίνου Α'. Διότι η Καταστροφή συνέβη σχεδόν δύο χρόνια μετά τις εκλογές του 1920... «Ο Κωνσταντίνος είχε πάρα πολύ μεγάλη αντιπαλότητα με τον Βενιζέλο. Όταν επέστρεψε στον θρόνο, μεταξύ των βασιλικών επικράτησε η έπαρση. Ότι ο βασιλιάς τους ήταν καλύτερος από τον Βενιζέλο. Ότι ο Κωνσταντίνος ήταν αυτός που θα μπει στην Πόλη».

Πίστευε ότι θα γινόταν ο νέος Αυτοκράτορας του Βυζαντίου μετά τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, ότι θα ήταν ο επόμενος Κωνσταντίνος που θα έμπαινε στην Πόλη μετά τον Παλαιολόγο; «Ήταν ένας καλός στρατιωτικός και μάλιστα πολύ λαοφιλής. Και προφανώς πολλοί οπαδοί του δεν περίμεναν από αυτόν τίποτα λιγότερο από την κατάληψη της Πόλης».

Γιατί ο Κωνσταντίνος δεν είχε τη διορατικότητα να αντιληφθεί πού οδηγούνταν η Μικρασιατική Εκστρατεία; Και γιατί δεν πραγματοποίησε την εκλογική δέσμευση των βασιλικών για τον τερματισμό της; «Ο Κωνσταντίνος ήταν ο ήρωας των Βαλκανικών Πολέμων. Αισθάνθηκε ότι ο τερματισμός της εκστρατείας θα ήταν μια προδοσία απέναντι στη Μεγάλη Ιδέα. Αλλά έκανε το τραγικό λάθος να αλλάξει την ηγεσία του στρατεύματος. Η μισή καταστροφή οφείλεται σε αυτή την απόφαση. Ο Βενιζέλος είχε τοποθετήσει πολύ καλούς στρατιωτικούς».

Ο Κωνσταντίνος δεν είχε εξίσου καλούς στρατιωτικούς; «Οι βασιλικοί αξιωματικοί βρίσκονταν μακριά από το στράτευμα για πολλά χρόνια. Είχαν χάσει την επαφή. Ο αρχιστράτηγος Λεωνίδας Παρασκευόπουλος που ήταν επικεφαλής επί Βενιζέλου ήταν Μικρασιάτης και γνώριζε κάθε λόφο και πεδιάδα της περιοχής. Τον αντικατέστησαν τον Νοέμβριο του 1920 με τον Αναστάσιο Παπούλα. Προσέξτε. Ήταν κι αυτός ένας καλός στρατιωτικός. Ίσως γι' αυτό, όμως, παραιτήθηκε πριν από τον Μάιο του 1922, προειδοποιώντας ότι το ελληνικό στράτευμα όδευε προς την Καταστροφή. Τότε τοποθέτησαν στη θέση του τον Γεώργιο Χατζηανέστη. Όμως ο Χατζηανέστης ήταν ήδη μεγάλης
ηλικίας, είχε χρόνια να πολεμήσει. Δεν πήγε καν στο μέτωπο, έμεινε στη Σμύρνη. Αυτό που προέβλεψε ο Παπούλας δυστυχώς επιβεβαιώθηκε».

Έχουμε γραπτές πηγές για να δούμε τι του απάντησε ο Κωνσταντίνος όταν το είπε; «Τα κρίσιμα αρχεία του 1922 δεν έχουν ανοίξει. Παραμένουν απόρρητα. Υποτίθεται ότι θα ανοίξουν σε 100 χρόνια, δηλαδή το 2022. Ασφαλώς, το ΥΠΕΞ, που φυλάσσει τα αρχεία, γνωρίζει όλη την αλήθεια. Όπως γνωρίζει και η βασιλική οικογένεια. Εγώ πιστεύω ότι η ευθύνη για την Καταστροφή εντοπίζεται σε πράξεις και των δύο κυβερνήσεων, και των δύο παρατάξεων. Γι' αυτό και η Μικρασιατική Καταστροφή παραμένει μέχρι σήμερα μια παράγραφος στην Ιστορία. Σχεδόν αποσιωπάται. Υπάρχει ένα μεγάλο συλλογικό εθνικό τραύμα που έχει κουκουλωθεί, που δεν έχει αντιμετωπιστεί. Η πραγματική Ιστορία με τις ευθύνες των πρωταγωνιστών έχει αποσιωπηθεί. Πολλοί που βλέπουν τη "Σμύρνη" έρχονται και μου λένε "Ανοίξατε το τραύμα της Μικράς Ασίας". Για πολλούς το τραύμα αυτό δεν έχει επουλωθεί. Δεν έχει υπάρξει κάθαρση».

Πιστεύετε, λοιπόν, ότι η Ιστορία της Μικρασιατικής Καταστροφής είναι γεμάτη από «γιατί» και ερωτήματα που παραμένουν αναπάντητα ακόμη και σήμερα. «Ακριβώς. Και ένα μεγάλο ερωτηματικό είναι και η θέση και ο ρόλος του Αριστείδη Στεργιάδη, του ύπατου αρμοστή της Σμύρνης που τοποθέτησε ο Βενιζέλος το 1919 και διατήρησε ο Κωνσταντίνος. Όταν έφτασε η Καταστροφή, μπήκε σε ένα αγγλικό πλοίο και έφυγε. Δεν ήρθε ποτέ στην Ελλάδα. Έζησε στη Μασσαλία έως το 1949 που πέθανε. Έγινε η "δίκη των έξι". Δεν τον κάλεσε κανείς για να απολογηθεί. Κι όμως ήταν υπεύθυνος για την πόλη. Ήταν σαν πρωθυπουργός για τη Σμύρνη. Κανείς δεν τον εξέτασε για τα αίτια της Καταστροφής. Πιθανώς γιατί είχε εντολές να συγκρατήσει τους κατοίκους εκεί, να μην τους επιτρέψει να φύγουν. Το αρχείο Στεργιάδη βρίσκεται στην Κρήτη και δεν έχει ανοίξει».

Γιατί πιστεύετε ότι ο Στεργιάδης είχε εντολές να συγκρατήσει τους κατοίκους στη Σμύρνη; «Τον Ιούλιο του 1922, έναν μήνα πριν από την Καταστροφή, η ελληνική Βουλή ψήφισε διακομματικά έναν νόμο που απαγόρευε την έλευση στους ελληνικούς λιμένες ατόμων χωρίς ελληνικό διαβατήριο. Ο νόμος είχε αποσιωπηθεί, τον ανακάλυψα κατά τη διάρκεια της ιστορικής έρευνας για το έργο και τον δημοσίευσα στο βιβλίο με το θεατρικό κείμενο. Ήταν ένας νόμος φτιαγμένος για να αποτρέψει τη μετακίνηση των πληθυσμών της Μικράς Ασίας, οι οποίοι, ως Οθωμανοί πολίτες, είχαν οθωμανικά διαβατήρια. Διέβλεπαν τους αυξημένους κινδύνους, προέβλεπαν ότι πολλοί μπορεί να ήθελαν να φύγουν για να προστατευτούν και ήθελαν με αυτόν τον τρόπο να τους κρατήσουν εκεί».

Επιστρέφοντας στο τέλος του 1920, δεν μπορούμε παρά να επισημάνουμε ότι η επιστροφή του Κωνσταντίνου οδήγησε τους Συμμάχους να σταματήσουν να εφοδιάζουν τον ελληνικό στρατό... «Δεν έδωσαν το δάνειο. Η Ελλάδα χρειαζόταν το λεγόμενο δάνειο των Συμμάχων για να ενδυναμώσει την εκστρατεία και να σταθεί η ίδια καλύτερα στα πόδια της. Οι Σύμμαχοι είχαν προειδοποιήσει ότι αν εκλεγεί η βασιλική παράταξη και επιστρέψει ο βασιλιάς που δεν είχε βοηθήσει τους Συμμάχους στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, δεν θα έδιναν το δάνειο. Παρ' όλα αυτά, ο λαός ψήφισε υπέρ της επιστροφής του Κωνσταντίνου. Και οι Σύμμαχοι είπαν ότι η Ελλάδα τούς έδωσε έναν καλό λόγο για να πάψουν να τη στηρίζουν. Η νέα ελληνική κυβέρνηση παρακάλεσε για το δάνειο. Αλλά δεν το πήρε».

Θα έπρεπε, λοιπόν, αμέσως να παγώσει την εκστρατεία. «Μέχρι το 1921 ο στρατός νικούσε. Ο Κεμάλ τότε οργανώθηκε, το 1921, ο στρατός του απέκτησε στολές και όπλα. Μέχρι τότε ήταν άτακτοι. Ο ελληνικός στρατός, όπως σας είπα, ήταν αναγκασμένος να εισχωρεί στα βάθη της ενδοχώρας, παρά τους αυξανόμενους κινδύνους, για να υπερασπίσει τους ελληνικούς πληθυσμούς που βάλλονταν. Αλλά και ο Κεμάλ τούς άφησε επίτηδες να προχωρούν όλο και πιο βαθιά μέσα στην ηπειρωτική χώρα. Φυσικά αυτό καθιστούσε τον ανεφοδιασμό όλο και δυσκολότερο. Δεν μπορούσαν οι Άγγλοι να τους στείλουν τρόφιμα και όπλα. Το πιο κοντινό λιμάνι ήταν στα Μουδανιά, που ήταν πολύ μακριά. Έτσι, σταδιακά, ο ελληνικός στρατός έμεινε χωρίς τροφή, χωρίς εφόδια, χωρίς Συμμάχους, χωρίς κανέναν».

Κι έτσι οδηγήθηκε στην ήττα. «Ο ελληνικός στρατός πέρασε και τον Σαγγάριο. Έφτασε στο Αφιόν Καραχισάρ. Εκεί το μέτωπο εκτεινόταν σε εύρος 700 χιλιομέτρων. Απλώθηκε τόσο πολύ για να αντιμετωπίσει τις σποραδικές επιθέσεις του Κεμάλ, πότε σε ένα σημείο, πότε σε άλλο. Κι έτσι, λόγω της μεγάλης απόστασης μεταξύ των τμημάτων, δεν μπορούσαν να επικοινωνήσουν μεταξύ τους οι αξιωματικοί και οι στρατηγοί. Σταδιακά οι επιθέσεις γίνονταν όλο και περισσότερες. Πριν από τον Δεκαπενταύγουστο ο Κεμάλ πύκνωσε τις επιθέσεις του σε διάφορα σημεία. Ο Νικόλαος Τρικούπης και ο Νικόλαος Πλαστήρας δεν μπορούσαν να επικοινωνήσουν μεταξύ τους. Οι στρατιώτες, χωρίς οδηγίες και χωρίς ηγεσία, επαναστάτησαν. "Μας έχετε εδώ για εκτέλεση" έλεγαν κι έφευγαν».

Ήταν δραματικές ώρες για τις οποίες ελάχιστα έχουμε διδαχθεί. Ο παππούς μου, Κωνσταντίνος, ήταν 22 ετών το 1922, πέρασε τον Σαγγάριο και πολέμησε στο Αφιόν Καραχισάρ. Έχω φωτογραφίες του από το μέτωπο. «Ο δικός μου παππούς από την πλευρά της μητέρας μου, ο στρατηγός Δημήτρης Γαρδίκης, ήταν τότε συνταγματάρχης. Έχω στο καμαρίνι μου μια φωτογραφία του από το Αφιόν Καραχισάρ. Έχω τη φωτογραφία του για να τον βλέπω προτού βγω στη σκηνή για να πω την Ιστορία της Σμύρνης και της εκστρατείας. Όταν στην Αθήνα κατάλαβαν ότι το μέτωπο κατέρρευσε έστειλαν εσπευσμένη εντολή και αντικατέστησαν τον Χατζηανέστη με τον στρατηγό Νικόλαο Τρικούπη, του διοικητή του Α' Σώματος Στρατού στο Αφιόν Καραχισάρ. Δεν γνώριζαν, όμως, ότι ο Τρικούπης είχε μόλις αιχμαλωτιστεί από τους Τούρκους. Οι Τούρκοι τού φέρθηκαν άψογα. Έστειλαν μήνυμα στην οικογένειά του στην Αθήνα ότι είναι καλά. Η ελληνική κυβέρνηση το έμαθε εκ των υστέρων. Τα γεγονότα επιταχύνθηκαν».

Πώς αντέδρασαν οι Έλληνες στη Σμύρνη; «Στη Σμύρνη δεν είχαν καταλάβει τίποτε. Άρχισαν να συνειδητοποιούν τι είχε συμβεί όταν άρχισαν να επιτίθενται οι Τσέτες στα γύρω χωριά και να πλησιάζουν στη Σμύρνη. Οι Τσέτες κινούνταν βάσει μυστικού σχεδίου. Ήταν οργανωμένα τάγματα, ήταν σκληροί χωρικοί, αντάρτες από τα βάθη της ηπειρωτικής Τουρκίας. Δεν είχαν δει ποτέ Έλληνες, ούτε Λεβαντίνους, και γι' αυτό εξάντλησαν επάνω τους όλη τη σκληρότητά τους. Στη Σμύρνη, όμως, όλοι εφησύχαζαν. Είκοσι έξι συμμαχικά πλοία βρίσκονταν αγκυροβολημένα στο λιμάνι. Γι' αυτό ακόμη και οι πιο επιφανείς Σμυρνιοί δεν έφυγαν από τη Σμύρνη, παρά τα νέα για την κατάρρευση του μετώπου. Μέχρι την τελευταία στιγμή δεν πίστευαν ότι οι Τσέτες θα έμπαιναν στη Σμύρνη. Όμως υπήρχε σχέδιο. Και οι Σύμμαχοι, αφού τα είχαν βρει με τον Κεμάλ και σιγά σιγά είχαν εξοπλίσει τον στρατό του, είχαν αποφασίσει να μην επέμβουν και να μην αποτρέψουν ούτε την καταστροφή της Σμύρνης».

Ποιο ήταν το «σχέδιο» που λέτε ότι υπήρχε; «Υπήρχε σχέδιο εξολόθρευσης του ελληνικού στοιχείου ήδη από το 1908. Εφαρμόστηκε πρώτη φορά στη Φώκαια το 1914, όταν δολοφονήθηκαν Έλληνες ύστερα από ξαφνική επίθεση οργανωμένων Τούρκων χωρικών και ανταρτών. Όσοι σώθηκαν εγκατέλειψαν αμέσως την πόλη. Η επίθεση αυτή δεν έγινε τυχαία. Ήταν η δοκιμαστική εφαρμογή ενός γερμανικού σχεδίου. Υπάρχουν τα έγγραφα. Το ίδιο σχέδιο εφαρμόστηκε και για τη γενοκτονία των Αρμενίων. Θεωρείται "πρωτοναζιστικό σχέδιο", ένα manual για το πώς πραγματοποιείται μια εθνοκάθαρση».

Ποια ήταν η σκοπιμότητα αυτού του σχεδίου; «Η σκοπιμότητα και η αιτία ήταν ότι η Τουρκία δεν θα μπορούσε ποτέ να αποκτήσει μεσαία αστική τάξη όσο θα υπήρχαν οι Έλληνες, οι Αρμένιοι, οι Ασσυροχαλδαίοι που κατείχαν τις πιο νευραλγικές θέσεις στο κράτος και στη διοίκηση. Το σχέδιο εκπονήθηκε στο πλαίσιο της συνεργασίας Γερμανών και Τούρκων που είχε ήδη αρχίσει πριν από τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Το σχέδιο εκπόνησε ο Όθων Λίμαν φον Σάντερς που συνεργαζόταν με τους Νεότουρκους και οργάνωσε τον τουρκικό στρατό. Κομμάτι του σχεδίου εθνοκάθαρσης ήταν να δημοσιεύονται στις εφημερίδες σκίτσα που απεικόνιζαν ότι οι Έλληνες βίαζαν τις γυναίκες των Τούρκων και σκότωναν παιδιά».

Αυτά που σήμερα αποκαλούμε «ψεύτικες ειδήσεις», οι οποίες έχουν αναβιώσει με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. «Ναι. Κι έτσι σιγά σιγά άρχισαν να ξεσηκώνουν τον τουρκικό πληθυσμό. Η Ελλάδα προχώρησε στην τελική φάση της Μεγάλης Ιδέας ενώ ήδη οι Τούρκοι οργάνωναν μια μυστική εσωτερική αντεπίθεση στην ηπειρωτική χώρα ενισχυμένοι και από τους Ρώσους του Λένιν, οι οποίοι, αφού είχαν διαμοιράσει με τους Τούρκους τις περιοχές των Αρμενίων, ενίσχυαν τον Κεμάλ με χρήματα και όπλα».

Παρ' όλα αυτά, το έργο περιέχει σαφή αντιπολεμικά μηνύματα και είναι γεμάτο από λεπτομερείς αναφορές για την καλή σχέση ανάμεσα στους Έλληνες και στους Τούρκους μέσα στο κοινωνικό πλαίσιο της Σμύρνης. «Αυτός ήταν ένας από τους πρώτους μου στόχους. Είναι δύσκολο να προσεγγίσεις τη Σμύρνη χωρίς να αποφύγεις αναφορές που μπορεί να ερμηνευτούν ως εθνικιστικές. Πιστεύω, όμως, ότι μπορείς να το καταφέρεις αν δεν φοβάσαι την αλήθεια. Ήθελα στο έργο αυτό να υπάρχουν και τα ελαττώματα των Ελλήνων, όπως και τα δίκαια των Τούρκων. Ήθελα να δείξουμε τον σεβασμό που πρέπει να έχουμε στους Τούρκους ως ανθρώπους. Υπήρξαν πολλοί Τούρκοι που βοήθησαν τους Έλληνες να γλιτώσουν από την Καταστροφή».

Ο χαρακτήρας που υποδύεστε, η Φιλιώ, λέει με νόημα για τη συγκέντρωση εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων στο λιμάνι της Σμύρνης: «Δεν ήταν συνωστισμός. Ηταν η ίδια η Κόλαση», με αποτέλεσμα να προκαλείται μια θύελλα από χειροκροτήματα στο θέατρο. Το κοινό επικροτεί την αποδοκιμασία όσων μίλησαν για «συνωστισμό», μια αποδοκιμασία που έρχεται σαν δραματικός απόηχος από την ίδια αυτή προκυμαία της Καταστροφής. Δεν ήταν, λοιπόν, «συνωστισμός»; «Βεβαίως δεν ήταν. Έβαλα αυτή τη φράση στο έργο γιατί με ενόχλησε η φιλολογία περί "συνωστισμού". Σε πολλά αγγλικά κείμενα για την Καταστροφή υπήρχε η φράση "συνωστίζονταν στο λιμάνι της Σμύρνης". Η επιτροπή διαμόρφωσης του σχολικού βιβλίου άντλησε από τις αγγλικές πηγές, μετέτρεψε το ρήμα σε ουσιαστικό και ανέφερε απλά τη λέξη "συνωστισμός". Όμως δεν γίνεται να συνοψίζεις μια Καταστροφή σε αυτή τη λέξη όταν έχεις 5 εκατομμύρια πρόσφυγες. Ο συνωστισμός δεν συνέβη με την έννοια της πολυκοσμίας, όπως λέμε "συνωστισμός στον Πειραιά από τους εκδρομείς"».

Ο Αμερικανός Εϊσα Τζένινγκς διέσωσε πολλές εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους, ουσιαστικά ολόκληρη τη Σμύρνη, εξασφαλίζοντας τα πλοία για τη μεταφορά τους στην Ελλάδα. Πώς; «Ήταν Αμερικανός στη Χριστιανική Αδελφότητα Νέων (ΧΑΝ). Βλέποντας την Καταστροφή να είναι σε εξέλιξη, πήγε στη Μυτιλήνη και έσπασε την αμηχανία και την αναποφασιστικότητα που επικρατούσε. Απαίτησε να στείλει πλοία η ελληνική κυβέρνηση. Είπε ψέματα ότι ήταν εκπρόσωπος της αμερικανικής κυβέρνησης. Στην πραγματικότητα ήταν ο τελευταίος Αμερικανός της Σμύρνης. Ήταν ένας απλός άνθρωπος που είχε το ανάστημα να επέμβει. Μεσολάβησε και στις δύο πλευρές και έσωσε τους Έλληνες της Σμύρνης».

Θα επανέλθω στις ομοιότητες των γεγονότων του έργου με το σήμερα, οι οποίες είναι πάρα πολλές. Οι ψεύτικες ειδήσεις ως γενεσιουργός αιτία πολιτικών μεταβολών. Η απόκρυψη χρημάτων και χρυσού στους κήπους που γινόταν στη Σμύρνη του 1922, όσο γίνεται και τα τελευταία χρόνια σε όλη την Ελλάδα. Η αποστολή χρημάτων στο εξωτερικό, τότε και τώρα. Όλα αυτά τα βλέπουμε στο έργο και σκεφτόμαστε ότι βρίσκονται σε εξέλιξη και σήμερα. «Πράγματι. Εσείς έχετε παρακολουθήσει, αναλύσει και ερμηνεύσει το έργο υπό αυτό το πρίσμα. Ανακαλύπτετε διαρκώς ομοιότητες, αντιστοιχίες και παραλληλίες μέσα στις πτυχές της Ιστορίας που οδήγησε στη Μικρασιατική Καταστροφή. Και δεν είστε ο μόνος».

Ο κοινός αγώνας και η αγωνία όλων μας για την αντιμετώπιση της κρίσης και ο διχασμός και η διχόνοια για τα πολιτικά είναι στοιχεία ίδια, τότε και τώρα. Οι μεταβολές στις σχέσεις των μεγάλων δυνάμεων, τότε και τώρα, και πώς μεταβολίζονται και μετατρέπονται σε πολιτικές εξελίξεις και συγκρούσεις στην Ελλάδα, σε κάθε εργασιακό χώρο, σε κάθε παρέα, σε κάθε οικογένεια. Και παράλληλα, ο ίδιος εφησυχασμός, τότε και τώρα, ότι «η καταστροφή δεν θα συμβεί σε εμάς». Η σημερινή βεβαιότητα ότι «η Ευρώπη δεν θα μας αφήσει να καταστραφούμε» είναι ίδια με τη βεβαιότητα των Σμυρνιών ότι «με τα πλοία των Συμμάχων στο λιμάνι δεν έχουμε να φοβηθούμε τίποτα». «Δεν θα διαφωνήσω μαζί σας. Οι ομοιότητες της εποχής μας με εκείνη την εποχή μπορεί να προκαλούν ανησυχία».

Εσείς τι σκέφτεστε όταν παίζετε κάθε βράδυ ένα έργο που αφορά τη Μικρασιατική Καταστροφή αλλά μοιάζει με αλληγορία για τη σημερινή εθνική δοκιμασία; Δεν αισθάνεστε σαν η Σμύρνη να μας κρούει τον κώδωνα του κινδύνου; Δεν μοιάζει η Σμύρνη σαν φάρος σε τρικυμία που αναβοσβήνει και προειδοποιεί το ζαλισμένο καράβι που είναι έτοιμο να συγκρουστεί με τα βράχια; «Όσο περνούν τα χρόνια που παίζω τη "Σμύρνη" - και τώρα στη Θεσσαλονίκη βρισκόμαστε στον τρίτο χρόνο - το έργο βαραίνει περισσότερο. Ο συγκλονισμός μεγαλώνει, ίσως γιατί η σημερινή κρίση εντείνεται και ο κόσμος συλλαμβάνει τις δραματικές αντιστοιχίες. Ο κόσμος δεν έχει θεατρική αντίδραση στο έργο, έχει αντίδραση σπαρακτική. Στην Ιστορία της Μικρασιατικής Καταστροφής, όπως αυτή αποδίδεται μέσα από την ιστορία μιας ευκατάστατης οικογένειας που ξεριζώνεται, ξεκληρίζεται και χάνει τα πάντα, βρίσκονται όλα τα "γιατί" της Ελλάδας. Θα σας αναφέρω και μια άλλη αντιστοιχία. Μετά την Καταστροφή της Σμύρνης, 14.000 Σμυρνιοί, κυρίως Αρμένιοι, αλλά και Ελληνες, έφυγαν και βρήκαν καταφύγιο στο Χαλέπι της Συρίας. Πολλοί στέριωσαν κι έζησαν εκεί. Και σήμερα, τα ίδια αυτά νησιά του Αιγαίου που δέχονταν πρόσφυγες από τη Σμύρνη το 1922, δέχτηκαν πρόσφυγες από το Χαλέπι».

Στο έργο υπενθυμίζετε ότι ο ελληνικός στρατός πολεμούσε από το 1912, από τον Α' Βαλκανικό Πόλεμο, και είχε φτάσει το 1922. Πολεμούσαν δέκα χρόνια, ήταν κουρασμένοι, δεν άντεχαν άλλο. Και ο ελληνικός λαός σήμερα πολεμάει δέκα χρόνια την κρίση και μοιάζει έτοιμος να σταματήσει, να οπισθοχωρήσει. Το στράτευμα σήμερα είναι οι πολίτες. «Ναι, το στράτευμα στον σημερινό πόλεμο για την αντιμετώπιση της κρίσης είναι οι πολίτες. Και η κόπωση φαίνεται από το γεγονός ότι συμβαίνουν τόσα τρελά πράγματα που σε άλλη εποχή ο κόσμος θα αγανακτούσε και θα έβγαινε στους δρόμους. Αλλά σήμερα ο κόσμος μοιάζει να έχει παραδοθεί και να εύχεται απλώς να καταλήξουμε κάπου. Βέβαια, οι Έλληνες δεν αδιαφορούμε ακριβώς. Έχουμε συναίσθηση. Αλλά πέρα από την κόπωση κυριαρχεί ένα κλίμα έλλειψης προσανατολισμού. Και σε αυτές τις συνθήκες γίνονται τα μεγαλύτερα λάθη».

Μετά το 1922, το μεγάλο προσφυγικό κύμα προκάλεσε πολιτικές, κοινωνικές και οικονομικές μεταβολές. Ένα τμήμα του πληθυσμού των προσφύγων ριζοσπαστικοποιήθηκε και αποτέλεσε κύρια αιτία της ενίσχυσης του ΚΚΕ, το οποίο στη συνέχεια ήταν ο οργανωτικός βραχίονας της μίας πλευράς του Εμφυλίου Πολέμου. Δεν είναι συνταρακτικό πως ο εθνικός διχασμός και η Καταστροφή που προκάλεσε αποτέλεσαν τον καταλύτη για έναν νέο εθνικό διχασμό και μια εμφύλια διαμάχη μόλις είκοσι χρόνια μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή; «Συμφωνώ με αυτή την αλληλουχία που περιγράφετε. Πιστεύω ότι όποιος δεν έχει μελετήσει τον πρώτο διχασμό, τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο και τη Μικρασιατική Καταστροφή, δεν μπορεί να κατανοήσει τον Εμφύλιο Πόλεμο».

Και αν δεν μπορεί να κατανοήσει τον Εμφύλιο Πόλεμο, δεν μπορεί να κατανοήσει ούτε τη σημερινή κοινωνική και πολιτική δυναμική που εγκλωβίζει την Ελλάδα στην οικονομική κρίση και σε μια νέα αδυναμία συνεννόησης με τους Συμμάχους της. «Όλο είναι μία αλυσίδα. Ο πρώτος διχασμός είναι καθοριστικός. Πράγματι, ο Εμφύλιος δεν θα γινόταν αν δεν είχε συμβεί ο πρώτος διχασμός και η Καταστροφή που ακολούθησε».

Η καμένη και κατεστραμμένη Σμύρνη μοιάζει σαν φάντασμα που ακολουθεί τον ελληνισμό. Πληρώνουμε ακόμη το έγκλημα της Σμύρνης; «Αν δεν το αποδεχθούμε πλήρως, θα μας κυνηγάει πάντα. Είναι έγκλημα προς τους ανθρώπους της Σμύρνης και της Μικράς Ασίας. Και είναι αυτές οι ψυχές που ευλογούν το δικό μου έργο. Αυτό το έργο έχει προστασία. Ένα παιδάκι 12 χρόνων, ένας νεαρός με σκουλαρίκι, μια γιαγιά με μαντίλι και μια κοσμική κυρία έρχονται στο θέατρο και έχουν όλοι την ίδια αντίδραση. Αισθάνονται ότι τους μίλησε στην ψυχή τους».

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino το Σάββατο 31 Δεκεμβρίου 2016

ΤΟ ΒΗΜΑ

Παρασκευή 10 Ιανουαρίου 2014

Το «δικαίωμα» στην ποίηση…

Ποιοι δικαιούνται να γράφουν ποίηση; Το ερώτημα, εκφρασμένο αρνητικά – μα ισοδύναμα – εμπεριέχει τον υπαινιγμό ότι υπάρχουν κάποιοι που δεν δικαιούνται να εκφράζονται μέσω της ποίησης. Πέραν από την αμφισβήτηση της ελευθερίας της έκφρασης, μια τέτοια θέση συνιστά απειλή και για την ίδια την αυθεντικότητα της ποίησης: Αν τεθούν δεοντολογικές προϋποθέσεις που οριοθετούν το δικαίωμα στην ποίηση, τότε αυτή προσφέρεται βορά στην ηθικολογία. Κι ανοίγει διάπλατα η κερκόπορτα της Τέχνης στην υποκρισία του καθωσπρεπισμού…

Γράφω αυτές τις σκέψεις με αφορμή τον σκεπτικισμό με τον οποίο κάποιοι ιδεολογικοί κύκλοι υποδέχθηκαν την έκδοση της ποιητικής συλλογής «ΑΠΟΤΥΠΩΜΑ». Οι ενστάσεις δεν είχαν λογοτεχνική αφετηρία, αφού η ποιητική αξία του έργου είναι αδιαμφισβήτητη.

Το πρόβλημα ήταν αλλού...

Διαβάστε τη συνέχεια...

Πέμπτη 2 Μαΐου 2013

Ο «Πάρσιφαλ» του Βάγκνερ και το ανθρώπινο μήνυμά του

Στο συναρπαστικό βιβλίο του «Για μια Νέα Ζωή» (A New Earth), ο Eckhart Tolle περιγράφει μια πορεία μύησης στις βαθύτερες αλήθειες της ύπαρξης μέσω της υπέρβασης του «Εγώ». Ανάλογες σκέψεις διαβάζουμε στο εξίσου ενδιαφέρον βιβλίο «Ο Ιερός σου Εαυτός» (Your Sacred Self) του Wayne Dyer. Κοινός παρονομαστής, η ιδέα ότι το «Εγώ» αποτελεί ανάχωμα στην πορεία προς την κατάκτηση της σοφίας. Η υπέρβασή του είναι το πρώτο, δύσκολο μα αναγκαίο βήμα που μας καθιστά άξιους να βιώσουμε το αίσθημα της συμπόνιας. Έτσι, κατά μία έννοια, η κατάκτηση της σοφίας περνά μέσα από τη συμπόνια! Μια ιδέα που παραπέμπει στη μεγαλύτερη πνευματική κληρονομιά που άφησε πίσω του ένας μεγάλος μουσικός και διανοητής που αγάπησε πολύ την Ελλάδα…

Ο «Πάρσιφαλ» (Parsifal) υπήρξε το τελευταίο – και κατά πολλούς κορυφαίο – μουσικό δράμα του Ρίχαρντ Βάγκνερ (Richard Wagner, 1813-1883). Έμελλε να επηρεάσει πολλούς συνθέτες της μετα-βαγκνερικής εποχής, όπως π.χ. ο Πουτσίνι (του οποίου ήταν μία απ’ τις αγαπημένες όπερες) ή ο Ντεμπυσσύ (όσο κι αν η γαλλική του περηφάνια τον εμπόδιζε να παραδεχθεί ανοιχτά το μέγεθος της επίδρασης που του ασκούσε πάντα ο Βάγκνερ!). Θα περιλάβω στις επιδράσεις (κι αυτό εκφράζει μια καθαρά προσωπική άποψη) και την προ-τελευταία (και ίσως σημαντικότερη) όπερα του Τσαϊκόφσκι, τη «Ντάμα Πίκα» (Queen of Spades), όπου το κοντράστ διατονικού και χρωματικού αρμονικού ύφους συμβολίζει τη σύγκρουση ανάμεσα στο καλό και το κακό.

Η όπερα, με χαρακτήρα σκηνικής τελετουργίας, πρωτοπαρουσιάστηκε το 1882 στο δεύτερο Φεστιβάλ του Μπαϋρώυτ (Bayreuth). Ο Βάγκνερ ανέθεσε τη μουσική διεύθυνση στον στενό του φίλο Χέρμαν Λεβί (Hermann Levi), έναν σημαντικό γερμανοεβραίο μαέστρο του οποίου το ταλέντο ο συνθέτης θαύμαζε ιδιαίτερα. Το λιμπρέτο του Βάγκνερ βασίζεται εν μέρει σε επικό ποίημα του Βόλφραμ φον Έσενμπαχ, γραμμένο τον 13ο αιώνα.

Κεντρική ιδέα στο μουσικό δράμα είναι η κατάκτηση της σοφίας (ή, κατά τη σωκρατική αντίληψη, της αυτοσυνειδησίας) μέσω της συμπόνιας για τον συνάνθρωπο, του βιώματος, δηλαδή, του αλλότριου πόνου. Η ιδέα δεν ανήκει, φυσικά, στον ίδιο τον Βάγκνερ, αλλά είναι αποτέλεσμα της επίδρασης του Σοπενχάουερ πάνω στον συνθέτη-φιλόσοφο. Σύμφωνα με την υπόθεση του έργου, ο Πάρσιφαλ, ένας επιφανειακά αφελής αλλά κατά βάθος καλόψυχος νέος, ανακαλύπτει τις βαθύτερες αλήθειες της ύπαρξης όταν, μετά από μια μακρά περιπλάνηση (που συμβολίζει μια πορεία μύησης), κατορθώνει να υπερβεί τα τείχη τού «Εγώ» και να βιώσει τον πόνο του συνανθρώπου (Αμφόρτας) σαν δικό του πόνο…

Στο ποιητικό κείμενο του λιμπρέτου υπάρχει μια φράση που, ως Φυσικό, μου κινεί την περιέργεια! Λίγο πριν το υπέροχο ορχηστρικό ιντερλούδιο της Πρώτης Πράξης, ακούγεται ο παρακάτω διάλογος ανάμεσα στον Πάρσιφαλ και τον Γκούρνεμαντς:

ΠΑΡΣΙΦΑΛ: «Μόλις και μετά βίας βαδίζω, κι όμως νιώθω πως ήδη έχω πάει πολύ μακριά!»

ΓΚΟΥΡΝΕΜΑΝΤΣ: «Βλέπεις, γιε μου, σ’ αυτό εδώ το μέρος ο χρόνος γίνεται χώρος!»

Δείτε το video

Όσο κι αν θέλει κανείς να αποφύγει τη σκέψη ως παράλογη, δεν μπορεί να μη διερωτηθεί ως πού, άραγε, έφτανε η ικανότητα του Βάγκνερ να βλέπει μπροστά από την εποχή του. Η όπερα πρωτοπαρουσιάστηκε 23 ολόκληρα χρόνια πριν ο Άλμπερτ Αϊνστάιν προτείνει την (Ειδική) Θεωρία της Σχετικότητας. Κι ο παραπάνω διάλογος παραπέμπει αναπόφευκτα στους χωροχρονικούς μετασχηματισμούς που επιτρέπει η σχετικιστική θεωρία. Περίπτωση επιστημονικής προφητείας; Ή μήπως θα πρέπει να βολευτούμε με την πιο «πεζή» φιλοσοφική ερμηνεία περί ιδεατού ή υποκειμενικού χώρου και χρόνου, γυρίζοντας με αίσθημα ανακούφισης πίσω στον Καντ και τον Σοπενχάουερ;

Τη λύση του μυστηρίου ίσως δεν τη βρούμε ποτέ. Την πήρε μαζί ο Δάσκαλος αποχαιρετώντας μας πριν 130 χρόνια στη Βενετία. Αυτό για το οποίο μπορούμε να είμαστε σίγουροι είναι πως το βαθιά ανθρώπινο μήνυμα του Πάρσιφαλ δεν υπόκειται στη φθορά του χρόνου, ούτε στους περιορισμούς του χώρου: Θα υπάρχει όσο υπάρχει ο άνθρωπος, και θα φτάνει τόσο μακριά όσο η ματιά μας στο Σύμπαν!

* Ο Κώστας Παπαχρήστου ομιλεί ματαίως περί Φυσικής σε μεγάλα «παιδιά»…

Aixmi.gr

Παρασκευή 26 Απριλίου 2013

Ρίχαρντ Βάγκνερ: 200 χρόνια από τη γέννηση ενός φιλέλληνα


Αν και το δεχόμαστε ως αυτονόητο, προκαλεί εν τούτοις κάποια μελαγχολία το γεγονός ότι οι περισσότεροι απ’ αυτούς που ονομάστηκαν φιλέλληνες αγάπησαν αυτή τη χώρα μέσα απ’ το θαυμασμό τους για την πνευματική κληρονομιά της αρχαιότητάς της και μόνο. Τόσο που μια αντίστροφη πορεία μύησης στο ελληνικό ιδεώδες να μοιάζει εξωπραγματική. Δηλαδή, μας είναι δύσκολο να φανταστούμε πώς θα ήταν δυνατό, κατά τους νεότερους χρόνους, κάποιος να ανακαλύψει και ν’ αγαπήσει τον κλασικό ελληνικό πολιτισμό μέσα απ’ την αγάπη του για τη σύγχρονή του Ελλάδα!

Μια από τις φωτεινές εξαιρέσεις υπήρξε, ασφαλώς, ο Λόρδος Βύρων (1788-1824), που η αγάπη του για την Ελλάδα της εποχής του τον οδήγησε ως την αυτοθυσία. Λιγότερο γνωστή είναι η περίπτωση του μεγάλου γερμανού μουσικοσυνθέτη, ποιητή και φιλόσοφου Ρίχαρντ Βάγκνερ (Richard Wagner) που φέτος συμπληρώνονται 200 χρόνια από τη γέννησή του. Αναμορφωτής της όπερας, έκανε σκοπό της καλλιτεχνικής του δημιουργίας την αναβίωση του αρχαίου Ελληνικού Δράματος μέσω του Λυρικού Θεάτρου. Γεννήθηκε στη Λειψία στις 22 Μαΐου 1813, και πέθανε στις 13 Φεβρουαρίου 1883 στη Βενετία. Μετά απ’ αυτόν, τίποτα στην όπερα – αλλά ίσως και στην Τέχνη γενικότερα – δεν ήταν ίδιο!

Έκανε πράξη το όραμά του να συνενώσει όλες τις τέχνες (ποίηση, μουσική, εικαστικές τέχνες…) σε μία ενιαία Τέχνη που θα εμπεριείχε κάθε δυνατή έκφανση του ωραίου. Σε ό,τι αφορά την όπερα (ορθότερα, «μουσικό δράμα»), αναβάθμισε τον ρόλο της ορχήστρας από απλά συνοδευτικό και υποδηλωτικό του ρυθμού (νοοτροπία απ’ την οποία, δυστυχώς, δεν ξέφυγε ούτε ο μεγάλος Βέρντι, επίσης γεννημένος το 1813) σε ρόλο αληθινού φιλοσοφικού σχολιαστή τού επί σκηνής παριστώμενου δράματος, ανάλογου με τον χορό στο αρχαίο ελληνικό θέατρο.

Μεταφράζω ένα μικρό απόσπασμα από την αυτοβιογραφία(*) του:

«Οι ανταποκρίσεις των εφημερίδων και των περιοδικών από τον αγώνα των Ελλήνων για ανεξαρτησία, μου είχαν προξενήσει φοβερή συγκίνηση. Έτσι, η αγάπη μου για την Ελλάδα, που αργότερα μετατράπηκε σε ενθουσιασμό για τη μυθολογία και την ιστορία της αρχαιότητάς της, πήγασε από το ζωηρό και επώδυνο ενδιαφέρον μου για τα γεγονότα του παρόντος. Στα κατοπινά χρόνια, η ιστορία των αγώνων των Ελλήνων κατά των Περσών μού έφερνε πάντα στο νου τη σύγχρονη επανάσταση κατά των Τούρκων.»

Όπως αναφέραμε πιο πάνω, αυτό που εντυπωσιάζει ιδιαίτερα είναι το γεγονός ότι, σε αντίθεση με πολλούς άλλους φιλέλληνες που αγάπησαν την Ελλάδα κυρίως (αν όχι αποκλειστικά) λόγω θαυμασμού για την αρχαιότητά της, ο Βάγκνερ (όπως φαίνεται καθαρά στην αυτοβιογραφία του) στράφηκε στη μελέτη της κλασικής Ελλάδας έχοντας ως αφετηριακό ερέθισμα τους εθνικο-απελευθερωτικούς αγώνες του σύγχρονού του Ελληνισμού. Για τον Βάγκνερ, η Ελλάδα αποτελούσε μία ενιαία ιδέα και μια πολιτιστική αξία με απόλυτη ιστορική συνέχεια! Δυστυχώς, πρόδωσαν την πίστη του αυτή οι κατοπινές γενιές των Ελλήνων…

Η υστεροφημία του Βάγκνερ αμαυρώθηκε μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο λόγω του ότι ένας παράφρων γερμανός δικτάτορας έτυχε να συμπαθεί, σε βαθμό ψύχωσης, τη μουσική του! Για τον ίδιο λόγο αποδόθηκε, όψιμα, μεγαλύτερη του δέοντος σημασία στον «αντισημιτισμό» του Βάγκνερ. Στην πραγματικότητα, η καταραμένη αυτή ετικέτα που τον καταδιώκει ακόμα (ιδιαίτερα στο Ισραήλ) βασίζεται κατά κύριο λόγο σε ένα γελοίο δοκίμιο («Ο Ιουδαϊσμός στη Μουσική») που έγραψε για να εκφράσει το σύμπλεγμα που τον διακατείχε έναντι της καλλιτεχνικής επιτυχίας μεγάλων Εβραίων συνθετών της εποχής του, όπως ο Μέντελσον και ο Μέγιερμπερ.

Εν τούτοις, στον κύκλο του Βάγκνερ θα μπορούσε κανείς να διακρίνει πολλούς Εβραίους φίλους και συνεργάτες, ενώ ο ίδιος ουδέποτε δέχθηκε να προσυπογράψει αντισημιτικές διακηρύξεις! Είναι αξιοσημείωτο, μάλιστα, ότι ανέθεσε τη διεύθυνση της τελευταίας – και κατά πολλούς κορυφαίας – όπεράς του, Πάρσιφαλ, στον νέο και ταλαντούχο Χέρμαν Λεβί, με τον οποίο ανέπτυξε στενή προσωπική φιλία, παρά την λυσσώδη αντίδραση των αντισημιτικών κύκλων της εποχής (και, ενδεχομένως, την μη-εκφρασμένη αντίθεση και της ίδιας της συζύγου του, της Κόζιμα Λιστ!).

Το θέμα «Βάγκνερ» δεν εξαντλείται, φυσικά, σε ένα σύντομο σημείωμα. Δεσμεύομαι να επανέλθω με πιο εξειδικευμένες αναφορές και αναλύσεις, στην περίπτωση που υπάρξει ενδιαφέρον από τους αναγνώστες του Aixmi

(*) Richard Wagner, “My Life” (Αγγλική Έκδοση, Cambridge University Press, 1983).

* Ο Κώστας Παπαχρήστου διδάσκει (μεταξύ άλλων) Φυσική, κάπου στα ανεξερεύνητα βάθη της Τριτοβάθμιας…

Aixmi.gr

Δευτέρα 25 Φεβρουαρίου 2013

ΤΟ ΒΗΜΑ - Πάρσιφαλ: Η σοφία μέσα απ’ τη συμπόνια

Μιλώντας τις προάλλες με ένα πολύ κοντινό μου πρόσωπο, συνειδητοποίησα πόσο μάταιη είναι η προσπάθεια ερμηνείας των ανθρώπινων συναισθημάτων με όρους κοινής λογικής και ηθικής του δικαίου. Πριν χρόνια, η συνομιλήτριά μου έχασε τον πατέρα της μετά από μακροχρόνια ασθένεια. Την ίδια εποχή βρισκόταν στη διαδικασία ενός διαζυγίου που έμελλε ν’ αποδειχθεί ιδιαίτερα οδυνηρό γι’ αυτήν, λόγω της εκδικητικής συμπεριφοράς του συζύγου της...

Μετά από κάπου μια εικοσαετία, ο ίδιος ο σύζυγος αρρώστησε σοβαρά. Δεν απαιτείται, ίσως, πολλή φαντασία για να μαντέψει κανείς ποιο πρόσωπο βρέθηκε να τον συντρέξει τη δύσκολη αυτή ώρα! Το ενδιαφέρον εστιάζεται στη φαινομενική αντινομία στο συναισθηματικό ισοζύγιο: Όπως μου ομολόγησε, στον πατέρα της, με τον οποίο την συνέδεαν βαθιά αισθήματα αγάπης, δεν είχε προσφέρει ούτε πολλοστημόριο –τόσο ψυχικά, όσο και πρακτικά– αυτών που με εντελώς αυθόρμητο τρόπο κατέθετε σε έναν άνθρωπο που της είχε συμπεριφερθεί για χρόνια σαν δυνάστης!

Στη λογική απορία μου, η απάντησή της ήταν αφοπλιστική: «Όταν έχασα τον πατέρα μου, ήμουν ακόμα ένα ανώριμο, εγωκεντρικό πλάσμα, ανίκανο να νιώσει αληθινή συμπόνια. Σιγά-σιγά, όμως, η ζωή με προσγείωσε, μου έδειξε την τραγική πλευρά της ματαιότητας, με έκανε σοφότερη. Τώρα μπορώ και συμπονώ ακόμα κι αυτούς που με έβλαψαν, επειδή και μόνο είναι άνθρωποι!» Η σοφία, λοιπόν, χέρι-χέρι με τη συμπόνια! Μια ιδέα που με παραπέμπει στη μεγαλύτερη πνευματική κληρονομιά που άφησε πίσω του ένας μεγάλος μουσικός και διανοητής που αγάπησε πολύ την Ελλάδα...

Ο «Πάρσιφαλ» (Parsifal) υπήρξε το τελευταίο – και κατά πολλούς κορυφαίο – μουσικό δράμα του Ρίχαρντ Βάγκνερ. Έμελλε να επηρεάσει πολλούς κατοπινούς συνθέτες, είτε δήλωναν ευθέως τη συμπάθειά τους για τον Βάγκνερ (όπως, π.χ., ο Πουτσίνι), είτε επιδίδονταν σε μάταιες ασκήσεις άρνησής του (π.χ., Ντεμπυσσύ). Θα προσθέσω στις επιδράσεις (καθαρά προσωπική άποψη) και την προ-τελευταία (και ίσως σημαντικότερη) όπερα του Τσαϊκόφσκι, τη «Ντάμα Πίκα» (Queen of Spades), όπου το κοντράστ διατονικού και χρωματικού αρμονικού ύφους συμβολίζει τη διαλεκτική συνύπαρξη του καλού με το κακό.

Η όπερα, με χαρακτήρα σκηνικής τελετουργίας, πρωτοπαρουσιάστηκε το 1882 στο δεύτερο Φεστιβάλ του Μπαϋρώυτ (Bayreuth). Ο Βάγκνερ ανέθεσε τη μουσική διεύθυνση στον στενό του φίλο Χέρμαν Λεβί (Hermann Levi), έναν σημαντικό γερμανοεβραίο μαέστρο του οποίου το ταλέντο ο συνθέτης θαύμαζε ιδιαίτερα. Το λιμπρέτο του Βάγκνερ βασίζεται εν μέρει σε επικό ποίημα του Βόλφραμ φον Έσενμπαχ, γραμμένο τον 13ο αιώνα. Κεντρική ιδέα στο μουσικό δράμα είναι η κατάκτηση της σοφίας (θα έλεγα, της αυτοσυνειδησίας) μέσω της συμπόνιας για τον συνάνθρωπο, του βιώματος, δηλαδή, του αλλότριου πόνου. Η ιδέα δεν ανήκει, φυσικά, στον ίδιο τον Βάγκνερ, αλλά είναι αποτέλεσμα της επίδρασης του Σοπενχάουερ πάνω στον συνθέτη-φιλόσοφο.

Σύμφωνα με το λιμπρέτο (του οποίου τις λεπτομέρειες θεωρώ δευτερεύουσες για τους σκοπούς της παρούσας ανάλυσης και δεν θα παραθέσω), ο Πάρσιφαλ, ένας αφελής αλλά καλόψυχος νέος, ανακαλύπτει τις βαθύτερες αλήθειες της ύπαρξης όταν, μετά από μια μακρά πορεία μύησης («περιπλάνηση»), κατορθώνει να υπερβεί τα τείχη του «εγώ» και να βιώσει τον πόνο του συνανθρώπου (Αμφόρτας) σαν δικό του πόνο.

Στο ποιητικό κείμενο του λιμπρέτου υπάρχει μια φράση που θα μπορούσε να κινήσει την περιέργεια των Φυσικών (αν και ουδέποτε συνέβη κάτι τέτοιο, τουλάχιστον εξ όσων γνωρίζω). Λίγο πριν το υπέροχο ορχηστρικό ιντερλούδιο της Πρώτης Πράξης, ακούγεται ο παρακάτω διάλογος ανάμεσα στον Πάρσιφαλ και τον Γκούρνεμαντς(*):

ΠΑΡΣΙΦΑΛ: «Μόλις και μετά βίας βαδίζω, κι όμως νιώθω πως ήδη έχω πάει πολύ μακριά!»

ΓΚΟΥΡΝΕΜΑΝΤΣ: «Βλέπεις, γιε μου, σ’ αυτό εδώ το μέρος ο χρόνος γίνεται χώρος!»

Όσο κι αν θέλει κανείς να αποφύγει τη σκέψη ως παράλογη, δεν μπορεί να μη διερωτηθεί ως πού, άραγε, θα μπορούσε να φτάσει η ικανότητα του Βάγκνερ να βλέπει μπροστά από την εποχή του. Η όπερα πρωτοπαρουσιάστηκε 23 ολόκληρα χρόνια πριν ο Άλμπερτ Αϊνστάιν προτείνει την (Ειδική) Θεωρία της Σχετικότητας. Κι ο παραπάνω διάλογος παραπέμπει αναπόφευκτα στους χωροχρονικούς μετασχηματισμούς που επιτρέπει η σχετικιστική θεωρία. Περίπτωση επιστημονικής προφητείας; Ή μήπως θα πρέπει να συμβιβαστούμε, βολικότερα, με την πιο «πεζή» φιλοσοφική ερμηνεία περί ιδεατού ή υποκειμενικού χώρου και χρόνου, γυρίζοντας με ανακούφιση πίσω στον Καντ και τον Σοπενχάουερ;

Την απάντηση ίσως δεν την μάθουμε ποτέ. Αυτό για το οποίο μπορούμε να είμαστε σίγουροι είναι πως το μήνυμα του Πάρσιφαλ δεν υπόκειται στη φθορά του χρόνου ή στους περιορισμούς του χώρου: Είναι τόσο παλιό όσο ο άνθρωπος, και φτάνει τόσο μακριά όσο η σκέψη μας για το Σύμπαν!

(*) Δείτε το video

ΤΟ ΒΗΜΑ

Δευτέρα 28 Ιανουαρίου 2013

ΤΟ ΒΗΜΑ - Η γυναίκα στην κουπαστή και ο συμβολικός κόσμος του «Τριστάνου»

...Ίσως η σπουδαιότερη μουσική που γράφτηκε ποτέ, το μουσικό δράμα «Τριστάνος και Ιζόλδη» (Tristan und Isolde) είναι ένα έργο πολύ σύνθετο για να χωρέσει σε μια σύντομη ανάλυση. Το ορχηστρικό πρελούδιο της πρώτης πράξης θεωρήθηκε επανάσταση που γκρέμισε τα στεγανά της κλασικής μουσικής αρμονίας - αν και δεν θα πρέπει να αγνοούμε τα προφητικά κουαρτέτα του Μότσαρτ τα αφιερωμένα στον Χάυδν (όπου μάλιστα σε ένα απ’ αυτά, K 428, ακούγεται το ίδιο το θέμα του «Τριστάνου»!), όπως και τα πιανιστικά πρελούδια του Σοπέν με τις αρμονικές τους τολμηρότητες...

Διαβάστε το άρθρο...

Δευτέρα 14 Ιανουαρίου 2013

ΤΟ ΒΗΜΑ - «Πινακίδες από Κερί»: όταν το blogging είναι Τέχνη!

Πριν κάμποσο καιρό, με αφορμή την προκλητική συμπεριφορά ενός ανώνυμου blogger εναντίον επώνυμων δημοσιογράφων της τηλεόρασης, ο Σεραφείμ Φυντανίδης είχε κάνει παρορμητικά μια καθολικά απαξιωτική δημόσια τοποθέτηση για την οποία είμαι σίγουρος πως έχει προ πολλού μετανιώσει: Αποκάλεσε το blogging «εκδίκηση της γυφτιάς» ενάντια στην επαγγελματική δημοσιογραφία!

Τον κατά τα άλλα συμπαθή βετεράνο δημοσιογράφο διαψεύδει εύκολα, ασφαλώς, μια απλή περιδιάβαση στον αχανή κόσμο των blogs, εγχώριων και διεθνών. Αποτελώντας κι ο ίδιος μέρος αυτού του κόσμου, δεν θα αποδυθώ σε περιττές προσπάθειες υπεράσπισης του χώρου μου. Θα εστιάσω μόνο την προσοχή μου σε ένα από τα ποιοτικότερα blogs της χώρας, προτείνοντας στους αναγνώστες του «Βήματος» να βιώσουν τη μαγεία του!

Διαβάστε τη συνέχεια...

Πέμπτη 22 Μαρτίου 2012

ΤΟ ΒΗΜΑ - Τέχνη και Ζωή: Σκέψεις με αφορμή τα «Χιόνια του Κιλιμάντζαρο»

Το ερώτημα είναι απλό και απέχει πολύ απ’ το να είναι ρητορικό: Η Τέχνη μιμείται τη ζωή, ή η ζωή την Τέχνη; Οι οπαδοί του ρεαλισμού θα επιλέξουν ανεπιφύλακτα την πρώτη εκδοχή: η ζωή είναι γεμάτη ασχήμιες, τις οποίες οφείλει να αποτυπώνει χωρίς τεχνητές ωραιοποιήσεις η Τέχνη (είναι μάλιστα θεμιτό ακόμα και να υπερθεματίζει μέχρις υπερβολής στην καταγραφή τους, αν αυτό υπηρετεί καλύτερα τους στόχους της)...

Διαβάστε το άρθρο...