Δευτέρα 30 Αυγούστου 2021

Η απο-σχετικοποίηση της βάσης εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση


 Γράφει: Κώστας Παπαχρήστου

Υπάρχουν αδυναμίες στο σύστημα των βάσεων εισαγωγής στα πανεπιστήμια. Όχι όμως με τον τρόπο που το εννοούν οι δυνάμεις του κομματικού καιροσκοπισμού...

Τέλος καλοκαιριού του 2019, όταν είχε ήδη φουντώσει η συζήτηση για την καθιέρωση βάσης εισαγωγής στα πανεπιστήμια, είχαμε καταθέσει κάποιες σκέψεις σε άρθρο στο "Βήμα". Οι σκέψεις αυτές κινήθηκαν σε τρεις άξονες:

1. Η θέσπιση βάσης εισαγωγής είναι καταρχήν ορθό μέτρο ώστε να εξασφαλίζεται ότι οι εισερχόμενοι στην τριτοβάθμια εκπαίδευση θα έχουν τα ελάχιστα εφόδια που απαιτεί η ένταξη σε πανεπιστημιακές σπουδές. Η απουσία ελάχιστου κριτηρίου επιλογής θα μπορούσε να οδηγήσει σε υποβάθμιση της ανώτατης εκπαίδευσης.

2. Ο συζητούμενος, τότε, ορισμός μίας άκαμπτης αριθμητικής "βάσης του 10" (το λέω συμβολικά) θα οδηγούσε σε σχετικά συμπεράσματα και όχι σε απόλυτη κι αντικειμενική αξιολόγηση των υποψηφίων. Πράγματι, το πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι, γενικά, για έναν υποψήφιο να πιάσει μία προκαθορισμένη βάση είναι άμεση συνάρτηση της ευκολίας ή δυσκολίας, αντίστοιχα, των θεμάτων των εξετάσεων. Το άρθρο πρότεινε μία διαδικασία που θα μπορούσε να εξασφαλίσει ένα κατά το δυνατόν αντικειμενικό ελάχιστο κριτήριο επάρκειας για εισαγωγή στις σχολές.

3. Όπως σημειώσαμε, κάθε σχολή θα πρέπει να έχει την δυνατότητα να ορίσει ένα ελάχιστο όριο βαθμολογικής επίδοσης για την εισαγωγή σε αυτήν.

Είχα στείλει τότε το άρθρο στην αρμόδια υπουργό, τονίζοντας ότι επρόκειτο απλά για κάποιες σκέψεις και όχι για ενδελεχώς μελετημένες προτάσεις. Δεν έμαθα ποτέ αν το διάβασε. Θα πρέπει, εν τούτοις, να πω ότι το σχέδιο που τελικά εφαρμόστηκε κινείται κοντά στο πνεύμα των πιο πάνω παρατηρήσεων. Η άκαμπτη βάση αποφεύχθηκε, ενώ δόθηκε στις σχολές ένας βαθμός ευελιξίας στον καθορισμό των βάσεων των εισαγομένων σε αυτές (δείτε το video στο τέλος).

Όμως, παρά τα θετικά της στοιχεία, η εφαρμοζόμενη μέθοδος καθορισμού βάσης εμφανίζει κι αυτή αδυναμίες. Αναφέρομαι κατά κύριο λόγο στην προφανή σχετικοποίηση που εξ ορισμού εμπεριέχει, η οποία δεν έχει να κάνει μόνο με την δυσκολία των θεμάτων αλλά και με τις γενικές επιδόσεις (κατά μέσο όρο) όλων των υποψηφίων στο κάθε επιμέρους πεδίο. Έτσι, το πόσο εύκολος ή δύσκολος στόχος είναι η βάση εξαρτάται όχι μόνο από τον βαθμό προετοιμασίας του υποψήφιου (πράγμα που θα καθιστούσε το κριτήριο της βάσης απόλυτο) αλλά και από το πόσο διαβασμένοι είναι οι υπόλοιποι υποψήφιοι τη δεδομένη χρονιά. (Με απλά λόγια, αν για κάποιους λόγους το επίπεδο των υποψηφίων συμβεί να είναι πιο χαμηλό ή πιο υψηλό από άλλες χρονιές, ο στόχος υπέρβασης της βάσης καθίσταται πιο εύκολος ή πιο δύσκολος, ανάλογα.) Και πάλι απουσιάζει, δηλαδή, το στοιχείο της απόλυτης αξιολόγησης, κάτι που, τελικά, κινείται στην αντίθετη κατεύθυνση από τον σκοπό που επέβαλε τη θέσπιση της βάσης.

Δεν ισχυρίζομαι, φυσικά, ότι, αν και ως ένα βαθμό αντικειμενικότερη της εφαρμοσθείσας, η μέθοδος που είχαμε προτείνει στην κ. υπουργό ήταν η καλύτερη δυνατή! Οι προτάσεις μας ήταν απλά ενδεικτικές, με στόχο να επισημάνουμε την αναγκαιότητα εύρεσης διαχρονικά σταθερών (μη-συγκυριακών) κριτηρίων για την εισαγωγή στην ανώτατη εκπαίδευση. Αν μη τι άλλο, πάντως, θα μπορούσαν οι ιδέες αυτές κάποια στιγμή να αποτελέσουν αφετηρία για μία ευρύτερη συζήτηση...

Για την ιστορία, παραθέτω τις προτάσεις που είχαμε καταθέσει, όπως αναφέρονται στο άρθρο στο "Βήμα" :

- Το υπουργείο παιδείας, σε συνεργασία με τα πανεπιστήμια, καταρτίζει μία «δεξαμενή θεμάτων» που καλύπτουν το σύνολο των γνώσεων που, κατά τους ειδικούς, θεωρούνται ως θεμελιώδεις ώστε να παρακολουθήσει κάποιος ανώτατες σπουδές στο εξεταζόμενο αντικείμενο. Η πρόσβαση των υποψηφίων στα θέματα αυτά είναι ελεύθερη (π.χ., τα θέματα κοινοποιούνται στο Διαδίκτυο). Ευνόητο είναι ότι το πλήθος των θεμάτων είναι αρκετά μεγάλο ώστε να καλύπτουν το μέγιστο δυνατό φάσμα προαπαιτούμενων γνώσεων.

- Την ώρα των εξετάσεων, στον υποψήφιο δίνονται δύο απόλυτα διακριτές ομάδες θεμάτων. Η μία – ας την ονομάσουμε ομάδα Α – περιέχει ερωτήσεις αποκλειστικά από την δεξαμενή των βασικών θεμάτων. Το σύνολο των ερωτήσεων αυτών προκύπτει μετά από διαδικασία κλήρωσης, την οποία διενεργεί η κεντρική επιτροπή των εξετάσεων. Για να έχει δικαίωμα αξιολόγησης, ο υποψήφιος θα πρέπει να εξασφαλίσει μία ελάχιστη βαθμολογία (π.χ., 50%) στην ομάδα Α. Υποψήφιος που αποτυγχάνει σε αυτό το προκαταρκτικό σκέλος των εξετάσεων, δεν αξιολογείται περαιτέρω και θεωρείται ως αποτυχών.

- Οι απαντήσεις στην δεύτερη ομάδα θεμάτων – ομάδα Β – λαμβάνονται υπόψη αυστηρά και μόνο για όσους υποψήφιους έχουν εξασφαλίσει τη βάση στην ομάδα Α. Τα θέματα της ομάδας Β είναι μεγαλύτερης δυσκολίας και η επιλογή τους δεν υπόκειται σε προκαθορισμένους κανόνες. Αποτελούν το κριτήριο με βάση το οποίο θα ξεχωρίσουν οι άριστοι από τους καλούς, και η βαθμολογική τους βαρύτητα είναι πολύ μεγαλύτερη σε σχέση με εκείνη της ομάδας Α.

- Η τελική βαθμολογία του υποψηφίου προκύπτει από το άθροισμα των επιδόσεών του στις ομάδες Α και Β (με την προϋπόθεση, φυσικά, ότι έχει περάσει τη βάση στην πρώτη ομάδα). Είναι, τώρα, στην διακριτική ευχέρεια των σχολών να ορίσουν μία ελάχιστη απαιτούμενη επίδοση για την εισαγωγή σε αυτές. Αυτονόητα, το βαθμολογικό όριο εισαγωγής θα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον μέγιστο αριθμό φοιτητών που μπορεί η κάθε σχολή να απορροφήσει.

- Εναλλακτικά, αντί για δύο ομάδες θεμάτων (Α και Β) στο πλαίσιο μίας ενιαίας εξέτασης, θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για δύο εξετάσεις που διενεργούνται σε διαφορετικό χρόνο. Οι επιτυγχάνοντες στην πρώτη (βασική) εξέταση αποκτούν δικαίωμα συμμετοχής στην δεύτερη. Η πρώτη εξέταση θα μπορούσε να διενεργείται ταυτόχρονα στα λύκεια όλης της χώρας υπό την αυστηρή επίβλεψη επιτροπών του υπουργείου, με κοινά θέματα που αντλούνται με κλήρωση από την «δεξαμενή» βασικών θεμάτων στην οποία αναφερθήκαμε πιο πάνω.

- Τέλος, για ακόμα μεγαλύτερη αντικειμενικότητα και αξιολογική ομοιομορφία στη βαθμολόγηση της πρώτης ομάδας θεμάτων (ή της πρώτης εξέτασης, ανάλογα με την περίπτωση), οι ερωτήσεις καλό θα είναι να δίνονται στη μορφή πολλαπλών επιλογών (multiple choice). Αυτό θα εξαλείψει τον υποκειμενικό παράγοντα που αναπόφευκτα υπεισέρχεται στην αξιολόγηση ενός γραπτού από έναν βαθμολογητή.

Κλείνοντας αυτό το κείμενο, οφείλουμε να πούμε ότι ουδόλως υιοθετούμε λαϊκίστικες απόψεις περί "σφαγής των νέων που θέλουν να μορφωθούν", όπως κατά κόρον ακούγεται τούτες τις μέρες με αφορμή το ζήτημα των βάσεων. Οι νέοι του τόπου δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται ως προσάναμμα σε πολιτικές συγκρούσεις και μεθοδεύσεις. Και ίσως ωρίμασε η στιγμή να θέσουμε, επιτέλους, το ζήτημα της παιδείας σε εθνική βάση, υπερβαίνοντας τις μικρονοϊκές περιχαρακώσεις που χρόνια τώρα επιβάλλει ο κομματικός εγωκεντρισμός μας...


Κυριακή 25 Ιουλίου 2021

Συζητώντας για το εμβόλιο...

                  


Συζητούσα πριν λίγες μέρες με την φαρμακοποιό μου για τις μεταλλάξεις και τα εμβόλια. Είπε ότι σίγουρα θα χρειαστεί τρίτη δόση το φθινόπωρο εν όψει ενός, όπως αναμένεται, δύσκολου χειμώνα. Ο βασικός λόγος είναι ότι τα εμβόλια που υπάρχουν δεν φαίνεται να καλύπτουν την λεγόμενη "μετάλλαξη Δ", πράγμα που καθιστά αναγκαία την επικαιροποίησή τους.

Αυτό που την (και με) θορύβησε ιδιαίτερα ήταν η περίπτωση ενός γνωστού της, γύρω στα 45 και χωρίς υποκείμενο νόσημα. Αν και είχε κάνει και τις δύο δόσεις του εμβολίου πριν δύο μήνες, νόσησε πρόσφατα από covid με κύριο (ίσως μοναδικό) σύμπτωμα τον υψηλό πυρετό, ο οποίος αντιμετωπίστηκε στο σπίτι με Depon. Το εμβόλιο τον προστάτεψε από ενδεχόμενη νοσηλεία, όχι όμως και από την ίδια την ασθένεια. Φυσικά, επρόκειτο για μετάλλαξη Δ.

Συμβουλή της φαρμακοποιού: Ακόμα κι αν έχουμε εμβολιαστεί, θα πρέπει να λειτουργούμε ΣΑΝ ΝΑ ΜΗΝ είμαστε εμβολιασμένοι, τηρώντας σχολαστικά όλα τα γνωστά μέτρα προστασίας (κυρίως, μάσκες και αποστάσεις)!

Ας συνοψίσουμε, λοιπόν, κάποια πράγματα που γνωρίζουμε ως τώρα σχετικά με το εμβόλιο:

1. Το εμβόλιο δεν αποκλείει τη μόλυνση από covid, ούτε τη μετάδοση του ιού από άτομο σε άτομο. Καθιστά όμως τέτοια ενδεχόμενα εξαιρετικά μη-πιθανά.

2. Αν και δεν προστατεύει απόλυτα από τη μόλυνση με τον ιό, το εμβόλιο προστατεύει σε πολύ υψηλό ποσοστό (άνω του 80%) από την ανάγκη νοσηλείας, και σε ακόμα υψηλότερο (άνω του 95%) από την ανάγκη διασωλήνωσης.

3. Τα υπάρχοντα εμβόλια δεν εμφανίζουν σημαντική αποτελεσματικότητα έναντι της "μετάλλαξης Δ" (αν και συνεχίζουν να προστατεύουν από σοβαρή νόσηση). Είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα απαιτηθεί μία "αναμνηστική" δόση κατά το φθινόπωρο, με μία επικαιροποιημένη εκδοχή των εμβολίων, ώστε να καλυφθεί και αυτή η μετάλλαξη.

4. Είναι γεγονός ότι ένας συγκεκριμένος τύπος εμβολίου προκάλεσε σοβαρές παρενέργειες (έως και θανάτους) σε ένα πολύ μικρό ποσοστό (περίπου 1/100,000) εμβολιασμένων. Και είναι απαράδεκτη η επίδειξη ψυχρού πραγματισμού και απαξιωτικής κριτικής εκ μέρους των ειδικών, αλλά και της πολιτείας, προς όσους (δικαιολογημένα, κατά τη γνώμη μου) δίστασαν να εμβολιαστούν την περίοδο που το συγκεκριμένο εμβόλιο ήταν το μοναδικό που διετίθετο από το σύστημα υγείας. Με τη διάθεση, πλέον, και άλλου τύπου εμβολίου, ο κάθε πολίτης έχει τώρα τη δυνατότητα να επιλέγει εκείνο που θεωρεί περισσότερο ασφαλές.

Και μία επισήμανση θεσμικού χαρακτήρα: Η πολιτεία δεν καθιστά παράνομη την άρνηση του εμβολιασμού. Δίνει απλά το δικαίωμα στον όποιο εργοδότη (είτε αυτός είναι το κράτος, είτε κάποιος ιδιωτικός φορέας) να απαιτήσει από τους εργαζόμενους να εμβολιαστούν αν τούτο κρίνεται απαραίτητο για τη σωστή λειτουργία του συστήματος. Έτσι, η έκφραση "υποχρεωτικός εμβολιασμός" ίσως δεν είναι απόλυτα δόκιμη καθώς, εκτός των άλλων, δημιουργεί συνειρμούς κρατικού αυταρχισμού στην κοινωνία. Ο όρος "απαιτούμενος εμβολιασμός" πιθανώς θα ανταποκρινόταν πιστότερα (και λιγότερο παρεξηγήσιμα!) στη νομική διάσταση του ζητήματος.

Υ.Γ. Κατανοώ τις υπαινικτικές ειρωνείες που δέχομαι στα social media από διαφωνούντες φίλους αντι-εμβολιαστές, κάθε φορά που τολμώ να "ανοίξω το στόμα μου". Δεν θα τους μιμηθώ, εν τούτοις, στην σχεδόν φανατικά μονόπλευρη θεώρηση των πραγμάτων. Ως επιστήμων και παιδαγωγός, είμαι ταγμένος να υπηρετώ την αλήθεια - όσο, τουλάχιστον, μπορώ να την αντιλαμβάνομαι με την μέτρια ευφυΐα μου - και όχι να κολακεύω τις συνειδήσεις διαδικτυακών ακολούθων με έπαθλο τα γνωστά εικονίδια επιδοκιμασίας και μερικά "μπράβο ρε μεγάλε!". Γνωρίζω, επίσης, ότι οι απόψεις μου δυσαρεστούν και μερικούς (πρώην, κυρίως) μαθητές μου. Όμως, δεν μου επιτρέπεται να παραβώ τις αρχές συνείδησης που ο ίδιος τους δίδαξα...

Δευτέρα 19 Ιουλίου 2021

Η Μάχη του Somme και το "ξέπλυμα ευθύνης" του Sir Douglas Haig!


Αναρτώ αυτό το video με μεγάλη επιφύλαξη σε ό,τι αφορά την ιστορική του αντικειμενικότητα. Είναι χαρακτηριστικό δείγμα τού πώς οι σύγχρονοι Βρετανοί ιστορικοί επιχειρούν να "ξεπλύνουν" την ευθύνη και να διασώσουν την υστεροφημία του Sir Douglas Haig για την αχρείαστη σφαγή εκατοντάδων χιλιάδων Βρετανών στρατιωτών στο Δυτικό Μέτωπο. Κατά τη γνώμη μου, ο Haig δεν ήταν τίποτα λιγότερο από έναν εγκληματία πολέμου!

Πέμπτη 15 Ιουλίου 2021

Ηλεκτρεγερτική δύναμη σε κύκλωμα με φορτιζόμενο πυκνωτή


 Έλαβα πριν λίγες μέρες ένα ευγενικό email από έναν Βρετανό συνάδελφο που διδάσκει στο πανεπιστήμιο του Σαουθάμπτον. Έχοντας διαβάσει μία σειρά άρθρων μας στον ηλεκτρομαγνητισμό πάνω σε θέματα που αφορούν την ηλεκτρεγερτική δύναμη (ΗΕΔ) [1] και τον φορτιζόμενο πυκνωτή [2], αναρωτήθηκε πώς θα ορίζαμε την ΗΕΔ σε κύκλωμα που περιέχει φορτιζόμενο πυκνωτή. Με το πρακτικό μυαλό ενός electrical engineer, θεώρησε ως πιο πιθανή απάντηση το ότι η συνεισφορά του πυκνωτή στην ΗΕΔ ισούται με Q/C, όπου Q το (στιγμιαίο) φορτίο στον πυκνωτή και C η χωρητικότητα του πυκνωτή.

Η ερώτηση του συναδέλφου με προβλημάτισε στ' αλήθεια, καθώς δεν είχα σκεφτεί ποτέ το πρόβλημα της ΗΕΔ σε κύκλωμα με πυκνωτή. Και η απάντηση στο ερώτημα δεν είναι, τελικά, τόσο απλή όσο φαίνεται! Ας εξηγήσουμε γιατί:

Με βάση τον ορισμό που έχουμε δώσει [1], η ΗΕΔ ενός κυκλώματος δίνεται από το κλειστό επικαμπύλιο ολοκλήρωμα της ασκούμενης δύναμης ανά μονάδα φορτίου κατά μήκος του κυκλώματος. Η συνεισφορά του πυκνωτή στην ΗΕΔ θα ισούται με το ολοκλήρωμα του ηλεκτρικού πεδίου εντός του πυκνωτή - δηλαδή, το ολοκλήρωμα του E.d- από τη μία πλάκα ως την άλλη και κατά τη θετική φορά διαγραφής του κυκλώματος. (Επειδή το κύκλωμα είναι ακίνητο, δεν υφίσταται συνεισφορά μαγνητικού πεδίου στην ΗΕΔ [1].)

Όμως, ποιο είναι το ηλεκτρικό πεδίο στο εσωτερικό του πυκνωτή; Εδώ δεν έχουμε ένα ωραίο ηλεκτροστατικό πρόβλημα όπου μπορούμε να ορίσουμε ηλεκτρικό δυναμικό και να πούμε ότι το ολοκλήρωμα του E.dl ισούται απλά με τη διαφορά δυναμικού ανάμεσα στις δύο πλάκες. Στο εσωτερικό ενός φορτιζόμενου πυκνωτή το ηλεκτρικό πεδίο είναι χρονικά μεταβαλλόμενο και δεν είναι ομογενές (όπως στη στατική περίπτωση), καθώς δέχεται συνεισφορές και από το χρονικά μεταβαλλόμενο μαγνητικό πεδίο που εμφανίζεται τώρα εντός του πυκνωτή [2].

Αφού, λοιπόν, οι πλάκες του πυκνωτή δεν είναι ισοδυναμικές επιφάνειες, είναι αδύνατο να οριστεί μονοσήμαντα το ολοκλήρωμα του E.dl από τη μία πλάκα ως την άλλη ώστε να δώσει το "αναμενόμενο" αποτέλεσμα Q/C. Με άλλα λόγια, η ΗΕΔ δεν μπορεί να οριστεί με απόλυτο τρόπο αλλά θα εξαρτάται πάντα από το πώς ορίζουμε τη νοητή διαδρομή του κυκλώματος ανάμεσα στις δύο πλάκες!

Όπως έγραψα στον Βρετανό συνάδελφο, να ένα ωραίο θέμα για μία διπλωματική εργασία των φοιτητών του. Ή ακόμα και για ένα άρθρο έρευνας!

[1] https://eclass.hna.gr/modules/document/file.php/TOM6113/emf_articles.pdf

[2] https://eclass.hna.gr/modules/document/file.php/TOM6113/charging_capacitor_articles.pdf

Τετάρτη 7 Ιουλίου 2021

Carlo Rovelli: Πρέπει να υιοθετήσουμε μια «σχεσιακή» κοσμοθεωρία


Κάποτε, ο νεαρός Σοπενχάουερ είπε στον ώριμο Γκαίτε:

- Δάσκαλε, είναι αλήθεια ότι ο Ήλιος δεν θα υπήρχε αν δεν τον βλέπαμε εμείς;

Και ο Γκαίτε απάντησε, θυμόσοφα:

- Νεαρέ μου, εμείς δεν θα υπήρχαμε αν δεν μας "έβλεπε" ο Ήλιος!

Και όμως, ο νεαρός είχε δίκιο...

Διαβάστε το άρθρο:

Νέα θεωρία υποστηρίζει ότι η πραγματικότητα μπορεί να αποτελεί ένα παιχνίδι κβαντικών «καθρεφτών»

Σάββατο 26 Ιουνίου 2021

Δολοφονία στο Σαράγεβο: Η αρχή του εφιάλτη...


Η δολοφονία του Αρχιδούκα Franz Ferdinand, κληρονόμου του Αυστροουγγρικού θρόνου, και της συζύγου του Σοφίας, συνέβη στις 28 Ιουνίου 1914 στο Σαράγεβο, πρωτεύουσα της Βοσνίας. Δράστης του διπλού φονικού ήταν ο Gavrilo Princip, ένας Σέρβος εθνικιστής. Ήταν οι πρώτες πιστολιές του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Ύστερα ήρθε το τετραετές σφαγείο των χαρακωμάτων...

Δείτε το ενδιαφέρον ντοκιμαντέρ (ζητώ συγνώμη για την απουσία υποτίτλων).

Δείτε, επίσης, δύο μελέτες για τον "Μεγάλο Πόλεμο", γραμμένες με αφορμή τα 100 χρόνια από τη λήξη του (1918):

Οι "ένοχοι" του Μεγάλου Πολέμου


Douglas Haig: Το "ξέπλυμα υστεροφημίας" ενός εγκληματία πολέμου...

Κάποιοι (κυρίως Βρετανοί) θεωρούν ότι η χρονική απόσταση από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο είναι τέτοια που επιτρέπει, πλέον, την "αγιογράφηση" ενός αλαζονικού, εγωκεντρικού και υπέρμετρα φιλόδοξου στρατηγού, ο οποίος έστειλε σε άσκοπη σφαγή πολλές εκατοντάδες χιλιάδες στρατιωτών στο Δυτικό Μέτωπο...

 

Κυριακή 6 Ιουνίου 2021

Νικολίτσα Γεωργοπούλου – Λιαντίνη: Η Οικολογική Ηθική ως Γέννημα Παγκόσμιας Πρόκλησης


Η ελευθερία του ανθρώπου ως το μεταξύ του κόσμου και της συνείδησης είναι τόσο μεγάλη, ώστε οδήγησε παγκόσμια σε επικίνδυνο σημείο τις συνθήκες ζωής, μέχρι και τη μερική τους καταστροφή. Η θεραπεία και επανόρθωση της φθοράς και του ολοθρεμού, καθώς και η παρεμπόδιση μιας επερχόμενης πανωλεθρίας και αφανισμού είναι σύμφωνα με τη διδασκαλία των συμπεριφοριστών κήρυγμα χωρίς ελπίδα, ουτοπική προέλαση της ανθρώπινης ενέργειας ανάμεσα στο παρελθόν και το μέλλον, αμφίβολο αντιμέτρημα ανάμεσα στην απιστία του παρελθόντος και την πίστη του μέλλοντος.

Με τέτοια προοπτική όμως τι αξία έχει κάθε λόγος για οικολογική ηθική και δημιουργία ηθικών μοντέλων, αν αφαιρέσουμε από την ανθρώπινη συνείδηση τη δυνατότητα στο πλαίσιο της περατωτικής της έκτασης να οργανώσει η ίδια τη ζωή της; Στο πρόβλημα μας τούτο σημαίνει ότι ο άνθρωπος μπορεί, αρκεί να το θελήσει, να οργανώσει ένα χώρο εγρήγορσης και ετοιμότητας, έγκρισης και τόλμης, εκλογής και απόφασης για δημιουργία μιας νέας οικολογικής συνείδησης σε αντικατάσταση της ασύγγνωστης αμελησίας, ολιγωρίας και ακηδίας που επέδειξε στο παρελθόν. 

Κάθε λόγος της οικολογικής ηθικής λειτουργεί αναγκαία σε βάση αισιοδοξίας για το στόχο του και εξακτινώνεται στον ορίζοντα της ελεύθερης βούλησης του ανθρώπου. Ο λόγος της οικολογικής ηθικής είναι λόγος μιας παγκόσμιας πρόκλησης της βιωμένης πραγματικότητας. Σοφός είναι εκείνος, γράφει ο Bernard von Clairvaux που ξέρει να γεύεται τα πράγματα, όπως πραγματικά είναι. Ο εσωτερικός πραγματικός λόγος των αντικειμένων προσδιορίζει το μέτρο και τον κανόνα της πράξης. Τούτο σημαίνει ότι η ανθρώπινη συμπεριφορά σε όλα τα επίπεδα και τις κοινωνικές ομάδες (Οικονομία, Εκπαίδευση, Υγεία, Συναλλαγή, Τεχνική, Πολιτεία κλπ) αξιώνει, προκειμένου για τη δυνατότητα μιας ομόλογης λογικής και βουλητικής πρόσβασης του ανθρώπου στο χώρο επιβολής τους, συγκεκριμένες προϋποθέσεις, όπως: συνειδητοποίηση της σπουδαιότητας όλων τούτων των τομέων για την ανθρώπινη ζωή, γνώση των κοινωνικών σχέσεων προς το θεσμικό και αξιολογικό πλαίσιο προτεραιοτήτων που ισχύουν, και εκπαιδευτική ενημέρωση ως προς τις ανοιχτές δυνατότητες του παρόντος.

Η ανθρώπινη συμπεριφορά δικαιώνεται ως ηθικά ομόλογη προς το περιβάλλον, όταν η πράξη της συμμορφώνεται προς εκείνους τους νόμους που στο φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον υπάρχουν a priori και χωρίς την προαίρεση του ανθρώπου.

Συμπεριφέρομαι ηθικά σημαίνει πλέον συμπεριφέρομαι οικολογικά, υπακούω ευλαβητικά στη νομοτέλεια του φυσικού χώρου ζωής και δράσης και μάλιστα σε συνάρτηση προς το παγκόσμιο ανθρώπινο συμφέρον, ώστε τόσο ο άνθρωπος, όσο και η φύση να εκπληρώνουν την εντελέχειά τους. 

Η οικολογική κρίση και το σοκ που έχει προκαλέσει παγκόσμια είναι τόσο μεγάλο που απαιτείται καθολική κινητοποίηση κοινωνικού ηθικού συλλογισμού. Η οικολογική περιπέτεια του σημερινού κόσμου αξιώνει την κριτική ανάλυση όλων των ρεαλιστικών ή ουτοπικών ιδεαλιστικών σχεδιασμών και προγραμμάτων της περιβαλλοντικής πολιτικής.

Η οικολογική μόλυνση αξιώνει δραστική αναθεώρηση των τεχνολογικών προοπτικών και συνειδητή αναδόμηση του πολιτικού σχεδιασμού των κρατών και της κοινωνικοηθικής αντίληψης. Αλλαγή κοινωνικοοικονομικών και τεχνικών δομών για δημιουργία συνείδησης οικολογικής ηθικής σημαίνει απόφαση για αλλαγή συμπεριφοράς του ενός (όλων), γιατί διαφορετικά κάθε προσπάθεια αναδόμησης γνωρίζει μόνο το ναυάγιο.

Η αφύπνιση της οικολογικής ηθικής πρέπει να ξεκινήσει από το φρόνημα του ενός ανθρώπου, από την απόφασή του να μετατρέψει την εθελότυφλη όρασή του, την κιβδηλεία της πράξης του και το σκόπιμο ψεύδος, με το οποίο έχει ζώσει τη ζωή του, σε άγρυπνο βλέμμα, σε μέριμνα πράξης με φυσικές επιταγές, σε παρουσία γνήσιας ποιοτικής ζωής και επίπονης πειθαρχίας. Είναι ηθικά οδυνηρό να βιώνεται η ακηδία και η αδιαφορία ως πειθαρχία. Ο άνθρωπος οφείλει να προσέχει. Γιατί σε κάθε βήμα προς τα εμπρός ολισθαίνει δύο προς τα πίσω.

Είναι παράδοξο ότι ο άνθρωπος, παρότι στην πορεία των αιώνων δημιούργησε πολλές επιστήμες και κέρδισε την πολύμορφη ζωή, παραμένει σε μεγάλη του ποσοτική έκταση ακόμη αναφορικά με τις πλανητικές οικολογικές του συναρτήσεις σε κατάσταση φόβου, λιγοψυχεί και δεισιδαιμονεί από άγνοια, και εξηγεί το φυσικά νομοτελειακό ως κοσμική δυσμένεια. Οι Έλληνες που έβλεπαν την ιδέα της ζωής να συμπορεύεται ευάρμονα με τη φύση και προσδιόριζαν τη νοησιαρχική τους εικόνα από τα δικά της διδάγματα δεν αποτελούν δυστυχώς πια πρότυπο στο σύγχρονο άνθρωπο.

Η προτροπή για αφύπνιση της οικολογικής συνείδησης διέρχεται αναγκαία από τη σοβαρή γνώση της φύσης και από τον οφειλόμενο σεβασμό σ’ αυτήν εκ μέρους του ανθρώπου. Πρόκειται για σχέση όχι αντιπαράθεσης αλλά για κατανόηση της σιωπής και της μυστικής γλώσσας της φύσης. Για κατανόηση της ρυθμικής ενότητας και παραδοχή από την ανθρώπινη επέμβαση της διάταξης της φυσικής τάξης. Πρόκειται για την αόρατη παρουσία της ηρακλείτειας «κρυφής αρμονίας» που καλεί για αποδοχή. Στη σχέση του ανθρώπου με τη φύση τον ηγεμονικό ρόλο παίζει ο άνθρωπος.

Αποφασιστική προϋπόθεση στην εκτύλιξη μιας εύρυθμης σχέσης αποτελεί η ευάρμονη σχέση του ανθρώπου με τον εαυτό του, με το βάθος της ύπαρξής του. Απουσία αυτής της εσωτερικής αρμονίας που εκδηλώνεται με την κανονική, ομαλή και απρόσκοπτη λειτουργία της ψυχοσωματικής παρουσίας οδηγεί σε πρόσκρουση του ανθρώπου με τη φύση, σε αλλοτρίωση. Την καταστροφή της φύσης προκαλεί και συντηρεί η δυσαρμονία του ανθρώπου με τον εαυτό του, η αναυθεντική του στάση μπροστά στο φαινόμενο της ζωής. Στο κακοποιημένο φυσικό περιβάλλον αποκαλύπτεται ο κακοποιημένος εσωτερικός κόσμος του ανθρώπου, η χρεοκοπία της φιλίας με το ίδιο το εγώ του. Καταστροφή της φύσης σημαίνει καταστροφή και παραμόρφωση της εσωτερικής δομής του ανθρώπου, συνειδησιακή ανωριμότητα και μισαλλόδοξη τροπή της πορείας της ζωής.

Η πνευματική κατάσταση του ανθρώπου αλλά και η επίγνωση της συνυπευθυνότητάς του στην συμπαρουσία των πολλών και ποικίλων μορφών της ζωής του τού υπαγόρευσε την ανάγκη να κατακτήσει γνωστικά το νομοτελειακό κώδικα της φύσης και την οργανωτικότητα του κόσμου, προκειμένου να εξελιχθεί προς την τελείωση η συλλογική ανθρώπινη ζωή.

Εξ αιτίας αυτού είναι υποχρεωμένος ο άνθρωπος να σέβεται τη φυσική ισορροπία, η οποία και μόνη μπορεί να εγγυηθεί τη λειτουργική τάξη του φυσικού κόσμου, και να στοιχηθεί προς ένα ρυθμό ευθύνης απέναντι στη φύση. Κυριαρχία του ανθρώπου στη φύση, έτσι όπως τη διδάχθηκε ο δυτικός άνθρωπος από τη Γραφή του, σημαίνει όχι καταδυνάστευση και λεηλασία της φύσης αλλά έλλογη δράση και δημιουργία σε κλίμα ειρήνης και φιλίας με τα φυσικά οικοσυστήματα. Η παρανόηση ή αγνόηση αυτής της αρχής δεν παραμορφώνει μόνο την εντελεχειακή αποστολή του ανθρώπου, αλλά οργανώνει τη λεηλασία της φύσης και εκτρέπει το κοσμικό process στη διάσπαση και τη διάλυση.

Ο οικολογικός λόγος είναι λόγος πολύ ευγενικός αλλά και δύσκολος κατά τη γνωστή φράση του Spinoza ότι «κάθε υπέροχο είναι το ίδιο δύσκολο και σπάνιο». Στοχεύει στο σεβασμό της φύσης που για τον εύβουλο άνθρωπο σημαίνει σύνεση, φρόνηση, ορθοφροσύνη. Ο ορθός συλλογισμός είναι ο αναγκαίος συστατικός όρος για αναθεώρηση της ηθικής και εκπαίδευση οικολογικής συνείδησης. Καταφεύγοντας στον ορθολογισμό ως απαραίτητο παράγοντα αναφερόμεθα στην κυρίαρχη και πρωτοκαθεδρική θέση του λόγου. Του λόγου όχι απλά ως εργαλείου και μέσου αλλά ως εκφραστή της ευτολμίας του ανθρώπου να ελέγχει τις τεχνικές του συνυπολογίζοντας τις μακροπρόθεσμες συνέπειες σε όλες τις επί μέρους αυτόνομες περιοχές της σκόπιμης δράσης. Ότι ορθός συλλογισμός σημαίνει υπολογίζω και φοβάμαι για τις αρνητικές συνέπειες της τεχνικής στον ανθρώπινο – οικολογικό χώρο, δηλώνει το γεγονός ότι η φύση υπήρξε προκειμένου για τη διανόηση ευθύς εξ αρχής η πηγή της γνώσης. Ο άνθρωπος πλούτισε το έργο της γνώσης του από και μέσα στη φύση. Οι μηχανισμοί της τεχνικής του έχουν ως πρότυπο τις δομές της φύσης και κάθε πρόοδος για βελτίωση της τεχνικής προϋποθέτει ως διδάσκαλο και οδοδεικτικό σύμβουλο την ίδια τη φύση στις πλέον εκλεπτυσμένες της λειτουργίες.

Κυριαρχία του ανθρώπου στη φύση σημαίνει βέβαια καλλιέργεια και διαφύλαξη της φύσης χάριν του ανθρώπινου διαφέροντος, αλλά με σύγχρονο σεβασμό εκείνου που ωθεί στη ζωή της φύσης και όχι στην καταστροφή της. Για το Martin Heidegger ο άνθρωπος δεν είναι ο κύριος του Όντος, αλλά ο ποιμένας του Είναι. Ο άνθρωπος πρέπει να διακρίνει ό,τι υπηρετεί τη φύση, γιατί η δική του ευημερία είναι απόλυτα συνδεδεμένη μαζί της. Η συνειδητοποίηση αυτής της γνώσης αποτελεί προσκλητήριο για την εποχή μας, γιατί σήμερα βιώνουμε την πικρή διαπίστωση ότι ο άνθρωπος κακομεταχειρίστηκε τις φυσικές δωρεές, με αποτέλεσμα να θερίζει το κακό και την εχθρότητα της φύσης.

Ο σύγχρονος τεχνολογικός πολιτισμός έχει οδηγήσει σε σύγχυση ως προς τις γνήσιες και τις ψευδείς ανάγκες του ανθρώπου, και σε αδυναμία διάκρισής τους. Ζούμε σε εποχή πολυδάπανης σπατάλης. Με την τεράστια πρόοδο της τεχνικής οι βασικές ανάγκες ζωής του ανθρώπου, στις οποίες ανήκουν και εκείνες της ιδιαίτερης άνεσης και ευχαρίστησης, μεγαλοποιήθηκαν τεχνητά. Το αναγκαίο αναμείχθηκε με το περιττό, το χρήσιμο με το άσκοπο, το ωφέλιμο με το ανώφελο. Το πρόβλημα όμως δεν είναι το να ασκήσουμε απλά κριτική στην παγκόσμια βιομηχανία και την τεχνολογία, γιατί όλα όσα δημιουργεί ο άνθρωπος είναι τέχνη και τεχνική. Είμαστε υποχρεωμένοι να θέσουμε το πρόβλημα των ορίων.

Ο προσδιορισμός των ορίων είναι σήμερα αποφασιστικός, προκειμένου να οριοθετηθεί ο χώρος της ανθρώπινης οικονομικής δραστηριότητας, ο οποίος δεν γίνεται να είναι απεριόριστος, και αναφορικά με τη φύση και αναφορικά με τον άνθρωπο. Γιατί αν υπάρχουν στη φύση επαρκή αγαθά για τις ανάγκες όλων δεν υπάρχουν αρκετά για την απληστία ορισμένων. Η διάρθρωση της οικονομίας πρέπει βέβαια να αποβλέπει στη βελτίωση της ποιότητας ζωής του ανθρώπου, αλλά να λαμβάνει σοβαρά υπόψη το πεπερασμένο των πρώτων υλών, όπως επίσης και την αλληλεγγύη μεταξύ όλων των ανθρώπων της γης με προοπτικές και στις μέλλουσες γενεές. Η υπευθυνότητα δεν αφορά μόνο το παρόν αλλά και το μέλλον, το χώρο στον οποίον θα ζήσουν οι απόγονοί μας και δεν αφορά ένα μέρος του πλανήτη, αλλά τη σύνολη γη μας.

Δυστυχώς  καθημερινή διαπίστωση είναι ότι το πρακτικό διαφέρον του ανθρώπου συγκροτεί εκείνη η βιοποριστική διάταξη που σημαδεύεται από την πλήρη αποξένωση από τη φύση και το συνάνθρωπο, την απόκλιση από τη χάρη της φυσικής τάξης, την αντιστροφή της υγείας σε ασθένεια και παρακμή. Ο άνθρωπος της τεχνικής έγινε α-φύσικος. Δημιούργησε ένα ψεύτικο πλαστικό κόσμο γύρω του και εκεί μέσα φυλάκισε μηδενιστικά τον εαυτό του. Η αποθέωση της μηδενιστικής διάθεσης του ανθρώπου και ιδιαίτερα του νέου, η οδύνη της απογοήτευσης, η αμφιλογία, η ανικανοποίητη βούληση, το αίσθημα του αδικαίωτου αγώνα, το ρίγος του ναυαγίου είναι οι κακοδαιμονικές λειτουργίες εκείνου του γεγονότος που ονομάζουμε ζωή. Το χαμόγελο, όπου ακόμη υπάρχει τις περισσότερες φορές είναι η αμήχανη έκφραση της ίδιας της εσωτερικής αποξένωσης. Η τεχνική ανέβασε τον άνθρωπο στην πυραμίδα της ακμής με αγώνα και δυσκολία, η κατωφέρεια όμως είναι εύκολη, γιατί το ισοζύγιασμα των αντίρροπων δυνάμεων είναι έργο δυσχερές, ενώ η ανατροπή ευχερής. Προϋποθέτει βαθιά γνώση, ισχυρή βούληση και κυριαρχημένο έλεγχο.

Ο ρόλος της τεχνικής είναι αποκλειστικός σε αυτήν την προοπτική. Η συνεχής επέκταση των γνώσεων των φυσικών επιστημών διεύρυνε τα όρια της τεχνικής εκμετάλλευσης. Η επιστήμη έγινε η αναγκαία προϋπόθεση της τεχνικής και η τεχνική το εργαλείο της επιστημονικής γνώσης. Τις πολλές προσφερόμενες δυνατότητες στους τομείς της παιδείας, υγείας, διατροφής, επικοινωνίας, αναψυχής κλπ τις οφείλουμε οπωσδήποτε στην πανεπιστημιακή γνώση και την επιστημονική τεχνική. Η εξέλιξη και ανάπτυξη τρέχει με ασταμάτητη αναγκαιότητα, η πίστη όμως του ανθρώπου στην πρόοδο δεν έχει ικανώς αναλυθεί και η προφάνεια της πραγματικότητας θεωρείται ως ρεαλισμός στην εκτίμηση της ανθρώπινης πράξης.

Αυτή όμως η πίστη που μεταστοιχειώνει οράματα σε θεάματα αντικαθίσταται συχνά από το φόβο και την αβεβαιότητα όταν οι κίνδυνοι από τις επιπτώσεις της επιστημονικής τεχνικής απειλούν. Ξαφνικά απέναντι στην πίστη στην τεχνική υπεισέρχεται η πλήρης επιφύλαξη και ο άνθρωπος ανοίγει τα μάτια του στο συμβατικό της χαρακτήρα, κατά την έννοια ότι βλέπει το μυστηριακό και σημειώδες της πίστης του σε κάποια σημεία να ξεφεύγει τον έλεγχο και το ανορθολογικό και παράλογο να εισορμά από κάποια απρόβλεπτη και ανεξέλεγκτη περιοχή.

Όμως η ελπίδα της αισιοδοξίας δεν χάθηκε. Μόνο που αν θέλει να είναι σοβαρή και έμπεδη πρέπει να συμβαδίζει με τον προγραμματισμό. Σε τελική ανάλυση πρέπει να δεχθούμε αναγκαία την αρχή του συμβιβασμού, αφού η αντιπαλότητα μεταξύ του άπειρου Είναι και του πεπερασμένου όντος, του σύνθετου και της κοσμοφόρας εντροπίας, του αμετάβλητου και της μεταβολής είναι το γεγονός το εγγυητικό της γονιμότητας του πνεύματος. Η ικμάδα του πνεύματος είναι αποτέλεσμα όχι της κατάστασης αλλά της επανάστασης, όχι της ήσυχης επικύρωσης, αλλά της ακύρωσης, της σύγκρουσης του παλαιού με το νέο. 

Ολόκληρη αυτή η χασμωδία της βαρβαρότητας οφείλει να μεταστοιχειωθεί στο χώρο των κυβερνώντων σε μια πρόταση: Σεβαστείτε τις νέες γενεές και πάψετε να σπαταλάτε αλύπητα την περιουσία τους και το δικαίωμά τους για ζωή. Και δημιουργήστε μια παιδεία καθαρότητας και ανθρωπισμού, που να είναι σύμμετρη με το θείο νόμο, τα ιερά δικαιώματα του ανθρώπου, το νόμο της φύσης και τα δικαιώματα της εξωανθρώπινης δημιουργίας με την πλησμονή των ειδών και των δράσεών τους στο παιχνίδι της φύσης.

Οικονομία της αγοράς και Δημοκρατία, τα δύο χαρακτηριστικά γνωρίσματα της δυτικής κοινωνίας, είναι βέβαια διαθέσιμα μεγέθη. Δεν σημαίνει ότι πρέπει να τα καταργήσουμε, αλλά να προβληματιστούμε για την ανάμειξή τους στη λογική του οικολογικού αυτοολοθρεμού και αυτοεξαφανισμού.

Η αντιμετώπιση της κρίσης αξιώνει ανάλογη εκπαιδευτική πολιτική. Είναι ανάγκη να διαφωτιστεί υπεύθυνα η συνείδηση των πολιτών χωρίς εξωραϊσμούς αλλά και χωρίς ακραίο μηδενιστικό πνεύμα. Ούτε εφησυχασμός αλλά ούτε και πνεύμα απόλυτης απαισιοδοξίας μπορούν να συνθέσουν έναν υπεύθυνο οικολογικά παιδαγωγικό λόγο.

Νικολίτσα Γεωργοπούλου – Λιαντίνη
Ομότιμη Καθηγήτρια Φιλοσοφίας 
Πανεπιστημίου Αθηνών