Πέμπτη 23 Απριλίου 2015

Ηλεκτρεγερτική δύναμη για... ελληνόφωνους!

Για όσους τυχόν δυσκολεύονται με την ανάγνωση του άρθρου:

Does the electromotive force (always) represent work? 

στην πρωτότυπη εκδοχή του (στα αγγλικά), υπάρχει τώρα και ελληνική μετάφραση:

Παριστά η ηλεκτρεγερτική δύναμη (πάντοτε) έργο;

Σχόλια και παρατηρήσεις, πάντα ευπρόσδεκτα!

Τρίτη 31 Μαρτίου 2015

Ηλεκτρεγερτική δύναμη: Η μεγάλη παρεξηγημένη του Ηλεκτρομαγνητισμού!

Στη βιβλιογραφία του Ηλεκτρομαγνητισμού επικρατεί κάποια σύγχυση σε ό,τι αφορά την έννοια της ηλεκτρεγερτικής δύναμης (ΗΕΔ) ενός κυκλώματος. Ενιαίος ορισμός δεν υφίσταται, αλλά υπάρχει η γενική αντίληψη ότι η ΗΕΔ παριστά έργο ανά μονάδα φορτίου για μια πλήρη περιφορά πάνω στο κύκλωμα.

Ας πάρουμε μια γεύση του πώς ορίζεται η ΗΕΔ σε έγκριτα sites του Διαδικτύου:

Electromotive force, also called emf (...) is the voltage developed by any source of electrical energy such as a battery or dynamo. It is generally defined as the potential for a source in a circuit. The word "force" in this case is not used to mean mechanical force, measured in newtons, but a potential, or energy per unit of charge, measured in volts. In electromagnetic induction, emf can be defined around a closed loop as the electromagnetic work that would be done on a charge if it travels once around that loop. (Wikipedia)

When a voltage is generated by a battery, or by the magnetic force according to Faraday's Law, this generated voltage has been traditionally called an "electromotive force" or emf. The emf represents energy per unit charge (voltage) which has been made available by the generating mechanism...(...) The magnetic force exerted on the charges in a moving conductor will generate a voltage (a motional emf). The generated voltage can be seen to be the work done per unit charge. This motional emf is one of many settings in which the generated emf is described by Faraday's Law. (HyperPhysics)

Electromotive force, abbreviation E, or Emf, energy per unit electric charge that is imparted by an energy source, such as an electric generator or a battery. (...) The work done on a unit of electric charge, or the energy thereby gained per unit electric charge, is the electromotive force. Electromotive force is the characteristic of any energy source capable of driving electric charge around a circuit. (Britannica)

Δύο είναι, κυρίως, τα προβλήματα που αντιμετωπίζει κάποιος που προσεγγίζει εννοιολογικά την ΗΕΔ: (1) Ενιαίος ορισμός δεν υφίσταται. (2) Η εξ ορισμού ταύτιση της ΗΕΔ με έργο ανά μονάδα φορτίου για μια πλήρη περιφορά στο κύκλωμα, είναι λανθασμένη, με εξαίρεση μερικές ειδικές περιπτώσεις κυκλωμάτων. Η προσέγγιση αυτή έχει, δυστυχώς, παρεισφρήσει σε πολλά ακαδημαϊκά συγγράμματα Ηλεκτρομαγνητισμού, ακόμα και σε μερικά από τα πιο φημισμένα!

Μια απόπειρα να μπει κάποια τάξη στην εννοιολογία της ΗΕΔ συνιστούν δύο πρόσφατα άρθρα. Στο πρώτο (αναμένεται η δημοσίευσή του αυτές τις μέρες) προτείνεται ο γενικός ορισμός της ΗΕΔ και δείχνεται ότι είναι συμβατός με όλες τις ειδικές περιπτώσεις που συναντούμε στη βιβλιογραφία. Το link για το preprint του άρθρου είναι:

Electromotive Force: A Guide for the Perplexed

Στο δεύτερο άρθρο (μόλις δημοσιεύθηκε) γίνεται σαφής διαχωρισμός ανάμεσα στην ΗΕΔ και το έργο ανά μονάδα φορτίου:

Does the electromotive force (always) represent work?

Όπως αποδεικνύεται, από εννοιολογική άποψη τα δύο μεγέθη είναι διαφορετικά, ενώ η ταύτιση των τιμών τους είναι συμπτωματική και ισχύει σε εξαιρετικές, μόνο, περιπτώσεις!

Τέλος, αποτελεί τεράστια τιμή για εμάς η ανάρτηση των preprints των δύο άρθρων στο site The Net Advance of Physics, του πανεπιστημίου MIT !

Τρίτη 10 Μαρτίου 2015

Μια εκπαιδευτικός γράφει για την "Ημέρα της Γυναίκας"

Από την αναγνώστρια και συνάδελφο Ελένη Τ., η οποία, με υπερβολική σεμνότητα, αυτοπροσδιορίζεται ως "μια απλή εκπαιδευτικός" (λες και είναι "απλό" πράγμα να είναι κανείς εκπαιδευτικός!), έλαβα χθες ένα εξαιρετικό σχόλιο για το άρθρο "Είναι ρατσιστική η «Ημέρα της Γυναίκας»;". Το παραθέτω γιατί πραγματικά αξίζει να διαβαστεί!

Υπάρχει ουσιαστικός φόρος τιμής σε κάθε γυναίκα που αγωνίζεται να επιβιώσει σε μια εχθρική πατριαρχική κοινωνία, με απαρχαιωμένες αντιλήψεις και οπισθοδρομικά στερεότυπα; 
Πώς αποτιμάται ο ρόλος της σύγχρονης γυναίκας; Κι από ποιους; Ποιο είναι το πρόσωπο της γυναίκας σήμερα; Μιας σκλάβας, δέσμιας στις επιταγές της κοινωνίας; 
Σταμάτησαν μήπως οι εξευτελισμοί, οι προσβολές, οι απάνθρωποι βασανιστικοί βιασμοί εις βάρος των γυναικών; Οι απειλές, οι συναισθηματικοί εκβιασμοί, ο εκφοβισμός και η διαπόμπευσή τους σταμάτησαν να υφίστανται; Άλλαξε κάτι; 
Στην Ινδία τις βιάζουν ομαδικά και στο τέλος τις δολοφονούν με απίστευτη αγριότητα. Επιπλέον, τα ανθρωπόμορφα αυτά κτήνη υπερασπίζονται την ιταμή πράξη τους μέσω των Μ.Μ.Ε, λέγοντας ότι κακώς αντέδρασαν τα θύματα, όφειλαν να υποστούν αδιαμαρτύρητα τη βάναυση κακοποίησή τους για να κερδίσουν τη ζωή τους! 
Πρόσφατο γεγονός του 21ου αιώνα κι όχι των πρωτόγονων ανθρώπων! 
Συμφωνώ απόλυτα με την άποψη του Βαβλίδα (σ.σ: αναφέρεται στο σχόλιο του ποιητή Θ. Βαβλίδα στο Aixmi.gr)
Η φωτογραφία (σ.σ: του κειμένου στο Aixmi.gr) παραπέμπει σε μουσουλμάνες γυναίκες; Μόνο που είναι λάθος φορεμένη η μαντίλα. Στην Πόλη η μαντίλα σκεπάζει τα μαλλιά, ούτε τρίχα δε φαίνεται, μόνο το πρόσωπο ή -στις πιο φανατικές- σκεπάζει όλο το πρόσωπο εκτός από τα μάτια. Στη δε μπούρκα ούτε αυτά εμφανίζονται! Ούτε να φάνε δεν μπορούσαν... 
Δυστυχώς, για να επισκεφτώ το Μπλε Τζαμί έπρεπε να βάλω τη μουσουλμανική μαντίλα, η οποία κάλυπτε τα μαλλιά μου, τους ώμους και τα χέρια. Φυσικά, χωρίς παπούτσια και ευτυχώς με μακρύ παντελόνι. Ευτυχώς δεν χρειάστηκε να την ξαναφορέσω! 
Ελένη Τ.

Κυριακή 8 Μαρτίου 2015

Είναι ρατσιστική η «Ημέρα της Γυναίκας»;

Το κείμενο που ακολουθεί είναι αναθεωρημένη μορφή ενός άρθρου που δημοσιεύθηκε πριν τρία χρόνια στο «Βήμα». Θέτει το ερώτημα κατά πόσον η διατήρηση (όχι η καθιέρωση καθαυτή, με τις δεδομένες ιστορικές της αφετηρίες!) μιας πολύ συγκεκριμένης «παγκόσμιας ημέρας» αποτελεί, εν τέλει, πράξη τιμής, και δεν υποκρύπτει μηνύματα ενός είδους (ασυνείδητου, έστω) ρατσισμού…

Ξεκινώ με μια προσωπική δήλωση: Διαφωνώ απόλυτα με την επετειακή απόδοση τιμών σε ο,τιδήποτε είναι άξιο να τιμάται. Είναι σαν να λέμε: «μπορώ να σε αγνοώ 364 μέρες το χρόνο, αλλά για μία και μόνη μέρα θα θυμάμαι την ύπαρξή σου!» Δεν περιμένουμε την «Ημέρα της Μητέρας» για να δείξουμε σ” εκείνη την αγάπη μας… Δεν θυμόμαστε μόνο την «Ημέρα των Ζώων» πως κι αυτά έχουν δικαίωμα στην ανθρωπιά μας… Δεν περιμένουμε την ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου για να εκφράσουμε τα συναισθήματά μας στο πιο κοντινό μας πρόσωπο…

Όπως κάθε χρόνο τέτοιον καιρό, γιορτάζουμε και φέτος την «Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας». Χωρίς την παραμικρή πρόθεση να υποτιμήσουμε τις ιστορικές αφετηρίες του θέματος, θα επικεντρωθούμε σε αυτή τούτη την ιδέα της επετείου, έξω από ιστορικές αναφορές. Αν, λοιπόν, οι ίδιες οι γυναίκες επέλεξαν να καθιερώσουν σε διαχρονική βάση μια τέτοια γιορτή, τότε μάλλον υποτιμούν τον εαυτό τους! Περνούν ένα πολύ επικίνδυνο γι” αυτές μήνυμα διαφορετικότητας που υπονομεύει το δικαίωμα στην ισότητα που χρόνια τώρα διεκδικούν. Αν, πάλι, η συντήρηση της επετείου είναι προϊόν ανδρικής έμπνευσης, τότε πρόκειται για έκφραση υποκρυπτόμενου φαλλοκρατισμού: «Σε τιμώ, κυρά μου, όπως τιμώ το σκύλο μου… Άντε, και τη φουκαριάρα τη μάνα μου!»

Θα μπορούσε ίσως κάποιος να διακρίνει στην περί ης ο λόγος επέτειο ένα σκοτεινότερο μήνυμα που συμπυκνώνεται στο ερώτημα: Είναι η «Ημέρα της Γυναίκας» μια ρατσιστική γιορτή; Φυσικά, η απάντηση δεν μπορεί να είναι μονοσήμαντη, αφού εξαρτάται από την αντίληψη της έννοιας του «ρατσιστικού».

Σε προηγούμενο άρθρο μας είχαμε επιχειρήσει να θέσουμε τον ρατσισμό σε μία κατά το δυνατόν οικουμενική εννοιολογική βάση. Σύμφωνα με τον ορισμό που είχαμε δώσει, ρατσιστικός είναι κάθε διαχωρισμός σε βάρος μιας ομάδας ανθρώπων, μελών μιας κοινωνίας, με βάση ένα σύνολο κοινών χαρακτηριστικών τα οποία τα μέλη της ομάδας φέρουν ακούσια και τα οποία, αντικειμενικά, δεν επηρεάζουν τη δυνατότητα συμμετοχής των μελών της ομάδας στις θεμελιώδεις λειτουργίες της κοινωνίας.

Στο βαθμό που ο παραπάνω ορισμός μπορεί να γίνει δεκτός, τόσο ο άντρας όσο και η γυναίκα θα μπορούσαν να ισχυριστούν ότι η «Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας» υποκρύπτει ίχνη ρατσιστικής διάκρισης:

(α) Ο άνδρας θα ισχυριστεί, και δικαίως, ότι υφίσταται διάκριση λόγω μιας μη-επιλεγμένης ιδιότητάς του (φύλο). Πράγματι, ποιος γνωρίζει την ύπαρξη, και αναλόγως τιμά την επέτειο, της (ούτως ή άλλως αμφιλεγόμενης, αλλά και χλευαζόμενης από μερίδα των γυναικών) «Παγκόσμιας Ημέρας του Άνδρα» (19 Νοεμβρίου), η οποία ανακηρύχτηκε επίσημα το 1999 με τη στήριξη των Ηνωμένων Εθνών; (Ομολογώ πως ούτε ο γράφων το γνώριζε: το ανακάλυψα τυχαία στο Google!)

(β) Από την πλευρά της, η γυναίκα, αν και τιμώμενο φύλο, θα μπορούσε να αισθανθεί ότι η «Ημέρα της Γυναίκας» την αντιλαμβάνεται (λόγω μιας αντίστοιχης, μη-επιλεγμένης ιδιότητάς της) ως είδος του οποίου η σπουδαιότητα είναι διαπραγματεύσιμη (άρα εν δυνάμει αμφισβητήσιμη), αφού χρήζει ιδιαίτερης επετειακής μνείας και επιβεβαίωσης. Πρόκειται για μια οιονεί τιμητική διάκριση η οποία, στο βάθος της, ίσως παρεμφαίνει – τουλάχιστον απ’ την πλευρά των ανδρών – ενοχική προσπάθεια ηθικής ισοσκέλισης απέναντι σε κάτι που υφίσταται άδικη κι απαξιωτική μεταχείριση. Είναι μια περίπου de jure ανάδειξη της γυναίκας ως «ασθενούς φύλου»!

Αναζητώντας μια δημιουργική σύνθεση αξιών που θα έθετε την έννοια «άνθρωπος» υπεράνω βιολογικών διαχωρισμών, έβαλα στο ευρετήριο του Google τη φράση «παγκόσμια ημέρα ισότητας των φύλων». Παραιτήθηκα απ’ την προσπάθεια μετά τις πρώτες δέκα διαδικτυακές σελίδες! (Οι λίγες αναφορές του όρου που εντόπισα αφορούσαν, ουσιαστικά, την «ημέρα της γυναίκας».)

Ο επίμονος και με υπομονή προικισμένος διαδικτυακός ερευνητής ας συνεχίσει, αν θέλει, την αναζήτηση. Προσωπικά, πάντως, πιστεύω ότι, για κάθε πλευρά (ιδιαίτερα για τη γυναίκα) η ισότητα έχει αξία μόνο ως διεκδικούμενο αγαθό. Ως δεδομένη κι αυτονόητη συνθήκη, φοβάμαι πως λίγο θα ενδιέφερε κι ελάχιστα θα συγκινούσε οποιονδήποτε…

Aixmi.gr

Παρασκευή 27 Φεβρουαρίου 2015

ΤΟ ΒΗΜΑ - Το Πείραμα του Stanford και οι δαίμονες του Goldhagen

Είναι εντυπωσιακή η ευκολία με την οποία συνηθίζουμε να ταυτίζουμε ακόμα και τους σύγχρονους Γερμανούς με τους Ναζί. Αν όχι όλους τους Γερμανούς, εκείνους, τουλάχιστον, που, για τους όποιους λόγους, μας είναι δυσάρεστοι. Και – τι ειρωνεία – στην ίδια μας τη χώρα, οι παρενέργειες της κρίσης ανέδειξαν τους εγχώριους ναζί σε επικίνδυνα ανερχόμενη πολιτική δύναμη. Όπως ακριβώς μια ανάλογη, φοβερή κρίση στη Γερμανία, που κάποτε είχε σκοτώσει την προοπτική δημοκρατικού μετασχηματισμού που έφερε το φιλόδοξο πείραμα της Βαϊμάρης...

Άραγε, είναι οι εγγενείς χαρακτήρες των λαών που καθορίζουν την ιστορική τους συμπεριφορά, ή μήπως, αντίθετα, είναι οι ιστορικές συνθήκες που διαμορφώνουν συγκυριακά τους εθνικούς χαρακτήρες; Η «δαιμονοποίηση» της γερμανικής φύσης δεν είναι δική μας εφεύρεση. Ακόμα και διδακτορικές διατριβές έχουν εκπονηθεί, που υποστηρίζουν αυτήν ακριβώς την ιδέα. Χαρακτηριστική περίπτωση, το σχετικά πρόσφατο (1996) βιβλίο του Αμερικανού ιστορικού Daniel Jonah Goldhagen, “Hitler’s Willing Executioners” (κυκλοφορεί και στα ελληνικά, με τον τίτλο: «Πρόθυμοι δήμιοι: Οι εκτελεστές του Χίτλερ»).

Σε αυτό, ο συγγραφέας, εκλαϊκεύοντας και επεκτείνοντας τη διδακτορική διατριβή του στο Harvard, αποδίδει τη φρίκη του Ολοκαυτώματος στην εγγενώς «δαιμονική», θα λέγαμε, φύση των Γερμανών, υποβαθμίζοντας – έως εξαφανίζοντας – την ιστορική ιδιαιτερότητα του ναζισμού, αλλά και την ευθύνη του ίδιου του Χίτλερ (κατά το «αν δεν υπήρχε ο Χίτλερ για να ξεκινήσει το Ολοκαύτωμα, οι Γερμανοί θα τον είχαν εφεύρει!»). Τα εγκλήματα του Ολοκαυτώματος, υποστηρίζει ο Goldhagen, τα διέπραξαν, αυτόβουλα, «συνηθισμένοι Γερμανοί», όχι απαραίτητα φανατικοί ναζί. Και, όχι γιατί τους το επέβαλε (ή, έστω, το υπέβαλε) η ηγεσία τους, αλλά απλά γιατί τους το επέτρεψε!

Το βιβλίο αυτό συνάντησε πολλές αντιδράσεις, ιδιαίτερα, μάλιστα, από σημαίνοντες Εβραίους μελετητές του Ολοκαυτώματος. Διαβάζοντάς το, όντως αποκόμισα την εικόνα μιας δύσκολα αποκρυπτόμενης εμπάθειας και μιας ιδεολογικής μονομέρειας που υπονομεύει, τελικά, την ίδια την επιστημονική αξιοπιστία του έργου. Η μορφή του Χίτλερ δύσκολα μπορεί να αγνοηθεί σε οποιαδήποτε σοβαρή ιστορική ανάλυση, όπως επίσης δεν πρέπει να αγνοούνται και οι ιστορικές συγκυρίες της εποχής, μετά το τέλος ενός καταστροφικού, για τη Γερμανία, Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου και μιας επακόλουθης ταπεινωτικής συνθήκης ειρήνης.

Μια κριτική αποδόμηση της ιστορικής ερμηνείας του Goldhagen προϋποθέτει απάντηση στο θεμελιώδες γενικό ερώτημα: Είναι δυνατόν, κάτω από ιδιάζουσες συνθήκες, μια οποιαδήποτε κοινωνική ομάδα (π.χ., ένας λαός, ή κι ένα μικρό σύνολο ανθρώπων με αίσθηση κοινού προορισμού) να χειραγωγηθεί από ένα σύστημα εξουσίας έτσι ώστε να αναδείξει ακραίες συμπεριφορές, οι οποίες δεν θα υφίσταντο έξω από τις συνθήκες αυτές;

Αν η απάντηση στο ερώτημα είναι θετική, τότε το Ολοκαύτωμα δεν αποτελεί αυστηρά γερμανική «πατέντα». Θα μπορούσε, θεωρητικά, να είχε συμβεί οποτεδήποτε και οπουδήποτε, κάτω από ανάλογες ιστορικές και πολιτικές συγκυρίες! Ας μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι ο (συχνά βίαιος) αντισημιτισμός είχε κάνει την εμφάνισή του τόσο στη Γαλλία, όσο και στη Ρωσία, προτού πάρει την ακραία, δολοφονική μορφή του στη ναζιστική Γερμανία.

Ένα πείραμα που θα μπορούσε να ρίξει κάποιο φως στο παραπάνω ερώτημα (αν και δεν γνωρίζω αν τα αποτελέσματά του χρησιμοποιήθηκαν ποτέ για την ερμηνεία του Ολοκαυτώματος) έλαβε χώρα στο Πανεπιστήμιο του Stanford των ΗΠΑ, στο διάστημα από 14 έως 20 Αυγούστου του 1971, κάτω από την κεντρική επίβλεψη του καθηγητή ψυχολογίας Philip Zimbardo. Εικοσιτέσσερις φοιτητές επιλέχθηκαν για να παίξουν τους ρόλους φυλακισμένων και δεσμοφυλάκων σε μια υποτιθέμενη φυλακή που είχε δημιουργηθεί για τους σκοπούς του πειράματος. Η κατανομή των ρόλων (12 φυλακισμένοι και ισάριθμοι φρουροί) έγινε με κλήρωση, και οι συνολικά 24 που επελέγησαν για το πείραμα ικανοποιούσαν, στο μέγιστο βαθμό, κριτήρια ψυχικής ισορροπίας και ομαλότητας χαρακτήρα. Ο Zimbardo πήρε το ρόλο του επιστάτη της φυλακής, φροντίζοντας με κάθε τρόπο να μεγιστοποιεί τα αισθήματα σύγχυσης και απώλειας προσωπικότητας των συμμετεχόντων.

Τα αποτελέσματα του πειράματος εξέπληξαν και τον ίδιο το Zimbardo! Τα μέλη και των δύο ομάδων (φυλακισμένοι και δεσμοφύλακες) πήραν τόσο σοβαρά τους ρόλους τους που κατέληξαν να ταυτιστούν με αυτούς. Οι φρουροί ανέπτυξαν αυταρχικές έως και σαδιστικές συμπεριφορές, και έφτασαν στο σημείο να υποβάλουν μερικούς από τους κρατούμενους σε ιδιαίτερα σκληρά ψυχολογικά βασανιστήρια. Πολλοί κρατούμενοι αποδέχθηκαν παθητικά την ψυχολογική βία και, κατ’ απαίτηση των φρουρών, συνεργάστηκαν πρόθυμα σε κακομεταχειρίσεις συγκρατουμένων τους (σας θυμίζουν κάτι, όλα αυτά, από τα γκέτο, τους σιδηροδρομικούς σταθμούς μεταφοράς και τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως, την περίοδο του ναζισμού;).

Το πείραμα δεν άφησε ανεπηρέαστο ούτε τον ίδιο το Zimbardo, που έδειξε μεγάλο ζήλο στο ρόλο του ως επιστάτη, επιτρέποντας και ενθαρρύνοντας τη συνέχιση της βίας. Δύο από τους «κρατούμενους» δεν άντεξαν και αποχώρησαν νωρίς από το πείραμα, το οποίο διακόπηκε, τελικά, μόλις έξι μέρες μετά την έναρξή του.

Το εντυπωσιακό είναι πως, σε κινηματογραφημένες συνεντεύξεις τους αρκετό καιρό μετά, οι «φρουροί» εξομολογήθηκαν ότι, κοιτάζοντας πίσω σ’ εκείνες τις μέρες, δύσκολα μπορούσαν να αναγνωρίσουν τον εαυτό τους, να εξηγήσουν πώς μερικά «καλά παιδιά» είχαν μετατραπεί σε βάρβαρους δεσμοφύλακες! Ας δούμε μερικά αποσπάσματα από τις εξομολογήσεις δύο πρώην «φρουρών», καθώς και κάποια από τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξε ο Zimbardo:

Φρουρός 1: «Αληθινά, δεν πίστευα ποτέ ότι θα ήμουν ικανός να επιδείξω τέτοια συμπεριφορά! Εξεπλάγην κι εγώ ο ίδιος απ’ όσα έκανα. Και, ενώ τα έκανα, δεν ένιωθα καθόλου μετανιωμένος, δεν είχα ενοχές... Μόνο μετά άρχισα να συνειδητοποιώ τι είχε συμβεί.»

Φρουρός 2: «Άρχισα να νιώθω πως έχανα την ταυτότητά μου, να ξεχνώ πως συμμετείχα σε ένα πείραμα, σε μια απλή προσομοίωση της πραγματικότητας. Φοράς μια στολή, σου δίνουν ένα ρόλο και σου λένε: ‘Η δουλειά σου είναι να κρατάς αυτούς τους ανθρώπους σε τάξη.’ Κι εσύ μπαίνεις στ’ αλήθεια στο πετσί του ρόλου από τη στιγμή που φοράς τη στολή και τα μαύρα γυαλιά, που κρατάς το ραβδί... Αυτό είναι το κοστούμι σου. Και πρέπει να ενεργείς ανάλογα όταν το φοράς.»

Zimbardo: «Το περισσότερο κακό στον κόσμο δεν προέρχεται από ταπεινά ένστικτα, αλλά επειδή κάποιος σου υποβάλλει την ιδέα: ‘Ακολούθα το πρόγραμμα’, ‘γίνε ομαδικός’... Όταν κάποιος πει: ‘δεν είμαι υπεύθυνος’, ‘δεν είμαι υπόλογος’, ‘είναι ο ρόλος που μου ανέθεσαν’, κλπ, επιτρέπει στον εαυτό του να κάνει πράγματα που ποτέ δεν θα έπραττε υπό κανονικές συνθήκες. (...) Ένας τρόπος να ερμηνεύσουμε το πείραμα είναι ότι, βάλαμε καλούς ανθρώπους σε ένα κακό περιβάλλον και είδαμε ποιος κέρδισε. Το λυπηρό μήνυμα εδώ είναι ότι, το διαβολικό αυτό μέρος κυριάρχησε πάνω στους καλούς ανθρώπους!»

Είναι ικανό από μόνο του το «πείραμα του Stanford» να καταρρίψει τη θεωρία του Goldhagen για το Ολοκαύτωμα και την υποτιθέμενη μοναδικότητα της «δαιμονικής φύσης» των Γερμανών; Ασφαλώς όχι! Εν τούτοις, το πείραμα αποκαλύπτει πτυχές της ανθρώπινης συμπεριφοράς κάτω από (τεχνητές, εν προκειμένω) συνθήκες που θα μπορούσαν, σε κάποιο βαθμό τουλάχιστον, να παραπέμπουν στα χρόνια της κυριαρχικής επίδρασης του ναζισμού πάνω στη γερμανική συλλογική συνείδηση. Ως εκ τούτου, τα συμπεράσματα του πειράματος δεν θα πρέπει να αγνοηθούν από τους αντικειμενικούς μελετητές εκείνης της πιο βάρβαρης περιόδου της παγκόσμιας Ιστορίας.

Βέβαια, το να δίνει κανείς ιστορικές ερμηνείες αναζητώντας πιθανές αιτιότητες πίσω από τα φρικτά εγκλήματα του ναζισμού, ουδόλως μετριάζει τις ενοχές των Γερμανών! Το πείραμα του Stanford, όπως και η ίδια η ναζιστική περίοδος στη Γερμανία, έδειξαν ότι το κακό που ενυπάρχει σε λανθάνουσα μορφή στον άνθρωπο, μπορεί να βγει στην επιφάνεια κάτω από κατάλληλες συνθήκες. Οι συνθήκες, όμως, απλά αναδεικνύουν το κακό. Δεν το δημιουργούν!

ΤΟ ΒΗΜΑ

Κυριακή 18 Ιανουαρίου 2015

Πείραμα φυλάκισης του Στάνφορντ

Το Πείραμα φυλάκισης του Στάνφορντ (The Stanford Prison Experiment) ήταν ένα πείραμα πάνω στις ψυχολογικές επιπτώσεις που επιφέρει η μετατροπή ενός ατόμου σε φυλακισμένο ή δεσμοφύλακα. Το πείραμα διεξήχθη το 1971 από την ερευνητική ομάδα του καθηγητή ψυχολογίας Φίλιπ Ζιμπάρντο του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ.

Εικοσιτέσσερις φοιτητές επιλέχθηκαν από 70 για να παίξουν τους ρόλους των φυλακισμένων και των δεσμοφυλάκων και να ζήσουν σε μια υποτιθέμενη φυλακή που είχε δημιουργηθεί για τους σκοπούς του πειράματος στο υπόγειο του κτιρίου της Επιστήμης της Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ. Η επιλογή των υποψηφίων έγινε με βάση την απουσία ψυχολογικών και ιατρικών προβλημάτων, αλλά και ποινικού μητρώου, έτσι ώστε να αποτελούν ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα για την επιστημονική παρατήρηση. Οι ρόλοι μοιράστηκαν μετά από ρίψη κέρματος (κορώνα ή γράμματα).

Οι φυλακισμένοι και οι δεσμοφύλακες μπήκαν κατευθείαν στους ρόλους τους, προχωρώντας όμως τους ρόλους αυτούς πέρα από τις προβλέψεις και οδηγούμενοι σε επικίνδυνες και ψυχολογικά καταστροφικές καταστάσεις. Το ένα τρίτο από τους φρουρούς κρίθηκε ότι επέδειξαν "γνήσια" σαδιστικές τάσεις, με αποτέλεσμα αρκετοί φυλακισμένοι να τραυματιστούν ψυχολογικά και δύο από τους φοιτητές να αποχωρήσουν νωρίς από το πείραμα. Μετά την κατάρρευση ενός φοιτητή από τις απάνθρωπες συνθήκες που επικρατούσαν στη φυλακή, και συνειδητοποιώντας ότι είχε παθητικά επιτρέψει ανάρμοστες συμπεριφορές να λάβουν χώρα κάτω από την εποπτεία του, ο Ζιμπάρντο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τόσο οι φυλακισμένοι όσο και οι δεσμοφύλακες είχαν ταυτιστεί υπερβολικά με τους ρόλους τους, με αποτέλεσμα να τερματίσει το πείραμα μετά από έξι μέρες.

(Πηγή: Βικιπαίδεια)


Παρασκευή 9 Ιανουαρίου 2015

Η θρησκεία σε ερωτήσεις (δίχως απαντήσεις)…

Φίλες και φίλοι αναγνώστες του Aixmi.gr, Καλή Χρονιά! Εγκαινιάζω την προσωπική αρθρογραφία του 2015 σε μια στιγμή που η ανθρωπότητα (τουλάχιστον, το κομμάτι της που δικαιούται να θεωρεί τον εαυτό του πολιτισμένο) συγκλονίζεται από ένα ακόμα αποτρόπαιο έγκλημα θρησκευτικού φανατισμού. Και ο χρονικός ορίζοντας της λέξης «ακόμα» είναι βραχύς, αφού πρόσφατες είναι οι εφιαλτικές εικόνες αποκεφαλισμών και άλλων πράξεων θηριωδίας στο όνομα κάποιας θρησκευτικής πίστης...

Βλέποντας την ιστορία των θρησκειών διαχρονικά, έχω την αίσθηση (και ας με διορθώσουν οι αναγνώστες) ότι καμία δεν βρίσκεται στο απυρόβλητο της ιστορικής κριτικής σε ό,τι αφορά τη στάση της απέναντι στην αντίθετη άποψη. Και πώς να συμβιβαστεί, αλήθεια, ο (συχνά φανατικός) δογματισμός με την ελευθερία της σκέψης που προϋποθέτει το δικαίωμα στην αμφισβήτηση; Όμως, υπάρχει ένα πιο θεμελιώδες και κρίσιμο ερώτημα που αφορά αυτή τούτη την ιδέα της θρησκείας, γενικά: Πόσο συμβατή είναι αυτή με την αναζήτηση (ακόμα περισσότερο, την εύρεση και την απόλυτη γνώση) της Αλήθειας περί της Ουσίας του Θείου;

Στο σημείο αυτό, θα ήθελα να μεταφέρω στους αναγνώστες του Aixmi.gr κάποιους προβληματισμούς που είχαμε διατυπώσει παλιότερα σε ένα σύντομο άρθρο στο «ΒΗΜΑ». Γνωρίζω ότι το θέμα είναι ευαίσθητο για πολλούς. Σκοπός αυτής της συζήτησης, όμως, δεν είναι να προκαλέσει αντιδράσεις και ιδεολογικές αντιπαραθέσεις, αλλά να λειτουργήσει ως αφετηρία ενός γόνιμου διαλόγου. Έστω και ανάμεσα σε διαφωνούντες...

Παραθέτω (με τροποποιήσεις και βελτιώσεις) το κείμενο που δημοσιεύθηκε στο «ΒΗΜΑ» στις 11/10/2012:

------------------------------------------------------

Οι απόψεις που εκτίθενται σ’ αυτό το σύντομο άρθρο ούτε πρωτότυπες είναι, ούτε συνιστούν βαθιά ανάλυση πάνω σε ένα δύσκολο κι ευαίσθητο θέμα. Εξαιρετικές αναλύσεις μπορεί να βρει άφθονες ο επισκέπτης του Διαδικτύου (ακόμα και στην ελληνική γλώσσα), για να μην αναφερθώ στα κλασικά δοκίμια μεγάλων φιλοσόφων όπως ο Bertrand Russell. Ταπεινός σκοπός αυτού του κειμένου είναι η ελάχιστη συμβολή του στην αποτροπή μιας δεδομένης «ετικετοποίησης» ανθρώπων με βάση τις επιλογές τους σε θέματα θρησκείας. Έτσι όπως εύκολα τοποθετούνται, γενικά, οι ετικέτες σ’ αυτό τον τόπο...

Έχουμε συνηθίσει να δεχόμαστε την δήλωση θρησκευτικής πίστης ως μέρος του αυτοπροσδιορισμού ενός ατόμου. Η απουσία, δε, μιας τέτοιας δήλωσης οδηγεί εξ ορισμού στον χαρακτηρισμό του ατόμου ως «άθεου».

Το ότι ένας άθεος είναι άθρησκος, είναι, ασφαλώς, αυτονόητο. Το ζητούμενο είναι κατά πόσον ισχύει το αντίστροφο. Δηλαδή, κατά πόσον ο άθρησκος (αυτός, δηλαδή, που αρνείται να περιχαρακώσει την πίστη του στα δογματικά στεγανά οποιασδήποτε θρησκείας) είναι αναγκαία άθεος. Ή, κατά λογική ισοδυναμία, κατά πόσον ο μη-άθεος (αυτός που δεν αρνείται την πίστη σε ένα Υπέρτατο Ον) είναι αναγκαία θρήσκος (δηλώνει πίστη σε κάποια θρησκεία). Κάτι τέτοιο προϋποθέτει, κατ’ ελάχιστον, ότι η ίδια η ιδέα της θρησκείας είναι συμβατή με την πίστη σε μία Αρχή που κωδικοποιείται από τον άνθρωπο – και την ίδια τη θρησκεία – με το όνομα «Θεός».

Το ερώτημα που θέτουμε είναι αν αυτή η προϋπόθεση συμβατότητας καταρχήν πληρούται. Ερώτημα κρίσιμο, αφού μια αρνητική απάντηση οδηγεί αναπόφευκτα σε ένα δεύτερο, ακόμα σοβαρότερο ερώτημα: Κατά πόσον θα μπορούσε κάποιος να κατηγορήσει την ίδια τη θρησκεία ως «βλάσφημη»!

Θα περιοριστούμε σε δύο, μόνο, σημεία που θεωρούμε βασικότερα:

1. Σύμφωνα με τη θρησκεία, ο άνθρωπος είναι σε θέση να γνωρίζει (μερικώς, τουλάχιστον) τη φύση του Θεού. Για παράδειγμα, η Χριστιανική θρησκεία αναφέρεται στο τρισυπόστατο της φύσης αυτής (Τριαδικό Δόγμα). Συσχετίζει, έτσι, μια υπερβατική έννοια (Θεός) με έναν φυσικό αριθμό (τρία). Οι φυσικοί αριθμοί, όμως (οι οποίοι, εκτός των άλλων, υπόκεινται στον περιορισμό του διακριτού) είναι εφεύρημα των ανθρώπων για πρακτικούς, κυρίως, σκοπούς (π.χ., καταμέτρηση αντικειμένων). Έτσι, μια υπερβατική έννοια που ξεπερνά τα όρια της ανθρώπινης διάνοιας, εμπειρίας και λογικής, μοιάζει να συρρικνώνεται ώστε να προσαρμοστεί στα ανθρώπινα μέτρα. Πόσο απέχει ο εξορθολογισμός αυτός της έννοιας του Θεού από την βλασφημία;

2. Στο πλαίσιο της ανθρωπομορφικής εικόνας του Θεού, όπως την περιγράφει η θρησκεία (και όχι μόνο η Χριστιανική), Εκείνος εμφανίζεται με τις πλέον απεχθείς ανθρώπινες αδυναμίες: ματαιοδοξία, ζηλοτυπία, μνησικακία, σκληρότητα, εκδικητικότητα… Στον αντίποδα, και καθ’ υπέρβαση των ορίων τόσο της κοινής λογικής, όσο και της διαλεκτικής του μεταφυσικού, υπάρχει ταυτόχρονα η αγάπη Του για τον άνθρωπο (κορυφαίο – υποτίθεται – δημιούργημά Του)! Πόσο μακριά βρίσκεται ο οξύμωρος αυτός ανθρωπομορφισμός του Θεού από την βλασφημία;

Οι παραπάνω επισημάνσεις – και άλλες που θα μπορούσαν να αναφερθούν σε ένα εκτενέστερο άρθρο – θέτουν το ερώτημα, κατά πόσον ο δογματικός εξορθολογισμός και η κατ’ ουσίαν «εκκοσμίκευση» του υπερβατικού, που επιχειρεί να επιβάλει με αδιαπραγμάτευτη βεβαιότητα η θρησκεία, είναι σε αρμονία με την πίστη σε ένα Υπέρτατο Ον και δεν αποτελούν, αντίθετα, πράξεις βλασφημίας εκ μέρους του ανθρώπου. Από την απάντηση στο ερώτημα αυτό εξαρτάται και η συμβατότητα της θρησκείας με την ίδια την ιδέα του Θεού.

Με άλλα λόγια, η ζητούμενη απάντηση θα δικαιώσει ή θα καταρρίψει, ανάλογα, τη μομφή της εξ ορισμού «αθεΐας» προς όσους δεν δηλώνουν υποταγή σε προκατασκευασμένα δόγματα που επιβάλλουν την πίστη, αντί να την εμπνέουν...

Προσθέτω ένα αναγκαίο υστερόγραφο στην παρούσα, αναθεωρημένη εκδοχή του άρθρου: Τα όσα αναφέραμε αποτελούν ακαδημαϊκούς και μόνο προβληματισμούς, και σε καμία περίπτωση δεν επιχειρούν να υποβαθμίσουν τον κοινωνικό ρόλο και την κοινωνική σημασία της Εκκλησίας! Υπάρχουν άνθρωποι που, ακόμα κι αν δεν έχουν έντονα ανεπτυγμένη θρησκευτική πίστη, βρίσκουν στην Εκκλησία ένα ζεστό καταφύγιο από τα προβλήματα και τα αδιέξοδα της ζωής. Και, καθώς το γράφω αυτό, μου έρχεται στο νου η εικόνα της μητέρας μου να περιμένει ανυπόμονα τον πρώτο ήχο της καμπάνας, τις Κυριακές των καλοκαιριών στην Εύβοια...

Aixmi.gr

Δευτέρα 22 Δεκεμβρίου 2014

Μερικές παρατηρήσεις για την ανεξαρτησία των Νόμων της Νευτώνειας Μηχανικής

Έλαβα χθες ένα πολύ ευγενικό mail από έναν φοιτητή στο Πανεπιστήμιο του Τέξας. Αφού με ευχαριστεί για τη δημοσίευση του άρθρου “Foundations of Newtonian Dynamics: An Axiomatic Approach for the Thinking Student”, λέγοντας πως του φάνηκε πολύ χρήσιμο και πως ελπίζει να ανήκει και ο ίδιος στους «σκεπτόμενους φοιτητές» του τίτλου, διατυπώνει ένα ερώτημα που αξίζει τον κόπο να παραθέσω, αφού αποτελεί ένα από τα πιο λεπτά σημεία της Νευτώνειας Μηχανικής.

Πριν απ’ όλα, δυο λόγια για το ίδιο το άρθρο: Πρόκειται για μια απόπειρα επαναδιατύπωσης (δεν θα τολμήσω να πω «αναθεώρησης») της αξιωματικής βάσης της Μηχανικής, έτσι ώστε η θεωρία να δομείται πάνω σε έναν ελάχιστο αριθμό ανεξάρτητων θεμελιωδών αρχών. Το συμπέρασμα είναι ότι οι Νόμοι του Νεύτωνα μπορούν να αντικατασταθούν από ένα διαφορετικό σετ δύο ανεξάρτητων αξιωμάτων, ως εξής:

Το πρώτο αξίωμα (Α.1) ενσωματώνει ταυτόχρονα την ύπαρξη αδρανειακών συστημάτων αναφοράς και την αρχή διατήρησης της ορμής για απομονωμένα συστήματα σωματιδίων. Το δεύτερο αξίωμα (Α.2) εκφράζει την αρχή της επαλληλίας για τις αλληλεπιδράσεις.

Ο Πρώτος Νόμος του Νεύτωνα (Νόμος της Αδράνειας) προκύπτει ως πόρισμα του Α.1. Στη συνέχεια, ορίζεται η έννοια της δύναμης ως ρυθμού μεταβολής της ορμής ενός σωματιδίου (F=dp/dt), πράγμα που αντιστοιχεί στον λεγόμενο Δεύτερο «Νόμο» του Νεύτωνα. Με βάση το Α.2, μια σύνθετη αλληλεπίδραση ενός σωματιδίου με άλλα σωματίδια περιγράφεται από ένα διανυσματικό άθροισμα δυνάμεων. Τέλος, με χρήση των Α.1 και Α.2, αποδεικνύεται ο Τρίτος Νόμος του Νεύτωνα (Νόμος Δράσης-Αντίδρασης).

Ένα παρόμοιο ερώτημα με αυτό του φοιτητή από το Τέξας απασχόλησε πολλούς μεγάλους Φυσικούς πριν από αυτόν, σε σχέση με τους ίδιους τους Νόμους του Νεύτωνα: Αφού, σύμφωνα με τον Δεύτερο Νόμο, το σύνολο των αλληλεπιδράσεων πάνω σε ένα σωματίδιο αντιπροσωπεύεται, ποσοτικά, από τη δύναμη F=dp/dt, στην περίπτωση ενός ελεύθερου σωματιδίου (που δεν υπόκειται σε αλληλεπιδράσεις) θα έχουμε ότι F=0, άρα dp/dt=0, άρα p=mv=σταθερό, άρα v=σταθερό. Δηλαδή, η ταχύτητα ενός ελεύθερου σωματιδίου είναι σταθερή. Μα, αυτό ακριβώς λέει ο Νόμος της Αδράνειας! Μήπως, λοιπόν, ο νόμος αυτός δεν είναι ένα ανεξάρτητο αξίωμα, αλλά απλά ένα πόρισμα του Δεύτερου Νόμου;

Λογικό το ερώτημα, όμως υπάρχει ένα λεπτό σημείο: Ποιος παρατηρητής δικαιούται να συμπεράνει ότι, αν η ορμή p του σωματιδίου είναι σταθερή, τότε το σωματίδιο είναι ελεύθερο αλληλεπιδράσεων; Απάντηση: Μόνο ένας Αδρανειακός παρατηρητής, που χρησιμοποιεί ένα Αδρανειακό σύστημα αναφοράς! Την ύπαρξη, ακριβώς, τέτοιων συστημάτων εγγυάται ο Νόμος της Αδράνειας. Χωρίς αυτόν, ο Δεύτερος Νόμος του Νεύτωνα θα καθίστατο απροσδιόριστος, αν όχι λανθασμένος, αφού θα φαινόταν ότι ισχύει για κάθε παρατηρητή γενικά, ανεξάρτητα από τη δυναμική του κατάσταση. Δηλαδή, ο Νόμος της Αδράνειας ορίζει το «τερέν» μέσα στο οποίο διατυπώνεται και ισχύει ο Δεύτερος Νόμος. Όπως έγραψα στον φοιτητή, εφαρμόζοντας τον Δεύτερο Νόμο χωρίς τον Πρώτο, θα ήταν σαν να παίζουμε ποδόσφαιρο χωρίς να διαθέτουμε γήπεδο ποδοσφαίρου!

Σημειώνω ότι το άρθρο βρίσκεται αναρτημένο και εδώ.

Επίσης, υπάρχει και σε ελληνική μετάφραση.

Παρατηρήσεις και σχόλια πάντα δεκτά!

Σάββατο 20 Δεκεμβρίου 2014

Τρίτη 16 Δεκεμβρίου 2014

Μια νέα αξιωματική προσέγγιση στη Νευτώνεια Μηχανική

Η Νευτώνεια Μηχανική δομείται πάνω σε τρεις θεμελιώδεις αρχές, τους Νόμους του Νεύτωνα, που πρωτοδημοσιεύθηκαν το 1687. Αν και η ιστορική τους σημασία είναι αδιαμφισβήτητη, αφήνουν κάποια ερωτήματα ανοιχτά σε όποιον αναζητά μια αυστηρή και αυτοσυνεπή αξιωματική θεμελίωση της κλασικής Μηχανικής. Για παράδειγμα:

1. Πόσο ανεξάρτητοι είναι οι δύο πρώτοι Νόμοι; Είναι ο Πρώτος Νόμος ειδική περίπτωση του Δεύτερου;

2. Είναι ο Δεύτερος Νόμος ένας αληθινός νόμος, ή απλά ένας ορισμός (της δύναμης);

3. Είναι ο Τρίτος Νόμος πιο θεμελιώδης από τη διατήρηση της ορμής, ή το αντίθετο;

4. Και, τελικά, πόσοι ανεξάρτητοι νόμοι απαιτούνται για την αξιωματική θεμελίωση της θεωρίας; Είναι τρεις (όπως πρότεινε ο Νεύτων) ή μήπως θα μπορούσαν να είναι λιγότεροι; Και ποιοι θα είναι αυτοί;

Πρόσφατα προτάθηκε μια νέα προσέγγιση στο πρόβλημα. Όπως αποδείχθηκε, δύο και μόνο ανεξάρτητοι νόμοι απαιτούνται για την αξιωματική θεμελίωση της Νευτώνειας Μηχανικής. Οι γνωστοί τρεις Νόμοι του Νεύτωνα, καθώς και όλα τα βασικά θεωρήματα της Μηχανικής, απορρέουν από αυτά τα δύο θεμελιώδη αξιώματα.

Δείτε το άρθρο στην τελική, δημοσιευμένη μορφή

Δείτε το Abstract στο arXiv.org

Δείτε την ελληνική μετάφραση

Άλλα άρθρα Κλασικής Μηχανικής από το site του MIT