1. Εισαγωγή
Σε ραδιοφωνική του εκπομπή, ο αείμνηστος (και αμίμητος) Γιάννης Καλαμίτσης είχε θέσει κάποτε στους ακροατές το ακόλουθο κουίζ: Σε ποια μεγάλη μάχη της Ιστορίας οι φαντάροι πήγαν στο μέτωπο με... ταξί! Οι γνωρίζοντες τα πολεμικά γεγονότα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου (του «Μεγάλου Πολέμου», όπως τον είχαν ονομάσει στην εποχή του) σίγουρα θα χαμογέλασαν με την ευρηματική διατύπωση της ερώτησης. Δεν ήταν απλά μία μάχη: ήταν η πρώτη σημαντική μάχη του πολέμου. Που, αν είχε άλλη έκβαση, ο πόλεμος αυτός θα είχε αντίθετο αποτέλεσμα και, γενικότερα, η Ιστορία του εικοστού αιώνα ίσως είχε γραφεί διαφορετικά...
Σε προηγούμενο άρθρο επιχειρήσαμε να διερευνήσουμε τα αίτια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου (1914-1918) και να επιμερίσουμε, κατά το δυνατόν, τις ευθύνες για το ξέσπασμά του, που υπήρξε αποτέλεσμα ενός διπλωματικού και στρατιωτικού ντόμινο μοναδικού στα πολεμικά χρονικά. Όπως είδαμε, ένα περίπλοκο σύστημα συμμαχιών χώριζε τις εμπόλεμες δυνάμεις σε δύο μεγάλα στρατόπεδα. Από τη μία πλευρά, η Αγγλία, η Γαλλία και οι σύμμαχοί τους, που όλοι μαζί αναφέρονται, συνήθως, ως «οι Σύμμαχοι». Από την άλλη, η Γερμανο-Αυστριακή συμμαχική ομάδα (οι λεγόμενες «Κεντρικές Δυνάμεις»).
Στο παρόν άρθρο θα προσπαθήσουμε να καταγράψουμε μερικά από τα σημαντικότερα πολεμικά γεγονότα (μία πλήρης εξιστόρηση είναι, φυσικά, αδύνατη σε κείμενο τέτοιου μεγέθους). Όμως, την πιο ρεαλιστική περιγραφή της ζωής στα χαρακώματα την προσφέρει η λογοτεχνία. Όπως το κλασικό «Ουδέν Νεώτερον από το Δυτικό Μέτωπο» του Erich Maria Remarque (μαζί με την ομώνυμη κινηματογραφική ταινία) αλλά και το πολύ δικό μας, το σαγηνευτικά εφιαλτικό «Η ζωή εν τάφω» του Στράτη Μυριβήλη...
2. Ένας άλλος πόλεμος
Όπως αναφέραμε στο προηγούμενο σημείωμα, το καλοκαίρι του 1914 οι λαοί υποδέχθηκαν τον πόλεμο με φανερό ενθουσιασμό και με τη βεβαιότητα μιας νίκης που θα επιτυγχανόταν «μέσα σε λίγες εβδομάδες» – ή, το πολύ, «ως τα Χριστούγεννα». Σημαίες ανέμιζαν και στρατιωτικές μπάντες έπαιζαν χαρούμενους πατριωτικούς σκοπούς καθώς οι στρατιώτες ξεκινούσαν για το μέτωπο...
Στην αρχική του φάση, ο πόλεμος ακολούθησε τα συμβατικά πρότυπα που χαρακτηρίζονταν από κινητικότητα των στρατευμάτων. Σύντομα, όμως, οι στρατοί γνώρισαν τη δολοφονική δύναμη των νέων όπλων που ήταν σχεδιασμένα να προκαλούν μαζικούς θανάτους. Έτσι, μετά τις αρχικές μάχες, οι αντίπαλες γραμμές σίγησαν και οι στρατιώτες άρχισαν να σκάβουν βαθιά χαρακώματα, μέσα στα οποία θα έμεναν θαμμένοι για τα επόμενα τέσσερα χρόνια, παρέα με τη λάσπη, τις ψείρες και τους αρουραίους που έπαιρναν υπερμεγέθεις διαστάσεις τρεφόμενοι από τα πτώματα.
Ανάμεσα στις αντίπαλες γραμμές χαρακωμάτων, η ουδέτερη ζώνη, η «γη του κανενός» (no man’s land) ήταν ο τόπος μαζικής σφαγής των επιτιθέμενων όταν αυτοί, υπό τους ήχους των εχθρικών πολυβόλων και του αντίπαλου πυροβολικού, επιχειρούσαν να ξεπροβάλουν από τα λαγούμια τους και να κινηθούν προς το απέναντι χαράκωμα.
Οι καιροί του ένδοξου ιππικού είχαν πλέον περάσει οριστικά στην Ιστορία, ενώ το αεροπλάνο άρχισε να κάνει την εμφάνισή του ως πολεμικό εργαλείο, κυρίως για την κατασκόπευση των θέσεων και των κινήσεων του αντιπάλου. Ως το τέλος του πολέμου, τα δηλητηριώδη αέρια και τα tanks είχαν μπει κι αυτά στο πολεμικό παιχνίδι, αν και η σπουδαιότητά τους στον προκείμενο πόλεμο έχει μάλλον υπερεκτιμηθεί.
Σε ό,τι αφορά την θάλασσα, ο πόλεμος δεν έχει να επιδείξει σημαντικές ναυμαχίες, με εξαίρεση αυτή στην Jutland (Γιουτλάνδη) το 1916, όπου ο αγγλικός και ο γερμανικός στόλος συναντήθηκαν σε μια μάχη χωρίς ουσιαστικό νικητή. Από εκεί και μετά, το πρωταρχικό όπλο στον αγώνα για τον έλεγχο των θαλασσών ήταν το υποβρύχιο, κυρίως από τη μεριά των Γερμανών που προσπαθούσαν με κάθε μέσο να σπάσουν τον ασφυκτικό ναυτικό αποκλεισμό που τους είχαν επιβάλει οι Βρετανοί.
3. Το αδιέξοδο του Δυτικού Μετώπου
Όπως είδαμε στο προηγούμενο άρθρο, τα γερμανικά στρατεύματα εισέβαλαν στη Γαλλία μέσω του Βελγίου, η παραβίαση της ουδετερότητας του οποίου λειτούργησε ως διπλωματικό πρόσχημα για την είσοδο της Βρετανίας στον πόλεμο. Σύμφωνα με το Σχέδιο Schlieffen, οι Γερμανοί θα υπέτασσαν τη Γαλλία μέσα σε έξι εβδομάδες και στη συνέχεια θα στρέφονταν προς τα ανατολικά για να αντιμετωπίσουν τη Ρωσία.
Το γερμανικό σχέδιο, όμως, αποδείχθηκε καλύτερο στη θεωρία απ’ ό,τι στην πράξη. Οι Γάλλοι κατόρθωσαν να σταματήσουν τη γερμανική προέλαση στη Μάχη του Μάρνη (9-12 Σεπτεμβρίου 1914), επιστρατεύοντας ακόμα και τα Παρισινά ταξί για να μεταφέρουν στρατιώτες στο μέτωπο (η απάντηση στο κουίζ του Καλαμίτση!).
Μέσα στις επόμενες εβδομάδες άρχισε να διαφαίνεται το στρατιωτικό αδιέξοδο στο Δυτικό Μέτωπο. Αντί για προέλαση και γρήγορη νίκη, οι στρατοί οχυρώθηκαν σε μία διπλή γραμμή χαρακωμάτων που εκτείνονταν από τη Μάγχη ως τα ελβετικά σύνορα. Ήταν πια φανερό ότι ο πόλεμος δεν επρόκειτο να διαρκέσει «το πολύ ως τα Χριστούγεννα»...
Οι στρατηγοί και από τις δύο πλευρές πάσχιζαν να συγκεντρώσουν ικανό αριθμό ανδρών και πυρομαχικών ώστε να μπορέσουν να σπάσουν το αδιέξοδο, ενώ ταυτόχρονα επιδίδονταν σε πόλεμο φθοράς, με κάθε μέσο, των δυνάμεων του αντιπάλου. Οι περιοδικές απόπειρες οργανωμένης επίθεσης, εν τούτοις, απλά επιβεβαίωναν το πόσο ανώφελο ήταν να στέλνει κανείς αθωράκιστους στρατιώτες να αντιμετωπίσουν καλά οχυρωμένους αντιπάλους και την καταστροφική δύναμη πυρός των πολυβόλων και του βαρέως πυροβολικού. Οι μόνοι που αρνούνταν να δουν αυτή την πραγματικότητα ήταν οι ίδιοι οι στρατηγοί, με προεξάρχοντες τον υπερφίαλο Βρετανό Sir Douglas Haig και τον εξίσου ματαιόδοξο Γάλλο αρχιστράτηγο Nivelle.
Θυμίζουμε, ενδεικτικά, τις απώλειες σε μερικές σημαντικές μάχες, τις οποίες αναφέραμε στο προηγούμενο άρθρο. Στη Μάχη του Somme (1η Ιουλίου έως 18 Νοεμβρίου 1916) οι Γερμανοί και οι Βρετανοί έχασαν από 400,000 η κάθε πλευρά, ενώ οι Γάλλοι έχασαν 200,000. Η «ανταμοιβή» για τις αγγλο-γαλλικές απώλειες των 600,000 ήταν μία μέγιστη προέλαση 7 μιλίων, περίπου. Νωρίτερα τον ίδιο χρόνο, η ανεπιτυχής γερμανική πολιορκία του Verdun κόστισε τη ζωή σε 336,000 Γερμανούς και 350,000 Γάλλους στρατιώτες. Στην διαβόητη μάχη στο Passchendaele, το 1917 (άλλη μια λαμπρή ιδέα του Douglas Haig!) πάνω από 370,000 Βρετανοί στρατιώτες χάθηκαν με «κέρδος» λίγων μόλις τετραγωνικών χιλιομέτρων δίχως στρατηγική αξία.
Γενικά μιλώντας, οι γραμμές των αντιπάλων στο Δυτικό Μέτωπο δεν μεταβλήθηκαν ουσιαστικά στη διάρκεια του πολέμου.
4. Γερμανική διπλωματία στα Βαλκάνια
Η αποτυχία τους στο Verdun έκανε τους Γερμανούς να συνειδητοποιήσουν πόσο ανώφελη θα ήταν η συνέχιση μιας επιθετικής τακτικής στα δυτικά. Οι στρατιωτικοί κύκλοι πίστευαν πλέον ότι ο δρόμος για τη νίκη περνούσε μέσα από την ήττα της Ρωσίας.
Τον Αύγουστο του 1916, ο στρατηγός Paul von Hindenburg – που, ως διοικητής του Ανατολικού Μετώπου, είχε πιστωθεί την νικηφόρα έκβαση της Μάχης του Tannenberg κατά των Ρώσων (Ανατολική Πρωσία, Αύγουστος 1914) – έγινε αρχηγός του γερμανικού γενικού επιτελείου, έχοντας δίπλα του ως αχώριστο βοηθό και σύμβουλό του τον Erich Ludendorff.
Οι γερμανικές επιτυχίες κατά των Ρώσων στο δεύτερο μισό του πολέμου οφείλονται, σε μεγάλο βαθμό, στη δυσκολία των τελευταίων να προμηθευθούν πυρομαχικά και αναγκαίο εξοπλισμό από τους Συμμάχους. Σημαντικό ρόλο σ’ αυτό έπαιξαν οι επιτυχημένες διπλωματικές κινήσεις των Γερμανών στα Βαλκάνια.
Τον Νοέμβριο του 1914, η Τουρκία μπήκε στον πόλεμο στο πλευρό των Κεντρικών Δυνάμεων. Η θέση της Τουρκίας ήταν στρατηγικής σημασίας: Αν είχε προσχωρήσει στους Συμμάχους, οι τελευταίοι θα μπορούσαν να περικυκλώσουν τις Κεντρικές Δυνάμεις με ένα γιγαντιαίο «δαχτυλίδι» που θα τις καθιστούσε ευάλωτες σε επιθέσεις από δυτικά, ανατολικά και νότια. Από την άλλη, σαν σύμμαχος των Γερμανών και των Αυστριακών, η Τουρκία θα μπορούσε τώρα να εμποδίσει την από θαλάσσης τροφοδοσία των Ρώσων δια μέσου της Μεσογείου και της Μαύρης Θάλασσας.
Στις αρχές του 1915, οι Βρετανοί επιχείρησαν να ανοίξουν διάδρομο προς τη Ρωσία μέσω των Δαρδανελίων, στέλνοντας στρατό στη Χερσόνησο της Καλλίπολης. Η εκστρατεία απέτυχε τραγικά, κοστίζοντας στον εμπνευστή της, Winston Churchill, τη θέση του στην κυβέρνηση.
Την ίδια στιγμή, υποσχόμενοι την εκχώρηση μεγάλων τμημάτων της Μακεδονίας που βρίσκονταν σε σερβικά χέρια, οι Γερμανοί κατόρθωσαν, μετά την Τουρκία, να πάρουν με το μέρος τους και τη Βουλγαρία (Οκτώβριος 1915). Σε λίγες εβδομάδες, η Βουλγαρία επιτέθηκε στη Σερβία.
Ως αντίβαρο στις επιτυχημένες γερμανικές κινήσεις στα Βαλκάνια, οι Σύμμαχοι κατόρθωσαν να βάλουν στον πόλεμο κατά των Κεντρικών Δυνάμεων τη Ρουμανία (Αύγουστος 1916) και την Ελλάδα (Ιούνιος 1917). Η ελληνική συμμετοχή – που έλαβε χώρα εν μέσω εθνικού διχασμού – απεδείχθη ιδιαίτερα σημαντική, αφού κατέστησε δυνατή την επίθεση των Συμμαχικών δυνάμεων κατά της Βουλγαρίας στην τελική φάση του πολέμου.
5. Η «αμφίθυμη» στάση της Ιταλίας
Αν και δεμένη μέσω της «Τριπλής Συμμαχίας» με τη Γερμανία και την Αυστρία, η Ιταλία έμεινε ουδέτερη στην αρχή του πολέμου. Οι όροι της συμμαχίας αφορούσαν την περίπτωση όπου κάποιο από τα μέλη δεχόταν επίθεση. Ήταν οι Γερμανοί, όμως, που είχαν κηρύξει τον πόλεμο στη Γαλλία και τη Ρωσία, ενώ οι Αυστριακοί δεν είχαν καν μπει στον κόπο να ενημερώσουν τους Ιταλούς σχετικά με το τελεσίγραφο στη Σερβία.
Στη συνέχεια, οι Ιταλοί «πολιορκήθηκαν» διπλωματικά και από τις δύο πλευρές, όμως οι υποσχέσεις των Κεντρικών Δυνάμεων δεν μπόρεσαν να ικανοποιήσουν τις απαιτήσεις τους. Σε μια μυστική συνάντηση στο Λονδίνο, τον Απρίλιο του 1915, οι Σύμμαχοι κατάφεραν τελικά να πείσουν την ιταλική κυβέρνηση να βάλει τη χώρα στον πόλεμο στο πλευρό τους. Τα ανταλλάγματα σε περίπτωση νίκης περιλάμβαναν τις αυστριακές επαρχίες που κατοικούνταν από Ιταλούς, τη Βόρεια Αλβανία, καθώς και μέρος της Μικράς Ασίας.
Η Ιταλία υπέστη οδυνηρή ήττα από τις αυστριακές και γερμανικές δυνάμεις στη Μάχη του Caporetto, τον Οκτώβριο του 1917. Οι Κεντρικές Δυνάμεις, όμως, δεν κατάφεραν να τη βγάλουν από τον πόλεμο, αφού οι Βρετανοί και οι Γάλλοι έστειλαν αρκετές ενισχύσεις ώστε να ανασυγκροτηθεί το ιταλικό μέτωπο.
6. Αποχωρούν οι Ρώσοι – έρχονται οι Αμερικάνοι
Η άνοδος των Μπολσεβίκων στην εξουσία (7 Νοεμβρίου 1917), ενδεχομένως αποτέλεσμα και γερμανικών υπόγειων μεθοδεύσεων, σήμανε ολική αλλαγή στην εξωτερική πολιτική της Ρωσίας. Σύντομα, ο V. I. Lenin εξήγγειλε ένα πρόγραμμα που περιλάμβανε πρόταση άμεσου τερματισμού του πολέμου. Καθώς, όπως ήταν φυσικό, δεν βρήκε ανταπόκριση από τους Συμμάχους, ξεκίνησε χωριστές ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις με τις Κεντρικές Δυνάμεις στις 3 Δεκεμβρίου του 1917, που κορυφώθηκαν στις 3 Μαρτίου του 1918 με την περίφημη Συνθήκη του Brest-Litovsk.
Με τη συνθήκη αυτή, η Ρωσία, όχι μόνο βγήκε από τον πόλεμο αλλά και απώλεσε, προς όφελος των Γερμανών, όλες τις μη-Ρωσικές περιοχές που κατείχε στην Ευρώπη, πράγμα που είχε τεράστιες οικονομικές και στρατηγικές συνέπειες για τη χώρα. Επί πλέον, η συνθηκολόγηση της Ρωσίας επέτρεψε στη Γερμανία να αποδεσμεύσει δυνάμεις από το ανατολικό μέτωπο ώστε να ενισχύσουν το δυτικό, στο πλαίσιο της μεγάλης γερμανικής επίθεσης που σχεδιαζόταν να ξεκινήσει την άνοιξη του 1918.
Στο μεταξύ, στις 7 Απριλίου του 1917, οι Ηνωμένες Πολιτείες έλαβαν τη μοιραία, για τη Γερμανία, απόφαση να της κηρύξουν τον πόλεμο (η σημασία του οποίου γεγονότος μάλλον δεν εκτιμήθηκε σωστά, στην αρχή, από τη γερμανική ηγεσία). Οι λόγοι της αμερικανικής εισόδου στον πόλεμο έχουν αποτελέσει αντικείμενο πολλών συζητήσεων ανάμεσα στους ιστορικούς. Πέρα από τα όποια ιδεολογικά κίνητρα και τη σχετική ρητορεία («να γίνει ο κόσμος ασφαλής για τη δημοκρατία», «να εξασφαλιστεί στους λαούς το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης», κλπ.), σίγουρα υπήρχαν και πρακτικοί λόγοι που υπαγορεύονταν από καθαρή ιδιοτέλεια, όπως, π.χ., ο κίνδυνος για το αμερικανικό εμπόριο λόγω του ανεξέλεγκτου γερμανικού υποβρυχιακού πολέμου, ή, οι γερμανικές ίντριγκες στο Μεξικό, στο οποίο οι Γερμανοί υπόσχονταν στρατιωτική υποστήριξη σε περίπτωση πολέμου του με τις ΗΠΑ.
Όποιες κι αν ήταν οι προθέσεις των Αμερικανών, η είσοδός τους στον πόλεμο άλλαξε αποφασιστικά την ισορροπία δυνάμεων στην Ευρώπη...
7. Τελευταία γερμανική ζαριά...
Η μεγάλη γερμανική αντεπίθεση στο Δυτικό Μέτωπο ξεκίνησε στις 21 Μαρτίου του 1918. Η αρχική προέλαση των Γερμανών ήταν σημαντική, κατάφεραν όμως να την ανακόψουν οι Σύμμαχοι με έγκαιρη τακτική υποχώρηση και με την υποστήριξη αμερικανικών δυνάμεων. Πάντως, στις αρχές Ιουνίου οι Γερμανοί βρίσκονταν και πάλι στην περιοχή του Μάρνη, όπως στην αρχή του πολέμου, και το Παρίσι φαινόταν να κινδυνεύει. Την κρίσιμη στιγμή, όμως, ο Ludendorff συνειδητοποίησε ότι τα μέσα που του απέμεναν δεν επαρκούσαν για περαιτέρω προέλαση.
Στις 18 Ιουλίου, οι Σύμμαχοι αντεπιτέθηκαν αιφνιδιάζοντας τους Γερμανούς και αναγκάζοντάς τους σε υποχώρηση. Την ίδια στιγμή, οι Συμμαχικές δυνάμεις που βρίσκονταν σε αναμονή στη Θεσσαλονίκη, σε συνεργασία με τις ιταλικές, έσπασαν το βουλγαρικό και το αυστριακό μέτωπο, αναγκάζοντας τη Βουλγαρία και την Αυστρία να ζητήσουν κατάπαυση του πυρός.
Στο σημείο αυτό, συνειδητοποιώντας τη δεινή θέση στην οποία είχε περιέλθει ο γερμανικός στρατός, ο Ludendorff κάλεσε τη γερμανική κυβέρνηση να αναζητήσει τρόπους για ανακωχή. Στη χώρα άρχισε να ξεσπά επανάσταση που εξαπλωνόταν γρήγορα από πόλη σε πόλη. Στις 10 Νοεμβρίου, κάτω από την πίεση των γεγονότων, ο Kaiser Wilhelm II έφυγε για την Ολλανδία, όπου έζησε εξόριστος ως το τέλος της ζωής του, το 1941. Πρόλαβε, μάλιστα, να δει τους Ναζί να εισβάλλουν στη χώρα αυτή το 1940!
Στις 11 Νοεμβρίου του 1918 υπογράφηκε, τελικά, η ανακωχή ανάμεσα στις Κεντρικές Δυνάμεις και τους Συμμάχους, και ο «Μεγάλος Πόλεμος» έφτασε και τυπικά στο τέλος του...
8. Επίλογος
Λέγεται πως μια ολόκληρη γενιά χάθηκε στα χαρακώματα του Μεγάλου Πολέμου. Στη Δυτική Ευρώπη οι απώλειες ξεπέρασαν κατά πολύ τις αντίστοιχες κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο! Συνολικά, κάπου 8.5 εκατομμύρια χάθηκαν στα πεδία των μαχών, ενώ περισσότερο από διπλάσιος ήταν ο αριθμός των τραυματιών, πολλοί από τους οποίους έζησαν ακρωτηριασμένοι για το υπόλοιπο της ζωής τους. Ο συνολικός αριθμός των θυμάτων πολέμου (νεκροί, τραυματίες, αγνοούμενοι και άμαχος πληθυσμός) υπολογίζεται στα 37.5 εκατομμύρια.
Στον πόλεμο αυτό, χάρις στο αλαζονικό πείσμα και τον ακραίο εγωισμό των στρατηγών, ο στρατιώτης κατέστη αναλώσιμο είδος, η ανθρώπινη ατομικότητα εκφυλίστηκε σε απρόσωπο αριθμό πολεμικού μητρώου, και η αξία της ανθρώπινης ζωής ευτελίστηκε όσο ποτέ άλλοτε (με εξαίρεση, φυσικά, τους θαλάμους των αερίων, είκοσι και κάτι χρόνια αργότερα...).
Όμως, ο Μεγάλος Πόλεμος δεν τέλειωσε στ’ αλήθεια το 1918. Η εικοσαετής περίοδος που μεσολάβησε ως το ξέσπασμα του επόμενου παγκόσμιου πολέμου δεν ήταν παρά μία ανακωχή για ανασύνταξη δυνάμεων, κυρίως απ’ τη μεριά των Γερμανών. Που, σαν ένιωσαν και πάλι δυνατοί, θέλησαν να κλείσουν τους λογαριασμούς που έμειναν ανοιχτοί στα χαρακώματα.
Αλλά, για το πώς και γιατί απέτυχε η ειρήνη κατά τον Μεσοπόλεμο, ίσως μιλήσουμε σε προσεχές άρθρο...
ΤΟ ΒΗΜΑ