Παρασκευή 31 Οκτωβρίου 2014

Πολυπολιτισμικότητα και δημοκρατία: Έννοιες συνώνυμες;

Διάβασα πρόσφατα το εξαιρετικό άρθρο της Στέλλας Πριόβολου, «Εθνική επέτειος και υπέρβαση στη σύγχρονη πολυπολιτισμική κοινωνία». Το κείμενο αναφέρεται στον ελληνοϊταλικό πόλεμο, όχι με τους συνήθεις διθυραμβικούς τόνους των ημερών, αλλά ως ανάμνηση μιας ιστορικής δοκιμασίας που δεν στάθηκε ικανή να καταλύσει τη μακρόχρονη φιλία δύο λαών, και ως εγκώμιο υπέρβασης «πικρών κοινών σελίδων ιστορίας» προς χάριν της ειρήνης και της δημοκρατίας.

Ομολογώ ότι λίγο έλειψε να προσπεράσω το άρθρο εξαιτίας του μάλλον αταίριαστου και, θα έλεγα, αποπροσανατολιστικού τίτλου του! Δεν ανήκω σ’ εκείνους που τους διαπερνούν ρίγη συγκίνησης όταν ακούν τη λέξη «πολυπολιτισμικότητα», και υπέθεσα αρχικά ότι ο όρος αυτός θα έδινε το στίγμα των ιδεών στο κείμενο. Έκανα λάθος: Ο όρος (ακόμα κι αν σε κάποια σημεία πιθανόν υπονοείται) δεν νοθεύει με την άμεση παρουσία του την ομορφιά ενός κειμένου στο οποίο, κατά την άποψή μου, θα ήταν περιττός!

Εν τούτοις, σε απαντητικό σχόλιό της, η ίδια η αρθρογράφος επιβεβαίωσε ότι η αναφορά του τίτλου του άρθρου της σε μια «πολυπολιτισμική κοινωνία» ήταν συνειδητή επιλογή. Γράφει:

«Σχετικά με την ‘πολυπολιτισμικότητα’, θα μου επιτρέψετε να παρατηρήσω ότι μπορεί να… εκνευρίζει, οπωσδήποτε όμως δεν αποπροσανατολίζει, γιατί είναι μια πραγματικότητα. Θα πρέπει να την κατανοήσουμε, να την δεχθούμε και να προσπαθήσουμε να την εντάξουμε με τη σωστή της έννοια στους σχεδιασμούς μας. Εξάλλου, η πολυπολιτισμικότητα προϋποθέτει δημοκρατική σκέψη, συναίνεση, συνύπαρξη πολιτισμών, που ανάμεσά τους η πατρίδα μας έχει πρωτεύουσα θέση, τόσο παραγνωρισμένη από τους εταίρους μας…»

Η απάντηση αυτή έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον γιατί εμπεριέχει θέσεις που μπορούν να γίνουν αφετηρία συζητήσεων πάνω στο ζήτημα της πολυπολιτισμικότητας, γενικά. Ας δούμε μερικά σημεία:

1. Είναι αλήθεια ότι το εν λόγω φαινόμενο αποτελεί μια πραγματικότητα. Το έζησα στην Αμερική πριν χρόνια, το ζω τώρα και στην Ελλάδα. Με μία πολύ σημαντική διαφορά: Η ένταξη ενός νέου μέλους στην αμερικανική κοινωνία δεν γίνεται άναρχα και (σχεδόν) εκβιαστικά, υπό μορφή τετελεσμένου! Η αμερικανική πολυπολιτισμικότητα δεν είναι μια de facto πολυπολιτισμικότητα, μία συνθήκη, δηλαδή, που επιβάλλεται στην κοινωνία εκ των πραγμάτων λόγω της αδυναμίας του κράτους να ελέγξει τη λαθρομετανάστευση. Υπόκειται σε κανόνες και θέτει προϋποθέσεις, προεξάρχουσα θέση στις οποίες κατέχει η εθνική αυτοσυντήρηση. Όσο κι αν ενοχλεί κάποιους η χρήση του όρου «εθνική»…

2. Θα πρέπει να κατανοήσουμε και να δεχθούμε την πολυπολιτισμικότητα, όπως μας προτρέπει η αρθρογράφος; Εξαρτάται! Δεν θα «κατανοήσω», ούτε θα «δεχθώ», μια πραγματικότητα που μου επιβάλλεται. Πόσο μάλλον όταν αυτή έχει ως αποτέλεσμα την υποβάθμιση της ποιότητας ζωής στη χώρα μου, με κύριο χαρακτηριστικό την κατακόρυφη αύξηση της εγκληματικότητας (συχνά, μάλιστα, στις πιο απάνθρωπες εκδοχές της)!

3. «Να προσπαθήσουμε να την εντάξουμε στους σχεδιασμούς μας.» Εδώ θα συμφωνήσω απόλυτα! Κατά πρώτον, θα πρέπει να καθορίσουμε, με κάποιο βαθμό ακρίβειας, τα όρια αυτής της πολυπολιτισμικότητας στην οποία πλέον, εκόντες-άκοντες, συμμετέχουμε. Πόση «πολυπολιτισμικότητα» αντέχει αυτή η μικρή και κατ’ ουσίαν κατεστραμμένη χώρα; Κατά δεύτερον, θα πρέπει, επιτέλους, να υπάρξει κάποιος σοβαρός σχεδιασμός εκ μέρους της πολιτείας για το εν λόγω θέμα. Η αθρόα και ανεξέλεγκτη «μετανάστευση» δεν αντιμετωπίζεται με φράχτες, στρατόπεδα ή άλλα αναποτελεσματικά ημίμετρα. Το πώς ακριβώς αντιμετωπίζεται δεν είναι, ασφαλώς, δική μας ευθύνη να το υποδείξουμε, αλλά ευθύνη αυτών που εκλέγουμε για να μας κυβερνούν. Αν υποθέσουμε, βέβαια, ότι έχουν επίγνωση της σοβαρότητας της κατάστασης, κι αν δεν έχουν συντελέσει και οι ίδιοι – τωρινοί ή μελλούμενοι – στη δημιουργία και τη γιγάντωση του προβλήματος…

4. Προϋποθέτει η πολυπολιτισμικότητα δημοκρατική σκέψη; Δεν είμαι βέβαιος! Κατά μία έννοια, πολυπολιτισμική ήταν και η Σοβιετική Ένωση… Μήπως, όμως, ισχύει το αντίστροφο; Δηλαδή, θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι κάθε αληθινά δημοκρατική κοινωνία αποδέχεται (αν όχι και επιδιώκει) την πολυπολιτισμικότητα; Ούτε και αυτό ακούγεται λογικό! Το δημοκρατικό πολίτευμα είναι εσωτερικό θεσμικό ζήτημα που αφορά τους πολίτες μιας χώρας, και σε καμία περίπτωση δεν επιβάλλει a priori τη διεύρυνση μιας κοινωνίας με εισαγόμενους φορείς διαφορετικών πολιτισμικών χαρακτηριστικών. Τώρα, το ότι την ιδέα της πολυπολιτισμικότητας αντιμάχονται οι εκπρόσωποι κάποιων ακραία αντιδημοκρατικών χώρων, δεν καθιστά, εξ ορισμού, την αποδοχή της ιδέας αυτής αδιαμφισβήτητο πιστοποιητικό δημοκρατικότητας!

Πέρα απ’ όλα αυτά, κλείνοντας το σύντομο αυτό σημείωμα, προτείνω στον αναγνώστη να διαβάσει και να απολαύσει το έξοχο, πράγματι, κείμενο της Στέλλας Πριόβολου, το οποίο υμνεί υψηλές ανθρώπινες αξίες που ξεπερνούν (αν όχι καταργούν) εθνικά σύνορα. Όσο για τον τίτλο – τη μόνη μου ένσταση στο άρθρο – ας βάλει, τελικά, ο καθένας εκείνον που του ταιριάζει περισσότερο!

Aixmi.gr

Παρασκευή 10 Οκτωβρίου 2014

2014 Nobel Prize in Physics

Isamu Akasaki, Hiroshi Amano and Shuji Nakamura share the physics Nobel for the invention of efficient blue light–emitting diodes, which has enabled bright and energy-saving white light sources.

“This year’s prize is about light.” Royal Swedish Academy of Sciences Permanent Secretary Staffan Normark.

“The Royal Swedish Academy of Sciences has decided to award the 2014 Nobel Prize in Physics to Professor Isamu Akasaki at Meijo University, Nagoya, and Nagoya University, Japan; Professor Hiroshi Amano at Nagoya University, Japan; and Professor Shuji Nakamura at University of California, Santa Barbara, for the invention of efficient blue light–emitting diodes which has enabled bright and energy-saving white light sources. Professor Per Delsing will now give us a short summary.”

“Red and green LEDs have been around for many years, but the blue was really missing. This lamp contains three LEDs: one red, one green and one blue. If you combine these colors you get white light. This is something that Isaac Newton showed already in 1671. Thanks to the blue LED, we can now get white light sources which have very high energy efficiency and very long lifetime. This LED technology is now replacing older technologies. In fact, many of you carry this technology in your pocket. The flashlight and also the screen of modern smartphones uses LED technology.”

—Steve Mirsky

Source: SCIENTIFIC AMERICAN

The 2014 Nobel prizes: Physics: Blue's brothers

This year’s prize is awarded for work that will ultimately light up the world

THE Nobel prizes were instituted as a means to reward individuals or organisations who, as Alfred Nobel's will had it, "have conferred the greatest benefit on mankind". Often in the field of physics, the benefit is a measure of understanding of the very small or the very distant: a light shone into the vast darkness of our ignorance about how the universe is composed, and how it works. This year, by contrast, the physics prize has been awarded for an actual light. But it is a light that has already conferred great benefit on mankind, and promises yet more. Japanese researchers Isamu Akasaki of Meijo University, Hiroshi Amano of Nagoya University, and Shuji Nakamura of the University of California, Santa Barbara shared in cracking the problem of making diodes that give off blue light.

The light and the heat of fire gave way to the incandescent bulb in the early 19th century, but such bulbs still squander a great deal of electrical energy as heat. A light-emitting diode, first posited in the 1920s, accomplishes the trick of converting electrical energy with almost perfect efficiency into light. It pairs semiconductor materials that create an imbalance of electrons and their counterparts, called holes. When the twain meet, out comes a discrete burst of light.

However, LEDs tend to make light in narrow bands of colour, dictated by the properties of the semiconductor. Red LEDs proved relatively easy to manufacture in the early 1960s, but orchestrating the dance of electrons and holes to elicit green light took until the end of that decade. A blue LED required a material that hadn't been tamed for industrial use. That took until the early 1990s, when Drs Akasaki, Amano and Nakamura figured out how to make pristine films of the semiconductor gallium nitride, with just the right recipe of impurities that created electron-hole pairs suitable for a blue hue.

It would now be hard to enumerate all of the applications that make use of blue LEDs, principally because they are joined with their green and red brethren to make the light to which people are most accustomed: white. LED-based lighting is finding its way into more and more global markets as it becomes cheaper; already it is in the flash of cameras and smartphones. But blue light has made its own way as well. Blue diodes lie at the heart of DVD and the aptly named Blu-Ray players. By using the same approach, slightly more energetic ultraviolet light can be made—a boon for sterilising surfaces and drinking water using little energy. Communications and computing seem inexorably headed to a future that makes more use of light's properties, and blue light's short wavelength is best for ever-smaller technologies. As the members of the Sweden's Royal Academy of Science put it during their press conference, this year's award is more an "invention" prize than a "discovery" prize. But it is an invention, they said, that would have made Alfred Nobel happy.

Source: The Economist

Isamu Akasaki, Hiroshi Amano and Shuji Nakamura win 2014 Nobel Prize for Physics

The 2014 Nobel Prize for Physics has been awarded to Isamu Akasaki, Hiroshi Amano and Shuji Nakamura for their development of blue LEDs. The prize is worth SEK 8m (£690,000) and will be shared by the three winners who will receive their medals at a ceremony in Stockholm on 10 December.

Akasaki is a Japanese citizen and works at Meijo University and Nagoya University. Amano is a Japanese citizen and works at Nagoya University. Nakamura is a US citizen and works at University of California, Santa Barbara.

The prize citation honours the trio for "the invention of efficient blue light-emitting diodes which has enabled bright and energy-saving white light sources". The now ubiquitous LEDs are used in a wide arrange of applications from televisions to sterilizers and do not contain toxic mercury that is found in fluorescent lamps.

Three-colour blues

A source of white light needs LEDs that deliver red, green and blue light. The first red LED was created in the 1950s and researchers then managed to create devices that emitted light at shorter wavelengths, reaching green by the 1960s. However, researchers struggled to create blue light.

In the 1980s Akasaki and Amano working at Nagoya University and Nakamura working at the Nichia Corporation focussed on the compound semiconductor gallium nitride (GaN), which could be ideal for creating blue LEDs because it had a large band-gap energy corresponding to ultraviolet light.

There were many challenges, however, in making useable LEDs based on GaN. One major problem was how to create high-quality crystals of GaN with good optical properties. This was solved independently in the late 1980s and early 1990s by Akasaki and Amano and also by Nakamura. Both teams used metalorganic vapour phase epitaxy (MOVPE) techniques to deposit thin films of high-quality GaN crystals onto substrates.

Doping discovery

Another seemingly insurmountable challenge facing the researchers was how to dope the GaN so it is a p-type semiconductor, which is crucial for creating an LED. Akasaki and Amano noticed that when GaN doped with zinc is placed in an electron microscope, it gives off much more light. This suggested that electron irradiation improved the p-doping – an effect that was later explained by Nakamura.

The next step for both teams was to use their high-quality, p-doped GaN along with other GaN-based semiconductors in multilayer "heterojunction" structures. Nakamura was then able to create the first high-brightness blue LED in 1993.

Praising the laureates, the chairman of the Nobel committee for physics Per Delsing said "A lot of big companies tried to [develop blue LEDs] and they failed, but these guys persisted and eventually they succeeded."

Today, GaN-based LEDs are used in back-illuminated liquid-crystal displays in devices ranging from mobile phones to TV screens. LEDs emitting blue and ultraviolet (UV) light have also been used in DVDs, where the shorter wavelength of the light allows higher data-storage densities. Looking into the future, UV-emitting LEDs could be used to create basic yet effective water-purification systems, because UV light can destroy micro-organisms.

Invention or discovery?

Over the past 10 years there have been three other physics Nobel prizes awarded for work with significant commercial potential: giant magnetoresistance in 2007; fibre optics and charged-coupled devices in 2009; and graphene in 2010. While most prizes are associated with more esoteric discoveries, like the Higgs boson, Alfred Nobel decreed in his will that the prize could also be given for an important invention in physics.

"Alfred Nobel would be very happy about this prize," says Delsing. "[The blue LED] is really something the will benefit most people."

David Gross from the Kavli Institute for Theoretical Physics at University of California, Santa Barbara, who shared the 2004 Nobel prize for his work on asymptotic freedom, is happy that in recent years both pure and applied research are being recognized. After addressing a meeting in Trieste to mark the 50th anniversary of the International Centre for Theoretical Physics, where he had stressed the importance of blue-sky research, Gross told Physics World that "Every five or six years the prize is awarded to an invention that has conferred a great benefit to humankind, such as the transistor, the laser and fibre optics. I think the existing ratio is just about right."

Akasaki was born in Chiran, Japan, in 1929. He graduated from Kyoto University in 1952 and received his PhD in 1964 from Nagoya University.

Amano was born in Hamamatsu, Japan, in 1960. He received his PhD in 1989 from Nagoya University.

Nakamura was born in Ikata, Japan, in 1954. He graduated from the University of Tokushima in 1977 with a degree in electronic engineering and obtained a Master's degree in the same subject two years later. He then joined the Nichia Corporation, a small company located in Tokushima on the island of Shikoku. Nakamura was awarded a PhD in 1994 from University of Tokushima.

About the author
Hamish Johnston is editor of physicsworld.com

Source: physicsworld.com

Τετάρτη 8 Οκτωβρίου 2014

ΤΟ ΒΗΜΑ - Στο γαλάζιο LED το Νόμπελ Φυσικής

Πρόκειται για μια εφεύρεση που επέτρεψε την ανάπτυξη λαμπρών, οικονομικών λαμπτήρων

Του Βαγγέλη Πρατικάκη

Στοκχόλμη

Τρεις ερευνητές από την Ιαπωνία βραβεύονται με το Νόμπελ Φυσικής 2014 για την ανακάλυψη του γαλάζιου LED, μιας εφεύρεσης που επέτρεψε την ανάπτυξη λαμπρών, οικονομικών λαμπτήρων.

Όπως ανακοίνωσε την Τρίτη η Βασιλική Ακαδημία Επιστημών της Σουηδίας, το βραβείο απονέμεται από κοινού στον Ισάμο Ακασάκι του Πανεπιστημίου της Ναγκόγια, τον Χιρόσι Αμάνο, επίσης στη Ναγκόγια, και τον Σούζι Νακαμούρα του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια στη Σάντα Μπάρμπαρα.

Η γαλάζια φωτοδίοδος που ανέπτυξαν οι τρεις ερευνητές στις αρχές του 1990, ήρθε να συμπληρώσει την παλέτα των LED, τα οποία επί τριάντα χρόνια περιορίζονταν στο κόκκινο και το πράσινο φως.

Η προσθήκη ενός τρίτου χρώματος επέτρεψε την ανάπτυξη φωτοδιόδων χαμηλής κατανάλωσης που προσφέρουν λευκό, λαμπρό φωτισμό.

«Οι λάμπες πυράκτωσης φώτισαν τον 20ό αιώνα. Ο 21ος αιώνας θα φωτιστεί από λαμπτήρες LED» σημειώνει η επιτροπή των βραβείων στην ανακοίνωσή της.

Τα LED

Τα σύγχρονα λευκά LED, ουσιαστικά τσιπ από πυρίτιο που συνδυάζουν LED τριών διαφορετικών χρωμάτων, προσφέρουν ασύγκριτα καλύτερη απόδοση σε σχέση με τους συμβατικούς λαμπτήρες. Προσφέρουν φωτισμό έντασης 300 lumen ανά watt ηλεκτρικής ενέργειας, συγκριτικά με 16 lm/watt για τους λαμπτήρες πυράκτωσης και 70 lu/watt για τους λαμπτήρες φθορισμού.

Διαβάστε επίσης: LED, το μέλλον του φωτισμού

Δεδομένου ότι ο φωτισμός αντιστοιχεί γύρω στο ένα τέταρτο της ενεργειακής κατανάλωσης σε παγκόσμιο επίπεδο, η νέα τεχνολογία προσφέρει σημαντικά οφέλη για το περιβάλλον.

Περιορίζει εξάλλου την κατανάλωση υλικών, δεδομένου ότι οι λαμπτήρες LED διαρκούν έως 100.000 ώρες, εκατό φορές περισσότερο από τις λάμπες πυράκτωσης και δέκα φορές περισσότερο σε σχέση με τους λαμπτήρες φθορισμού.

Τα σύγχρονα λευκά LED, ουσιαστικά τσιπ από πυρίτιο που συνδυάζουν LED τριών διαφορετικών χρωμάτων, προσφέρουν ασύγκριτα καλύτερη απόδοση σε σχέση με τους συμβατικούς λαμπτήρες. Προσφέρουν φωτισμό έντασης 300 lumen ανά watt ηλεκτρικής ενέργειας, συγκριτικά με 16 lm/watt για τους λαμπτήρες πυράκτωσης και 70 lu/watt για τους λαμπτήρες φθορισμού.

Ο Ισάμου Ακασάκι (Isamu Akasaki) γεννήθηκε στην Ιαπωνία το 1929 και είναι σήμερα καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Ναγκόγια.

Ο Χιρόσι Αμάνο (Hiroshi Amano) γεννήθηκε στην Ιαπωνία το 1960 και είναι επίσης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Ναγκόγια.

Ο Σούχι Νακαμούρα (Shuji Nakamura) γεννήθηκε το 1954 στην Ιαπωνία αλλά είναι αμερικανός πολίτης. Είναι σήμερα καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στη Σάντα Μπάρμπαρα.

ΤΟ ΒΗΜΑ

Τετάρτη 1 Οκτωβρίου 2014

Αναζητώντας το πρόσωπο πίσω από την ετικέτα…

Η μητέρα μου συνήθιζε να κάνει την κλασική ερώτηση σαν άκουγε πως η κόρη κάποιας γνωστής επρόκειτο να παντρευτεί:

– Τι παίρνει;

– Μηχανικό. Είναι του Πολυτεχνείου. Τον έχουν διορίσει στο υπουργείο τάδε!

– Α, μπράβο Μαρία μου, δεν ξέρεις πόσο χαίρομαι! Η ώρα η καλή!

Κάποτε δεν κρατήθηκα και τη ρώτησα:

– Μα, καλά, τι παντρεύεται μια γυναίκα, άνθρωπο ή επάγγελμα;

– Δε λέω, καλός πρέπει να είναι κι ο άνθρωπος… Αλλά, το πρώτο πράγμα που έχει σημασία είναι τι δουλειά κάνει!

Το παράδειγμα, ένα από τα αμέτρητα του είδους, καταδεικνύει τη δύναμη της ετικέτας σε μια κοινωνία όπου η αυτοσυντήρηση, σε συνδυασμό με την κοινωνική ματαιοδοξία, λειτουργούν ως υποκατάστατα βαθύτερων ανθρώπινων αξιών κι ενός φιλοσοφημένου τρόπου ζωής…

Ο άνθρωπος, κυριολεκτικά, περνά τη ζωή του συλλέγοντας ετικέτες! Κάποιες τις κληρονομεί ήδη από τη μέρα της γέννησής του: «Ο γιος του φαρμακοποιού», «η κόρη της καθηγήτριας», «ο ανιψιός του υπουργού», κλπ. Στο σχολείο αρχίζει να μαζεύει δικές του: «Ο ψηλός», «η χοντρή», «ο σπασίκλας», «το φυτό», «η ανέραστη» (ή κάπως αλλιώς), «ο ξένος», «ο βάζελος», «ο γαύρος»… Στο πανεπιστήμιο, η ετικετοποίηση αποκτά κοινωνικοπολιτική χροιά: «Ο φασίστας», «ο ρατσιστής», «το κομμούνι», «ο ανάρχας», «ο θολοκουλτουριάρης»…

Αργότερα, κάποιοι «πετυχαίνουν στη ζωή τους» και αποκτούν αξιώματα και τίτλους. Έτσι, διαβάζουμε στα βιογραφικά και στις επαγγελματικές κάρτες τους: «Διευθυντής πωλήσεων της τάδε εταιρείας», «δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω», «αριστοβάθμιος μαθηματικός», «πολυνίκης προπονητής», «διακεκριμένος χειρουργός», «επιτυχημένος αρχιτέκτων», «πολυδιαβασμένος συγγραφέας», «φημισμένος στρατηγός»… Και, η απεχθέστερη πασών των ετικετών: «Προφέσορ-Δόκτωρ Τάδε, Διευθυντής του δείνα Τομέα – ή Εργαστηρίου – του Πανεπιστημίου Τάδε»!

Ναι, είναι αλήθεια: Εμείς οι (κατ’ ευφημισμόν) «δάσκαλοι» στα «ρετιρέ» της εκπαίδευσης, ανήκουμε στα λιγότερο αξιοσέβαστα όντα πάνω στον πλανήτη. Αλαζόνες και ματαιόδοξοι, μετράμε τη συμβολή μας στην ανθρώπινη γνώση με τη χρήση ψυχρών κι ανούσιων αριθμών (τόσα papers, τόσα συνέδρια, τόσες αναφορές, τόσες αφ’ υψηλού κριτικές του μόχθου άλλων…). Από την άλλη, ελάχιστα νοιαζόμαστε για τη διαμόρφωση ψυχών και το χτίσιμο χαρακτήρων των μαθητών μας (των κατά παράδοση καλούμενων «φοιτητών», έτσι ώστε να ξεχωρίζουμε από άλλα, «κατώτερα» – υποτίθεται – είδη εκπαιδευτικών, που στ’ αλήθεια είναι πολύ ανώτερα, με βάση το τιτάνιο παιδαγωγικό έργο που επιτελούν!).

Διδάσκουμε τους μαθητές μας να εξωστρέφονται όπως κι εμείς, λησμονώντας ότι η υπέρτατη γνώση είναι το «γνώθι σαυτόν», εντολή αναζήτησης νοήματος ζωής που την παπαγαλίσαμε κάποτε σε μαθήματα Φιλοσοφίας, χωρίς ποτέ να νιώσουμε το βαθύτερο μήνυμά της. Τους μαθαίνουμε να επιδιώκουν – και να κρίνονται με βάση – την ποσότητα, θυσιάζοντας, αν είναι ανάγκη, την ποιότητα. Τους δείχνουμε, με το ίδιο μας το παράδειγμα, πώς να συλλέγουν ετικέτες, αντί να αναζητούν νοήματα…

Τα τέρατα που πλάθουμε ως εκπαιδευτικοί, μα ακόμα κι ως απλοί γονείς (για να κατανείμουμε συμμετρικά και δίκαια τις ευθύνες) θα φτάσουν κάποια μέρα – όπως νωρίτερα θα έχουμε ήδη φτάσει εμείς – στο τέλος της διαδρομής. Και, ρίχνοντας μια τελευταία, σβησμένη ματιά στον καθρέφτη, θα αναρωτηθούν: «Ποιος είμαι, τελικά;» Μα, το είδωλο του προσώπου δεν θα φαίνεται πια. Θα το σκεπάζουν αναρίθμητα μικρά χαρτάκια κολλημένα πάνω του: οι ετικέτες μιας ζωής!

«Ποιος είμαι, λοιπόν;» Ο γόνος της κάποτε σπουδαίας οικογένειας; Ο δυνατός–σπασίκλας–μάγκας (κλπ.) του σχολείου; Ο ωραίος, πολιτικοποιημένος και δημοφιλής τύπος του πανεπιστημίου; Ο επιτυχημένος επαγγελματίας, που ξόδεψε μια ζωή κυνηγώντας, σαν τη σκιά του, το παραπανίσιο χρήμα; Ο σπουδαίος ρήτορας στη Βουλή, που έχασε, στο τέλος, τη φωνή του; Ο μεγάλος επιστήμων-ερευνητής, που συνέγραψε μερικές ντουζίνες επιστημονικών άρθρων που έχουν πια ξεπεραστεί και λησμονηθεί, και που κολλούσε στην πόρτα του γραφείου του – ως τρόπαιο, μα κι ως τεκμήριο ακαδημαϊκής ματαιοδοξίας – την παραμικρή αναφορά στο περίλαμπρο όνομά του;

«Ποιος είμαι;» Μια ερώτηση που, το πιθανότερο είναι πως δεν θα απαντηθεί ποτέ (αν μη τι άλλο, σ’ αυτήν εδώ τη διάσταση της ύπαρξης). Το μόνο ερώτημα που ενδέχεται να είναι εφικτό να απαντήσουμε (μερικώς, τουλάχιστον) είναι: «Ποιος δεν είμαι;»

Και, καθώς θα βρίσκουμε τις απαντήσεις, ίσως αρχίσουν τότε να ξεκολλούν μία-μία οι ετικέτες που μας έβαλαν, ή που μόνοι μας κολλήσαμε. Και ξεκινήσει έτσι να αχνοφαίνεται μια υποψία προσώπου στον καθρέφτη…

Έστω την τελευταία στιγμή, που μπορεί να ‘ναι κι η πρώτη…

Aixmi.gr