Η ελευθερία του ανθρώπου ως το μεταξύ του κόσμου και της συνείδησης είναι τόσο μεγάλη, ώστε οδήγησε παγκόσμια σε επικίνδυνο σημείο τις συνθήκες ζωής, μέχρι και τη μερική τους καταστροφή. Η θεραπεία και επανόρθωση της φθοράς και του ολοθρεμού, καθώς και η παρεμπόδιση μιας επερχόμενης πανωλεθρίας και αφανισμού είναι σύμφωνα με τη διδασκαλία των συμπεριφοριστών κήρυγμα χωρίς ελπίδα, ουτοπική προέλαση της ανθρώπινης ενέργειας ανάμεσα στο παρελθόν και το μέλλον, αμφίβολο αντιμέτρημα ανάμεσα στην απιστία του παρελθόντος και την πίστη του μέλλοντος.
Με τέτοια προοπτική όμως τι αξία έχει κάθε λόγος για οικολογική ηθική και δημιουργία ηθικών μοντέλων, αν αφαιρέσουμε από την ανθρώπινη συνείδηση τη δυνατότητα στο πλαίσιο της περατωτικής της έκτασης να οργανώσει η ίδια τη ζωή της; Στο πρόβλημα μας τούτο σημαίνει ότι ο άνθρωπος μπορεί, αρκεί να το θελήσει, να οργανώσει ένα χώρο εγρήγορσης και ετοιμότητας, έγκρισης και τόλμης, εκλογής και απόφασης για δημιουργία μιας νέας οικολογικής συνείδησης σε αντικατάσταση της ασύγγνωστης αμελησίας, ολιγωρίας και ακηδίας που επέδειξε στο παρελθόν.
Κάθε λόγος της οικολογικής ηθικής λειτουργεί αναγκαία σε βάση αισιοδοξίας για το στόχο του και εξακτινώνεται στον ορίζοντα της ελεύθερης βούλησης του ανθρώπου. Ο λόγος της οικολογικής ηθικής είναι λόγος μιας παγκόσμιας πρόκλησης της βιωμένης πραγματικότητας. Σοφός είναι εκείνος, γράφει ο Bernard von Clairvaux που ξέρει να γεύεται τα πράγματα, όπως πραγματικά είναι. Ο εσωτερικός πραγματικός λόγος των αντικειμένων προσδιορίζει το μέτρο και τον κανόνα της πράξης. Τούτο σημαίνει ότι η ανθρώπινη συμπεριφορά σε όλα τα επίπεδα και τις κοινωνικές ομάδες (Οικονομία, Εκπαίδευση, Υγεία, Συναλλαγή, Τεχνική, Πολιτεία κλπ) αξιώνει, προκειμένου για τη δυνατότητα μιας ομόλογης λογικής και βουλητικής πρόσβασης του ανθρώπου στο χώρο επιβολής τους, συγκεκριμένες προϋποθέσεις, όπως: συνειδητοποίηση της σπουδαιότητας όλων τούτων των τομέων για την ανθρώπινη ζωή, γνώση των κοινωνικών σχέσεων προς το θεσμικό και αξιολογικό πλαίσιο προτεραιοτήτων που ισχύουν, και εκπαιδευτική ενημέρωση ως προς τις ανοιχτές δυνατότητες του παρόντος.
Η ανθρώπινη συμπεριφορά δικαιώνεται ως ηθικά ομόλογη προς το περιβάλλον, όταν η πράξη της συμμορφώνεται προς εκείνους τους νόμους που στο φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον υπάρχουν a priori και χωρίς την προαίρεση του ανθρώπου.
Συμπεριφέρομαι ηθικά σημαίνει πλέον συμπεριφέρομαι οικολογικά, υπακούω ευλαβητικά στη νομοτέλεια του φυσικού χώρου ζωής και δράσης και μάλιστα σε συνάρτηση προς το παγκόσμιο ανθρώπινο συμφέρον, ώστε τόσο ο άνθρωπος, όσο και η φύση να εκπληρώνουν την εντελέχειά τους.
Η οικολογική κρίση και το σοκ που έχει προκαλέσει παγκόσμια είναι τόσο μεγάλο που απαιτείται καθολική κινητοποίηση κοινωνικού ηθικού συλλογισμού. Η οικολογική περιπέτεια του σημερινού κόσμου αξιώνει την κριτική ανάλυση όλων των ρεαλιστικών ή ουτοπικών ιδεαλιστικών σχεδιασμών και προγραμμάτων της περιβαλλοντικής πολιτικής.
Η οικολογική μόλυνση αξιώνει δραστική αναθεώρηση των τεχνολογικών προοπτικών και συνειδητή αναδόμηση του πολιτικού σχεδιασμού των κρατών και της κοινωνικοηθικής αντίληψης. Αλλαγή κοινωνικοοικονομικών και τεχνικών δομών για δημιουργία συνείδησης οικολογικής ηθικής σημαίνει απόφαση για αλλαγή συμπεριφοράς του ενός (όλων), γιατί διαφορετικά κάθε προσπάθεια αναδόμησης γνωρίζει μόνο το ναυάγιο.
Η αφύπνιση της οικολογικής ηθικής πρέπει να ξεκινήσει από το φρόνημα του ενός ανθρώπου, από την απόφασή του να μετατρέψει την εθελότυφλη όρασή του, την κιβδηλεία της πράξης του και το σκόπιμο ψεύδος, με το οποίο έχει ζώσει τη ζωή του, σε άγρυπνο βλέμμα, σε μέριμνα πράξης με φυσικές επιταγές, σε παρουσία γνήσιας ποιοτικής ζωής και επίπονης πειθαρχίας. Είναι ηθικά οδυνηρό να βιώνεται η ακηδία και η αδιαφορία ως πειθαρχία. Ο άνθρωπος οφείλει να προσέχει. Γιατί σε κάθε βήμα προς τα εμπρός ολισθαίνει δύο προς τα πίσω.
Είναι παράδοξο ότι ο άνθρωπος, παρότι στην πορεία των αιώνων δημιούργησε πολλές επιστήμες και κέρδισε την πολύμορφη ζωή, παραμένει σε μεγάλη του ποσοτική έκταση ακόμη αναφορικά με τις πλανητικές οικολογικές του συναρτήσεις σε κατάσταση φόβου, λιγοψυχεί και δεισιδαιμονεί από άγνοια, και εξηγεί το φυσικά νομοτελειακό ως κοσμική δυσμένεια. Οι Έλληνες που έβλεπαν την ιδέα της ζωής να συμπορεύεται ευάρμονα με τη φύση και προσδιόριζαν τη νοησιαρχική τους εικόνα από τα δικά της διδάγματα δεν αποτελούν δυστυχώς πια πρότυπο στο σύγχρονο άνθρωπο.
Η προτροπή για αφύπνιση της οικολογικής συνείδησης διέρχεται αναγκαία από τη σοβαρή γνώση της φύσης και από τον οφειλόμενο σεβασμό σ’ αυτήν εκ μέρους του ανθρώπου. Πρόκειται για σχέση όχι αντιπαράθεσης αλλά για κατανόηση της σιωπής και της μυστικής γλώσσας της φύσης. Για κατανόηση της ρυθμικής ενότητας και παραδοχή από την ανθρώπινη επέμβαση της διάταξης της φυσικής τάξης. Πρόκειται για την αόρατη παρουσία της ηρακλείτειας «κρυφής αρμονίας» που καλεί για αποδοχή. Στη σχέση του ανθρώπου με τη φύση τον ηγεμονικό ρόλο παίζει ο άνθρωπος.
Αποφασιστική προϋπόθεση στην εκτύλιξη μιας εύρυθμης σχέσης αποτελεί η ευάρμονη σχέση του ανθρώπου με τον εαυτό του, με το βάθος της ύπαρξής του. Απουσία αυτής της εσωτερικής αρμονίας που εκδηλώνεται με την κανονική, ομαλή και απρόσκοπτη λειτουργία της ψυχοσωματικής παρουσίας οδηγεί σε πρόσκρουση του ανθρώπου με τη φύση, σε αλλοτρίωση. Την καταστροφή της φύσης προκαλεί και συντηρεί η δυσαρμονία του ανθρώπου με τον εαυτό του, η αναυθεντική του στάση μπροστά στο φαινόμενο της ζωής. Στο κακοποιημένο φυσικό περιβάλλον αποκαλύπτεται ο κακοποιημένος εσωτερικός κόσμος του ανθρώπου, η χρεοκοπία της φιλίας με το ίδιο το εγώ του. Καταστροφή της φύσης σημαίνει καταστροφή και παραμόρφωση της εσωτερικής δομής του ανθρώπου, συνειδησιακή ανωριμότητα και μισαλλόδοξη τροπή της πορείας της ζωής.
Η πνευματική κατάσταση του ανθρώπου αλλά και η επίγνωση της συνυπευθυνότητάς του στην συμπαρουσία των πολλών και ποικίλων μορφών της ζωής του τού υπαγόρευσε την ανάγκη να κατακτήσει γνωστικά το νομοτελειακό κώδικα της φύσης και την οργανωτικότητα του κόσμου, προκειμένου να εξελιχθεί προς την τελείωση η συλλογική ανθρώπινη ζωή.
Εξ αιτίας αυτού είναι υποχρεωμένος ο άνθρωπος να σέβεται τη φυσική ισορροπία, η οποία και μόνη μπορεί να εγγυηθεί τη λειτουργική τάξη του φυσικού κόσμου, και να στοιχηθεί προς ένα ρυθμό ευθύνης απέναντι στη φύση. Κυριαρχία του ανθρώπου στη φύση, έτσι όπως τη διδάχθηκε ο δυτικός άνθρωπος από τη Γραφή του, σημαίνει όχι καταδυνάστευση και λεηλασία της φύσης αλλά έλλογη δράση και δημιουργία σε κλίμα ειρήνης και φιλίας με τα φυσικά οικοσυστήματα. Η παρανόηση ή αγνόηση αυτής της αρχής δεν παραμορφώνει μόνο την εντελεχειακή αποστολή του ανθρώπου, αλλά οργανώνει τη λεηλασία της φύσης και εκτρέπει το κοσμικό process στη διάσπαση και τη διάλυση.
Ο οικολογικός λόγος είναι λόγος πολύ ευγενικός αλλά και δύσκολος κατά τη γνωστή φράση του Spinoza ότι «κάθε υπέροχο είναι το ίδιο δύσκολο και σπάνιο». Στοχεύει στο σεβασμό της φύσης που για τον εύβουλο άνθρωπο σημαίνει σύνεση, φρόνηση, ορθοφροσύνη. Ο ορθός συλλογισμός είναι ο αναγκαίος συστατικός όρος για αναθεώρηση της ηθικής και εκπαίδευση οικολογικής συνείδησης. Καταφεύγοντας στον ορθολογισμό ως απαραίτητο παράγοντα αναφερόμεθα στην κυρίαρχη και πρωτοκαθεδρική θέση του λόγου. Του λόγου όχι απλά ως εργαλείου και μέσου αλλά ως εκφραστή της ευτολμίας του ανθρώπου να ελέγχει τις τεχνικές του συνυπολογίζοντας τις μακροπρόθεσμες συνέπειες σε όλες τις επί μέρους αυτόνομες περιοχές της σκόπιμης δράσης. Ότι ορθός συλλογισμός σημαίνει υπολογίζω και φοβάμαι για τις αρνητικές συνέπειες της τεχνικής στον ανθρώπινο – οικολογικό χώρο, δηλώνει το γεγονός ότι η φύση υπήρξε προκειμένου για τη διανόηση ευθύς εξ αρχής η πηγή της γνώσης. Ο άνθρωπος πλούτισε το έργο της γνώσης του από και μέσα στη φύση. Οι μηχανισμοί της τεχνικής του έχουν ως πρότυπο τις δομές της φύσης και κάθε πρόοδος για βελτίωση της τεχνικής προϋποθέτει ως διδάσκαλο και οδοδεικτικό σύμβουλο την ίδια τη φύση στις πλέον εκλεπτυσμένες της λειτουργίες.
Κυριαρχία του ανθρώπου στη φύση σημαίνει βέβαια καλλιέργεια και διαφύλαξη της φύσης χάριν του ανθρώπινου διαφέροντος, αλλά με σύγχρονο σεβασμό εκείνου που ωθεί στη ζωή της φύσης και όχι στην καταστροφή της. Για το Martin Heidegger ο άνθρωπος δεν είναι ο κύριος του Όντος, αλλά ο ποιμένας του Είναι. Ο άνθρωπος πρέπει να διακρίνει ό,τι υπηρετεί τη φύση, γιατί η δική του ευημερία είναι απόλυτα συνδεδεμένη μαζί της. Η συνειδητοποίηση αυτής της γνώσης αποτελεί προσκλητήριο για την εποχή μας, γιατί σήμερα βιώνουμε την πικρή διαπίστωση ότι ο άνθρωπος κακομεταχειρίστηκε τις φυσικές δωρεές, με αποτέλεσμα να θερίζει το κακό και την εχθρότητα της φύσης.
Ο σύγχρονος τεχνολογικός πολιτισμός έχει οδηγήσει σε σύγχυση ως προς τις γνήσιες και τις ψευδείς ανάγκες του ανθρώπου, και σε αδυναμία διάκρισής τους. Ζούμε σε εποχή πολυδάπανης σπατάλης. Με την τεράστια πρόοδο της τεχνικής οι βασικές ανάγκες ζωής του ανθρώπου, στις οποίες ανήκουν και εκείνες της ιδιαίτερης άνεσης και ευχαρίστησης, μεγαλοποιήθηκαν τεχνητά. Το αναγκαίο αναμείχθηκε με το περιττό, το χρήσιμο με το άσκοπο, το ωφέλιμο με το ανώφελο. Το πρόβλημα όμως δεν είναι το να ασκήσουμε απλά κριτική στην παγκόσμια βιομηχανία και την τεχνολογία, γιατί όλα όσα δημιουργεί ο άνθρωπος είναι τέχνη και τεχνική. Είμαστε υποχρεωμένοι να θέσουμε το πρόβλημα των ορίων.
Ο προσδιορισμός των ορίων είναι σήμερα αποφασιστικός, προκειμένου να οριοθετηθεί ο χώρος της ανθρώπινης οικονομικής δραστηριότητας, ο οποίος δεν γίνεται να είναι απεριόριστος, και αναφορικά με τη φύση και αναφορικά με τον άνθρωπο. Γιατί αν υπάρχουν στη φύση επαρκή αγαθά για τις ανάγκες όλων δεν υπάρχουν αρκετά για την απληστία ορισμένων. Η διάρθρωση της οικονομίας πρέπει βέβαια να αποβλέπει στη βελτίωση της ποιότητας ζωής του ανθρώπου, αλλά να λαμβάνει σοβαρά υπόψη το πεπερασμένο των πρώτων υλών, όπως επίσης και την αλληλεγγύη μεταξύ όλων των ανθρώπων της γης με προοπτικές και στις μέλλουσες γενεές. Η υπευθυνότητα δεν αφορά μόνο το παρόν αλλά και το μέλλον, το χώρο στον οποίον θα ζήσουν οι απόγονοί μας και δεν αφορά ένα μέρος του πλανήτη, αλλά τη σύνολη γη μας.
Δυστυχώς καθημερινή διαπίστωση είναι ότι το πρακτικό διαφέρον του ανθρώπου συγκροτεί εκείνη η βιοποριστική διάταξη που σημαδεύεται από την πλήρη αποξένωση από τη φύση και το συνάνθρωπο, την απόκλιση από τη χάρη της φυσικής τάξης, την αντιστροφή της υγείας σε ασθένεια και παρακμή. Ο άνθρωπος της τεχνικής έγινε α-φύσικος. Δημιούργησε ένα ψεύτικο πλαστικό κόσμο γύρω του και εκεί μέσα φυλάκισε μηδενιστικά τον εαυτό του. Η αποθέωση της μηδενιστικής διάθεσης του ανθρώπου και ιδιαίτερα του νέου, η οδύνη της απογοήτευσης, η αμφιλογία, η ανικανοποίητη βούληση, το αίσθημα του αδικαίωτου αγώνα, το ρίγος του ναυαγίου είναι οι κακοδαιμονικές λειτουργίες εκείνου του γεγονότος που ονομάζουμε ζωή. Το χαμόγελο, όπου ακόμη υπάρχει τις περισσότερες φορές είναι η αμήχανη έκφραση της ίδιας της εσωτερικής αποξένωσης. Η τεχνική ανέβασε τον άνθρωπο στην πυραμίδα της ακμής με αγώνα και δυσκολία, η κατωφέρεια όμως είναι εύκολη, γιατί το ισοζύγιασμα των αντίρροπων δυνάμεων είναι έργο δυσχερές, ενώ η ανατροπή ευχερής. Προϋποθέτει βαθιά γνώση, ισχυρή βούληση και κυριαρχημένο έλεγχο.
Ο ρόλος της τεχνικής είναι αποκλειστικός σε αυτήν την προοπτική. Η συνεχής επέκταση των γνώσεων των φυσικών επιστημών διεύρυνε τα όρια της τεχνικής εκμετάλλευσης. Η επιστήμη έγινε η αναγκαία προϋπόθεση της τεχνικής και η τεχνική το εργαλείο της επιστημονικής γνώσης. Τις πολλές προσφερόμενες δυνατότητες στους τομείς της παιδείας, υγείας, διατροφής, επικοινωνίας, αναψυχής κλπ τις οφείλουμε οπωσδήποτε στην πανεπιστημιακή γνώση και την επιστημονική τεχνική. Η εξέλιξη και ανάπτυξη τρέχει με ασταμάτητη αναγκαιότητα, η πίστη όμως του ανθρώπου στην πρόοδο δεν έχει ικανώς αναλυθεί και η προφάνεια της πραγματικότητας θεωρείται ως ρεαλισμός στην εκτίμηση της ανθρώπινης πράξης.
Αυτή όμως η πίστη που μεταστοιχειώνει οράματα σε θεάματα αντικαθίσταται συχνά από το φόβο και την αβεβαιότητα όταν οι κίνδυνοι από τις επιπτώσεις της επιστημονικής τεχνικής απειλούν. Ξαφνικά απέναντι στην πίστη στην τεχνική υπεισέρχεται η πλήρης επιφύλαξη και ο άνθρωπος ανοίγει τα μάτια του στο συμβατικό της χαρακτήρα, κατά την έννοια ότι βλέπει το μυστηριακό και σημειώδες της πίστης του σε κάποια σημεία να ξεφεύγει τον έλεγχο και το ανορθολογικό και παράλογο να εισορμά από κάποια απρόβλεπτη και ανεξέλεγκτη περιοχή.
Όμως η ελπίδα της αισιοδοξίας δεν χάθηκε. Μόνο που αν θέλει να είναι σοβαρή και έμπεδη πρέπει να συμβαδίζει με τον προγραμματισμό. Σε τελική ανάλυση πρέπει να δεχθούμε αναγκαία την αρχή του συμβιβασμού, αφού η αντιπαλότητα μεταξύ του άπειρου Είναι και του πεπερασμένου όντος, του σύνθετου και της κοσμοφόρας εντροπίας, του αμετάβλητου και της μεταβολής είναι το γεγονός το εγγυητικό της γονιμότητας του πνεύματος. Η ικμάδα του πνεύματος είναι αποτέλεσμα όχι της κατάστασης αλλά της επανάστασης, όχι της ήσυχης επικύρωσης, αλλά της ακύρωσης, της σύγκρουσης του παλαιού με το νέο.
Ολόκληρη αυτή η χασμωδία της βαρβαρότητας οφείλει να μεταστοιχειωθεί στο χώρο των κυβερνώντων σε μια πρόταση: Σεβαστείτε τις νέες γενεές και πάψετε να σπαταλάτε αλύπητα την περιουσία τους και το δικαίωμά τους για ζωή. Και δημιουργήστε μια παιδεία καθαρότητας και ανθρωπισμού, που να είναι σύμμετρη με το θείο νόμο, τα ιερά δικαιώματα του ανθρώπου, το νόμο της φύσης και τα δικαιώματα της εξωανθρώπινης δημιουργίας με την πλησμονή των ειδών και των δράσεών τους στο παιχνίδι της φύσης.
Οικονομία της αγοράς και Δημοκρατία, τα δύο χαρακτηριστικά γνωρίσματα της δυτικής κοινωνίας, είναι βέβαια διαθέσιμα μεγέθη. Δεν σημαίνει ότι πρέπει να τα καταργήσουμε, αλλά να προβληματιστούμε για την ανάμειξή τους στη λογική του οικολογικού αυτοολοθρεμού και αυτοεξαφανισμού.
Η αντιμετώπιση της κρίσης αξιώνει ανάλογη εκπαιδευτική πολιτική. Είναι ανάγκη να διαφωτιστεί υπεύθυνα η συνείδηση των πολιτών χωρίς εξωραϊσμούς αλλά και χωρίς ακραίο μηδενιστικό πνεύμα. Ούτε εφησυχασμός αλλά ούτε και πνεύμα απόλυτης απαισιοδοξίας μπορούν να συνθέσουν έναν υπεύθυνο οικολογικά παιδαγωγικό λόγο.
Νικολίτσα Γεωργοπούλου – Λιαντίνη
Ομότιμη Καθηγήτρια Φιλοσοφίας
Πανεπιστημίου Αθηνών